Είναι αλήθεια πως τον τελευταίο καιρό παρουσιάστηκε μία πλημμυρίδα άρθρων στο διαδίκτυο και στον ημερήσιο Τύπο σχετικά με τη στάση των κομμουνιστών σε ενδεχόμενο πολέμου ανάμεσα σε Τουρκία και Ελλάδα. Με αφορμή διάφορες απόψεις που διατυπώθηκαν και πολιτικούς σχηματισμούς που συγκρούστηκαν, καταθέτουμε και τη δική μας άποψη.
Α. ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ
Είναι διαδεδομένη η τακτική με βάση την οποία όσοι έχουν αναφορά στον Μαρξισμό, να επικαλούνται ρήσεις, γραπτά και πρακτικές από τους κλασικούς. Είναι, επίσης, γνωστή η μέθοδος της κοπτοραπτικής για να υποστηριχθεί εκείνη ή η άλλη άποψη κι εν μέσω τσιτάτων να νομιμοποιηθεί. Υπάρχει, λοιπόν, ένα ζήτημα μεθόδου. Το πρόβλημα δεν είναι η αναφορά στους κλασικούς αλλά το πώς γίνεται αυτή. Αποκτά αξία μόνο υπό τις εξής προϋποθέσεις: α) όταν εξετάζεται το σύνολο της σκέψης τους σε ένα γραπτό τους για ένα συγκεκριμένο ζήτημα κι όχι αποκόπτοντας αποσπάσματα που νιώθουμε ότι εναρμονίζονται με το ιδεολογικό μας πλαίσιο, β) όταν μελετάμε τη σκέψη τους στο σύνολο του έργου τους, εντοπίζοντας αλλαγές ή και λάθη, γ) όταν εξηγούμε γιατί είχαν τη συγκεκριμένη σκέψη κι όχι κάποια άλλη με δεδομένο το ιστορικό πλαίσιο της εποχής τους.
Μια δεύτερη μεθοδολογική παρατήρηση έχει να κάνει με το αν λαμβάνουμε υπόψη την κλασική λενινιστική προτροπή να εξετάζουμε τα φαινόμενα ιστορικά: το συγκεκριμένο γεγονός τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Η παράβλεψη αυτής της αρχής μας οδηγεί σε αυθαίρετες αφαιρέσεις και εν τέλει στη δογματική κι όχι διαλεκτική θεώρηση των πραγμάτων.
Β. Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ
Εξετάζοντας την εμπειρία του κομμουνιστικού κινήματος σε σχέση με τον πόλεμο, θα μπορούσε κάποιος να δει είτε σοβαρές αντιφάσεις, είτε ότι το ζήτημα του πολέμου αντιμετωπίστηκε κατά βάση διαλεκτικά (επιλέγουμε αναφανδόν τη δεύτερη εκδοχή). Εξαρτάται από τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
Eίναι πασίγνωστο το απόφθεγμα του Κομμουνιστικού Μανιφέστου με βάση το οποίο «οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα». Ωστόσο δεν πρέπει να παραβλέπουμε πως ο Μαρξ και ο Ένγκελς καλούσαν τους προλετάριους να λάβουν μέρος σε εθνικούς πολέμους: α) ο Μαρξ το 1849, β) ο Ένγκελς το 1859 και το 1891. Μάλιστα ο τελευταίος το 1891 καλούσε σε υπεράσπιση της πατρίδας, εξαιτίας της απειλής και του επερχόμενου τότε πολέμου της Γαλλίας (Μπουλανζέ) και του Αλέξανδρου του Γ’ ενάντια στη Γερμανία.
Στην περίοδο του Α΄ παγκόσμιου πολέμου όπου οι λαοί οδηγήθηκαν στο ιμπεριαλιστικό σφαγείο και που ο κόσμος είχε χωριστεί σε δύο στρατόπεδα, η Σοσιαλδημοκρατία υιοθέτησε σοσιαλσοβινιστικές θέσεις, ενστερνίστηκε τα εθνικιστικά αφηγήματα, ψήφισε τις πολεμικές πιστώσεις στα εθνικά κοινοβούλια ενόψει της επικείμενης σφαγής. Η Διεθνιστική αριστερά (Λένιν, Λούξεμπουργκ) διαφοροποιήθηκε από το κυρίαρχο τμήμα της Σοσιαλδημοκρατίας και προέτρεψε τους εργάτες να μην μπούνε σε μία διαδικασία «κάτω από ξένες σημαίες», δηλαδή υπό την ηγεμονία των κεφαλαιοκρατών. Πάντως, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση υπήρξε τουλάχιστον μία εξαίρεση, αφού ο Λένιν αναγνωρίζει πως ο πολεμικός αγώνας της Σερβίας, αποτελεί μία δίκαιη πράξη. Επιπλέον, διαβάζοντας κάποιος το γράμμα του Λένιν στην Αρμάντ, καταλαβαίνει τι σημαίνει διαλεκτική σκέψη και γιατί ο μεγάλος επαναστάτης αποτελεί παράδειγμα σκέψης και για το σήμερα.
