15 C
Athens
Τετάρτη, 4 Δεκεμβρίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η εξαίρεση του Γιώργου Δελαστίκ, του Λεωνίδα Βατικιώτη

 

 

Το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα μικρό απόσπασμα από το κεφάλαιο με τίτλο «Αξιοπιστία και πολιτική ένταξη στο δημοσιογραφικό έργο του Γιώργου Δελαστίκ ή το αίτημα της αντικειμενικότητας στην εποχή των άκρων», που περιλαμβάνεται στον υπό έκδοση τόμο των εκδόσεων Τόπος με τίτλο «Η δημοσιογραφία ως τέχνη, αφιέρωμα στο Γιώργο Δελαστίκ», σε επιμέλεια Βασίλη Μπρούμα. Στον τόμο επίσης, πέραν του επιμελητή, γράφουν ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου και η Μαριάννα Τζιαντζή. Η εισαγωγή είναι του Θανάση Σκαμνάκη. 

Η προσφορά του Γιώργου Δελαστίκ στην δημοσιογραφία αφορά πρώτα και κύρια την πεντακάθαρη και συνειδητή πολιτική του στάση, την απέχθεια που έθρεφε απέναντι στις διφορούμενες και πολύσημες διατυπώσεις που ανθούν στην δημοσιογραφία. Άκρως επιλεκτικά, αξίζει να θυμηθούμε τη στάση που κράτησε απέναντι σε κομβικά ζητήματα, που αποτέλεσαν διαχωριστική γραμμή στην κοινωνία και κατ’ επέκταση στον Τύπο, μένοντας στα πιο πρόσφατα: Η πολεμική του απέναντι στον μεγάλο συμβιβασμό του ΚΚΕ που οδήγησε στις κυβερνήσεις συνεργασίας του 1989 και 1990. Η στάση του απέναντι στις ΗΠΑ όταν με αφορμή τις επιθέσεις στους δίδυμους πύργους έγκαιρα πρόβλεψε όχι μόνο ότι οι Αμερικανοί ζητούσαν μια αφορμή για να πάρουν υπό τον έλεγχό τους τον ενεργειακό πλούτο της Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής αλλά και την προσπάθειά τους να χτίσουν ένα παγκόσμιο αστυνομικό κράτος. Η στάση του απέναντι στο Σχέδιο Ανάν για την Κύπρο όταν αποκάλυψε τον διχοτομικό του χαρακτήρα.  Η απερίφραστη πολεμική του απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Γερμανία λόγω των προσπαθειών τους να φτωχοποιήσουν τους λαούς και να ακυρώσουν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα.  Δεν θα ξεχάσω ποτέ αμέσως μετά την συνταξιοδότησή του να δηλώνει περήφανος που έκλεισε την επαγγελματική του σταδιοδρομία πρωταγωνιστώντας στην μάχη κατά των Μνημονίων και υπέρ του «Όχι» στο δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015, λέγοντας ότι «αυτά τα χρόνια αύξησα τη χρησιμότητά μου στον λαό».

 

Το αποτύπωμα του Γιώργου Δελαστίκ δεν θα ήταν τόσο έντονο και επιδραστικό αν η πολιτική του στάση ως κομμουνιστής και γνήσια έκφραση  του ριζοσπαστισμού της μεταπολίτευσης δεν συνδυαζόταν και δεν τροφοδοτούνταν από το συνεχές του διάβασμα και την εργατικότητά του. Η έφεσή του στις ξένες γλώσσες ήταν παροιμιώδης κι αντικείμενο συζήτησης και αστείων σε όλη τη δημοσιογραφία. Εξ ίσου αξιοθαύμαστη όμως ήταν η εμμονή του στο διάβασμα του Τύπου. Η εξοικείωση του με τις ξένες γλώσσες τού έδινε τη δυνατότητα όχι απλώς να διαβάζει αλλά επίσης να καταλαβαίνει τον τρόπο που σκέφτονταν και λειτουργούσαν αρχηγοί κρατών και διεθνών οργανισμών. Ξένες και ελληνικές εφημερίδες και περιοδικά, ακόμη και ανακοινώσεις κομμάτων ή οργανισμών τις διάβαζε προσεκτικά, χωρίς να προσπερνάει αδιάφορα ούτε μία λέξη. Δεν θα ξεχάσω ένα Σάββατο πρωί του Οκτωβρίου του 2009 όταν διάβαζε στην Βιβλιοσυνεργατική, όπου γινόταν η γραφιστική επεξεργασία του Πριν, τις δηλώσεις του τότε διοικητή της Τράπεζας Ελλάδας, Γιάννη Προβόπουλου, για τον εκτροχιασμό υποτίθεται του δημοσιονομικού ελλείμματος, να λέει «κάτι ετοιμάζουν αυτοί».

