Η Οκτωβριανή Επανάσταση ήταν το κορυφαίο γεγονός του 20ού αιώνα. Η κοσμοϊστορική σημασία της φαίνεται από το γεγονός ότι και ο αστικός Τύπος στα 100χρονά της προβαίνει σε εκτενή αφιερώματα, εχθρικού κατά κανόνα χαρακτήρα. Πρόσφατα, για παράδειγμα τα Νέα είχαν ένα μεγάλο ένθετο, που αν εξαιρέσουμε 2-3 κείμενα, ήταν εντελώς άθλιο. Σε μια επιγραμματική κρίση, αν κουρευόμασταν όλοι οι παριστάμενοι, οι τρίχες που θα μαζεύαμε θα ήταν λιγότερες από όσες περιέχονται στο συγκεκριμένο αφιέρωμα.
Το τρίπτυχο μάζες-σοβιέτ-κόμμα είναι κεντρικό στην πρώτη νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση. Πραγματικά, οι μάζες, τα σοβιέτ και το κόμμα είναι τα τρία «πράγματα» που πρέπει να μορφοποιηθούν και να έρθουν στη σωστή τους σχέση για να γίνει η επανάσταση – όχι για να ξεσπάσει, αλλά για να είναι νικηφόρα. Σε μια πολύ χοντρική αναλογία, αν οι μάζες είναι το όχημα της επανάστασης, τα σοβιέτ είναι ο κινητήρας και το κόμμα ο οδηγός. Θα αναφερθώ κυρίως στην εμπειρία του Οκτώβρη αλλά και άλλων επαναστάσεων για να συζητήσω πώς τα διδάγματά της μπορεί να αξιοποιηθούν σήμερα.
Οι μάζες
Ένα από τα πιο σημαντικά διδάγματα του Οκτώβρη είναι η γοργή ριζοσπαστικοποίηση των μαζών στη διάρκεια μιας επαναστατικής κατάστασης. Είναι ένα φαινόμενο που έχει παρατηρηθεί σε αρκετές επαναστάσεις, αλλά ο Οκτώβρης το παρουσιάζει με την πιο καθαρή, κλασική μορφή. Ο Λένιν είχε αναφερθεί σε αυτό, όταν έλεγε ότι η Ρωσία βρισκόταν 10 και 100 φορές πιο αριστερά από ό,τι νόμιζαν όχι μόνο οι της Προσωρινής Κυβέρνησης, αλλά και πολλοί Μπολσεβίκοι. Εδώ θα παραθέσω όμως μερικές διεισδυτικές παρατηρήσεις που προέρχονται από μια απρόσμενη πλευρά, από τον Πάβελ Μιλιουκόφ, τον ηγέτη των Καντέτων, του κόμματος της ρωσικής φιλελεύθερης αστικής τάξης. Τι διατυπώνει σε ένα βιβλίο του γραμμένο στα 1922, την επαύριο της ήττας των Λευκών.
«Η ψυχολογία όλων των πραγματικών επαναστάσεων είναι η ίδια. Αναπτύσσονται από συγκριτικά μετριοπαθείς σε πιο προωθημένες και ακραίες τάσεις, καθώς το κίνημα περνά από τις ηγετικές ομάδες στις ανοργάνωτες μάζες. Μια επανάσταση δεν είναι μόνο η δραματική ανατροπή μιας κεντρικής κυβέρνησης. Είναι μια διαδικασία, μια μεταβαλλόμενη κατάσταση πνεύματος σε μεγάλα κοινωνικά στρώματα, και αυτή η διαδικασία παίρνει καιρό για να ριζώσει και να περάσει από όλα τα στάδιά της. Για όσο αυτή η εσωτερική διαδικασία στον κοινωνικό οργανισμό δεν έχει διατρέξει την αναπόφευκτη πορεία της, η επανάσταση είναι προορισμένη να διαρκεί και να αναπτύσσεται. Το φυσικό τέλος της διαδικασίας είναι – η εκπλήρωση των διεκδικήσεων και επιθυμιών που προβάλλουν οι μάζες και που έμειναν χωρίς ικανοποίηση από τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις οι οποίες καταστρέφονται στη διαδικασία του επαναστατικού αγώνα. Υπάρχει ένα είδος ενστικτώδους φόβου από τη μεριά των μαζών, μήπως μια επανάσταση τελειώσει πολύ γρήγορα. Αισθάνονται ότι μπορεί να αποδειχτεί εκτρωματική αν η νίκη κερδηθεί μόνο από τα μετριοπαθή στοιχεία. Οποιαδήποτε και αν είναι τα ονόματα ή τα προγράμματα των πολιτικών κομμάτων, οι μάζες στην κατάσταση της επανάστασης πάντα επιλέγουν ως συνήγορό τους εκείνους που προτείνουν τις πιο ακραίες λύσεις. Απεναντίας, τέτοιες ομάδες που σκοπεύουν να σταματήσουν την επανάσταση πίσω από αυτό το όριο, και έτσι φαίνεται να αποκλείουν τις προοπτικές των πιθανών επιτευγμάτων της, γρήγορα τις υποπτεύονται για “αντεπαναστατικά αισθήματα” και παραμερίζονται από ένα επαναστατικό κίνημα σε εξέλιξη».
