Η Ελλάδα συνεχίζει να μαστίζεται από μια μεγάλη οικονομική κρίση, τη μεγαλύτερη από την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με αρνητικές επιπτώσεις όχι μόνο οικονομικές, αλλά και κοινωνικές, πνευματικές και στην υγεία των πολιτών της χώρας.
Το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα λιτότητας εφαρμοσμένο από τις μνημονιακές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχει συρρικνώσει τη μεσαία τάξη, φτωχοποιήσει την ελληνική κοινωνία, έχει οδηγήσει τους νέους στην ανεργία ή στη φυγή από τη χώρα. Την ίδια εποχή αυξάνει το χρέος, καταστρέφει τον παραγωγικό ιστό της χώρας, και βάζει ως ενέχυρο τον εθνικό πλούτο που ξεπουλιέται στους δανειστές με εξαιρετικά χαμηλό τίμημα. Μάλιστα, η τωρινή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επιβαρύνεται ιδιαίτερης ευθύνης αφού οικειοποιήθηκε το μνημόνιο και φιλοδοξεί να είναι ο κύριος εκφραστής των δανειστών και των κυρίαρχων μερίδων του ξένου και του ντόπιου κεφαλαίου και ταυτόχρονα, χρησιμοποιώντας επικοινωνιακά κόλπα και αριστερή φρασεολογία, δημιουργεί αμηχανία σε μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας.
Όμως η οικονομική κρίση πέρα από τα πολλά αρνητικά και δεινά αποτελέσματα που έχει επιφέρει στην οικονομία και στην κοινωνία, αποτελεί ίσως και μια ευκαιρία για κοινωνική αλλαγή. Είναι μια πρόκληση για όλους εμάς για την αποδόμηση μιας σαθρής νοοτροπίας και συμπεριφοράς και την ανάδειξη μιας υγιούς συλλογικής συνείδησης η οποία θα βοηθήσει σε μεγάλο βαθμό να πάμε πιο μπροστά και να προοδεύσουμε ως κοινωνία.
Καλούμε λοιπόν για την ενότητα των αντιμνημονιακών αριστερών δυνάμεων της χώρας παίρνοντας υπόψη τις δυσκολίες, τις παραδόσεις, την πολιτική, οργανωτική κουλτούρα του κάθε τμήματος της Αριστεράς στη χώρα μας και στην Ευρώπη, εκτιμώντας βαθιά τη μεγάλη προσφορά των κομμουνιστών, των ριζοσπαστών αριστερών στον κόσμο της εργασίας και του μόχθου, τη μεγάλη προσφορά στον κόσμο των γραμμάτων, του πολιτισμού και της τέχνης, εκτιμώντας, βάσιμα, ότι οι μέρες που έρχονται θα είναι πιο δύσκολες και οδυνηρές για τους εργαζόμενους αν δεν επιχειρήσουμε όλοι μαζί να κόψουμε τις γέφυρες προς τα πίσω, θέλοντας να συμβάλουμε ώστε οι ρόδες να μη γυρίζουν στον αέρα.
Να ξαναδούμε, να κουβεντιάσουμε σχετικά με την πολιτική σ’ ό,τι αφορά την κοινή δράση, τον κοινό βηματισμό, πάνω στα προβλήματα. Κοινή δράση σημαίνει, όπως εμείς το καταλαβαίνουμε, «πάμε μαζί εκεί όπου συμφωνούμε» και όχι «υποταγή στη δική μου αλήθεια», όχι υπερπροβολή του μάξιμουμ για άρνηση και του μίνιμουμ. Πιστεύουμε ότι η κοινή δράση, χωρίς σκοπιμότητες, αποτελεί τη βασική προϋπόθεση και για την ευρύτερη ενότητα, αύριο, αλλά και το έδαφος πάνω στο οποίο θα βρεθούν οι απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα και οι λύσεις στα μεγάλα προβλήματα που γεννήθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Δεν υποτιμάμε καθόλου τις δυσκολίες από τις κατά καιρούς θεσμικές ρυθμίσεις σε αντιδραστική, αντιλαϊκή κατεύθυνση. Η γνώση, όμως, αυτής της πραγματικότητας απέχει πολύ από το να καλλιεργούνται αντιλήψεις που οδηγούν στον αναχωρητισμό και στην απόρριψη των όποιων δυνατοτήτων παρουσιάζονται. Είναι στο χέρι των δυνάμεων της Αριστεράς να προωθήσουν με αποφασιστικότητα ένα πλαίσιο παρέμβασης, κοινής δράσης και κοινών εμφανίσεων, αξιοποιώντας το γεγονός ότι, έτσι κι’ αλλιώς, ο χώρος αυτός προσφέρεται για λαϊκή συνάντηση, για λαϊκή κινητοποίηση με ποικίλους τρόπους.