 

Το μεγαλύτερο χάρισμα του Γιώργου Δελαστίκ ήταν η ανιδιοτέλεια και η λαϊκότητά του. Ο Γιώργος αρνούταν να φορέσει επώνυμα ρούχα. Έγραφε πάντα με ένα στυλό συγκεκριμένης μάρκας σημερινής αξίας 20 ως 30 λεπτών του ευρώ και πήγαινε σταθερά στις λαϊκές αγορές για να ψωνίσει φρούτα, λαχανικά, κ.α. Παρότι ο σεβασμός που του έθρεφαν πρόεδροι της Δημοκρατίας, πρωθυπουργοί, υπουργοί, διπλωμάτες και κορυφαίοι πολιτικοί παράγοντες ήταν δεδομένη, και κάλλιστα θα μπορούσε να περνάει την ώρα του αλλάζοντας φιλοφρονήσεις μαζί τους, ποτέ δεν σύχναζε στα πολιτικά στέκια και τα στέκια της δημοσιογραφίας. Στους φίλους του Γιώργου συμπεριλαμβάνονταν κουρείς της Ομόνοιας, μηχανοδηγοί του ΟΣΕ και του ΗΣΑΠ που τον ήξεραν και πάντα τον καλούσαν μπροστά για να συζητήσουν από τα δρομολόγια των συρμών, μέχρι την πολιτική κατάσταση. («Πάλι πρώτη θέση ταξίδεψες;» ήταν η απάντηση όταν μας έλεγε για τη μείωση των δρομολογίων του ΗΣΑΠ…) Στους φίλους του επίσης συμπεριλαμβάνονταν εστιάτορες από τη Νέα Φιλαδέλφεια και την Κηφισιά μέχρι το Πέραμα και τον Κορυδαλλό με τους οποίους συζητούσε και πάντα είχε έναν καλό λόγο να πει για όποιο φαγητό του άρεσε, το λάδι που χρησιμοποιούσαν, κ.α. Δεν θα ξεχάσω μια φορά, όταν μετά από ένα ραντεβού στην Πλατεία Κολωνακίου ψάχναμε ένα καφέ για να κάτσουμε να συζητήσουμε. Παρά την αποπνικτική κι αφόρητη ζέστη που είχε καταμεσής του Ιουλίου ούτε καν εξέτασε το ενδεχόμενο να επιλέξουμε τα γνωστά καφέ της πλατείας (Da Capo, Λυκόβρυση, Βιβλιοθήκη, κλπ.) που ήταν δίπλα μας όπου φιλάρεσκα ως ηδονιστικά συναθροίζεται η δημοσιογραφία. Για πολλοστή φορά καφέ ήπιαμε στα καφενεία κάτω από την Πλατεία Ομόνοιας, όπου ο καφές εσπρέσο παραμένει ακόμη άγνωστος.

