Οι γραμμές αυτές γράφονται σαν ελάχιστος φόρος τιμής προς την τετράχρονη- τέλη 1918 αρχές 1923 – γερμανική προλεταριακή επανάσταση και στους πρωταγωνιστές της: τους Σπαρτακιστές, τους επαναστάτες με το διαρκές μεγάλο κύρος σε ευρεία λαϊκά στρώματα της Γερμανίας και στη γερμανική Αριστερά. Αφιερώνονται στους γερμανούς κομμουνιστές και τους μαχόμενους σοσιαλδημοκράτες, εκείνους τους τόσους άλλους ανώνυμους γερμανούς αγωνιστές, τους ξεχασμένους.
Αυτούς που τα έδωσαν όλα για να φωτίσει ο κόσμος.
Αφιερώνονται ειδικά στα ιδρυτικά μέλη των Σπαρτακιστών και του KPD, την Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λίμπκνεχτ (δολοφονήθηκαν πριν από 100 χρόνια στο Βερολίνο, στις 15 Ιανουαρίου 1919, από μέλη της εθνικιστικής πολιτοφυλακής (Freikorps), που εστάλησαν από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα για να καταπνίξει την εξέγερση).
Το γερμανικό προλεταριάτο καθορίζει τις εξελίξεις
Το Νοέμβριο του 2018, οι δρόμοι του Βερολίνου κατακλύζονται από εξεγερμένους Γερμανούς ναύτες κι εργάτες.
Η εθνοφυλακή καταρρέει, ο Κάιζερ τρέπεται σε φυγή στην Ολλανδία.
Οι εξεγερμένοι ανοίγουν τις πόρτες των φυλακών κι ελευθερώνονται εκατοντάδες Σπαρτακιστές, ανάμεσά τους η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ.
Η μοναρχία καταργήθηκε.
Άνοιγε η περίοδος της δεκαπενταετούς δημοκρατίας της Βαϊμάρης (1918-1933) η οποία καταλύθηκε µε την ανάδειξη του Χίτλερ σε καγκελάριο.
Ένα μήνα μετά, στις 31 Δεκεμβρίου 1918, η Ρόζα έδινε στη δημοσιότητα το ιδρυτικό πρόγραμμα του ΚΚΓ, οι Σπαρτακιστές μαζί με τους αριστερούς ριζοσπάστες της Βρέμης ίδρυαν το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας.
«Ο κομμουνιστές δεν θα μπορούσαν ποτέ να πάρουν την εξουσία χωρίς τη σαφή υποστήριξη της πλειοψηφίας του λαού», σημείωνε η επαναστάτρια, φιλόσοφος, και θεωρητικός της εργατικής επανάστασης.
Για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ η δημοκρατία και ο σοσιαλισμός είναι αδιάσπαστες έννοιες: «Ελευθερία είναι η ελευθερία όσων σκέφτονται διαφορετικά»!
«Όχι μόνο η πολιτική αλλά και η οικονομία πρέπει να έχουν ως βάση τη δημοκρατία», επαναλαμβάνει και υπογραμμίζει η μακρινή μας πρόγονος.
Η έκβαση της γερμανικής επανάστασης συνδέθηκε στενά με την προοπτική της ρώσικης επανάστασης, εκείνης που ξέσπασε στη χώρα των Τσάρων και των απέραντων στεπών όπου συνυπήρχαν η καθυστερημένη φεουδαρχία με τον αναπτυσσόμενο καπιταλισμό.
Η πεποίθηση που δεν ήταν ονειροπόλημα
Οι ηγέτες της Οκτωβριανής επανάστασης είχαν την βαθιά πεποίθηση πως η μοίρα της δικιάς τους επανάστασης ήταν άρρηκτα δεμένη με την έκβαση της επανάστασης στο βιομηχανικό γίγαντα της Ευρώπης.
Η πεποίθηση αυτή δεν ήταν ονειροπόλημα.
Ένα ευρωασιατικό εργατικό εξεγερσιακό ρεύμα, από τα Ουράλια ως το Τορίνο, από τη Βαυαρία ως την Σιβηρία, από τη Βρέμη ως το λεκανοπέδιο του Ντον, εκεί σε μια «σύντομη στιγμή γύρω στο ’18», δίπλα στα ρώσικα σοβιέτ συγκρότησε τις βραχύβιες δημοκρατίες των εργατικών συμβουλίων στη Βαυαρία, στην Ουγγαρία[1] αλλά και στην Αυστρία και σε περιοχές του ιταλικού βορρά.