Στο Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, αν και παγκόσμιος και αυτός και ιμπεριαλιστικός από την πλευρά της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Ιαπωνίας, τα πράγματα διαφοροποιήθηκαν ριζικά. Τώρα υπήρχε η Σοβιετική Ένωση. Τώρα υπήρχε ο φασισμός-ναζισμός. Τώρα υπήρξαν ιμπεριαλιστικές χώρες που για τους δικούς τους λόγους (αν και η πολιτική τους παλινδρόμησε ανάμεσα σε διάφορες εκδοχές) βρέθηκαν απέναντι στον Άξονα. Επομένως, ο πόλεμος από την πλευρά της Σοβιετικής Ένωσης ήταν ένας πόλεμος πατριωτικός, αντιφασιστικός, διεθνιστικός και συνάμα αντιιμπεριαλιστικός.
Όσον αφορά την ελληνική περίπτωση η εκστρατεία του 1922 στη Μικρά Ασία, συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση του ΣΕΚΕ και το μικρό τότε κόμμα της εργατικής τάξης, έδωσε ένα θαυμάσιο δείγμα ταξικής πολιτικής.
Το 1940, όμως, είναι μια εντελώς διαφορετική περίπτωση. Η φασιστική Ιταλία εισβάλλει στην Ελλάδα. Ο λαός εμφορείται από πατριωτικά αισθήματα και το γράμμα Ζαχαριάδη έμελε να χαράξει μία κατευθυντήρια γραμμή για τη μετέπειτα ιστορική εξέλιξη. Ο ελληνικός τροτσκισμός, τουλάχιστον ένα μέρος του, στάθηκε απέναντι στη γραμμή του ΚΚΕ. Καλούσε σε «συναδέλφωση με τα ταξικά μας αδέλφια, τους Γερμανούς». Η κατάληξη είναι γνωστή: από τη μία καταδίκη στην ιστορική αφάνεια. Από την άλλη δημιουργία ενός ηρωικού και ρωμαλέου κινήματος αντίστασης που έγραψε ιστορία και αποτέλεσε, αποτελεί και θα αποτελεί φωτεινό παράδειγμα για δράση και που διαμόρφωσε ένα συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου.
Γ. Η ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ
Τι ακριβώς γίνεται σήμερα με την Τουρκία; Η Τουρκία έχει «ανεβάσει στροφές» όσον αφορά την επιθετικότητά της με τρόπο που δημιουργεί σοβαρές και βάσιμες ανησυχίες. Η επιθετικότητά της εδράζεται στην κάτι παραπάνω από αξιοπρόσεκτη οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων ετών, στην ανάπτυξη της πολεμικής της βιομηχανίας, στην άνοδο του δευτερογενούς τομέα της, στη διατροφική της αυτάρκεια, στο ότι είναι όγδοη δύναμη στρατιωτικά στον κόσμο, στον μεγάλο της πληθυσμό. Όλα αυτά έχουν οδηγήσει τη σημερινή τουρκική αστική τάξη να επιδεικνύει μία αναβαθμισμένη επιθετικότητα, να αποκτά βαθμούς ελευθερίας από τις ΗΠΑ, να διεκδικεί συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων στο Αιγαίο, να εισβάλει στο Αφρίν κ.λπ. Η συμπεριφορά της φέρει πλέον ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται για ιμπεριαλιστική δύναμη.
Από την άλλη η ελληνική αστική τάξη, δέσμια από τις απαρχές της, πολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών εξαρτήσεων και παράλληλα έχοντας απολέσει θέσεις στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας εν μέσω κρίσης, επιχειρεί να αναβαθμίσει τη θέση της. Η προσπάθεια αυτή εκφράζεται μέσα από τη συγκρότηση του άξονα Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, τη συμμετοχή της στην άσκηση Ηνίοχος, την επιθυμία της να αξιοποιήσει, προφανώς μέσω τρίτων, τα κοιτάσματα του Αιγαίου, την αποδοχή της λειτουργίας παλιών και νέων αμερικανικών βάσεων. Εδώ, όμως, πρέπει να αποσαφηνίσουμε κάτι. Είναι άλλο οι ενδόμυχοι πόθοι της ελληνικής αστικής τάξης και άλλο η πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα μας λέει πως η όποια αναβάθμιση, αν και όταν επιτευχθεί θα είναι κάτω από το άγρυπνο μάτι των ΗΠΑ και της ΕΕ. Και η όποια αναβάθμιση θα ισοδυναμεί με την απόδοση ορισμένων ξεροκόμματων, αφού τα φιλέτα θα τα γεύονται άλλοι. Σε κάθε περίπτωση η ελληνική αστική τάξη στον ανταγωνισμό της με την τουρκική, δεν μπορεί αντικειμενικά να παραστήσει τον τσαμπουκά της υπόθεσης. Όχι γιατί είναι φιλειρηνική, αλλά γιατί δεν της το επιτρέπει η θέση και η δυναμική της.
