Παρά την ήττα του στις εκλογές και το αποτυχημένο πραξικόπημα της περασμένης εβδομάδας, ο Αμερικανός πρόεδρος συνεχίζει ακάθεκτος να υλοποιεί την δολοφονική πολιτική του μια βδομάδα πριν την επίσημη παράδοση των καθηκόντων του, επισπεύδοντας το ξεκαθάρισμα “εκκρεμοτήτων” και δημιουργώντας τετελεσμένα.
Κυρώσεις, εκτελέσεις και πολεμικοί τυχοδιωκτισμοί είναι οι τελευταίες πράξεις μιας προεδρίας που επιλέγει να βάφει τα χέρια της στο αίμα, μέχρι την τελευταία στιγμή.
Κούβα και Υεμένη, στην λίστα των «χορηγών τρομοκρατίας»
Σε δήλωσή του στις 11 Ιανουρίου, ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, αναφερόμενος στη φιλοξενία 10 επαναστατών του Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού (ELN) από την Κούβα, όπως και στη στήριξη της Κούβας στην “αυταρχική κυβέρνηση” του Νικολάς Μαδούρο στην Βενεζουέλα, ανακοίνωσε την κατάταξη της Κούβας στην λίστα των κρατών-χορηγών της τρομοκρατίας. Υπενθυμίζουμε πως ο Μαδούρο, ο οποίος διώκεται χωρίς κανένα στοιχείο από τις αμερικάνικες αρχές για το αδίκημα της “ναρκοτρομοκρατίας”, επιβεβαίωσε για μια ακομα φορά τη νομιμότητα της κυβέρνησής του μέσω των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών, το αποτέλεσμα των οποίων αναγνωρίστηκε από τα μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης και παρά το μποϊκοτάζ που οργανώθηκε από την Ουάσιγκτον. Αντίθετα στην Κολομβία, το μεγαλύτερο έμπορο ναρκωτικών στις ΗΠΑ στην περιοχή, πραγματοποιούνται συστηματικές σφαγες κοινωνικών αγωνιστών από τα σώματα ασφαλείας και τις ακροδεξιές-παρακρατικές οργανώσεις. Για να δικαιολογήσει την ενέργειά του, ο Πομπέο αναφέρθηκε επίσης στο πολιτικό άσυλο που παρέχει η κυβέρνηση της Κούβας στην Αφροαμερικάνα Assata Shakur μέλος του Μαύρου Απελευθερωτικού Στρατού κατά την δεκαετία του ’70. Οι αναφορές του στην “καταπάτηση δικαιωμάτων” αποτελεί μάλλον μια έμμεση αναφορά υπέρ του πορτοκαλί αντεπαναστατικού κινήματος San Isidro, το οποίο έχει προσπαθήσει όλο το προηγούμενο διάστημα να δημιουργήσει εντάσεις με την υποστήριξη των ΗΠΑ.
Μια ημέρα πριν, στις 10 Ιανουραίου, το Αμερικάνικο ΥΠΕΞ τοποθέτησε στην ίδια λίστα την κυβέρνηση του κινήματος Ανσαρλά-Χούτι της Υεμένης, ανακοινώνοντας ακόμα την πρόθεση του θεωρήσει ως τρομοκράτες τους ηγέτες του, Abdul Malik al-Houthi, Abd al-Khaliq Badr al-Din al-Houthi και Abdullah Yahya al Hakim. Τον προηγούμενο μήνα, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ είχε επιβάλλει κυρώσεις σε πέντε Υεμένιους πολίτες και μέλη του κινήματος Χούτι, συμπεριλαμβανομένου του Αναπληρωτή Διευθυντή της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας Mutlaq Amer al-Marani, του Επικεφαλής του Γραφείου Πολιτικής Ασφάλειας Αντιστράτηγου Abdul Qader al-Shami, και του Abdul Hakim al-Khawani, ο οποίος διευθύνει την Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας. Ο Mohammed Ali al-Houthi, μέλος του Ανώτατου Πολιτικού Συμβουλίου της Υεμένης, καταδίκασε τις αμερικανικές κυρώσεις κατά των αξιωματούχων της Υεμένης ως τρομοκρατική ενέργεια. Οι παραπάνω ενέργειες προβλέπεται να δυσχαιράνουν την ανθρωπιστική βοήθεια στην Υεμένη, όπου ο πόλεμος Σαουδικής Αραβίας και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων με την υποστήριξη των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου, έχει κοστίσει 100.000 ζωές σύμφωνα με το Αμερικανικό Σχέδιο Ένοπλης Σύγκρουσης και Δεδομένων Γεγονότων (ACLED). Στο τέλος του έτους, η Υεμένη βρέθηκε στην κορυφή του ετήσιου καταλόγου της Διεθνούς Επιτροπής Διάσωσης για τις πιο φρικτές ανθρωπιστικές κρίσεις του κόσμου για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, ενώ ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Προσφύγων του ΟΗΕ έχει προειδοποιήσει πως η χώρα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της διαγραφής της από τον χάρτη! (βλ. Covid-19: Ο ιος των αντιθέσεων-Εκδόσεις Bookstars). Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος τύπου του ιρανικού Υπουργείου Εξωτερικών Saeed Khatibzadeh “η τοποθέτηση του κινήματος Ansarullah της Υεμένης στην μαύρη λίστα είναι μια τελευταία απόπειρα της κυβέρνησης Τραμπ να βάλει τις τελευταίες πινελιές στον καταστροφικό του ρόλο στον επαίσχυντο, επιβαλλόμενο πόλεμο στην Υεμένη και να εμποδίσει μια πολιτική λύση και ειρηνευτικές συνομιλίες”.
