Περισσότεροι από 11 εκατομμύρια Πορτογάλοι προσήλθαν στις κάλπες την Κυριακή 10 Μαρτίου, σε πρόωρες εκλογές, για να εκλέξουν τα μέλη της Εθνοσυνέλευσης.
Οι Σοσιαλιστές, οι οποίοι βρίσκονται στην εξουσία εδώ και οκτώ χρόνια, μετά τις εκλογές της 10ης του Μάρτη υπέστησαν μια μεγάλη ήττα, υποχωρώντας σημαντικά σε ένα κατακερματισμένο Κοινοβούλιο χωρίς σταθερή πλειοψηφία.
Έτσι Το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS), έχασε 13 μονάδες σε σχέση με τις εκλογές του 2022 (κερδίζοντας το 28,7% των ψήφων και 77 έδρες) και την άνετη απόλυτη πλειοψηφία του. Ο κεντροδεξιός Συνασπισμός Δημοκρατική Συμμαχία (AD), βγήκε μεν πρώτος (29,5%, 79 έδρες), αλλά με ένα προβάδισμα που δεν είναι μόνο πολύ μικρό αλλά δεν είναι και αποφασιστικό μέχρι την καταμέτρηση των ψήφων των αποδήμων.
Ελλείψει σαφούς νικητή, το ακροδεξιό κόμμα Chega («Αρκετά πια») φαίνεται να είναι ο μεγάλος κερδισμένος των εκλογών. Με 18,1% των ψήφων, 11 μονάδες περισσότερες από ό,τι το 2022, θα κερδίσει 48 έδρες στην Εθνοσυνέλευση (από τις 230), τέσσερις φορές περισσότερες από το 2022.
Ο αρχηγός του, ο πρώην αθλητικός σχολιαστής Αντρέ Βεντούρα, 41 ετών, συνεχάρη το κόμμα λέγοντας: «Το Chega ήθελε να γίνει κεντρικό κομμάτι του πολιτικού συστήματος και το πετύχαμε. Χθες το βράδυ βάλαμε τέλος στο δικομματικό σύστημα» .
Ανυπομονώντας να συμμετάσχει στην κυβέρνηση, χρησιμοποίησε το βήμα των εκλογών για να ασκήσει εκ νέου πίεση στον συντηρητικό συνασπισμό AD, με επικεφαλής τον Λουίς Μαυροβούνιο, ηγέτη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSD, κεντροδεξιά),σε συνεργασία με το δεξιό Δημοκρατικό και Κοινωνικό Κέντρο (CDS) και ένα μικρό μοναρχικό κόμμα.
Ο Βεντούρα προειδοποίησε: «Μόνο ένα ανεύθυνο κόμμα θα άφηνε το PS να κυβερνήσει, όταν έχουμε την ευκαιρία να οικοδομήσουμε μια κυβέρνηση αλλαγής».
Καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο κ. Μαυροβούνιος, 51 ετών, ήταν ανένδοτος: «δεν θα συγκυβερνούμε με τo Τσέγκα». Και το βράδυ της Κυριακής, επανέλαβε την αγαπημένη του φράση για το θέμα: «Όχι σημαίνει όχι». Παράλληλα όμως άνοιξε «διάλογο μεταξύ των κομμάτων και των ηγετών», συμπεριλαμβανομένου του Τσέγκα, προκειμένου «να παράσχει στη χώρα τις προϋποθέσεις για διακυβέρνηση και σταθερότητα».
Οι Πορτογάλοι θα πρέπει να περιμένουν μέχρι τις 20 Απριλίου ώστε, μετά το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας από σχεδόν 1,5 εκατομμύριο Πορτογάλους στο εξωτερικό, να κατανεμηθούν οι τέσσερις τελευταίες έδρες και να μπορέσει ο συντηρητικός πρόεδρος Μαρσέλο Ρεμπέλο ντε Σόουζα να διορίσει πρωθυπουργό.
Αυτός ή αυτή (ο/η πρωθυπουργός) θα χρειαστεί στη συνέχεια την ψήφο αποδοχής της Βουλής. Το 2022, τρεις από τις τέσσερις έδρες που προορίζονται για τους Πορτογάλους μετανάστες κέρδισε το Σοσιαλιστικό κόμμα (PS). Αν αυτό συνέβαινε ξανά θα μπορούσε το Σοσιαλιστικό κόμμα (PS) να βρεθεί στην πρώτη θέση. Όμως υπάρχει έντονη κινητοποίηση των «μπολσοναριστών» που ζουν στη Βραζιλία, υποστηρικτών του πρώην ακροδεξιού προέδρου, Ζαΐρ Μπολσονάρου, υπέρ του Τσέγκα, με μεγάλη πιθανότητα, τώρα, να το ευνοήσει.