Ο Μιλιουκόφ, εκτός από οξυδερκής αστός πολιτικός ήταν και ένας αξιόλογος ιστορικός. Τις ιστορικές μελέτες του, τις εκτιμούσε και ο Λένιν, σε αντίθεση με την πολιτική του, και εδώ συνοψίζει εξαιρετικά την ψυχολογία των μαζών στην επανάσταση. Δυο-τρεις μόνο παρατηρήσεις.
1. Η ριζοσπαστικοποίηση των μαζών που περιγράφει ο Μιλιουκόφ δεν είναι ευθύγραμμη, είναι κυματοειδής. Στη ρωσική επανάσταση έχουμε μετά το Φλεβάρη μια αρχική φάση πατριωτικής μέθης των μαζών, και μόνο όταν αυτές οι αυταπάτες διαλύονται, γίνεται η αποφασιστική
2. Η ριζοσπαστικοποίηση δεν είναι επίσης, ως προέκταση, αυθόρμητη. Καθοριστικό ρόλο παίζει η παρέμβαση του κόμματος, ιδιαίτερα ο σωστός πολιτικός προσανατολισμός στις κρίσιμες καμπές. Ο Τρότσκι παρατηρεί, στα κείμενά του για τη Γερμανία, ότι η κατάσταση στη Ρωσία τον Αύγουστο του 1917 ήταν επαναστατική, αν όμως οι Μπολσεβίκοι είχαν υιοθετήσει λάθος γραμμή απέναντι στο πραξικόπημα του Κορνίλοφ θα μπορούσε να βρεθούν αντιμέτωποι με μια αντεπαναστατική κατάσταση.
3. Η ριζοσπαστικοποίηση, ακόμη και με μια σωστή πολιτική, όταν πρόκειται για χώρες με πιο ισχυρό καπιταλισμό από το ρωσικό, δεν είναι δεδομένη. Στη μεγάλη κρίση του 1929, και πιο πριν στην Ιταλία, είχαμε άμεσα μια μεγαλύτερη ενίσχυση του φασισμού, της αντίδρασης, όχι του κομμουνισμού. Κάτι ανάλογο παρατηρούμε μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης το 2007, με τη συνεχή ενίσχυση της ακροδεξιάς σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Δυο παράγοντες πρέπει να επισημανθούν ως εξήγηση του τελευταίου φαινομένου. Ο πρώτος είναι η τάση των καταστρεφόμενων μικροαστών, που είναι τα πρώτα θύματα της κρίσης, να αποζητούν την εύκολη λύση. Το να ακολουθήσουν το φασισμό για να πάρουν πίσω κάτι από τα χαμένα τους σε βάρος των εργατών είναι πιο εύκολο από το να αγωνιστούν μαζί με την εργατική τάξη για την ανατροπή του καπιταλισμού. Και το δεύτερο είναι ένα φαινόμενο που επισήμανε ο Γκράμσι, η διατήρηση στη συνείδηση των μαζών παρωχημένων ιδεολογιών και προτύπων που δεν ανταποκρίνονται στα συμφέροντά τους, αλλά τους γίνονται μια δεύτερη φύση μέσα από τη μαζική χειραγώγηση. Για παράδειγμα, σήμερα, ο καταναλωτισμός, η λογική του ατομικού βολέματος, η αντιπάθεια απέναντι στους μετανάστες, που μας κλέβουν τις δουλειές, κοκ.