Κυρώσεις σε κρατικά ιδρύματα του Ιράν
Στις 13 Ιανουαρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν την επιβολή κυρώσεων σε δύο δημόσιους οργανισμούς του Ιράν, το Imam Khomeini’s Order (EIKO) και το Astan Quds Razavi (AQR). Η προκλητική πρόφαση που ο Αμερικάνος ΥΠΕΞ χρησιμοποίησε για να δικαιολογήσει την παραπάνω κίνηση βασίστηκε σε παράλογες κατηγορίες πως το Ιραν αποτελεί τη “νέα εδρα” της τρομοκρατικής οργάνωσης Αλ Κάιντα! “Το Ιράν στην πραγματικότητα είναι προπύργιο ενάντια σε τέτοιες οργανώσεις, τις οποίες η Τεχεράνη έχει πολεμήσει σε χώρες όπως το Ιράκ και η Συρία”, όπως επεσήμανε ο Alireza Miryousefi, εκπρόσωπος της μόνιμης ιρανικής αποστολής στα Ηνωμένα Έθνη. Πρόσθεσε πως “είναι γνωστό ότι το Ιράν ήταν και είναι ο πιο μισητός εχθρός των εξτρεμιστικών τρομοκρατικών ομάδων και ότι ο ιδρυτής της Αλ Κάιντα και πολλοί από τους οπαδούς της προέρχονται από τον στενό σύμμαχο των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή”. “Περιττό να πούμε, αξιωματούχοι των ΗΠΑ έχουν αναγνωρίσει επανειλημμένα το ρόλο τους στη δημιουργία εξτρεμιστικών ομάδων στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της Αλ Κάιντα”, δήλωσε
H κυβέρνηση Τραμπ που όξυνε την επιθετικότητα προς το Ιράν με αφετηρία την αποχώρηση από την λεγόμενη “πυρηνική συμφωνία”, φτάνοντας μέχρι την δολοφονία του Ιρανού Στρατηγού Soleimani, κατόπιν προσωπικής εντολής του Αμερικάνου προέδρου, από την μέρα τον εκλογών κλιμάκωσε την στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στα σύνορα με το Ιράν. Δεν είναι τυχαίο ότι μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα-οπερέτα του Τραμπ, φωνές ακόμα και από το ίδιο το αμερικάνικο κράτος, έχουν εκφράσει τον κίνδυνο που ενέχει η πρόσβαση σε όπλα μαζικής καταστροφής στα χέρια ενός προέδρου που είναι ικανός για τα πάντα προκειμένου να ευεργετήσει τους πιο πολεμοκάπηλους σχεδιασμούς προς όφελος της βιομηχανίας εξορύξεων των ΗΠΑ και του λόμπι των όπλων. Παρότι, η πλευρά Μπάιντεν έχει δηλώσει την πρόθεση της να επαναδιαπραγματευτεί την συμφωνία με το Ιράν, δεν φαίνεται να έχει την πρόθεση να άρει τις παράνομες μονομερείς κυρώσεις κατά της χώρας, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για την ιρανική κυβέρνηση. Ο πρόεδρος του Ιράν Χασάν Ρουχάνι, δήλωσε την μέρα που επιβλήθηκαν οι νέες κυρώσεις: “Ένας πρόεδρος που δεν είχε πολιτική σκέψη πήρε το πηδάλιο μιας χώρας, και συνοδευόταν από έναν ηλίθιο υπουργό Εξωτερικών και έναν αδαή και ακραίο σύμβουλο εθνικής ασφάλειας”.