Ακόμα και αν έπαιρνε το προβάδισμα μετά την τελική καταμέτρηση, το PS και πάλι δεν θα ήταν σε θέση να δημιουργήσει πλειοψηφία, καθώς η πτώση του δεν ωφέλησε τους πρώην συμμάχους του στο Bloco de Esquerda (ριζοσπαστική αριστερά, 4,5%, 5 έδρες) και το Κομμουνιστικό Κόμμα (3,3%, 4 έδρες).
«Το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα είναι ο ηγέτης της αντιπολίτευσης», δήλωσε ο Pedro Nuno Santos, 46 ετών, πρώην υπουργός Στέγασης και Υποδομών, επικεφαλής της λίστας και νέος γενικός γραμματέας της αριστερής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού Κόμματος. «Δεν θα αφήσουμε ποτέ τον Αντρέ Βεντούρα να γίνει ηγέτης της αντιπολίτευσης» επέμεινε, αποκλείοντας παράλληλα κάθε πιθανή νομοθετική συμφωνία μεταξύ του PS και του PSD. Είπε, ωστόσο, ότι είναι διατεθειμένος να διευκολύνει την υποψηφιότητα του κ. Μαυροβουνίου, προκειμένου να τον αποτρέψει από το να συνάψει συνασπισμό με το Τσέγκα.
Το διακύβευμα των πρόωρων εκλογών
Ο απερχόμενος πρωθυπουργός, ο σοσιαλιστής Αντόνιο Κόστα, υπέβαλε αιφνιδιαστικά την παραίτησή του τον Νοέμβριο του 2023, ύστερα από οκτώ χρόνια στην εξουσία, μετά την έναρξη έρευνας για φερόμενες παρατυπίες. Ιδίως στην ανάθεση παραχωρήσεων για την εξόρυξη λιθίου σε ξένους επενδυτές και εν μέσω λαϊκών διαμαρτυριών για πληθώρα σκανδάλων, ελλείψεων, μείωση της αγοραστικής δύναμης και λιτότητας του Πορτογαλικού λαού.
Έτσι οι εκλογές διοργανώθηκαν στον απόηχο των σκανδάλων διαφθοράς στα οποία εμπλέκονται στενοί συνεργάτες του παραιτηθέντος σοσιαλιστή πρωθυπουργού, Αντόνιο Κόστα, και αμαυρώνουν δύο υπουργούς. Αυτές οι εκλογές χαρακτηρίστηκαν από την έλλειψη εμπιστοσύνης των Πορτογάλων στους θεσμούς τους. Το όνομα του πρώην σοσιαλιστή πρωθυπουργού Ζοζέ Σόκρατες, ο οποίος κατηγορείται από το 2014 για διάφορες υποθέσεις διαφθοράς αλλά δεν έχει ακόμη δικαστεί, αποτέλεσε τακτικό θέμα συζήτησης. Το Τσέγκα, με το σύνθημά του «Η Πορτογαλία χρειάζεται κάθαρση», συνοδευόμενο από φωτογραφίες σοσιαλιστών ηγετών, έχει καταστήσει τη διαφθορά κύριο θέμα της εκστρατείας του. Όμως εκμεταλλεύτηκε και άλλα τα άλλα κοινωνικά δεινά.
Την έλλειψη στέγης-με την εκτόξευση μέσω απελευθέρωσης των ενοικίων, τους πολύ χαμηλούς μισθούς, τις ανασφαλείς θέσεις εργασίας και την παράδοση της χώρας μέσω ‘’χρυσής βίζας’’ σε ξένους. Και αυτό έναντι άδειας παραμονής και επενδύσεων σε ακίνητα, μειώσεων φόρων για τους μη μόνιμους κατοίκους, απαλλαγών για τους Ευρωπαίους συνταξιούχους.
Όλα αυτά συνέβησαν μετά την κρίση και την επιβολή της τρόικας (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Ευρωπαϊκή Επιτροπή) το 2011, όπου η Πορτογαλία επικεντρώθηκε στα ακίνητα και τον τουρισμό για να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Έκτοτε παρατηρείται τεράστια ανάπτυξη ακινήτων και παράδοση της υγείας, της εκπαίδευσης, της στέγασης στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Εξαιρετικές ομοιότητες με τη χώρα μας!
