Νέα ηγεσία για τη ΝΔ, νέα στρατηγική για την αστική τάξη
334.572 νεοδημοκράτες ψήφισαν αυτή τη φορά για την ανάδειξη ηγεσίας στο κόμμα τους. Στις εκλογές του Νοέμβρη του 2009 κατά τις οποίες είχε εκλεγεί ο Σαμαράς είχαν ψηφίσει κοντά 800.000. Η σύγκριση των δύο μεγεθών συμπυκνώνει και αποκαλύπτει τη διατήρηση της αποστοίχισης των λαϊκών δυνάμεων και από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και μορφοποιεί άλλη μια φορά το πολιτικό πρόβλημα που έχει το αστικό πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα.
Ο Κ. Μητσοτάκης εκλέγεται με το 52,43% των ψήφων, ή 173.297 ψήφους, δηλαδή λιγότερους από τους μισούς που είχε πάρει τότε ο Αντ. Σαμαράς (386.400) ή το 56% των όσων είχε πάρει η τότε ηττημένη αδερφή του (306.452)
Από το Νοέμβρη του 2009 ως το Γενάρη του 2016 μεσολαβούν μόλις 6 χρόνια.
Στην κανιβαλική πολιτική όμως που εξελίσσεται καταμεσής της κρίσης και τα αλλάζει όλα, το 2009 φαντάζει πλέον μακρινό παρελθόν.
Γι’ αυτό, εξάλλου, φροντίζουν και τα ΜΜΕ τα οποία αποκρύπτουν το ζήτημα και όλα μαζί μιλάνε για τη «μαζικότητα των εκλογών κατά την ανάδειξη του σημερινού αρχηγού της ΝΔ».
Αλλά όπως είναι γνωστό, η στρουθοκάμηλος όταν κρύβει το κεφάλι στην άμμο δεν γλιτώνει το υπόλοιπο σώμα.
Παρά το γεγονός πως ο Β. Μεϊμαράκης αναδείχθηκε πρώτος σε 31 από τις 56 εκλογικές περιφέρειες, η ανατροπή και επικράτηση του Μητσοτάκη σε μεγάλες περιφέρειες – όπως της Θεσσαλονίκης, της Λάρισας, των Ιωαννίνων και εκείνη της Αττικής όπου έλαβε ποσοστό 57% – ήταν καθοριστική.
Φαίνεται πως ισχυρά κέντρα εστίασαν στον πούρο νεοφιλελεύθερο Μητσοτάκη. Και εστίασαν μεθοδευμένα όπως φαίνεται όχι μόνο από την εικόνα στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και από το γεγονός πως ο Μεϊμαράκης παρέμεινε ουσιαστικά «στάσιμος» σε απόλυτο αριθμό ψήφων (157.819 στον πρώτο γύρο, 157.224 στο δεύτερο). Γεγονός που δεν ερμηνεύεται μόνο από τα λάθη που όντως έκανε.
«Πιστεύω ότι κάποιοι πολίτες με τη βοήθεια των συστημικών ΜΜΕ και των βαστάζων της διαπλοκής έκρυψαν την αποκρουστική πολιτική εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη και του brand της καταστροφικής για τον τόπο οικογενειοκρατίας που εκπροσωπεί, φιλοτεχνώντας του το προφίλ του δήθεν ελπιδοφόρου ενώ, παράλληλα, φρόντισαν να ταυτίσουν τον Μεϊμαράκη με ό,τι πιο αποκρουστικό και χωρίς ανανεωτικά και εκσυγχρονιστικά συνώνυμα παρεμβάσεων. Τον ακραίο λοιπόν Μητσοτάκη, τον γνήσιο εκφραστή της αντιλαϊκής μνημονιακής πολιτικής και εκπρόσωπο των εγχωρίων και αλλοδαπών μεταπρατών και δανειστών, τον παρουσίασαν ως δήθεν εκσυγχρονιστική και ανανεωτική δύναμη» δηλώνει ακόμη και ο Ν. Νικολόπουλος.
Κι εδώ που τα λέμε, ένας άνθρωπος με σπουδές στο Harvard, στο Stanford, και στο Harvard Business School, τιμημένος με τα έπαθλα «Hoopes» και «Tocqueville» για την εκπόνηση της διατριβής του με θέμα την αμερικανική εξωτερική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα, οικονομικός αναλυτής στην Chase Investment Bank, σύμβουλος στην κορυφαία εταιρία συμβούλων McKinsey and Company στο Λονδίνο, ανώτατο στέλεχος επενδύσεων στην Alpha Ventures της Alpha Bank και του Όμίλου της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, δηλαδή ένα πουλάρι αναθρεμμένο για να ηγείται στις αστικές κούρσες δεν θα μπορούσε να μείνει στο στάβλο.