Τα σοβιέτ
Υπάρχει μια αρκετά διαδεδομένη άποψη ότι τα σοβιέτ ήταν κάτι ειδικό, το διακριτικό γνώρισμα των δυο ρωσικών επαναστάσεων, άντε και εκείνων της Ουγγαρίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας στα 1919-20. Με μια έννοια, της δημιουργίας ενός κράτους νέου τύπου, βασισμένου στην ένοπλη ισχύ της εργατικής τάξης, μπορεί ίσως να θεωρηθούν γνώρισμα και της Παρισινής Κομμούνας. Αυτή η άποψη δεν είναι ακριβής.
Ο Τάκης Μαστρογιαννόπουλος, στην πολύ αξιόλογη μελέτη του Ιστορία των Τριών Διεθνών, τόμος 1, για την 1η Διεθνή, δείχνει ότι η τάση για αυτό-οργάνωση από τα κάτω των εργατών και των πληβειακών στρωμάτων υπήρχε ήδη στο 19ο αιώνα και στον ένα ή τον άλλο βαθμό εκδηλώθηκε στα κινήματά τους.
Στο χαρτιστικό κίνημα στη δεκαετία του 1830 η Εθνική Συνέλευση των Χαρτιστών ήταν ένα είδος εμβρυακής εργατικής αντικυβέρνησης.
Στις γαλλικές επαναστάσεις του 1830 και του 1848 είχαμε επίσης αντίστοιχες μορφές. Ιδιαίτερα το 1848 σχηματίστηκε η Επιτροπή του Λουξεμβούργου, από το μέγαρο του Λουξεμβούργου όπου συνεδρίαζε, η οποία ήταν ένα πρόπλασμα σοβιέτ, με επικεφαλής τους μετριοπαθείς σοσιαλιστές Λουί Μπλαν και Αλμπέρ, οι οποίοι συμμετείχαν και στην Προσωρινή Κυβέρνηση. Αυτό θυμίζει αρκετά το δυισμό της εξουσίας, που προέκυψε το 1917 μετά την επανάσταση του Φλεβάρη, γεγονός που επισημάνθηκε και από τον Μαρξ στο έργο του Ταξικοί Αγώνες στη Γαλλία από το 1848 ως το 1850: «Πλάι στα υπουργεία των οικονομικών, του εμπορίου, των δημόσιων έργων, πλάι στην τράπεζα και τα χρηματιστήρια, ορθώθηκε μια σοσιαλιστική συναγωγή, που οι πρωθιερείς της, ο Λουί Μπλαν και ο Αλμπέρ, είχαν για καθήκον… να δώσουν δουλειά στο παρισινό προλεταριάτο».
Τα σοβιέτ, λοιπόν, δεν ήταν κάτι ειδικά ρωσικό ούτε εντελώς νέο, με την έννοια ότι έμβρυά τους προϋπήρξαν σε άλλες ευρωπαϊκές επαναστάσεις. Το νέο στις ρωσικές επαναστάσεις είναι ότι αυτές οι δομές μπόρεσαν να σταθεροποιηθούν, ξεπέρασαν το εμβρυακό στάδιο και μπήκαν στον αγώνα για την εξουσία. Στην πρώτη ρωσική επανάσταση σχηματίστηκαν ουσιαστικά, μόνο σοβιέτ των εργατών. Ο Λένιν σε ένα σημαντικό κείμενό του της περιόδου τόνιζε την ανάγκη να σχηματιστούν επίσης σοβιέτ των στρατιωτών, των αγροτών και της επαναστατικής διανόησης. Και ο Τρότσκι την ίδια περίοδο είχε διαβλέψει τη σύγκληση ενός πανεθνικού συνεδρίου των σοβιέτ, ως τον τρόπο για να μετατραπούν τα σοβιέτ σε προσωρινή κυβέρνηση.
Αυτή η διεύρυνση δεν έγινε δυνατή στην πρώτη ρωσική επανάσταση. Ο τσαρισμός διατήρησε τον έλεγχο στο στρατό και μπόρεσε να την καταπνίξει. Στην επανάσταση του 1917 αντίθετα η σοβιετική οργάνωση απέκτησε πανεθνική εμβέλεια. Όπως δείχνει ο Φοίβος-Σταύρος Μακρίδης, σε ένα άρθρο του για τα Σοβιέτ στην τελευταία Μαρξιστική Σκέψη, το σοβιετικό κίνημα ήδη από το Μάρτη του 1917 συσπείρωνε στην Πετρούπολη πάνω από 800.000 εργάτες, τριπλάσιο του μέγιστου που είχε επιτύχει στα 1905. Τα σοβιέτ παρενέβαιναν στο επίπεδο της γειτονιάς, ως τοπικά σοβιέτ, στα εργοστάσια, ως εργοστασιακές επιτροπές, και κεντρικά, ελέγχοντας την Προσωρινή Κυβέρνηση. Υπήρχε λοιπόν ένα πυκνό δίκτυ οργανώσεων και με το παραμέρισμα της συμφιλιωτικής ηγεσίας αυτές οι οργανώσεις έγιναν η βάση της νέας επαναστατικής εξουσίας.