Ο πληθυσμός της χώρας γερνάει διαρκώς γιατί οι νέοι δεν έχουν μέρος να ζήσουν. Υπάρχει διαρκής μετανάστευση. Η Πορτογαλία έχει γίνει μια χώρα για τους εισοδηματίες και τους συνταξιούχους ξένους που έχουν έρθει για να επωφεληθούν από τις φορολογικές ελαφρύνσεις που προσφέρει καθώς και για τους πλούσιους Ρώσους και Βραζιλιάνους ολιγάρχες, και αυτό το νέο σχέδιο θα αυξήσει μόνο το gentrification (αναπλάσεις ολόκληρων περιοχών με εκδίωξη των αρχικών τους κατοίκων και εγκατάσταση πλούσιων στρωμάτων-βασικά ξένων).
Το κόμμα της ακροδεξιάς Chega (Αρκετά πιά)
Ένα σημάδι του ενδιαφέροντος που προκάλεσαν οι εκλογές, μετά από είκοσι χρόνια αυξανόμενων ποσοστών αποχής, (περίπου το 50% στις βουλευτικές εκλογές του 2019 και του 2022), η συμμετοχή αυξήθηκε απότομα σε ποσοστό άνω του 66%, γεγονός που ωφέλησε κυρίως το κόμμα Chega.
Ο Αντρέ Βεντούρα και το κόμμα του επιβεβαίωσαν τον λαϊκίστικό τους χαρακτήρα αναπαράγοντας τις συνταγές που εφάρμοσαν τα ακροδεξιά λαϊκιστικά κινήματα με επιτυχία σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες: αντιελιτισμός, αντιπλουραλισμός, αιτήματα για πιο άμεση συμμετοχή του λαού και διάφορες θέσεις που βασίζονται σε μια ιδεολογία που ποικίλλει ανάλογα με τις περιστάσεις.
Έτσι, εστίασε την εκστρατεία του στη διαφθορά χρησιμοποιώντας μια αντι-συστημική ρητορική του τύπου «όλοι είναι σάπιοι». Χρησιμοποίησε επίσης αντιμεταναστευτική πολιτική, υποσχέθηκε να μειώσει τους φόρους, και να αυξήσει τις συντάξεις. Η υπερφιλελεύθερη ρητορική του υποσχέθηκε να επιλύσει τα προβλήματα των χαμηλών μισθών, της στεγαστικής κρίσης και της επιδείνωσης της δημόσιας υγείας, προσπαθώντας να δημαγωγήσει με βάση όλες τις βασικές ανησυχίες του πορτογαλικού λαού.
Τελευταία μάλιστα ο Αντρέ Βεντούρα , ονόμασε ως πολιτικό του πρότυπο τον σημερινό αντιπρόεδρο της ιταλικής κυβέρνησης, Ματέο Σαλβίνι, ηγέτη της Λέγκας του Βορρά και παίζει το χαρτί του εύγλωττου ηγέτη, πρόθυμου να χρησιμοποιήσει πολύχρωμες εκφράσεις για να καθιερωθεί ως ο μοναδικός εκπρόσωπος του «αληθινού πορτογαλικού λαού». Εμφανίστηκε πέντε χρόνια πριν στην πολιτική σκηνή της Πορτογαλίας, το 2019, με μόλις 1,3% των ψήφων, το κόμμα του Βεντούρα, πρώην τοπικού πολιτικού του PSD (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, κεντροδεξιά) και πρώην αθλητικού σχολιαστή. Κέρδισε μία μόνο έδρα στη Συνέλευση της Δημοκρατίας, ενισχυμένο από τη ρητορική του κατά του συστήματος και των Ρομά.
Εκείνη την εποχή κέρδισε ψήφους σε εγκαταλελειμμένες αγροτικές περιοχές από «ανθρώπους που δεν ένιωθαν ότι τους άκουγαν», θυμάται η πολιτική αναλύτρια Patricia Lisa. Τώρα κερδίζει μεταξύ των νέων ανθρώπων, οι οποίοι έλκονται από τα κόμματα των άκρων… Αφού ανέβηκε στο 7,1% των ψήφων το 2022 (12 βουλευτές) και εισήγαγε μια ριζοσπαστική στάση, τόσο ως προς τη μορφή όσο και ως προς το περιεχόμενο, σήμερα το κόμμα του κερδίζει το 18,1% των πορτογάλων ψηφοφόρων
Επιτέθηκε όχι μόνο στους Σοσιαλιστές και τους αριστερούς συμμάχους τους για καταστροφική διαχείριση της χώρας τα τελευταία οκτώ χρόνια, αλλά και στον κεντροδεξιό συνασπισμό Δημοκρατική Συμμαχία ΑD (τον οποίο χαρακτήρισε «πόρνη του Σοσιαλιστικού Κόμματος»). Στόχος του ήταν να καταγγείλει συνολικά αυτό που θεωρούσε ως το σύστημα που κυβέρνησε τη χώρα από την επιστροφή στη δημοκρατία (1974). Σε μια ομιλία που ήθελε να είναι προφητική, ο Βεντούρα προσπάθησε να συνδέσει την προσωπική του διαδρομή με τη συλλογική μοίρα, υποσχόμενος να καθοδηγήσει το λαό προς καλύτερες μέρες.