Η επανάσταση αυτή του 1918-23 στην Κεντρική Ευρώπη και με επίκεντρο τη Γερμανία είναι ένα γεγονός τεράστιας σημασίας που παρά λίγο να αλλάξει την παγκόσμια ιστορία. Αυτό είναι κάτι που για τους περισσότερους/ες από εμάς απωθείται στη λήθη.
Ακόμη κι όταν η γερμανική επανάσταση είχε ηττηθεί, ακριβώς γιατί τέτοιας βαρύτητας επαναστάσεις επιδρούν στο μέλλον, αυτή χρωμάτιζε πολιτικές συμπεριφορές και στάσεις ζωής.
Ακριβώς γι’ αυτό ο Γκαίμπελς το 1932, εννιά χρόνια μετά την ήττα των εξεγερμένων γερμανών εργατών, θα γράψει στο ημερολόγιο του: «Το μέλλον είναι σκοτεινό και συννεφιασμένο, όλες οι προοπτικές και οι ελπίδες έχουν εξαφανιστεί».
Αλλά τότε ακριβώς η γερμανική μεγαλοαστική τάξη, οι Κρουπ και οι Τίσσεν έριξαν το βάρος τους στο ναζισμό, στον Χίτλερ και την «παρέα του».
Η Ιστορία άλλαζε και πάλι φορά.
Τα δυο κύματα της γερμανικής επανάστασης
Στις 5 Γενάρη 1919, 500.000 διαδηλωτές αποτέλεσαν την ορχήστρα των οποίων οι μελωδίες των συνθημάτων έδιναν ζωή στους δρόμους του Βερολίνου.
Στις 8 Ιανουαρίου τα Freikorps σήμαναν γενική επίθεση.
Το βράδυ της 15ης Ιανουαρίου, η Λούξεμπουργκ και ο Λίμπκνεχτ ανακαλύφθηκαν, συνελήφθησαν και παραδόθηκαν στη μεγαλύτερη μονάδα Φράικορπς, τη βαριά οπλισμένη ομάδα Garde – Kavallerie – Schützen. Την ίδια νύχτα, οι δύο κρατούμενοι αφού ξυλοκοπήθηκαν με τους υποκόπανους των όπλων μέχρι να χάσουν τις αισθήσεις τους, πυροβολήθηκαν στο κεφάλι. Το σώμα της Ρόζας Λούξεμπουργκ ρίχτηκε στο κανάλι Landwehr, όπου βρέθηκε την 1η Ιουνίου. Το σώμα του Καρλ Λίμπκνεχτ παραδόθηκε ανώνυμα σε ένα νεκροτομείο.
Το προλεταριάτο βίωσε ένα χρόνο απογοήτευσης και υποχώρησης.
Ωστόσο τα κοινωνικά προβλήματα, διαρκώς παρόντα, ενδυνάμωναν.
Η γερμανική οικονομία της αγοράς μπήκε στην περίοδο του υπερπληθωρισμού.
Οι εργάτες δεν μπορούσαν ν’ αγοράσουν τίποτα με τους μισθούς τους. Ακόμα και «οι πιο πιστοί υπηρέτες του κράτους», οι υπάλληλοι, άρχισαν να επαναστατούν. Τα μεσαία στρώματα καταστράφηκαν. Το φάντασμα της πείνας περιπλανιόταν στη Γερμανία.
Την άνοιξη του 1923 ξέσπασαν στην περιοχή του Ρουρ και της Άνω Σιλεσίας απεργιακά κινήματα. Νέα κύματα της ταξικής πάλης αναπτύχθηκαν σε ολόκληρη τη Γερμανία.
Κορύφωση αυτής της κατάστασης και της δυναμικής της ήταν η βαθιά κρίση του φθινοπώρου του 1923, «κρίση που αγκάλιασε ολόκληρη τη Γερμανία, όλες τις τάξεις και τα στρώματα του πληθυσμού»[2]. Στη Σαξονία, στο Αμβούργο οι εργάτες εξεγείρονται
Ακόμη και η γενική απεργία, σαν αυτοτελής και κύρια μορφή πάλης, είχε ξεπεραστεί, το κίνημα ξέφευγε με αυθόρμητη, ακράτητη δύναμη και γεννούσε μια ανώτερη μορφή πάλης, την εξέγερση.
