Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων (που συχνά αναφέρεται με το αμφιλεγόμενο όνομα δικαιωματισμός) είναι σήμερα ένα πρωταρχικό ζήτημα για το λαϊκό κίνημα και για τη ζωή των ανθρώπων. Ένα κρίσιμο θεωρητικό, κοινωνικό και αγωνιστικό ζήτημα, που καθορίζει τον χαρακτήρα κινημάτων, τη στράτευση ανθρώπων, την διεκδίκηση ή τον εφησυχασμό. Και εν τέλει τη ζωή μας!…
Προφανώς το να ιεραρχήσεις τα δικαιώματα, ποιο πρώτο, ποιο δεύτερο, ποιο περισσότερο, ποιο λιγότερο σπουδαίο, δεν είναι τρόπος για να τα υπερασπιστείς. Καθένα, καθώς αφορά ζωντανούς ανθρώπους και τα συναισθήματα τους, έχει εξαιρετική σπουδαιότητα, σαν να είναι το μοναδικό πράγμα στον κόσμο. Ωστόσο, το κουβάρι μπλέκει επικίνδυνα αν δεν είσαι σε θέση ως κίνημα, ως αγωνιστική διεκδίκηση και ως θεωρητική σύλληψη, να δεις το σύστημα των αντιθέτων, ώστε να αποφεύγεις τον κατακερματισμό, αλλά και να τα διαχωρίζεις όσο και να τα ενοποιείς στη διεκδίκηση και στην κοινωνική-πολιτική δράση.
Προσφεύγω σε μια πολύτιμη πηγή, για να ξεμπλέξω το κουβάρι μου.
Η Όντρι Λορντ είναι τα κατάλληλο πρόσωπο-οδηγός.
Ήταν Μαύρη, φεμινίστρια, λεσβία, μαρξίστρια, ποιήτρια. Με αυτές τις λέξεις προσδιόριζε η ίδια τον εαυτό της.
Από τις εκδόσεις Κείμενα, κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά το βιβλίο της «Sister Outsider», σε εξαιρετική μετάφραση της Ισμήνης Θεοδωροπούλου.
Με τις πολλές ιδιότητες της η Λορντ μπορεί να μας οδηγήσει στις πολλές αντιθέσεις του κόσμου της. Συμπεριέχει όλες τις «μειονότητες», τη φυλετική, είναι μαύρη, του φύλου, είναι γυναίκα, τη σεξιστική, είναι λεσβία, την κοινωνική, είναι εργαζόμενη!
Στο βιβλίο αυτό, το οποίο αποτελεί συλλογή άρθρων, ομιλιών, διαλέξεων, της εκρηκτικής δεκαετίας του 1960, υπερασπίζεται την κάθε πλευρά του εαυτού της, απέναντι σε όσους την επιβουλεύονται. Της μαύρης γυναίκας απέναντι στις λευκές φεμινίστριες που δεν την συμπεριλαμβάνουν, της γυναίκας απέναντι στους μαύρους σεξιστές, της ποιήτριας απέναντι σε λευκούς και μαύρους που την αρνούνται, της λεσβίας απέναντι σε μαύρους και λευκούς που την αποκρούουν στο όνομα μιας «ορθότητας».
«Καθώς είμαι σαράντα εννέα χρόνων, Μαύρη, λεσβία, φεμινίστρια, σοσιαλίστρια, μητέρα δυο παιδιών, εκ των οποίων το ένα είναι αγόρι, και με τη σύντροφό μου αποτελούμε διαφυλετικό ζευγάρι, συγκαταλέγομαι συνήθως σε κάποια από τις κατηγορίες των ανθρώπων που είναι συνώνυμες με το άλλο, το αποκλίνον, το κατώτερο ή απλώς το λάθος. Παραδοσιακά στην αμερικανική κοινωνία αναμένεται από εμάς, που ανήκουμε σε αντικειμενικοποιημένες ομάδες, να γίνουμε λάστιχο για να γεφυρώσουμε το κενό μεταξύ της πραγματικότητας που ζούμε και της συνείδησης του καταπιεστή μας. Για εμάς καταπίεση και αμερική είναι ένα και το αυτό, και προκειμένου να επιβιώσουμε πρέπει να έχουμε πάντα τα μάτια μας ανοιχτά, να εξοικειωνόμαστε με τη γλώσσα και τους τρόπους του καταπιεστή, μέχρι και να τους υιοθετούμε καμιά φορά για χάρη της ψευδαίσθησης της ασφάλειας».
(Τόσο το κεφαλαίο γράμμα στο Μαύρη, όσο και το πεζό στο αμερική, ανήκουν στη συγγραφέα, η οποία ακολουθεί αυτή τη γραφή σε όλο το βιβλίο).
«Η θεσμοθετημένη απόρριψη της διαφοράς είναι απολύτως αναγκαία στην οικονομία του κέρδους, η οποία χρειάζεται ένα ανθρώπινο πλεόνασμα από απόβλητους. Σαν κομμάτι μιας τέτοιας οικονομίας, είμαστε όλοι προγραμματισμένοι να ανταποκρινόμαστε στις ανθρώπινες διαφορές ανάμεσά μας με φόβο και απέχθεια και να τις διαχειριζόμαστε με έναν από τους ακόλουθους τρεις τρόπους: ή να τις αγνοούμε· ή, εφόσον αυτό δεν είναι δυνατόν, να τις αντιγράφουμε αν τις θεωρούμε κυρίαρχες· ή να τις καταστρέφουμε αν τις θεωρούμε κατώτερες. Δεν έχουμε όμως εργαλεία για να συσχετιστούμε μέσω των ανθρώπινων διαφορών μας. Το αποτέλεσμα είναι ότι αυτές οι διαφορές έχουν βαφτιστεί και χρησιμοποιηθεί σαν κάτι άλλο από αυτό που είναι, προς όφελος του διαχωρισμού και της σύγχυσης.