 

Ο Γιώργος Δελαστίκ ξεχώριζε για την αγάπη που έθρεφε στο νέο. Ο ίδιος από τα ελάχιστα για τα οποία καυχιόταν ήταν για τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο της Πάτρας μια εποχή που εισάγονταν οι πρώτοι υπολογιστές. Μέχρι το τέλος της επαγγελματικής του πορείας δεν έμαθε ποτέ να χρησιμοποιεί υπολογιστή γιατί δεν ήθελε να περάσει το χρόνο του ως συνταξιούχος διαβάζοντας εφημερίδες από την πιο απομακρυσμένη γωνιά του πλανήτη. Είχε ένα απαρχαιωμένο κινητό τηλέφωνο που το άνοιγε κατ’ εξαίρεση. Παρόλα αυτά ήταν ασυνήθιστα ευεπίφορος στις νέες ιδέες και τα νέα μέσα της δημοσιογραφίας είτε αυτά αφορούσαν τα ιστορικά βιβλία του Κυριάκου Σιμόπουλου την δεκαετία του ‘90, τα ντοκιμαντέρ του Άρη Χατζηστεφάνου την δεκαετία των Μνημονίων, τις αποκαλύψεις του Τζουλιάν Ασάντζ και του Έντουαρντ Σνόουντεν για την κατά Σ. Ζούμποφ «εποχή του κατασκοπευτικού καπιταλισμού» που τους χαρακτήριζε σύγχρονους ήρωες της ελευθερίας, κ.α.

 

Η αποτίμηση της παρακαταθήκης του Γιώργου Δελαστίκ δεν μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς μια αναφορά στην γενναιοδωρία και την δοτικότητά του, την αναγνωρίσιμη από μακριά ειλικρίνεια των προθέσεων του, την  προθυμία του να μπαίνει μπροστά αναλαμβάνοντας το μερίδιο που του αναλογεί στην υπόθεση της αλλαγής της κοινωνίας. Η έκδοση του Πριν, ως περιοδικό πρώτα και εφημερίδα στη συνέχεια της ανεξάρτητης Αριστεράς, έφερε την σφραγίδα του κατά πολλούς τρόπους. Η δυνατότητά της να απευθύνεται σε ένα κοινό πολύ ευρύτερο από τα όρια της επαναστατικής Αριστεράς να το κινητοποιεί και να το συγκινεί, η ευρύτητα των θεμάτων που καταπιανόταν και κυρίως η πολιτική αυτοπεποίθηση που ανέδυε την έκαναν μια έκδοση – σταθμό όχι μόνο για την ελληνική Αριστερά αλλά κι ευρύτερα για τον Τύπο. Ενδεικτικό στοιχείο αυτής της αυτοπεποίθησης της ήταν οι συνεντεύξεις αστών πολιτικών και προσωπικοτήτων που φιλοξενούσε.  Επίσης, τα θέματα γεωπολιτικής με τα οποία καταπιανόταν συστηματικά μέσα από την αρθρογραφία του, αποκαλύπτοντας τις αντιθέσεις και τις αδυναμίες της αστικής πολιτικής, προς διάψευση μιας καρικατούρας διεθνούς ανάλυσης που υποτιμούσε, λόγω άγνοιας, τις αντιθέσεις του ιμπεριαλισμού. Πλευρά επίσης της γενναιοδωρίας του ήταν ο χρόνος που θυσίαζε για να διδάξει και να στηρίξει νέους δημοσιογράφους, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται κι ο γράφων. Δεν θα ξεχάσω την ευκολία με τη οποία παραιτήθηκε από μια εφημερίδα όταν ο εκδότης της απέλυσε φίλο του δημοσιογράφο επειδή συμμετείχε σε απεργία  της ΕΣΗΕΑ. Και δεν ήταν το μοναδικό τίμημα που πλήρωσε. Η πρώτη του απόλυση από την εφημερίδα Πρώτη, όπου εργάστηκε μετά τον Ριζοσπάστη, κι η τελευταία απόλυσή του από την εφημερίδα Καθημερινή επί διεύθυνσης Α. Καρκαγιάννη, λίγες μόλις ώρες πριν προσληφθεί στην εφημερίδα κι αναλάβει την διεύθυνσή της ο Α. Παπαχελάς, είναι ορισμένες μόνο από τις φορές που τιμωρήθηκε για τον ασυμβίβαστο χαρακτήρα και την αξιοπρέπεια του.

