‘’Τάχα ποιος μάγος, ποιο στοιχειό του δούλεψε τ’ ατσάλι
και νιώθω φλόγα στην καρδιά και βράχο στο κεφάλι,
και θέλω να τραβήξω εμπρός και πλατωσιές ν’ ανοίξω,
και μ’ ένα Ναι να τιναχτώ, μ’ ένα Όχι να βροντήξω;
Καβάλα στο νοητάκι μου, δεν τρέμω σας όποιοι είστε
γκρικάω, βγαίνει από μέσα μου μια προσταγή. Γκρεμίστε!’’
Κ. Παλαμάς ‘’ Ο γκρεμιστής’’
Του παρόντος τα μαύρα συμβάντα, ο πόλεμος, εκεί στις βόρειες γόνιμες πεδιάδες με τα χρυσοφόρα υπεδάφη που συντελείται εδώ και λίγες μέρες μπροστά στα μάτια μας. Ένας πόλεμος ιμπεριαλιστικός που μαίνεται και κορώνει.
Ήταν αναπότρεπτος, ήταν προβλέψιμος; Θα μπορούσε να έχει αποκλειστεί αν η καύσιμη ύλη του- ο λαός και τα παιδιά του- ήταν υπολογίσιμη δύναμη ανατροπής του; Αν το κίνημα το διεθνές και το εθνικό δρούσε σαν τρίτη δύναμη;
Η σύγχρονη ιστορία που ανασυντίθεται τούτη τη στιγμή από τους αντιπάλους μας κατά πόσο μας αφορά;
Κατά πόσο τούτος ο πόλεμος μας καθορίζει, κατά πόσο τον καθορίζουμε ; (Σαν κίνημα, μέτωπο, κόμμα, ή οτιδήποτε άλλο).
Τούτη τη δίβουλη στιγμή ποιους πρέπει να καλέσουμε, ποιους ν’ αποκλείσουμε; Μπορούμε τούτη την ώρα του θανάτου να επωμιστούμε ιστορία και πως; Μόνο με κατάρες και αλαλαγμούς, με καταγγελτικές μπροσούρες για τον άδικο καπιταλισμό; Πάντα άδικος υπήρξε ο καπιταλισμός και πάντα σε περίοδο πολέμου αποκτηνώνεται.
Ποιοι μας στερούν αυτό το ρόλο τον ιστορικό; Ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης, οι ισχυροί, η παγκόσμια ελίτ που ξαναπαίρνει πιο σφιχτά στα χέρια της την ιστορία; Μια ιστορία που για μια ακόμα φορά γράφεται με αίμα;
Ο κάθε καίσαρας, ο κάθε τσάρος ή πλανητάρχης, είναι απαραίτητος στους ισχυρούς, στα πολυεθνικά μονοπώλια, στο βαθμό που προδίνουν τον ευκολόπιστο λαό (τις λαϊκές οικογένειες) για το ιδιοτελές συμφέρον τους.
Ο σημερινός πόλεμος δεν έχει τη μορφή του παραδοσιακού καταχτητικού πολέμου, όσο τη μορφή της κερδοσκοπικής εκστρατείας. Στο ποια μέσα παραγωγής και διανομής, ποιες υποδομές θα αφαιρεθούν βίαια από τον αντίπαλο ή στην ανάγκη να καταστραφούν.
Ο σημερινός πόλεμος είναι ένας ‘’λογικός’’ πόλεμος, διέπεται από τη ‘’λογική’’ του εμπορίου. Το κάθε στρατόπεδο αντιμετωπίζει τον αντίπαλο πρωτίστως σαν επιχειρηματία. Εξ ου και οι εκατέρωθεν εμπορικές κυρώσεις.
Μοιάζει με κείνους τους πολέμους που εγκαινίασε ο Ιούλιος Καίσαρας όταν εφορμούσε ο στρατός του στις εύφορες Ισπανικές πεδιάδες. Οι κάτοικοι, από φόβο, έτρεχαν να κρυφτούν στα βουνά. Τότε ο Καίσαρας έστελνε τους στρατιώτες του να τους φέρουν πίσω σώους, για να συνεχίσουν να καλλιεργούν τα γόνιμα χωράφια. Γιατί αυτό τον ενδιέφερε, αυτό ήταν το κύριο να μη διακοπεί η αλυσίδα της πλουτοπαραγωγής. Να παραμείνει η περιοχή μια αποικία που θα του εξασφάλιζε απαραίτητους πόρους. Ό,τι ακριβώς γίνεται σήμερα με τον αγωγό Nord Stream 1, που η διαχειρίστρια εταιρεία που τον ελέγχει απαίτησε και πέτυχε το απρόσκοπτο της λειτουργίας του. Αυτός ο αγωγός που ξεκινά από τον ‘’μαύρο’’ αντίπαλο και καταλήγει στον ‘’πεφωτισμένο’’.
Οι γραφικές ιαχές και κατάρες, η ‘’ηθική’’ άρνηση του πολέμου δεν αρκεί, δε λέει τίποτα απολύτως. Στο βαθμό που δε μπορούμε να επηρεάσουμε το παρόν τούτου του πολέμου και συνεχίζει να διεξάγεται ερήμην μας, σημαίνει ότι δεν έχουμε αφομοιώσει κανένα παρελθόν. Να καταλάβουμε δηλαδή το παρόν του παρελθόντος για να μπορέσουμε να το αλλάξουμε.
