Πηγή: Antapocrisis
Κάθε κρίση αποτελεί ένα βαθύ ανοιχτό πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ ανταγωνιστικών δυνάμεων. Η κρίση επιταχύνει υπαρκτές διαδικασίες αλλαγής και αναδιαρθρώσεων, συμπυκνώνει πολύπλευρα τον χρόνο, αλλάζει τις ισορροπίες, δημιουργεί νέες κανονικότητες, απαντά αλλά και δημιουργεί νέα ερωτήματα.
- Πότε και πώς θα τελειώσει η πανδημία και τα περιοριστικά μέτρα; Τι θα έχει κερδίσει η επιστήμη, η υγεία, το ανθρώπινο είδος και η ζωή; Κάτω από άλλους κοινωνικούς όρους, διαφορετικών συστημάτων υγείας, προσανατολισμού, φιλοσοφίας και οργάνωσης της έρευνας, θα λέγαμε ότι το τέλος θα ερχόταν γρήγορα για τα δεδομένα της επιστήμης τον 21ο αιώνα. Σήμερα που τα εμβόλια είναι ανταγωνιστικό εμπόρευμα, που υπάρχουν οι απαγορεύσεις, τα όρια και οι κανονισμοί για τις πατέντες, που τα πάντα πουλιούνται και παζαρεύονται ενώ αφορούν την ανθρώπινη ζωή, το τέλος θα αργήσει αρκετά –και για πολλούς λαούς και χώρες, πάρα πολύ. Πρόληψη, επιτήρηση, εμβολιασμός με ένα παγκόσμιο – περιφερειακό – εθνικό – τοπικό σχέδιο δεν υπάρχει.
Πραγματοποιήθηκαν τεράστιες θετικές αλλαγές και ανακαλύψεις στην έρευνα στη βιολογία και την ιατρική, στη βάση αντιμετώπισης του ιού. Όμως αυτές υπάγονται στο κεφάλαιο, στη γνωστή αγοραία και κερδοφόρα πραγματικότητα και όχι σε μία ανθρωποκεντρική φιλοσοφία, πρακτική και σύστημα. Είναι μάλλον παγκοσμίως αποδεκτό ότι το κράτος και τα δημόσια συστήματα υγείας κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν την πανδημία και όχι ο ιδιωτικός τομέας και η αγορά. Αυτό θα πρέπει να οδηγεί στη σκέψη και στην αντίστοιχη πράξη ότι από σήμερα απαιτείται αγώνας για βαθιά αναδιοργάνωση του συστήματος υγείας (θα πιεστεί για αρκετό καιρό ακόμα καθώς είναι οξυμένα τα ήδη υπαρκτά προβλήματα υγείας που τέθηκαν σε δεύτερη μοίρα λόγω της επιδημίας και του κλαταρίσματος του συστήματος), γενναίες χρηματοδοτήσεις, δημιουργία κρατικών φαρμακευτικών εταιριών και έρευνας, καθολική δημόσια κάλυψη και πρόσβαση χωρίς ανισότητες ανάμεσα σε ανθρώπους και κράτη.
- Το δίλημμα της παγκοσμιοποίησης, οι συγκρούσεις για την ηγεμονία. Η αλλαζονική Δύση σε σχέση με την Ανατολή κατέγραψε πολλές αποτυχίες αναχαίτισης του ιού, εμφανίζοντας έλλειψη στρατηγικής, αλλοπρόσαλλες πολιτικές, πολλαπλούς επιμέρους εθνικισμούς… Το επιβαλλόμενο «όραμα» της παγκοσμιοποίησης που καταγράφει πολλές χρεοκοπίες τουλάχιστον για μια δεκαετία, σε διαφορετικές μεριές του πλανήτη –ακόμα και στη «μητρόπολη»– στην αντιμετώπιση της πανδημίας κατέγραψε μια ακόμα, βαρύγδουπη αποτυχία, που θα έχει συνέπειες για το μέλλον του, τις μορφές του, τις αναδιαρθρώσεις του. Ο ασκός των ερωτημάτων έχει ανοίξει για τα καλά. Υπάρχουν δυνάμεις αποπαγκοσμιοποίησης, δυνάμεις βαθέματός της, πολιτικές των περιφερειακών επιμέρους ολοκληρώσεων ή συνεργασιών, που όλα αυτά αντικειμενικά οδηγούν σε σκληρές και ανεξέλεγκτες συγκρούσεις.