Με αυτή άλλωστε την λέξη, αξιοπρέπεια, έκλεινε την επιστολή του προς την ΕΣΗΕΑ για να διαμαρτυρηθεί για την απόλυσή του από την Καθημερινή: «Με αξιοπρέπεια, Γιώργος Δελαστίκ»…

Αφορμή στάθηκε ένα ανυπόγραφο σχόλιο στην πρώτη σελίδα του Πριν της 1ης Απριλίου 2007, με τίτλο «Διασπορά πρακτόρων», στο οποίο περιγράφονταν οι κυοφορούμενες αλλαγές στα ΜΜΕ. Αξίζει να το αναδημοσιεύσουμε. Έγραφε λοιπόν:

«Αναδιατάσσουν τους πράκτορες τους στα ελληνικά ΜΜΕ οι Αμερικανοί, τοποθετώντας τους σε θέσεις κλειδιά τηλεοπτικών σταθμών και πρωτίστως εφημερίδων σ’ αυτή τη φάση. Τους μετακινούν μεθοδικά από το ένα έντυπο στο άλλο, επιδιώκοντας να μεγιστοποιήσουν τις δυνατότητες προβολής των αμερικανικών θέσεων. Έχοντας πλέον συνειδητοποιήσει ότι οι σχέσεις τους με ορισμένους εκδότες δεν αρκούν για να τους διασφαλίσουν το πέρασμα της αμερικανικής γραμμής και των αρχών που σταδιακά θα διαμορφώσουν μια ελληνική κοινή γνώμη ευνοϊκή προς τις ΗΠΑ, οι Αμερικανοί ασχολούνται μεθοδικά με το να διασπείρουν τους πράκτορές τους στον ευρύτερο δυνατό αριθμό εντύπων, αποφεύγοντας άχρηστες υπερσυγκεντρώσεις ανθρώπων τους σε ορισμένα έντυπα, όσο σημαντικά και αν είναι αυτά.

Το γεγονός ότι το σύνολο σχεδόν των μεγάλων ελληνικών εφημερίδων πολιτικής επιρροής έχει περιέλθει σε φάση «τέλους εποχής» λόγω εξάντλησης των βιολογικών ορίων των περισσότερων παραδοσιακών εκδοτών και λόγω υπέρογκων χρεών, διευκολύνει τα μέγιστα τα σχέδια των Αμερικανών.

Αλλαγές κυοφορούνται και στο ιδιοκτησιακό καθεστώς πολλών ΜΜΕ. Κυκλοφορούν ήδη αρκετές φήμες και πληροφορίες για μυστηριώδεις υπεράκτιες εταιρείες που γίνονται κάτοχοι αξιόλογων ποσοστών του μετοχικού κεφαλαίου εταιρειών που κατέχουν ΜΜΕ. Η ουσία είναι πως ο αμερικανικός έλεγχος επί ελληνικών Μέσων ενημέρωσης ουδέποτε ήταν τόσο ισχυρός όσο σήμερα, αν πιστέψει κανείς τα όσα λέγονται. Πρόκειται για εξέλιξη με μοιραίες πολιτικές επιπτώσεις».

 

Η απόλυση του Γιώργου Δελαστίκ από την Καθημερινή εξελίχθηκε ταχύτατα σε πολιτικό θέμα.

Όλα τα παραπάνω πολύ λίγο απαντούν σε ένα ερώτημα που αφορά όλη την δημοσιογραφία: ο Γιώργος Δελαστίκ πώς κατάφερε να οικοδομήσει μια τέτοια διεισδυτικότητα, προβλεπτική ικανότητα και εγκυρότητα στις αναλύσεις του, παρότι ποτέ δεν έκρυψε τις πολιτικές τους απόψεις; Αναγκαίο να ειπωθεί ότι από τα δεκάδες χιλιάδες άρθρα που έγραψε, επώνυμα και ανώνυμα, δεν έλειψαν ούτε οι αστοχίες, εκτιμήσεις δηλαδή που δεν επιβεβαιώθηκαν, ούτε οι πολιτικές υπερβολές προς το τέλος της επαγγελματικής του πορείας. Πρόκειται ωστόσο για αμελητέες ποσότητες που δεν ακυρώνουν τη βαρύτητα και τη μοναδικότητα του έργου του.