Το τέλος της πορτογαλικής εξαίρεσης, μιας χώρας που εδώ και καιρό φαινόταν αλλεργική στην ακροδεξιά, επιβεβαιώθηκε την Κυριακή. Στην πραγματικότητα, από τότε που εδραιώθηκε η δημοκρατία, μετά την «Επανάσταση των Γαρυφάλλων» του 1974, αναλυτές διαβεβαιώνουν ότι μεταξύ 18% και 20% της πορτογαλικής κοινωνίας εξέφραζε και εκφράζει αυταρχικές συντηρητικές απόψεις.
Πολλοί που περιγράφουν τον εαυτό τους ως «εθνικιστές» καλούν για την υπεράσπιση των «καθολικών αξιών, όπως η παραδοσιακή οικογένεια, η εργασία και η κοινότητα. Για να ηγηθείς μιας χώρας, και να τα πετύχεις αυτά, χρειάζεσαι έναν ισχυρό, επιβλητικό άνδρα» προσθέτουν οι περισσότεροι από αυτούς
Ωστόσο, «τα δύο δεξιά κόμματα, το PSD και το CDS (Δημοκρατικό και Κοινωνικό Κέντρο), που προέρχονταν από τη μετριοπαθή αντιπολίτευση στον Σαλαζαρισμό, τα περιόριζαν», επισημαίνει ο ιστορικός Antonio Costa Pinto, καθηγητής στο Ινστιτούτο Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Λισαβόνας. Το Chega αναδύθηκε τελικά στο πλαίσιο μιας αντισοσιαλιστικής δυναμικής – υπό την αριστερή κυβέρνηση που συνδύαζε το Σοσιαλιστικό Κόμμα, τη ριζοσπαστική αριστερά και το Κομμουνιστικό Κόμμα (μεταξύ 2015 και 2019), με το παρατσούκλι geringonça, το “πράγμα” – και την αδυναμία της δεξιάς να επιστρέψει στην εξουσία εκείνη την περίοδο».
Το πολιτικό μέλλον της Πορτογαλίας
Ενώ όλα τα κόμματα της Αριστεράς (Livre, Bloco de Esquerda και οι κομμουνιστές) φαίνονται πρόθυμα να ανανεώσουν την ιστορική συμφωνία που επιτεύχθηκε με τους Σοσιαλιστές το 2015, η κατάσταση φαίνεται πιο δύσκολη για τη Δεξιά AD, καθώς η απόσταση ασφαλείας που ανακοίνωσε έναντι του Τσέγκα υποχρεώνει την AD να κερδίσει μόνη της την απόλυτη πλειοψηφία. Ωστόσο, τίποτα δεν φαίνεται να το προβλέπει αυτό, ακόμη και με την ενίσχυση των ψήφων του φιλελεύθερου κόμματος (Φιλελεύθερη Πρωτοβουλία) Iniciativa Liberal, που ιδρύθηκε το 2017.
Έτσι, την παραμονή των εορτασμών για την πεντηκοστή επέτειο της «Επανάστασης των Γαρυφάλλων» που έθεσε τέλος σε περισσότερα από σαράντα χρόνια δικτατορίας υπό το «Νέο Καθεστώς» του Αντόνιο Σαλαζάρ τον Απρίλιο του 1974, το κόμμα Τσέγκα θα μπορούσε να βρεθεί στη θέση του διαπραγματευτή σε ένα μετεκλογικό σενάριο όπου πολλοί αναμένουν μια δύσκολη, αν όχι αδύνατη, κυβερνητική λύση.
Σύμφωνα δε με έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο, η ίδια τάση είναι πιθανό να επαναληφθεί και στις ευρωεκλογές του Ιουνίου, όταν το κόμμα του Αντρέ Βεντούρα που θα κατέβει για πρώτη φορά, θα μπορούσε να επιβεβαιώσει την ιδιότητά του ως το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα της χώρας και να καθιερωθεί έτσι, μακροπρόθεσμα, ως βασικός παράγοντας στο πορτογαλικό πολιτικό τοπίο, επιβεβαιώνοντας την ακροδεξιά στροφή και των Πορτογάλων.