Είναι βέβαιο πως υπάρχουν απτές διαφορές ανάμεσά μας σε ό,τι αφορά τη φυλή, την ηλικία και το φύλο. Αλλά δεν είναι αυτές οι διαφορές που μας χωρίζουν. Είναι η άρνησή μας να τις αναγνωρίσουμε και να εξετάσουμε σε τι παθογένειες οδηγεί το ότι τις βαφτίζουμε σαν κάτι άλλο από αυτό που είναι και τι επίδραση έχουν στη συμπεριφορά και τις προσδοκίες των ανθρώπων. Ρατσισμός, η πίστη στην εγγενή ανωτερότητα μίας φυλής έναντι όλων των άλλων και συνακόλουθα το δικαίωμα στην κυριαρχία. Σεξισμός, η πίστη στην εγγενή ανωτερότητα ενός φύλου και συνακόλουθα το δικαίωμα στην κυριαρχία. Ηλικιακό σεξισμός. Ετεροσεξισμός. Ελιτισμός. Ταξικές διακρίσεις…
Κάπου στις παρυφές της συνείδησης υπάρχει αυτό που εγώ αποκαλώ μυθική νόρμα, για την οποία βαθιά μες στην καρδιά μας όλες ξέρουμε πως “δεν είμαι αυτό”. Στην αμερική αυτή η νόρμα συνήθως είναι ένας άνδρας λευκός, αδύνατος, νέος, ετεροφυλόφιλος, χριστιανός και οικονομικά εξασφαλισμένος. Αυτή η μυθική νόρμα καθορίζει τα εξωτερικά γνωρίσματα της εξουσίας στην κοινωνία μας. Όσες από εμάς στεκόμαστε εκτός αυτής της εξουσίας, συχνά αναγνωρίζουμε έναν μόνο τρόπο με τον οποίο είμαστε διαφορετικές και εικάζουμε ότι αυτός είναι η πρωταρχική αιτία όλης μας της καταπίεσης, ξεχνώντας τις υπόλοιπες παθογένειες που περιβάλλουν τη διαφορά, κάποιες από τις οποίες μπορεί να αναπαράγουμε και εμείς οι ίδιες.
Γενικά μέσα στο γυναικείο κίνημα σήμερα, οι λευκές γυναίκες επικεντρώνονται στην καταπίεση που υφίστανται ως γυναίκες και αδιαφορούν για τις διαφορές φυλής, σεξουαλικής προτίμησης, τάξης και ηλικίας. Υπάρχει μια επίφαση ομοιογενούς εμπειρίας που κρύβεται πίσω από τον όρο γυναικεία αλληλεγγύη, η οποία όμως στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.
Όταν οι ταξικές διαφορές παραγνωρίζονται, οι γυναίκες στερούνται η μια την ενέργεια και τη δημιουργική διορατικότητα της άλλης ..
»Από την άλλη, για τις λευκές γυναίκες παραμονεύει η παγίδα της παραπλάνησης από τον καταπιεστή και τη συμπόρευση μαζί του, επειδή αυτός υποκριτικά τους τάζει ένα μερίδιο από την εξουσία του».
Και μια άλλη πλευρά, αλλά με ίδια όψη:
«Η βία κατά των Μαύρων γυναικών και παιδιών, που εκτραχύνεται από τον ρατσισμό και την πιεστική αίσθηση ανημποριάς, συχνά γίνεται μέσα στις κοινότητές μας κανονικότητα και μέτρο αρρενωπότητας».
(Τα πλάγια γράμματα είναι υπογραμμίσεις της ίδιας).
«Δρούμε μέσα στις δαγκάνες ενός συστήματος στο οποίο ο ρατσισμός και ο σεξισμός είναι οι πρωταρχικοί, καθιερωμένοι και αναγκαίοι στυλοβάτες του κέρδους».
«… η επαναστατική αλλαγή δεν επικεντρώνεται μόνο στις καταπιεστικές καταστάσεις, από τις οποίες προσπαθούμε να ξεφύγουμε, αλλά και σε εκείνο το κομμάτι του καταπιεστή που έχει φυτευτεί βαθιά μέσα στον καθένα μας και που ξέρει μονάχα την τακτική των καταπιεστών και τα δικά τους μοντέλα σχέσεων».
Παρέθεσα ένα εκτενές απόσπασμα και κάποιες ακόμη αναφορές της Όντρι Λορντ, προκειμένου να δοθεί μια πιο σαφής εικόνα, όση μπορεί σε ένα άρθρο μερικών εκατοντάδων λέξεων, για τη σκέψη της.
Και επί πλέον γιατί θεωρώ πως συγκροτούν μια πειστική και βιωμένη επιχειρηματολογία κατά του κατακερματισμού των διεκδικήσεων και του αγώνα.
Άρα και ένα κίνητρο για να σκεφτούμε, να αναλύσουμε την εμφάνιση των παρόμοιων φαινομένων σήμερα στην ελληνική κοινωνία και να διαμορφώνουμε προτάσεις δράσης με βάση τα συμφέροντα των εργαζομένων και όχι του κεφαλαίου (καθώς οι προθέσεις από μόνες τους δεν φτάνουν για να ασκηθεί μια ταξική πολιτική)!