Η Κίνα στα μάτια του κόσμου παγκόσμια, κερδίζει μέσα σε ένα χρόνο πολλαπλές παρτίδες στο παιχνίδι των ανταγωνισμών απέναντι στον επί δεκαετίες «μοναδικό ηγεμόνα», τις ΗΠΑ. Μέσα σε λίγο χρόνο, με το συγκεντρωτικό αυταρχικό σύστημα διακυβέρνησης και ελέγχου, με τη βοήθεια της πολιτιστικής κομφουκιανής κληρονομιάς, της πειθαρχίας και αυτοπειθαρχίας, με κρατικό σχεδιασμό, φαίνεται ότι ελέγχει τον ιό και την επιδημία μέσα στην αχανή και πολυπληθή χώρα της.
Από την άλλη, η «μόνη υπερδύναμη» καταγράφει χιλιάδες χιλιάδων νεκρούς με την καθυστέρηση στην αντιμετώπιση της πανδημίας, με ανορθολογισμούς, «αδιαφορεί» για την παγκόσμια κατάσταση εμφανίζοντας μια εικόνα νάνου κι όχι «ηγεμόνα». Μέσα στην πανδημία, η Κίνα σταθερή στη στρατηγική της συνεργασία με τη Ρωσία, κατέγραψε μια ακόμα επιτυχία, αποσπώντας κλασικούς οικονομικούς και πολιτικούς συμμάχους από τις ΗΠΑ. Η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου RCEP με ακόμα 14 χώρες στην περιοχή της Ευρασίας και του Ειρηνικού (με 2,2 δις πληθυσμό και 28% του παγκόσμιου ΑΕΠ) είναι μια τεράστιας σημασίας γεωοικονομική νίκη με πολιτικές προεκτάσεις στην αντιπαράθεση για την ηγεμονία.
Η 6η Γενάρη 2021 αποτελεί ένα τρίτο παγκόσμιο πλήγμα για τις ΗΠΑ. Ο «στρατός» της δεύτερης κοινωνίας που δεν μπορεί να προσεγγίσει το πάλαι ποτέ αμερικάνικο όνειρο, που θεωρεί υπεύθυνο το οικονομικο-κοινωνικό κατεστημένο το οποίο θεωρεί ότι εκφράζεται από τους Δημοκρατικούς και τον οίκο ανοχής της Γουόλ Στριτ, εκφράστηκε με τις φασίζουσες ορδές εισβολής στο Καπιτώλιο, καταφέρνοντας ένα παγκόσμιο πλήγμα στη δήθεν Αμερικανική Δημοκρατία του «ελεύθερου δυτικού κόσμου» που φαίνεται πως παρακμάζει και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Επιπλέον, η τεχνολογική πρόοδος στον κόσμο των επικοινωνιών, των εξοπλισμών, της τεχνητής νοημοσύνης –συστατικά στοιχεία της μέχρι τώρα υπεροχής των ΗΠΑ– θέτουν τα ερωτήματα της επόμενης μέρας του τέλους της αμερικανικής ηγεμονίας (που θα αναγκαστεί ή να διαπραγματευτεί με χειρότερους όρους από πριν με Κίνα και Ρωσία ή και άλλους ιμπεριαλιστικούς σχηματισμούς, ή να συγκρουστεί, εξέλιξη πολύ επικίνδυνη για τον πλανήτη αλλά και για τις ΗΠΑ, ή τέλος να αποδεχτεί ότι ο κόσμος είναι πολυπολικός χωρίς τη δική της ηγεμονία). Όπως και να έχει είναι πλέον στην ημερήσια διάταξη το τέλος αυτού του μοντέλου παγκοσμιοποίησης και η αναζήτηση περιφερειακών ηπειρωτικών ενοποιήσεων και κατ’ επέκταση ανταγωνισμών και συγκρούσεων.