Άρση διπλωματικών περιορισμών στην Ταϊβάν-Κυρώσεις εναντίον της Κίνας
Το Σάββατο 9 Ιανουαρίου, ο Πομπέο ανακοίνωσε ότι αίρει όλους τους περιορισμούς στις επαφές μεταξύ διπλωματών των ΗΠΑ και αξιωματούχων του ψευδοκράτους της Ταϊβάν. Η παραπάνω κίνηση αποτελεί μια ευθεία πρόκληση στην αρχή της “μιας Κίνας”, την οποία οι ΗΠΑ υιοθέτησαν επίσημα το 1979 εγκαταλείποντας τις επίσημες διπλωματικές σχέσεις με την αυτοπροσδιοριζόμενη “Δημοκρατία της Κίνας”(Ταϊβάν). Η Ταϊβάν αποτελεί το τμήμα της Κίνας στο οποίο κατάφεραν να διατηρήσουν υπό την εξουσία τους οι ηττημένοι από την Κινεζική Επανάσταση, με την υποστήριξη των ΗΠΑ. Το ψήφισμα 2758 του ΟΗΕ στις 25 Οκτωβρίου 1971 αναγνώρισε τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ως τον μοναδικό αντιπρόσωπο της Κίνας στα Ηνωμένα Έθνη. Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας αρνείται να έχει διπλωματικές σχέσεις με οποιοδήποτε έθνος που έχει διπλωματικές σχέσεις με την Ταϊβάν και απαιτεί από όλα τα έθνη με τα οποία έχει διπλωματικές σχέσεις να προβούν σε δήλωση αναγνώρισης της “μιας Κίνας”, σεβόμενα την κινέζικη κυριαρχία. Οι επίσημες διπλωματικές σχέσεις των ΗΠΑ με την Ταϊβάν διακόπηκαν στα πλαίσια την προσέγγισης Πεκίνου-Ουάσιγκτον επί της προεδρίας Νίξον, που στόχο είχε να δυναμιτίσει τις εντάσεις στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο. Tον Ιούλιο του 2020, ο Πομπέο άσκησε κριτική αποτυχία της προσέγγισης των ΗΠΑ με την Κίνα, σε ομιλία του στην Βιβλιοθήκη Νίξον, ανακοινώνοντας επίσημα το νεοψυχροπολεμικό δόγμα των ΗΠΑ, το οποίο όπως έχουμε δείξει σε προηγούμενα άρθρα χαίρει δικομματικής-στρατηγικής συναίνεσης. Με βάση το παραπάνω δόγμα που εγκαινιάστηκε επί διακυβέρνησης Ομπάμα και με υπουργό Εξωτερικών την Χίλαρι Κλίντον, η τότε κυβέρνηση ανακοίνωσε συμφωνία για την πώληση όπλων αξίας 1,83 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις ένοπλες δυνάμεις της Ταϊβάν. Η κυβέρνηση Τραμπ, που εξέφρασε με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο την νεοψυχροπολεμική στροφή του άξονα του πολέμου στην Άπω Ανατολή, έστειλε τον Νοέμβριο του 2020 επίσημη αποστολή Αμερικάνων πεζοναυτών για εκπαίδευση στο πλευρό της Ταϊβάν, για πρώτη φορά από το 1979!