 

Κατά την άποψή μου η σπουδαιότητα της δημοσιογραφικής παρακαταθήκης του Γιώργου Δελαστίκ εδράζεται στον βαθύ σεβασμό που έδειχνε στα γεγονότα και την περιέργεια που είχε να μάθει τι ακριβώς συνέβη με κάθε δυνατή λεπτομέρεια ώστε να σχηματίσει άποψη και να ερμηνεύσει τα κίνητρα κάθε απόφασης ή πράξης. Προς επιβεβαίωση της ρήσης του κοινωνιολόγου Ντανιέλ Πατρίκ Μοϊνιχάν ότι «ο καθένας δικαιούται να έχει τη δική του άποψη για τα γεγονότα αλλά όχι τα δικά του γεγονότα». Η απέχθειά του απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χαρακτηριστικά, δεν τον έκανε να προσποιείται χάρη εντυπωσιασμού ότι γνωρίζει ή να προσπερνάει θέματα που δεν γνώριζε. Με την απαράμιλλη εργατικότητά του αφιέρωνε ατελείωτες ώρες να διαβάζει αποφάσεις οργάνων της ΕΕ, του ΝΑΤΟ κι άλλων οργανισμών. Οι γνώσεις του δε, του επέτρεπαν να ερμηνεύει σύνθετες έννοιες και καταστάσεις. Ο Γιώργος Δελαστίκ είχε ένα σπάνιο κριτήριο να συνδέει χάρη στην ευρυμάθεια και το βάθος της σκέψης που τον χαρακτήριζαν  φαινομενικά ασύνδετες μεταξύ τους …τελείες.  Έτσι, να μπορεί να συγκροτεί μια πλήρη ή σχεδόν πλήρη ερμηνεία ενός πολιτικού ή διπλωματικού γεγονότος συγκροτώντας στο σύνολο ένα συνεκτικό και πειστικό σχέδιο. Η σε βάθος γνώση του από τη μια και η γνήσια λαϊκότητά του από την άλλη, σε συνδυασμό με την εργασιομανία του, τον ωθούσαν ως υποχρέωση στη συνέχεια να γράφει με τον πιο απλό, κατανοητό κι εύληπτο τρόπο ακόμη και το πιο περίπλοκο θέμα. Ο Γιώργος Δελαστίκ όσο απεχθανόταν αρκτικόλεξα χωρίς την επεξήγησή τους, ξενικές και λόγιες φράσεις χωμένες στα κείμενα είτε για λόγους ευκολίας είτε ως επίδειξη γνώσεων, άλλο τόσο αγαπούσε να εξηγεί, να γράφει και να μιλάει για θέματα της επικαιρότητας: από τα πιο τετριμμένα, όπως θέματα της τρέχουσας πολιτικής επικαιρότητας, μέχρι τα πιο εξεζητημένα, όπως θέματα  διεθνούς πολιτικής και διπλωματίας. Η γραφή του Γιώργου Δελαστίκ έφτανε στα μεγάλα κοινά γιατί χωρίς να καταβάλει ιδιαίτερη προσπάθεια επικοινωνούσε με τις αγωνίες και τις προσλαμβάνουσές τους, σεβόταν την αντικειμενικότητα ως πραγματικότητα γιατί ήθελε να την αλλάξει.

 

Με βάση την εξελισσόμενη σύγχρονη συζήτηση, σε δύο κατευθύνσεις οφείλει να στραφεί η δημοσιογραφία, αν θέλει να συνεχίσει να είναι αναγκαία στο χαοτικό τοπίο που έχει διαμορφώσει η υπερπροσφορά πληροφοριών: το βάθος και το πλαίσιο. Η δημοσιογραφία του Γιώργου Δελαστίκ έφερε αυτά τα χαρακτηριστικά πολύ πριν εμφανιστεί ο ανταγωνισμός των Νέων Μέσων ως βασικά γνωρίσματά της. Γι’ αυτό τον λόγο κατέκτησε την εγκυρότητα και αξιοπιστία και παραμένει ακόμη και σήμερα άξια μελέτης και αναφοράς. Το δε κενό του Γιώργου αναντικατάστατο

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