Μετά το 1917 αρκετές επαναστάσεις επιβεβαίωσαν τη θεμελιώδη σημασία των σοβιέτ, υπήρξαν όμως και επαναστάσεις που έφτασαν στη νίκη, στις οποίες δεν σχηματίστηκαν σοβιέτ ή είχαν περιορισμένη έκταση και δευτερεύοντα ρόλο.
Σοβιέτ είχαμε στις ηττημένες επαναστάσεις του 1919-20 στη Γερμανία, Ιταλία και Ουγγαρία. Επίσης στην κινεζική επανάσταση, μετά το 1928, σχηματίστηκαν αγροτικά σοβιέτ, που αποτέλεσαν τη βάση για την νέα επαναστατική εξόρμηση.
Στη Γερμανία στα 1930 ο Τρότσκι χαρακτήρισε ως εμβρυώδη σοβιέτ τις κοινές επιτροπές άμυνας ενάντια στους φασίστες που σχημάτιζαν σποραδικά, ενάντια στην πολιτική των ηγεσιών των κομμάτων τους, σοσιαλδημοκράτες και κομμουνιστές εργάτες. Ο Τρότσκι τόνισε σε αυτή τη συνάρτηση τον χαρακτήρα των σοβιέτ ως ενιαιομετωπικών οργάνων.
Στην Ισπανία το 1936 δεν είχαμε σοβιέτ με την έννοια του Οκτώβρη. Υπήρχαν όμως επαναστατικά συνδικάτα και πολιτοφυλακές, και αν υλοποιούνταν η πρόταση των αριστερών σοσιαλιστών του Καμπαγιέρο στη διάρκεια της κυβερνητικής κρίσης το Μάη του 1937 για σχηματισμό μιας συνδικαλιστικής κυβέρνησης, με αποκλεισμό των αστών και ρεφορμιστών, πρόταση την οποία τορπίλισε η σταλινική ηγεσία του ΚΚ της Ισπανίας, αυτό θα προσέγγιζε στην πράξη σε μια σοβιετική κυβέρνηση.
Στο γιουγκοσλαβικό αντάρτικο είχαμε συμβουλιακές εμπειρίες (οι πολιτικές επιτροπές), εν μέρει και στο ΕΑΜ (η λαϊκή αυτοδιοίκηση στην Ελεύθερη Ελλάδα), ωστόσο αυτές έπαιξαν μάλλον δευτερεύοντα ρόλο, με τον αντάρτικο στρατό να είναι η κύρια επαναστατική δύναμη κρούσης. Αυτό ίσχυσε επίσης και στην κουβανική επανάσταση, όπου οι πολιτικές επιτροπές δημιουργήθηκαν το 1960, μετά τη νίκη της, με πρωτοβουλία του Κάστρο και του Τσε.
Στην πορτογαλική επανάσταση του 1974, τη μόνη σύγχρονη ευρωπαϊκή επανάσταση, είχαμε μια αρκετά ισχυρή συμβουλιακή βάση, με εργατικές επιτροπές να οργανώνουν γενικές απεργίες, επιτροπές σπουδαστών, κ.ά.
Τέλος, στο πρόσφατο κίνημα των Αγανακτισμένων και στις αραβικές επαναστάσεις είχαμε συμβουλιακές εμπειρίες –χαρακτηριστικά παραδείγματα σε μας η συνέλευση της Πλατείας Συντάγματος, οι συνελεύσεις στις γειτονιές, κοκ– που όμως έμειναν και εδώ σε ένα στοιχειακό στάδιο.
Η ιστορική εμπειρία δείχνει έτσι ότι η τάση για αυτό-οργάνωση των μαζών και σχηματισμό σοβιέτ χαρακτηρίζει τις εργατικές επαναστάσεις. Δείχνει όμως ταυτόχρονα ότι στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό, λόγω των μακρόχρονων κοινοβουλευτικών παραδόσεων, υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα σταθεροποίησής τους και ότι μια πιθανή έλλειψη ή αδυναμία του σοβιετικού κινήματος μπορεί ενδεχόμενα να καλυφθεί με άλλους τρόπους.