Με διάταγμα που υπογράφτηκε αυτή τη βδομάδα, η κυβέρνηση Τραμπ επέκτεινε την απαγόρευση επενδύσεωνστις ΗΠΑ σε εταιρείες που συνεργάζονται με το Κινέζικο Λαϊκό Στρατό. Μεταξύ των εταιρειών που το αμερικάνικο υπουργείο Άμυνας έχει στη μαύρη λίστα μέχρι στιγμής είναι η εταιρεία παραγωγής τσιπ της Κίνας, η πετρελακή CNOOC και η Xiaomi, με την τελευταία να ξεπερνά το Νοέμβριο την Apple ως ο τρίτος μεγαλύτερος κατασκευαστής smartphone στον κόσμο. Σύμφωνα με μελέτη της Oxford Economics που ανατέθηκε από το Επιχειρηματικό Συμβούλιο ΗΠΑ-Κίνας (USCBC), ο οικονομικός πόλεμος έχει κοστίσει 245.000 θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ. Η μελέτη προβλέπει ότι μια σημαντική αποσύνδεση των δύο οικονομιών θα μπορούσε να συρρικνώσει το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια τα επόμενα πέντε χρόνια. “Με την πρόβλεψη ότι στην Κίνα να θα οφείλεται περίπου το ένα τρίτο της παγκόσμιας ανάπτυξης την επόμενη δεκαετία, η διατήρηση της πρόσβασης στην αγορά της Κίνας είναι όλο και πιο σημαντική για την παγκόσμια επιτυχία των επιχειρήσεων των ΗΠΑ”, ανέφερε η μελέτη.
Εκτελέσεις φυλακισμένων και συγχωροχάρτι στους εγκληματίες πολέμου
Σε μια απαίσχυντη πράξη, οι αμερικανικές αρχές εκτέλεσαν την πρώτη γυναίκα έπειτα από σχεδόν 70 χρόνια, στην Ιντιάνα. Ο λόγος για την Λάιζα Μοντγκόμερι, που καταδικάστηκε για το φόνο μιας γυναίκας που ήταν έγκυος στον όγδοο μήνα για να της κλέψει το έμβρυο που κυοφορούσε. Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε τις ύστατες προσφυγές των συνηγόρων υπεράσπισης, παρά τη διαφωνία των τριών δικαστών του. Η Μοντγκόμερι ήταν ένα θύμα της πατριαρχικής βίας, με σοβαρές ψυχικές διαταραχές εξαιτίας των ομαδικών βιασμών και της βίας που είχε υποστεί κατά την παιδική της ηλικία. “Οι πληροφορίες που παρουσιάσθηκαν στο δικαστήριο περιέχουν πολλές αποδείξεις ότι αυτή τη στιγμή η ψυχική υγεία της κας Μοντγκόμερι είναι τόσο απομακρυσμένη από την πραγματικότητα ώστε δεν μπορεί να αντιληφθεί λογικά τον λόγο που έχει η κυβέρνηση για να την εκτελέσει”, έγραφε ο δικαστής Πάτρικ Χάνλον στην απόφασή του.
Πρόκειται για την τελευταία από μια σειρά εκτελέσεων που έλαβαν χώρα κατά τις τελευταίες της προεδρίας Τραμπ. Πέντε στους έντεκα εκτελεσμένους είναι Αφροαμερικάνοι και ο ένας ιθαγενής. Ο διανοητικά ανάπηρος μαύρος Alfred Bourgeois εκτελέστηκε στις 11 Δεκεμβρίου, παρά την αντίθεση της Sonia Sotomayor από το Ανώτατο Δικαστήριο. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ άλλαξε τη νομοθεσία ώστε να αντικατασταθεί η θανάτωση από ένεση και να επιτρέψει οι κρατούμενοι να υποβληθούν σε ηλεκτροπληξία ή να πυροβοληθούν από εκτελεστικό απόσπασμα. O Μπάιντεν υπόσχεται πως η κυβέρνηση του θα καταργήσει την θανατική ποινή, ωστόσο οι ομοσπονδιακές εκτελέσεις διενεργούνται κατά εφαρμογή του νόμου περί εγκληματικότητας του 1994 που ο ίδιος προώθησε όταν ήταν πρόεδρος της Επιτροπής Δικαστικού Σώματος της Γερουσίας.
Ενώ, η κυβέρνηση Τραμπ εκτελεί φτωχούς και μειονότητες, στις 22 Δεκέμβρη ο πρόεδρος έδωσε χάρη σε τέσσερις μισθοφόρους της Blackwater, που καταδικάστηκαν για την σφαγή της Πλατείας Nisour στη Βαγδάτη, στις 16 Σεπτεμβρίου 2007. Δεκαεπτά Ιρακινοί σκοτώθηκαν και 14 τραυματίστηκαν σοβαρά, κατά την διάρκεια αδιάκριτων πυροβολισμών με πολυβόλα, ελεύθερους σκοπευτές και αντι-αρματικά ρουκετοβόλα σε πλήθος άοπλων πολιτών.