Αν, λοιπόν, η Τουρκία αποφανθεί πως θα υλοποιήσει τις επιδιώξεις της μέσω πολεμικού επεισοδίου ή και πολέμου, τι οφείλουν να κάνουν οι κομμουνιστές; Η απάντηση είναι μία και μοναδική. Κάθε πατριώτης, κάθε προοδευτικός πολίτης, κάθε κομμουνιστής οφείλει να υπερασπίσει την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας του. Κανείς δεν δικαιούται να σφυρίζει αδιάφορα. Τα συνθήματα του τύπου «να μην γίνουμε κρέας για τα κανόνια», είναι πασιφιστικά συνθήματα που δεν ανταποκρίνονται επ’ ουδενί στις σημερινές συνθήκες. Ο πόλεμος από την πλευρά της Ελλάδας θα είναι ένας δίκαιος πόλεμος.
Δ. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Τι θέση παίρνει σήμερα η αριστερά μπροστά στο ενδεχόμενο πολέμου;
Ας ξεκινήσουμε από το ΚΚΕ. Στο πλαίσιο της ιδεολογικής και πολιτικής στροφής του που αφομοίωσε τροτσκιστικά στοιχεία και που επισημοποιήθηκε στο 19ο και το 20ο συνέδριο, αμφισβητήθηκε η γραμμή του κομμουνιστικού κινήματος στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο καθώς και το γράμμα του Ζαχαριάδη. Η θέση του σημερινού ΚΚΕ υπήρξε ένα σύμφυρμα απόψεων που αγνοούσε τόσο τα ιστορικά δεδομένα, όσο και τη διαλεκτική-επαναστατική σκέψη. Και ξάφνου η ψηφισμένη γραμμή των συνεδρίων αλλάζει. Το ΚΚΕ μιλά σωστά για την άνοδο της τουρκικής επιθετικότητας και σωστά αναφέρεται στην ανάγκη υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιότητας. Εντούτοις, σε αυτό το σημείο, αναφύονται τρία προβλήματα: α) πώς αλλάζει μία γραμμή χωρίς καμία εξήγηση; β) πώς παραβιάζονται αποφάσεις συνεδρίων που έχουν εγκριθεί, όπως μας ενημέρωνε ο «Ριζοσπάστης», με ομοφωνίες;, γ) η αλλαγή μιας θέσης για να μην απομονωθείς από τον κόσμο κι όχι γιατί εκτιμάς ότι αυτή η αλλαγή είναι επιβεβλημένη λόγω των δεδομένων, είναι ή όχι οπορτουνισμός;
Όσον αφορά τη ΛΑΕ με βάση τη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε για τις εξελίξεις στη Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και τη γενικότερη όξυνση των αντιθέσεων, πρέπει να πούμε πως βρίσκεται σε θετική κατεύθυνση. Θετική είναι και η δήλωση πως θα υπάρξουν πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση ενός φιλειρηνικού-αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Μένει να δούμε αν θα πρόκειται για μία θέση και στάση που θα πάει σε βάθος χρόνου
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, από την άλλη, εγκλωβίστηκε δυστυχώς στα παλιά δήθεν διεθνιστικά σχήματα, ασκώντας κριτική σε όποιον μιλά για υπεράσπιση της πατρίδας και εγκαλώντας τον για εθνικισμό. Κρίμα. Τα όποια θετικά βήματα έκανε μετά τη συγκρότησή της (υιοθέτηση μεταβατικού προγράμματος, ορισμένα πολιτικά ανοίγματα, σωστή στάση στο δημοψήφισμα), τα ανατρέπει όλα. Η θέση για τον πόλεμο είναι εξαιρετικά κρίσιμη για το πώς θα σταθεί ένας πολιτικός φορέας αλλά και για το πώς θα σταθεί απέναντί του ο λαός. Τα ερωτήματα που έρχονται και θέτονται αμείλικτα είναι τούτα: τι θα προτείνουν οι επαναστάτες στο ενδεχόμενο επίθεσης της Τουρκίας; Άρνηση στράτευσης; Συναδέλφωση με τους Τούρκους στρατιώτες; Να φύγουμε από τη χώρα; Να σιωπήσουμε; Να καλέσουμε τον λαό σε εμφύλιο πόλεμο; Τα ερωτήματα, απολύτως πεισματάρικα, ζητάνε απαντήσεις και εδώ δεν μπορεί να σταθεί το «βλέποντας και κάνοντας». Και δεν μπορεί να σταθεί γιατί οι επαναστάτες οφείλουν να προετοιμάζουν τον λαό, πολιτικά, ιδεολογικά και ψυχολογικά. Να του δώσουν μία ολοκληρωμένη πολιτική πρόταση που να εμπεριέχει την αντίσταση στον εισβολέα και στη συνέχεια τον αγώνα για κοινωνική απελευθέρωση. Διαφορετικά η μοίρα του τροτσκισμού περιμένει τους αγνοούντες την ιστορία, την πραγματικότητα αλλά και την κοινή λογική.