Το KPD διχάζεται
Η ηγεσία του στη Σαξονίας αποφασίζει να δρα ως «υπεύθυνη αντιπολίτευση». Στη συνέχεια δίνει εντολή συμμετοχής στην εκεί κυβέρνηση υπό τους σοσιαλδημοκράτες. Ταυτόχρονα μετατοπίζεται στην πολιτική «γραμμή» να σταματήσουν τα απεργιακά κινήματα που βρίσκονταν σ’ εξέλιξη, επειδή «η αποφασιστική μάχη βρίσκεται μπροστά μας».
Την ίδια στιγμή στο Αμβούργο διαμορφώνεται ο αντίθετος πόλος της Σαξονίας. «Την Τρίτη 23 Οκτώβρη, στις 5 η ώρα το πρωί, όλα τα αστυνομικά τμήματα στα προάστια του Αμβούργου καταλήφθηκαν αστραπιαία από επαναστατικές ομάδες μάχης, όλοι οι αστυνομικοί αφοπλίστηκαν. Οι επαναστατικές ομάδες μάχης πήραν όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά από τα είκοσι έξι αστυνομικά τμήματα που πιάστηκαν στον ύπνο. …Οι εργάτες έριξαν δέντρα, ξερίζωσαν τα πεζοδρόμια, έφραξαν τους δρόμους με οδοφράγματα από κορμούς δέντρων, πέτρες κι άμμο. Πίσω από αυτά τα οχυρώματα πολεμούσαν σαν τίγρεις»[3].
΄Oπως ήταν διχασμένο το KPD η ήττα ήταν αναπόφευκτη.
Οι μαχητές των οδοφραγμάτων έπεσαν, το Αμβούργο ηττήθηκε.
Το φθινόπωρο του 23 το γερμανικό εργατικό κίνημα είχε κλείσει ένα κύκλο..
Το ίδιο και οι τότε επαναστάσεις σε Ουγγαρία, Φιλανδία[4], Αυστρία[5], Φιλανδία και Βόρεια Ιταλία, εκεί γύρω στο ’23, έκλεισαν τον κύκλο τους. .
Η πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα είχαν αλλάξει.
Οι επιδράσεις της υποχώρησης
Η έκβαση των εξεγέρσεων είχε άμεσες και σοβαρές επιδράσεις στους επαναστάτες της εποχής:
1.Οι μπολσεβίκοι και οι τότε επιφανείς επαναστάτες εκτιμούν πως πέρασαν σε μια περίοδο σχετικής σταθερότητας του καπιταλισμού και ανακατασκευάζουν τους στρατηγικούς τους στόχους. Το 1924 οι μπολσεβίκοι δια του Στάλιν προσφεύγουν στο περίφημο αξίωμα «περί της οικοδόμησης του κομμουνισμού σε μια χώρα».
2.Μετά την υποχώρηση του 19, για πρώτη φορά, ανάμεσα στο εκάστοτε σκληρό παρόν και στην επιδιωκόμενη επανάσταση που οδηγεί στην κατάληψη της εξουσίας και δι’ αυτής στην ανάληψη της κυβέρνησης (ως μέρος των εξουσιαστικών μηχανισμών), τίθεται το ζήτημα της «αριστερής κυβέρνησης» ως ενδιάμεση κοινωνική και πολιτική οντότητα με διάρκεια και περιεχόμενο. Τίθεται ως ενδιάμεσος, όχι ως τελικός στόχος.
Έκτοτε το «κυβερνητικό ζήτημα» απασχολεί έντονα τα διάφορα ρεύματα της μαχόμενης και επαναστατικής Αριστεράς: Υπό ποιους όρους και πότε (και αν) οι κομμουνιστές στηρίζουν ή και μετέχουν σε μια κυβέρνηση φιλολαϊκού προσανατολισμού, γέννημα όχι μιας επανάστασης αλλά αυτής, της συγκεκριμένης πορείας του εργατικού κινήματος;
3.Επέρχεται πλήρης ρήξη μεταξύ των Σπαρτακιστών – Κομμουνιστών και των σοσιαλδημοκρατών που κράτησε μέχρι το 1935.