Στη βάση των παραπάνω σκέψεων και ανησυχιών μας προτείνουμε τη διερεύνηση της δυνατότητας για συγκρότηση κοινής επιτροπής απ’ όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς, ώστε ισότιμα, σ’ ένα τραπέζι ειλικρινούς διαλόγου, να διαπιστωθεί που μπορούμε να πάμε μαζί με μια ιεράρχηση των σοβαρών προβλημάτων που βασανίζουν το λαό και τον τόπο, όπως:
Η διαρκής λιτότητα και η διαρκής επίθεση στην κοινωνική ασφάλιση, το συνταξιοδοτικό, και τα εργασιακά.
Η μεγάλη ανεργία ειδικά στους νέους.
Η κατάσταση στην υγεία και στην παιδεία.
Η δραματική εξέλιξη της μόλυνσης του περιβάλλοντος.
Τα δημοκρατικά, συνδικαλιστικά, κοινωνικά δικαιώματα στις σημερινές συνθήκες.
Να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο της ξενοφοβίας και της καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ξένων.
Να διαμορφώσουμε τους όρους για την κοινή αντίσταση στις επιλογές του ιμπεριαλισμού και των πολυεθνικών εταιριών, για την απόκρουση του αντιδραστικού εθνικισμού και την ανάδειξη του καλώς εννοούμενου πατριωτισμού.
Χωρίς αμφιβολία, για τις παραπάνω γενικές διαπιστώσεις ή για τις ανησυχίες που σημειώνουμε, θα υπάρχει αντίλογος. Να υπάρξει. Αρκεί να κινείται στο πλαίσιο της επιστημονικής κριτικής και όχι του αφορισμού και της συκοφαντίας. Απλά, πιστεύουμε ότι, μέσα από μια νηφάλια, όσο γίνεται, συζήτηση, χωρίς οχυρώσεις πίσω από «αλάθητα», θα «διαβαστεί» σωστότερα η κρίση που μαστίζει τη χώρα, θα ξαναδιαβαστεί η θεωρία του επιστημονικού σοσιαλισμού, θα εντοπιστούν οι πραγματικές αδυναμίες και λάθη στην εφαρμογή της, απαραίτητος όρος για ένα κίνημα προοπτικής και ελπίδας, με αυτοπεποίθηση ότι το μέλλον του κόσμου πρέπει να είναι διαφορετικό από αυτό της σημερινής καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Ανεξάρτητα από το ιδεολογικό, πολιτικό «διά ταύτα» στο οποίο καταλήγει ο καθένας και η κάθε μια αριστερή δύναμη από τη μεριά της και την οχύρωσή της πίσω από αυτό το ιδεολογικό «δια ταύτα», ένα είναι γεγονός: Λογικά, όπως το αντιλαμβάνεται ο κάθε απλός άνθρωπος, δεν μπορεί, όλοι και για όλα, να έχουν δίκιο. Και από την άποψη αυτή, ο διάλογος χωρίς προαπαιτούμενα, όσο και αν πονάει, πρέπει να ανοίξει αποφασιστικά. Πολιτική, όμως, δεν είναι μόνο συζήτηση και το χειρότερο βυζαντινολογία, και το ακόμα πιο χειρότερο ανόητη ισχυρογνωμοσύνη. Είναι πρώτα και κύρια δράση.