Η ΕΕ βρέθηκε άλλη μια φορά κάτω από τη γερμανική μπότα και τον κρατικό ανταγωνισμό των μελών της. Η πορεία για την ενοποίηση (!) μοιάζει να περνάει μέσα από την υποταγή και την εξαφάνιση των υπολοίπων. Την τελευταία δεκαετία το «όραμα» της ενωμένης Ευρώπης υπέστη πολλαπλές πανωλεθρίες, οικονομικά από τον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης που επέκτεινε τη διεύρυνση του ρήγματος βορρά-νότου, φτωχών-πλούσιων χωρών, στη διεθνή σκηνή όπου ο πολιτικός νάνος ΕΕ δεν είχε ενιαία γραμμή και αποδείχτηκε ελλιποβαρής στις συρράξεις στη Συρία και στη Μ. Ανατολή, στις κυρώσεις στη Ρωσία, στο μεταναστευτικό κ.ά.
Με την πανδημία ξεδιπλώθηκε ο οικονομικός – υγειονομικός – εμβολιαστικός εθνικισμός με μπροστάρη τη Γερμανία, δίνοντας το στίγμα της έννοιας Ενωμένη Ευρώπη. Η γραμμή «ρίξε χρήμα στην αγορά» (τράπεζες, ομίλους) σημαίνει χρέη για τα κράτη που όμως ούτε ίδιες δυνατότητες (διαθέσιμα) έχουν, ούτε την ίδια ικανότητα (παραγωγής). Το ερώτημα που είναι δυνατόν να τεθεί αυθόρμητα την επόμενη μέρα θα είναι είτε ποιος πρώτος θα ακολουθήσει το παράδειγμα της Βρετανίας, είτε τι άλλο θα εκχωρήσουν ακόμα οι πρόθυμοι «μένουμε Ευρώπη» στη Γερμανία, η οποία μπορεί να διαπραγματεύεται αποκλειστικά για τα συμφέροντά της και με την Ανατολή (Ρωσία κυρίως και δευτερευόντως Κίνα).
- Βαθιά παγκόσμια οικονομική ύφεση, αμφίβολη γρήγορη ανάκαμψη, με βαρύτατες συνέπειες για τους εργαζόμενους και τους λαούς. Είναι βολικός ο μύθος ότι η πανδημία είναι η αιτία για την οικονομική κρίση που έρχεται και πέφτει σαν μαύρη σκιά σε όλο τον κόσμο. Η πανδημία επιτάχυνε τον χρόνο, βάθυνε και άπλωσε την κρίση. Η κρίση όμως οφείλεται στο παρελθόν και το παρόν του καπιταλιστικού συστήματος που έχει οικοδομήσει τις συγκεκριμένες σχέσεις παραγωγής – με την αντίθεση χρηματιστηριακής / «πραγματικής» οικονομίας, της στασιμότητας εξαιτίας της μη κερδοφορίας των επενδύσεων, με συνεχή αύξηση της παραγωγικότητας που δεν ακολουθείται όμως από αύξηση της ζήτησης και της κερδοφορίας, με τις διαρκείς ιδιωτικοποιήσεις, τη διάλυση των συστημάτων υγείας και πρόνοιας, τις ανύπαρκτες δημόσιες επενδύσεις κλπ. Την περίμεναν την κρίση, όμως την υπολόγιζαν για αργότερα διότι έχουν μάθει να «παίζουν» με το χρόνο…
Το ΔΝΤ εκτιμά ότι δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί η ύφεση το 2021, όταν μάλιστα δεν θα έχει καν ξεπεραστεί η πανδημία μέσα στο πρώτο εξάμηνο του έτους. Υπολογίζει ότι το 2021 θα υπάρξουν μεγάλα ποσοστά οικονομικής συρρίκνωσης των ιμπεριαλιστικών κέντρων και ο όγκος του παγκόσμιου εμπορίου θα μειωθεί επιπλέον κατά 10%. Ούτε γρήγορη ούτε ολική η ανάκαμψη που δηλώνουν καθησυχαστικά τα αστικά επιτελεία.