Σε κάθε περίπτωση, η δημιουργία σοβιέτ είναι πρώτα και κύρια έργο της τάξης, παρότι μπορεί να ενδυναμωθεί από τους κομμουνιστές. Έργο των κομμουνιστών είναι πρώτα και κύρια η δημιουργία του κόμματος.
Το κόμμα
Αυτό μας φέρνει στο τρίτο σκέλος του τριπτύχου, το κόμμα. Θα διατυπώσω μερικές βασικές θέσεις:
1. Ο Οκτώβρης παρουσιάζει με υποδειγματικό τρόπο τη συγκρότηση του επαναστατικού όλου. Στο κόμμα των Μπολσεβίκων συγκεντρώθηκαν όλα τα εργατικά, κομμουνιστικά ρεύματα, και μόνο αυτά, που μπορούσαν να συνεισφέρουν πραγματικά στο έργο της επανάστασης. Η ιστορία δείχνει ότι χωρίς ένα τέτοιο κόμμα, το οποίο καθοδηγείται από μια φωτισμένη μαρξιστική ηγεσία, η νίκη της επανάστασης δεν είναι δυνατή.
2. Η δημιουργία και η αλματώδης ανάπτυξη του μπολσεβίκικου κόμματος δεν ήταν αποτέλεσμα της επανάστασης. Οι βάσεις του, οργανωτικές, προγραμματικές, ιδεολογικές, είχαν τεθεί από τον Λένιν με μια διαρκή και επίμονη εργασία σε όλη την περίοδο από το 2ο Συνέδριο του ΡΣΔΕΚ στα 1903 ως το 1917.
3. Η βάση πάνω στην οποία οικοδομήθηκε το μπολσεβίκικο κόμμα είναι:
Ι. Η κοινή ορθόδοξη μαρξιστική θεώρηση, όχι αναγκαστικά ταυτόσημη, αλλά παρεμφερής.
ΙΙ. Το πρόγραμμα.
ΙΙΙ. Η συμφωνία πάνω στα καθήκοντα του συγκεκριμένου σταδίου.
ΙV. Η οργανωτική αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού.
Σε αυτή τη βάση ο Λένιν θα κάνει στα 1907-12 την ενότητα με τους κομματικούς Μενσεβίκους του Πλεχάνοφ, που στέκουν στην άποψη της ηγεμονίας στη δημοκρατική επανάσταση και αναγνωρίζουν τη σημασία της κοινοβουλευτικής πάλης στην περίοδο της ήττας και της υποχώρησης του κινήματος.
Θα χαρακτηρίσει αντικομματικές τις ομάδες των λικβινταριστών (των δεξιών Μενσεβίκων) που απαρνούνται την επανάσταση, και των οτζοβιστών-τελεσιγραφιστών (των υπεραριστερών Μπολσεβίκων) που επιμένουν σε μια καθαρά επαναστατική τακτική (αποχή από τις εκλογές για τη Δούμα) ενώ έχουν εκλείψει οι όροι της.
4. Το σύγχρονο επαναστατικό κόμμα θα προκύψει από τη συνένωση ομάδων που, παραμερίζοντας στενότητες και αγκυλώσεις, θα βρουν μια κοινή βάση στα παραπάνω σημεία. Η δημιουργία του προϋποθέτει όχι μόνο προγραμματική-ιδεολογική ενότητα, αλλά και μια βασικά κοινή εκτίμηση για τα επίδικα της τωρινής φάσης.