Το τότε SPD όχι μόνο αρνήθηκε τη στήριξη της ένοπλης αντίστασης – επανάστασης απέναντι στη γερμανική (κατ’ επέκταση και των άλλων επαναστατημένων χωρών) αστική τάξη, αλλά στράφηκε έμπρακτα εναντίον των εξεγερμένων.
Η ρήξη ήταν τόσο βαθιά που λίγο πριν το θάνατο του Λένιν, το Σεπτέμβρη του 1924, ο Στάλιν σε άρθρο του με τίτλο «Σχετικά με τη διεθνή κατάσταση», ορίζει τη σοσιαλδημοκρατία ως τη «μετριοπαθή πτέρυγα του φασισμού» ως « ο δίδυμος αδελφός του φασισμού».
Η ανάλυση αυτή φορτώνεται αποκλειστικά στο Στάλιν.
Όμως μια τέτοιας σοβαρότητας εκτίμηση όμως είναι δύσκολο να δεχτεί κάποιος πως δεν είχε συζητηθεί ευρύτερα στο κόμμα των μπολσεβίκων.
Ο ίδιος ο Λένιν υπογραμμίζει σε άρθρο του: «ο στόχος και το νόημα της τακτικής του ενιαίου μετώπου, συνίσταται στο να τραβηχτούν στην πάλη κατά του κεφαλαίου όλο και πιο πλατιές μάζες εργατών, χωρίς να πάψουμε να επαναλαμβάνουμε τις εκκλήσεις μας ακόμα και προς τους ηγέτες της Δεύτερης και της 2½ Διεθνούς». Η επισήμανση του Λένιν διαφέρει ουσιωδώς από την επίσημη εκτίμηση την οποία θα αναπτύξει ο Ζηνόβιεφ, ως πρόταση του Προεδρείου της Κομιντέρν, στην εισήγηση του στο 5ο Συνέδριο στις 9 Γενάρη του 1924.
Άρα συλλογική συζήτηση υπήρξε, το συμπέρασμα ήταν συλλογικό (με τη διαφωνία προφανώς του Λένιν).
Από την καταστροφική αυτή πολιτική το κομμουνιστικό κίνημα θα απαλλαγεί – όπως απαλλάχτηκε – το 1935.
4.Η ανολοκλήρωτη γερμανική επανάσταση συνεχίζει να επιδρά και να καθορίζει κοινωνικές συμπεριφορές σε πλατιά λαϊκά στρώματα.
Γι’ αυτό εξάλλου και μετά την ήττα της, τους πρώτους μήνες του 1933 – πριν τον πόλεμο(!) – για να «προκάνουν», στήθηκαν τουλάχιστον 70 στρατόπεδα σε όλη τη χώρα. Οι δε πολιτικοί κρατούμενοι σε αυτά υπολογίζονταν (Νοέμβρης 1933) σε 27.000, οι συλληφθέντες κομμουνιστές στους 60.000 και οι δολοφονημένοι τους 2.000.
Στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης οδηγήθηκαν τελικά πάνω από 700.000 γερμανοί κυρίως πολιτικοί καταγεγραμμένοι κρατούμενοι.
Η κοινωνική κατάσταση που διαμορφώθηκε ήταν τέτοια ώστε τα ίδια τα γερμανικά «Τάγματα Εφόδου» (Sturmabteilung) ήταν αναγκασμένα να μιλούν, αναφερόμενα στη δράση τους, για «δεύτερη αντικαπιταλιστική επανάσταση». Αλλά γι’ αυτό και θα εκκαθαριστούν: Ο Χίτλερ το ’33 διέταξε τη «νύχτα των μεγάλων μαχαιριών» όπου οι Ες-Ες κατάσφαξαν εκατοντάδες ακροδεξιούς ριζοσπάστες, μέλη των S.A., αρχίζοντας από τους αρχηγούς τους Ρεμ, Στράσερ, Ερνστ.
Η τετράχρονη γερμανική επανάσταση, η Ρόζα, ο Λίμπκνεχτ επιδρούν ως τις μέρες μας, δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες χιλιάδες συρρέουν στο Βερολίνο για να τιμήσουν την κόκκινη Ρόζα και το σύντροφο της.
Ορισμένα συμπεράσματα για το σήμερα
1.Η ανάγκη όχι μόνο γενικής αλλά και σε βάθος πολιτικής στόχευσης.