Το πρόβλημα της Αριστεράς δεν είναι η έλλειψη πολιτικών κομμάτων αλλά η αδυναμία να αναδειχτεί το κύριο και βασικό σε κοινά αποδεκτό πεδίο συμπόρευσης και συνεργασίας. Συχνά δευτερεύουσες διαφορές και για διάφορες σκοπιμότητες, ανάγονται σε προϋποθέσεις ενότητας με αποτέλεσμα να ακυρώνεται στην πράξη κάθε προσπάθεια για την κοινή δράση, για τη συμπόρευση. Απαίτηση των καιρών είναι η προσπάθεια για την ενότητα δράσης όλων των αριστερών δυνάμεων πάνω στα κρίσιμα προβλήματα του λαού και του τόπου, στη βάση της κλασικής μαρξιστικής αντίληψης της σχέσης του μερικού με το γενικό, στη βάση ακόμα και της κοινής λογικής ότι οι εργαζόμενοι που δέχονται απανωτά πλήγματα απαιτούν ευρύτερη συσπείρωση δυνάμεων, κυρίως εκείνων των δυνάμεων οι οποίες οραματίζονται και προτείνουν μιαν άλλη κοινωνία στη θέση του σημερινού βάρβαρου και απάνθρωπου συστήματος καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Τίθεται, λοιπόν, ξανά το ζήτημα της συνεργασίας, ή, αρχικά, της κοινής δράσης των δυνάμεων της Αριστεράς, χωρίς διακρίσεις, αλλά και σε διαφορετική βάση απ’ ότι χτες. Δυνάμεις της Αριστεράς που πρέπει να προσαρμοσθούν στην νέα βάναυση πραγματικότητα και να απολέσουν παλιές ξεπερασμένες πολιτικές πρακτικές με ιεραρχίες, καπετανάτα και αρχηγίσκους. Να κτισθεί μια Αριστερά από τα κάτω, αμεσοδημοκρατική με σεβασμό στις αποφάσεις των μελών και των πολιτών που την υποστηρίζουν.
Τίθεται ξανά το ζήτημα της ευθύνης των δυνάμεων της Αριστεράς απέναντι σ’ έναν ολόκληρο κόσμο, που στέλνει κατ’ εξακολούθηση, αγωνιώδη μηνύματα. Ο κόσμος υποφέρει, αγωνιά για το μέλλον του και των παιδιών του και δεν μπορεί να περιμένει άλλο! Δεν έχει καιρό για μικροκομματικά καμώματα και ίντριγκες, και θέλει λύσεις στα προβλήματα του τώρα!
Σήμερα λοιπόν που εάν δεν δώσει λύσεις η Αριστερά θα δώσει η Δεξιά ή η Ακροδεξιά ας θυμηθούμε τα σοφά λόγια του Δημήτρη Γληνού στο κείμενό το για το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο: «Όποιος, κρατώντας οποιουσδήποτε προσωπικούς υπολογισμούς, συμφέροντα, μίση, αντιπάθειες, συμπάθειες και φιλοδοξίες και “ιδεολογίες”, καταπολεμάει ή υπονομεύει ή ματαιώνει την ενότητα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, την ενότητα στους σκοπούς, στην οργάνωση και στην καθοδήγησή του, αυτός οπουδήποτε και να βρίσκεται, οπωσδήποτε και να λέγεται, είναι συνεργάτης των ξένων καταχτητών, θεληματικά η άθελα, προδότης του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα».
Απευθυνόμαστε επομένως προς όλες τις δυνάμεις τις Αριστεράς. Στους συντρόφους κομμουνιστές που στους δύσκολους καιρούς της μεγάλης μας Εθνικής Αντίστασης δεν δίστασαν για το κοινό καλό να δώσουν το χέρι ακόμα και σε πολιτικούς αντιπάλους πόσο μάλλον στις αριστερές δυνάμεις. Στους συντρόφους των κινημάτων ενάντια στην παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου και τον κοινωνικό και φυλετικό ρατσισμό και των κινημάτων της κοινωνικής αλληλεγγύης και της προστασίας του περιβάλλοντος. Στους συντρόφους της κομμουνιστογενούς και μη Αριστεράς που μέσα από μεγάλες δυσκολίες συνεχίζουν να δίνουν τον παρόν τους. Σε όλους εκείνους τους συντρόφους μας, εργαζόμενους και διανοούμενους, που για διάφορους λόγους επέλεξαν τη σιωπή, τη μη ενεργή συμμετοχή στην πολιτική και συχνά τη μαζική δράση και να τους πούμε ότι αποτελούν μια σημαντική εφεδρεία του λαού και ακόμη πως όταν οι άνθρωποι σιωπούν ουρλιάζουν τα τσακάλια!
Δημήτρης Μπατσάκης
Χάρης Μπίσιας
Μανώλης Ντουντουνάκης
Νίκος Τζάρας,
Νίκος Φραγκονικολάκης
Χανιά, 2018