Είναι σίγουρο ότι ετούτος ο πόλεμος, εκτός από τα θύματα, τους θανάτους και τη νέα ανθρωπιστική κρίση, θα δημιουργήσει και μια άλλη διαφορετική κατηγορία ανθρώπων. Εκείνους που δεν είναι ούτε ήρωες, ούτε θύματα. Εκείνους που θα μάθουν να ενεργούν με πονηριά πέρα από κάθε συμβατική ηθική. Εκείνους που στο δόγμα ‘’ Αλλοίμονο στη χώρα που δεν έχει ήρωες ‘’, θα ανταπαντούν, ‘’ Όχι! Αλλοίμονο στη χώρα που έχει ανάγκη από ήρωες’’, όπως σοφά γράφει ο Μπρεχτ στο ‘’Γαλιλαίο’’ του. Ήρωες καθημερινούς, με συνοχή και συνείδηση, που πρέπει να γνωρίζουμε και να τους προτείνουμε το χέρι .
Σήμερα που η μηχανική του σύμπαντος καπιταλισμού συμπυκνώνεται σ’ έναν ακόμα πόλεμο, η απάθεια, η αποχή, η άρνηση, σημαίνει θάνατο, θάνατο κοινωνικό. Το τι θα κάνουν οι νικητές και ποια μοίρα επιφυλλάσουν για τους νικημένους μας αφορά. Μας αφορούν οι αβαρίες που θα υποστεί ο κύριος αντίπαλος, η ανάσχεση της επιθετικής πορείας του, το κόψιμο του τσαμπουκά του. Χωρίς αυτό να σημαίνει επ’ ουδενί ότι τασσόμαστε με τα δόγματα του δεύτερου αντιπάλου.
Γιατί πρέπει να μάθουμε να υπολογίζουμε τις κινήσεις των αφεντάδων μας. Αυτούς τους αφεντάδες που έχουν μάθει καλά πώς να ελέγχουν και να εξαγοράζουν τους νάνους πολιτικούς- διαχειριστές της εξουσίας τους όπου γης. Γνωρίζοντας τις κινήσεις τους ασκούμαστε στην τακτική του πολέμου, του δικού μας. Εκείνου του πολέμου που δε γίνεται για τ΄ αφέντη το φαΐ, αλλά για της ζήσης τη ζωή. Διαφορετικά θα επικρατήσει απ’ άκρου εις άκρον της γης η γνωστή φράση του Καίσαρα. ‘’Ήλθα, είδα, κατέκτησα ‘’. Από τον έναν και μοναδικό παγκόσμιο κυρίαρχο που μόνο κατάθλιψη, φυγή και παραλυσία θα δημιουργεί.
Ο πόλεμος ο ιμπεριαλιστικός που μαίνεται σήμερα, θα γεννήσει και άλλα ακόμα παιδιά και αποπαίδια. Θα γεννήσει εξ ίσου την ενοχή, τη συμμετοχή σ ’ένα σύστημα που δημιουργεί θύματα, την αδυναμία, την παγίδευση, την εθελοτυφλία. Θα πριμοδοτήσει διχασμένους και αλλοτριωμένους, τους πιο συντηρητικούς μέσα στον επιταχυντή πολεμικό μύλο της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.
Θα δώσει όμως και μιαν ώθηση προς μιαν απόφαση. Γιατί ο πόλεμος αυτός μας βυθίζει πιο ανελέητα στο εσωτερικό του συστήματος, νιώθουμε αφάνταστη δυσφορία, και έτσι μας υποβάλει την επιθυμία για απελευθέρωση και μας προετοιμάζει για δράση. Προσφέρει μια ευκαιρία συνειδητοποίησης. Ν’ ανακαλύψουμε την αλλοτρίωσή μας και ταυτόχρονα την ελευθερία μας.
Αυτός ο πόλεμος, που μ’ ένα ‘’κλικ’’ μπαίνει ζωντανός στα σπίτια μας, αποτελεί μια ακόμα παράσταση. Στη σκηνή ο κόσμος της ‘’Τάξης’’ [ ο μεγαλοαστικός, ένθεν κακείθεν ], ένας κόσμος στεγανός και αδιαπέραστος που όλα τα στοιχεία του τείνουν να μας παραλύσουν. Ωστόσο το έργο όπως ξεδιπλώνεται αφήνει ρωγμές, ευκαιρίες και δυνατότητες να βγούμε από το τέλμα που αδρανοποιεί. Γιατί τώρα χρειάζεται το άλλο έργο, ο άλλος κόσμος και οι άλλοι ‘’θεοί’’.
Τώρα που κι αυτός ο πόλεμος μοιράζει μερτικά, πρέπει να μας περάσει απ’ το μυαλό πως ‘’Χρειάζεται μεγάλο μαχαίρι για να κόψει κανείς αυτό το μερτικό του πολέμου’’, όπως και πάλι ο Μπρεχτ στη ‘’Μάνα κουράγιο’’ μας ιστορεί.