Τίποτα δεν είναι προεξασφαλισμένο, ακόμη και όταν έχεις γενικά σωστή γραμμή, απαιτείται συνολική αλλά και σε βάθος και λεπτομερειακή επεξεργασία.
Αυτό γίνεται πιο ορατό από την πορεία της Ουγγαρέζικης επανάστασης.
Στις 133 ημέρες της Ουγγαρέζικης δημοκρατίας των συμβουλίων η επαναστατική κυβέρνηση αποφάσισε την κρατικοποίηση αριθμού επιχειρήσεων, τραπεζών, ασφαλιστικών εταιρειών, του χονδρικού εμπορίου, καθώς και των ενοικιαζόμενων πολυκατοικιών.
Τα εδάφη που ανήκαν σε μεγαλοκτηματίες κατασχέθηκαν, οι γυναίκες και τα παιδιά έχαιραν κοινωνικών προνομίων, ενώ ο Τύπος, ο πολιτισμός και τα ελεύθερα επαγγέλματα τέθηκαν υπό κρατικά μέτρα ελέγχου.
Από την πρώτη τους, κιόλας, συνέλευση, οι επίτροποι αποφάσισαν την δημιουργία «επαναστατικών δικαστηρίων» με δικαστές επιλεγμένους από τον λαό.
Ο στρατός και η αστυνομία διαλύθηκαν και αντικαταστάθηκαν από μια «επαναστατική πολιτοφυλακή».
Τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα απαγορεύτηκαν, καθώς και ο ελευθεροτεκτονισμός.
Η εργασία κατέστη υποχρεωτική, ενώ στις επιχειρήσεις που απασχολούσαν άνω των είκοσι εργατών, στην συνέχεια άνω των δέκα, και τέλος κάτω των δέκα εργατών, επιβλήθηκε απαλλοτρίωση.
Σε αντίθεση με τον Λένιν, (ο οποίος βρισκόταν σε ανοικτή και διαρκή επικοινωνία με τον Μπέλα Κουν) ο Κουν κολλεκτιβοποιούσε τα εδάφη και δεν τα μοίραζε εκ νέου.
Αλλά η κολεκτιβοποίηση των εδαφών αντί για την αναδιανομή τους προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στους χωρικούς και στο αγροτικό προλεταριάτο.
Η οικονομία της χώρας, ήδη καταπονημένη από τον πόλεμο, κατέρρευσε, προκαλώντας καταστάσεις ελλείψεων.
Σε συνδυασμό μάλιστα με το γεγονός πως οι κομμουνιστές ήταν ακόμη αδύναμοι, η αντίστροφη πορεία είχε προδιαγραφεί.
Η πολιτική σου δεν αρκεί επομένως να είναι μόνο γενικά σωστή, αλλά και ειδικά και συγκεκριμένα.
Με πυρήνα την πολιτική συγκέντρωσης εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων που θα είναι ικανές να προασπίσουν τα κεκτημένα και ώριμα να προχωρήσουν προς τα εμπρός.
2.Η ύπαρξη ενός ισχυρού και ώριμου επαναστατικού κόμματος που διδάσκει διδασκόμενο και του οποίου η ωρίμανση είναι αλληλοσυμπληρούμενο μέγεθος με την ωρίμανση του
κινήματος είναι θεμελιώδης όρος για τα σπουδαία κοινωνικά άλματα.
3.Για τον «κομμουνισμό σε μια χώρα».
Δεν αντέχει κριτικής. Αποτελεί «αντίφαση εν τοις όροις ».
Με την κυριολεκτική του έννοια – απονέκρωση του κράτους ως ταξική μηχανή επιβολής, κοινωνία της αφθονίας και της άμεσης πολιτικής, κοινωνία των διαρκώς επαναστατημένων συνειδήσεων, της δημιουργικής πλευράς του ανθρώπου – η κοινωνία αυτή δομείται μόνο όταν οι διεθνείς συσχετισμοί το επιτρέψουν και μόνο τότε. Τα άλλα είναι ανέξοδοι και επικίνδυνοι βολονταρισμοί.
Αλλά τότε, αμέσως μετά την επανάσταση, τι;
Μα εδώ είναι το μεγαλείο.