Προς το παρόν οι κυβερνήσεις ρίχνουν «λεφτά από το ελικόπτερο» κυρίως σε τράπεζες και μεγάλους ιδιωτικούς ομίλους, αναστέλλουν τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, τα προγράμματα λιτότητας, τις αυστηρές επιτηρήσεις. Αυξάνεται κατά πολύ το δημόσιο χρέος καθώς και το ιδιωτικό στα μικρά και μεσαία στρώματα. Θα αυξηθεί η ανεργία και η φτωχοποίηση, οι χρεοκοπίες χωρών (Βραζιλία), ενώ άλλες δεν αντέχουν καν να συντηρήσουν τα ρημαγμένα συστήματα υγείας τους.
Ο φόβος για τον ιό θα αντικατασταθεί από τον οικονομικό ζόφο και την καταστροφή. Οι «συνήθεις ύποπτοι» είναι αυτοί που θα κληθούν την επόμενη μέρα να περάσουν από το ταμείο. Η επόμενη μέρα σημαίνει για τους εργαζόμενους αύξηση της ανεργίας, της εκμετάλλευσης, αύξηση της σχετικής και απόλυτης φτωχοποίησης. Για αρκετούς κλάδους κυρίως υπηρεσιών θα σημάνει επίσης ανατροπές προς το χειρότερο των όρων εργασίας μέσα από το «επιτυχημένο μοντέλο» της τηλεργασίας. Η επόμενη μέρα για τους μικρομεσαίους θα σημάνει κολύμπι σε έναν ωκεανό χρεών, την ίδια στιγμή που τα υπερωκεάνια των ομίλων θα τους πνίγουν με τα απόνερά τους. Ο καπιταλισμός του 21ου αιώνα συρρικνώνει τα ενδιάμεσα στρώματα και αυτό θεωρείται περίπου νομοτέλειά του.
- Μεγάλες αναταραχές, με ποιες πολιτικές επιπτώσεις;
Κάθε κρίση, κάθε αναταραχή έχει πολιτικές επιπτώσεις, παράγει πολιτικά γεγονότα και αποτελέσματα. Από τα τώρα συζητιούνται ερωτήματα και αλλαγές και ειδικά στο χώρο της Ευρώπης –που αντιμετωπίζει σειρά σημαντικών εκλογικών αναμετρήσεων σε Γερμανία, Πορτογαλία, Ολλανδία, Γαλλία κ.ά.
Ερωτήματα όπως πόσο πιο αυταρχικό συγκεντρωτικό κράτος σε σχέση με το παρελθόν χρειάζεται, η αντιπαράθεση του ανατολικού σε σχέση και αντίθεση με την παρακμή του δυτικού μοντέλου, έχουν τεθεί προ της πανδημίας και τώρα ανθίζουν τόσο για λόγους συστημικής θωράκισης και προφύλαξης όσο και για λόγους αποτελεσματικότητας και αντιγραφής του ανατολικού μοντέλου. Εξάλλου έχουν υπάρξει απόπειρες (Μακρόν) για πιο αυταρχικό κράτος. Η ακροδεξιά ατζέντα είναι υπαρκτή και με αυτήν ερωτοτροπούν αρκετές κυβερνητικές δυνάμεις. Έχει επίσης τεθεί σε κρίση το πολιτικό μοντέλο που ανέπτυξε ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός. Γι’ αυτόν πολιτική σημαίνει διακυβέρνηση, διαχείριση, επικοινωνία, παντελής έλλειψη λαϊκής κυριαρχίας. Το «όλοι είναι ίδιοι» είναι μια κραυγή απέχθειας γι’ αυτή την πολιτική.