Αυτό καθαυτό το γεγονός της οργανωμένης ανατροπής υπέρ του Μητσοτάκη, του γεγονότος δηλαδή πως τα αστικά κέντρα δεν τα ικανοποιεί ούτε ο φιλελευθερισμός στυλ Μεϊμαράκη, αποκαλύπτει άλλη μια φορά τη σκληρότητα και αποφασιστικότητά τους στην προώθηση αυτής της, αντιδραστικότερης και βαθύτερης έκδοσης του Θατσερισμού, νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Επικυρώνει ξανά την πρωτοφανή επιθετικότητα σε βάρος των λαϊκών αναγκών, του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς. Και μάλιστα, σε όσον αφορά την τελευταία, στο δυνατό της σημείο, στο ζήτημα των αξιών και της στάσης ζωής.
Ο Μάνος, ο Τζήμερος, ο Γεωργιάδης είναι οι πρώτοι που χαιρέτησαν το γεγονός της εκλογής του Μητσοτάκη ως ελπιδοφόρο. «Ανοιχτό το ενδεχόμενο στελέχη ή ακόμα και εν ενεργεία βουλευτές της Δημοκρατικής Συμπαράταξης να πορευτούν με τη ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη, άφησε, μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο βουλευτής Λεωνίδας Γρηγοράκος. Χαρακτήρισε τον νέο αρχηγό της ΝΔ ως «πολύ καλό πολιτικό», παραγνωρίζοντας πως για τον Μητσοτάκη δεν υπάρχουν σταθερές, κεκτημένα και ανθρώπινα δικαιώματα για εργαζόμενους και συνταξιούχους. «Η εκλογή του κ. Μητσοτάκη δεν είναι αδιάφορη, έχει πολιτικό ενδιαφέρον», βρήκε να δηλώσει ο βουλευτής του Ποταμιού Σπύρος Λυκούδης.
Αλλά και τα ξένα αστικά μέσα χαιρετίζουν την εκλογή Μητσοτάκη «ως αντιπροσώπου της νέας γενιάς κεντροδεξιών πολιτικών στην Ελλάδα» (γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων). «Ο Μητσοτάκης, 47χρονος μεταρρυθμιστής βουλευτής και γόνος μίας από τις ισχυρότερες πολιτικές οικογένειες, επισημαίνει το Reuters, αναμένεται να ασκήσει πίεση επί του 41χρονου Τσίπρα… Πρώην τραπεζικό στέλεχος, που υπήρξε επικριτής των πρακτικών των συνδικάτων και της κρατικής σπατάλης, ο Μητσοτάκης αποκάλεσε τον Τσίπρα ‘ψεύτη’, αλλά επίσης άφησε να εννοηθεί ότι μπορεί να συνεργασθεί μαζί του επί εθνικών θεμάτων υπό ειδικούς όρους» συμπληρώνει το πρακτορείο.
Η μέχρι πρότινος εν πολλοίς εκτίμηση ότι δεν υπάρχει προς το παρόν αντίπαλο δέος στον Τσίπρα οδηγεί μέχρι σήμερα «την πλευρά των δανειστών» να ‘συμβιβαστούν’ μαζί του, βλέποντας ότι η δυναμική είναι με το μέρος του. Θεωρούν κυρίως ότι η συνεργασία με τον Τσίπρα είναι ωφέλιμη καθώς «περνά» τα μέτρα μετασχηματίζοντας σε ασπόνδυλα χθεσινούς αγωνιστές. Επιπλέον δε η προώθηση διαφορετικών σεναρίων θα πυροδοτούσαν την πολιτική αστάθεια, καθώς το αντίπαλο δέος ήταν απλά το χάος.
Αλλά η πολιτική φθορά εξαιτίας της προωθούμενης πολιτικής είναι αναπόφευκτη.
«Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνεχίσει με την ίδια δυναμική και αποδοχή που έχει δημιουργήσει γύρω από το πρόσωπό του, τότε μην παίρνετε όρκο ότι οι πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα είναι κάτι που οι δανειστές θα ήθελαν να δουν να αποφεύγεται» διέρρευσε ανώνυμος επικεφαλής αμερικανικού think tank στην Ουάσινγκτον. Η ανάδειξη δηλαδή του Μητσοτάκη σε «αντί-Τσίπρα» στις αναλύσεις και τη συνείδησή τους, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε μία νέα προσεκτική επιθετικότερη αναπροσαρμογή της στρατηγικής τους απέναντι στην Αθήνα όσο βλέπουν την αντιπολίτευση να ανασυντάσσεται.
Στο κάτω κάτω, γι’ αυτούς, καλός ο Τσίπρας και η Περιστέρα, αλλά άλλο ο Μητσοτάκης, ο «δικός μας συνολικά και αυθεντικά», το σόι του και η γυναίκα του, με πτυχία από το Πανεπιστήμιο της Βοστόνης και δεύτερο από το Κολούμπια, με παππού τον Ματίας Γκραμπόφσκι, φαρμακοβιομήχανο στη Βαρσοβία, πατέρα φαρμακοβιομήχανο με έδρα το Λονδίνο και ιδιοκτήτη της Γκαλερί Γκραμπόφσκι.