Αμέσως μετά από μια νικηφόρα επανάσταση η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα αλλάζουν κοινωνική θέση, κυριαρχούν πολιτικά αλλά όχι ακόμη και οικονομικά και με την πλήρη ένοια. Δομούν αλλά δεν έχουν ακόμη δομήσει τος εργατικό κράτος, συγκροτούν μεταβατικές του μορφές.
Ώσπου η επανάσταση να εξαπλωθεί. Ώσπου η επανάσταση να δημιουργήσεις τέτοιους συσχετισμούς διεθνώς και εσωτερικώς ώστε να μπορούν να εφαρμοστούν οι στόχοι της χειραφετητικής και χειραφετούμενης κοινωνίας στη δυναμική τους μάλιστα εξέλιξη.
Όπως η Ιστορία έδειξε ποτέ μια επανάσταση δεν περιορίστηκε σε ένα κράτος. Απλώνεται.
Γιατί η επαναστατική κατάσταση στην οποία μπορεί να βρεθούν κοινωνίες είναι εν πολλοίς μια αντικειμενική κατάσταση προϊόν της πολύμορφης και πολλαπλής δράσης των υποκειμένων, προϊόν των αναγκών, των δυνατοτήτων και των αγώνων για την πραγματοποίηση τους.
Η κομμουνιστική κοινωνία είναι η αρχή όχι το τέλος.
Η συνειδητή πορεία προς αυτήν, η προσανατολισμένη κατάργηση της πραγματικότητας συγκροτεί το κομουνιστικό κίνημα, τον «κομμουνισμό της καθημερινότητας»
Σε αυτά επικεντρώνεται και η Ρόζα.
Δίχως όμως ποτέ να ξεχνούμε πως το ενδιαφέρον της ακόμη και στη φυλακή, στα «γράμματα από τη φυλακή», επικεντρώνεται ταυτόχρονα και στους ήχους της φύσης, στη μυρωδιά των λουλουδιών, στο χρώμα του γρασιδιού, στον άνεμο.
Η φύση είναι παρούσα στο κελί της, ως αντίβαρο στον εγκλεισμό της και ως το πραγματικό μέτρο της ζωής.
Αλλά έτσι είναι οι επαναστάτες.
Βιβλιογραφία
Chris Harman: Η χαμένη Επανάσταση μαρξιστικό βιβλιοπωλείο 2008
Ότο Μπάουερ: «Η Αυστριακή Επανάσταση», ( γερμανική ή αγγλική έκδοση)
Ερνστ Τέλμαν: Ομιλίες και παρεμβάσεις για την ιστορία του γερμανικού εργατικού κινήματος,
[1] Η Ουγγρική Δημοκρατία των Συμβουλίων ( Magyarországi Tanácsköztársaság), ήταν το πολιτικό καθεστώς της Ουγγαρίας από τις 21 Μαρτίου 1919 έως τις 6 Αυγούστου του ιδίου έτους. Ήταν η δεύτερη, μετά τη Ρώσικη, κυβέρνηση κομμουνιστικής ιδεολογίας στην παγκόσμια ιστορία.
[2] Ερνστ Τέλμαν, Ομιλίες και παρεμβάσεις για την ιστορία του γερμανικού εργατικού κινήματος, σελ. 254-264.
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στις 23 Οκτώβρη 1925, στην εφημερίδα «Rote Fahne» (Κόκκινη σημαία)
[3] Ο.π.
[4] 27.000 μέλη του Φιλανδικού Κόκκινου Στρατού έχασαν την ζωή τους στον πόλεμο. Όταν κατέρρευσε η Δημοκρατία των Φιλανδών Σοσιαλιστών Εργατών, τον Απρίλη του 1918, άλλοι 80.000 εργάτες σοσιαλιστές κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
[5] Στην «Η Αυστριακή Επανάσταση», σε αυτό το πιο μεγαλεπήβολο έργο του Ότο Μπάουερ χαρτογραφείται η εξέλιξη τριών σύγχρονων, αλληλο – επικαλυπτόμενων επαναστατικών ρευμάτων: μιας επανάστασης για την εθνική αυτοδιάθεση που έριξε την αυτοκρατορική Αυστροουγγαρία, μιας αστικής επανάστασης για την κοινοβουλευτική δημοκρατία και την καθολική ψήφο και μιας κοινωνικής επανάστασης των εργατικών συμβουλίων