Ο «θάνατος του εμποράκου» και η συρρίκνωση μεσαίων στρωμάτων του λεγόμενου «οικονομικού κέντρου» μαζί με την αύξηση των ταξικών και εθνικών ανισοτήτων δημιουργεί όρους και δυνατότητες για την ανάπτυξη ενός ισχυρού εθνικιστικού και ακροδεξιού ρεύματος αλλά και μιας νέας κοπής σοσιαλδημοκρατίας, η οποία προφανώς θα προσπαθήσει να επενδύσει στο περισσότερο κράτος και σε μορφές κεϊνσιανισμού, στοχεύοντας και οι δύο να εκφράσουν και να ενσωματώσουν αυτά τα πολυπληθή ακροατήρια. Αυτές οι «νέες» πολιτικές καταστάσεις θα θολώνουν τις ταξικές ανάγκες, διεκδικήσεις και επικίνδυνες συγκροτήσεις, θα θέσουν ζητήματα δημοκρατίας, θα δημιουργούν έντονους διχασμούς στο κοινωνικό πεδίο, χωρίς φυσικά να τροποποιούν προοδευτικά και ριζικά τον κοινωνικό συσχετισμό δύναμης. Ο στρατός των αποκλεισμένων, των περιθωριοποιημένων οικονομικά, ταξικά, εθνικά, που εμφανίστηκε πολύμορφα στις ΗΠΑ από τη 40χρονη αύξηση των ανισοτήτων, γίνεται όλο και πιο ορατός σε όλο και περισσότερες μεριές του πλανήτη και θα δώσει το «παρών» και στην κεντρική πολιτική σκηνή. Θα αυξηθούν οι διαθέσεις κοινωνικής αντίστασης και αναζήτησης διεξόδου και εναλλακτικής. Υπάρχουν χώρες που θα συγκεντρώνουν όρους επικίνδυνων αναταραχών και αποσταθεροποιήσεων. Ο ιός της εξέγερσης είναι ελεύθερος και εκτεθειμένος παγκόσμια.
Αριστερά: Αναπαραγωγή σχημάτων του παρελθόντος ή μέσα στον κόσμο, με απαντήσεις για το παρόν και το μέλλον;
Αποδείχτηκε ότι το νεοφιλελεύθερο μοντέλο μέσα σε 40 χρόνια από την επικράτησή του είναι αρκετά ευάλωτο με πολλαπλές επικίνδυνες κρίσεις και διαταραχές, που έχουν σαν αποτέλεσμα να μην χαίρει ο καπιταλισμός ιδιαίτερης «κοινωνικής εκτίμησης» παγκόσμια και να αυξάνονται τα ερωτηματικά για τη νομιμοποίησή του. Με μια γενική ματιά, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι μέσα στη δεκαετία το σύστημα κλυδωνίζεται διαρκώς, χωρίς διαφαινόμενη δυνατότητα επιστροφής στην «κανονικότητα». Κλυδωνίζεται, αλλά δεν καταρρέει γιατί χρειάζεται εκείνη η δύναμη με την απαιτούμενη ενέργεια για να το βυθίσει.
Η αριστερά πρέπει να αμφισβητήσει τόσο την κανονικότητα της κρίσης όσο και την «επιστροφή στην κανονικότητα». Να μην υποταχθεί στην επιλογή μόνο της περιφρούρησης κεκτημένων, στους υπαρκτούς αρνητικούς συσχετισμούς. Θα πρέπει να περάσει σε μια συνολική κριτική και αμφισβήτηση του καπιταλιστικού «ρεαλισμού», να δοκιμάζει, σε ενεστώτα διαρκείας, να επινοεί και να χτίζει το σύγχρονο όραμα χωρίς κακές αντιγραφές από το παρελθόν, με σημαία της το τέλος του καπιταλισμού.