Όσον αφορά την τελευταία πλευρά, θεωρώ εξαιρετικά επίκαιρη την ανάλυση του Τρότσκι σχετικά με τον αμυντικό χαρακτήρα των καθηκόντων του κινήματος στην περίοδο της ανόδου του φασισμού: «Η τακτική του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος», έλεγε ο Τρότσκι το 1930, «στην άμεση περίοδο πρέπει να αποβλέπει στην επίθεση ή στην άμυνα; Απαντούμε: στην άμυνα… Πρέπει να πλησιάσουμε τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες στο πεδίο της άμυνας για να τους οδηγήσουμε έπειτα σε μια αποφασιστική επίθεση»
Σήμερα το κίνημα, στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, δέχεται επίθεση από δυο μέτωπα, τις παραδοσιακές νεοφιλελεύθερες ελίτ, που είναι οχυρωμένες στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, και την ανερχόμενη ακροδεξιά/νεοφασισμό. Στις συνθήκες αυτές μπαίνουν βασικά αμυντικά καθήκοντα, καθήκοντα συγκέντρωσης δυνάμεων ώστε να αποκρουστεί η επίθεση της αντίδρασης. Η λογική της αντεπίθεσης, που υποστηρίζει στη χώρα μας το ΚΚΕ, μια επανέκδοση της σταλινικής γραμμής της 3ης περιόδου, αλλά εν μέρει και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες ομάδες, είναι βαθιά λαθεμένη. Υπερπηδά τα καθήκοντα του τωρινού σταδίου για χάρη άλλων, μη επίκαιρων ακόμη καθηκόντων, και εμποδίζει έτσι τη συγκέντρωση των δυνάμεων του κινήματος.
Θέτοντάς το επιγραμματικά, σήμερα δεν είμαστε στο 1917, αλλά στο 1907-12, δεν είμαστε στο 1936 της Ισπανίας, αλλά στο 1933. Αυτή η εκτίμηση έχει σοβαρές συνέπειες. Για παράδειγμα, στα 1917 ο κοινοβουλευτισμός έπαιξε μικρό ρόλο, όπως όμως τόνιζε ο Λένιν, στην υποχώρηση του 1907-12 η κοινοβουλευτική πάλη είχε μεγάλη σημασία ως μοχλός αποκατάστασης των αδυνατισμένων δεσμών με τις μάζες.
5. Θετικά πρότυπα για τη συγκρότηση της σύγχρονης πρωτοπορίας παρέχουν, εκτός από το Μπολσεβίκικο Κόμμα, η αναδιάταξη του ΚΚ Ιταλίας στα 1925-26 υπό τον Γκράμσι και η δημιουργία του ΠΟΥΜ στην Ισπανία από τον Αντρέ Νιν.
Η συγκρότηση της πρωτοπορίας προϋποθέτει την υπερίσχυση της κομματικής δέσμευσης απέναντι στη δέσμευση της ομάδας. Αυτό πέτυχε ο Γκράμσι με τις Θέσεις της Λυών, παρέχοντας μια συνεκτική βάση για την κομματική ενότητα. Ακόμη και αν αυτή η ενοποίηση δεν μπόρεσε να αποβεί άμεσα αποδοτική στον αγώνα ενάντια στον Μουσολίνι, καθώς επιτεύχθηκε καθυστερημένα, δεν παύει να προσφέρει ένα θετικό παράδειγμα για το σήμερα. Ο Νιν, από τη μεριά του, συνένωσε τις τροτσκιστικές και μπουχαρινικές ομάδες της Ισπανίας, δημιουργώντας μια επαρκή στελεχική βάση για τη δημιουργία ενός μαζικού κόμματος.
Βέβαια, στην περίπτωση του ΠΟΥΜ οι διαφορές μάλλον μπήκαν σε παρένθεση και δεν ξεπεράστηκαν όπως έγινε στο ΚΚ της Ιταλίας επί ηγεσίας Γκράμσι. Το τελευταίο απαιτούσε τότε, και απαιτεί στις μέρες μας, μεταξύ άλλων μια συστηματική καταπολέμηση των ιδεαλιστικών παραχαράξεων του μαρξισμού, που από τους μαχιστές επί Λένιν ως τους Ζίζεκ και τους Μπαντιού σήμερα είχαν και έχουν τη βάση τους στην αστική ιδεολογία.
Συμπερασματικά, η παράδοση του Οκτώβρη και του μπολσεβικισμού είναι η αναντικατάστατη αφετηρία για κάθε επαναστατικό εγχείρημα στην εποχή μας. Σε αυτή την παράδοση καλούμαστε σήμερα να εμβαθύνουμε και να την προσαρμόσουμε στις σύγχρονες συνθήκες και στις συγκεκριμένες καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε.
Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης. Το 2017 κυκλοφόρησαν τα βιβλία του Λένιν. Η Διάνοια της Επανάστασης (εκδόσεις Τόπος) και Υπόθεση Κατίν (εκδόσεις Επίκεντρο). Το παρόν είναι μια ομιλία του στο διήμερο εκδηλώσεων της ΟΚΔΕ για τα 100χρονα του Οκτώβρη στις 4/11/2017.