Φτάνει να εξασφαλίζει την «κοινωνική, κατά το δυνατόν, ειρήνη και αποδοχή».
Η Νέα Δημοκρατία, ως εκπρόσωπος του παραδοσιακού ελληνικού βιομηχανικού και τραπεζιτικού κεφαλαίου, όπως αυτό μετασχηματίζεται στα πλαίσια των νέων μορφών οργάνωσης των καπιταλιστικών σχέσεων και της διαπλοκής με το διεθνή ιμπεριαλισμό, κατά προτεραιότητα με το ευρωπαϊκό του κέντρο, διατηρεί και εκσυγχρονίζει την ταξική φυσιογνωμία της, ως κόμμα μεγαλοαστικού χαρακτήρα. Ταυτόχρονα επιχειρεί να εξασφαλίσει τη χαμένη υποστήριξη από μικροαστικά και ανώτερα ενδιάμεσα στρώματα, με τα πιο «δυναμικά» εναπομείναντα ενδιάμεσα μισθωτά στρώματα, το ρεύμα των «εξατομικευμένων» επιδιώξεων μέσα στους εργαζόμενους και στη νεολαία και σε τμήματα των πιο αποδιαρθρωμένων λαϊκών και εργατικών τμημάτων.
Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές και η εσωτερική ανισομετρία στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης οδηγούν τον ελληνικό καπιταλισμό σε μια μειωμένη αναπτυξιακή δυναμική, σε αποδιάρθρωση σε ορισμένους τομείς του παραγωγικού του ιστού, στον πλουτισμό σε λιγότερα χέρια, στη φτώχεια, την καταστολή. Η προσφυγή του καπιταλιστικού συστήματος σε αυτό το είδος του γενικευμένου «ολοκληρωτισμού», που προδίδει την ανικανότητα των σύγχρονων ποιοτικών μετασχηματισμών του κεφαλαίου να εγκαινιάσουν μια νέα εποχή σταθερής κερδοφορίας ανάλογη με τις τρεις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, διατηρεί τους βασικούς συντελεστές κοινωνικής αστάθειας.
Η νεοφιλελεύθερη, βαθιά αντιλαϊκή, μνημονιακή πολιτική που επαγγέλλεται η Νέα Δημοκρατία δημιουργεί και θα δημιουργεί ρήγματα στο εσωτερικό της, την καθηλώνει.
Η πολιτική αυτή, σε συνδυασμό με τις κατά καιρούς κρίσεις στην εκκλησία, προσθέτουν ένα κενό στην ιδεολογική εκπροσώπηση του «θυμωμένου λαϊκού συντηρητικού κοινού» που ανατροφοδοτεί σχετικά μαζικά ακροδεξιά ρεύματα.
Αυτή η αντικειμενική ρευστή κατάσταση, από την οποία δε φαίνεται να μπορεί να ξεφύγει, θα επικαθορίζει και το Μητσοτάκη. Ωστόσο, αυτή η τρέχουσα, διατηρούμενη ρευστότητα και μεταβατικότητα των πολιτικών επιλογών και ιδεολογικών στηριγμάτων στα διάφορα στρώματα και τάξεις της κοινωνίας δεν θα διαρκέσει επ’ αόριστον.
Οι αναζητήσεις θα είναι συνεχείς μέχρι να διαμορφωθεί, ανάλογα με το ποια θα είναι η πορεία και της κρίσης και ο χαρακτήρας πολιτικής εξόδου από αυτήν, ένα νέο περιβάλλον κοινωνικής και επομένως και πολιτικής σχετικής σταθερότητας, με σχετικά προσωρινά παγιωμένους νέους συσχετισμούς.
Πάνω σ’ αυτή τη γενικότερη δυναμική της περιόδου, η ωριμάζουσα κατάσταση φαίνεται να οδηγείται αντικειμενικά, εξαιτίας των διογκούμενων αντιφάσεων και αντιθέσεων, σε μια δυναμική κοινωνική κατάσταση – διάδοχο της σημερινής, που θα σημαδεύεται από σκληρές διεκδικήσεις γύρω από πλευρές, αλλά και γύρω από την ουσία και τον πυρήνα της εκμετάλλευσης. Πρόκειται για την προοπτική μιας ιστορικής αντιστροφής, που μπορεί να σημαδεύεται από τα επιτακτικά αιτήματα για «να φάει ψωμί ο εργάτης», αλλά και την αναγκαιότητα και την πάλη για τις ελευθερίες που απαιτεί ο σύγχρονος κοινωνικός πολιτισμός. Για την προοπτική ενός «πολέμου κατάκτησης θέσεων» οι οποίες όχι μόνο δεν θα μεταθέτουν, αλλά – ανάλογα πώς θα πολιτευτούμε ως Αριστερά – θα προετοιμάζουν και την τελική αναμέτρηση.
Α. Α.