Είναι αυτονόητο πως δεν αρκούν μόνο οι καταγγελίες και το κατηγορώ στο σύστημα. Είναι όμως απαραίτητα για να δημιουργηθεί μια κρίση συστημικής εμπιστοσύνης, για να γίνει το πρώτο συνειδητό βήμα κριτικής και αμφισβήτησης. Η αριστερά οφείλει να γίνει διεθνιστική –είναι μόνο στις διακηρύξεις και στα κείμενα των συσκέψεών της– πρωταγωνιστώντας στην κατασκευή θεμέλιων λίθων ενός παγκόσμιου ρεύματος, με όλες τις ανισομετρίες του, που θα αναδεικνύει τις χρεοκοπίες και το πεπερασμένο του καπιταλισμού, που θα ανοίγει το δρόμο στο μέλλον και στην πρόοδο, που θα επαναφέρει την εμπιστοσύνη στην ικανότητα των ανθρώπων να αλλάζουν τη μοίρα τους και στην τέχνη να καταργούν την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων ζωγραφίζοντας και οικοδομώντας μια νέα. Αυτό σημαίνει να ανοίξει η ματιά της στις γειτονιές του κόσμου και κυρίως να αναληφθούν πρωτοβουλίες δράσης πάνω σε στόχους και «οικουμενικά» αιτήματα. Για παράδειγμα, τη μείωση του χρόνου εργασίας (το σύστημα όχι μόνο διατηρεί επί 150 χρόνια το 8ωρο, αλλά το αυξάνει πολύμορφα), τη διαγραφή του χρέους των κρατών, την ανασυγκρότηση των δημόσιων συστημάτων υγείας, τη μείωση των ανισοτήτων, την προστασία του περιβάλλοντος…
Για την Ελλάδα, το στοίχημα για τις δυνάμεις της κομμουνιστικής αριστεράς είναι η υπέρβαση του εαυτού τους, κάτι που σημαίνει καταρχήν καμιά αναπαραγωγή του κακού και αμαρτωλού παρελθόντος των 40 «ένδοξων χρόνων». Η «αυτοκριτική» που δεν γίνεται ούτε έμπρακτα ούτε συνολικά, οι συνεχείς επαναλήψεις που κούρασαν και απογοήτευσαν, έχουν δημιουργήσει ένα άρρωστο σώμα ιδεών και πρακτικών στην αριστερά που είναι πολύ δύσκολο να γιατρευτεί. Δύσκολο, όχι αδύνατο. Γιατί υπάρχει δύναμη και δημιουργικό γινάτι σε κόσμο που μπορεί να βρίσκεται στη δεύτερη γραμμή, σε νέο κόσμο και σε μια μικρή μειοψηφία των «πρωτοπόρων» που βλέπουν διαφορετικά τα πράγματα αλλά δεν τολμούν την υπέρβαση. Το πεδίο γονιμοποίησης ιδεών και πολιτικής, καθώς και το πεδίο συγκρότησης-οργάνωσης είναι ο κόσμος της εργασίας και όχι ο κόσμος της αριστεράς (σημειωτέον ότι η αναπαραγωγή της σημερινής αριστεράς γίνεται σχεδόν αποκλειστικά από τους φοιτητικούς κύκλους).
Χρειαζόμαστε –στον δεδομένο συσχετισμό– ένα άμεσο λαϊκό πρόγραμμα διεκδικήσεων(με θέματα υγεία, μισθοί, ανεργία, δημοκρατία και προσανατολισμό οικονομικής και παραγωγικής ανασυγκρότησης) που να γρατζουνάει το σύστημα και το πλαίσιό του, που να συμβαδίζει με τα δεσπόζοντα κοινωνικά αιτήματα, χρειαζόμαστε μια μετωπική πολιτική και τακτική που να συσπειρώνει τον κόσμο που πλήττεται, που να οριοθετείται από την ήπια νεοφιλελεύθερη διαχείριση, από τους μικρομεγαλισμούς πολιτικής παρέμβασης στη διακυβέρνηση (που στην ουσία μεταφράζονται σε εκλογικές κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις), χρειάζεται με επιμονή και υπομονή συγκρότηση και οικοδόμηση κόμματος – νέας πολιτικής δύναμης που να έχει αντισυστημική στρατηγική και πρακτική, και κοινή λογική. Από πού να αρχίσουμε; Από το τέλος προς την αρχή.