Τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, στις 8 Νοεμβρίου 2016, αποκάλυψαν πόσο κίβδηλη και κενή περιεχομένου είναι η αστική δημοκρατία. Δημοκρατία κατ’ ευφημισμόν!
Αρχικά αξίζει να δούμε ότι πρόεδρος δεν θα εκλεγεί αυτός που συγκέντρωσε τις περισσότερους ψήφους! Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει συγκεντρώσει μέχρι στιγμής 61.201.031 ψήφους (47% του εκλογικού σώματος) και με βάση τις προβολές 306 εκλέκτορες (ή 56,88% του σώματος των εκλεκτόρων που αποτελείται από 538 μέλη). Η Χίλαρι Κλίντον συγκέντρωσε 62.523.126 ψήφους (48% του εκλογικού σώματος), αλλά σε επίπεδο εκλεκτόρων, με βάση τις προβολές, 232 εκλέκτορες (ή 43,12% του σώματος των εκλεκτόρων).
Το πρώτο λοιπόν που παρατηρούμε είναι ότι αντίθετα με τη …δημοκρατική Ευρώπη, όπου συνήθως μια μικρή διαφορά 1 ποσοστιαίας μονάδας στις ψήφους οδηγεί σε κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες 5 ή και 10 ποσοστιαίων μονάδων, στις ΗΠΑ κερδίζει ο …χαμένος. Η Κλίντον συγκέντρωσε 1.322.095 ψήφους περισσότερους από τον Τραμπ και παρ’ όλ’ αυτά θα μπαίνει στον Λευκό Οίκο μόνο κατόπιν πρόσκλησης.
Άρνηση της δημοκρατίας, η αστική δημοκρατία
Το πρώτο συμπέρασμα επομένως που εξάγεται από τις αμερικανικές εκλογές είναι πως ακόμη κι η τυπική δημοκρατία στις ΗΠΑ είναι πουκάμισο αδειανό, κενό γράμμα. Πρόεδρο δεν βγάζουν οι ψηφοφόροι αλλά ένα σύστημα εκλεκτόρων του 19ου αιώνα που σχεδιάστηκε έτσι ώστε η εξ ορισμού επικίνδυνη λαϊκή ψήφος να διαμεσολαβείται και να φιλτράρεται. Πρόκειται για παραδοχή που καταστατικά θεωρεί το λαό ανώριμο να ψηφίσει, ακόμη και μια φορά στα τέσσερα χρόνια. Επομένως, πολύ πριν κλάψουν οι φρουροί της φιλελεύθερης δημοκρατίας για τον νεοεκλεγέντα φαφλατά Τραμπ-ούκο, που θα πάρει στα χέρια του τα πηδάλια της υπερδύναμης, θα έπρεπε να κλάψουν για το εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ.
Επί της ουσίας, τα εκλογικά αποτελέσματα τις 8ης Νοεμβρίου προσεγγίζονται καλύτερα αν τα αντιπαραβάλλουμε με τα αποτελέσματα των εξ ίσου διχαστικών εκλογών της 4ης Νοεμβρίου 2008. Τότε ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών Τζον ΜακΚέην είχε συγκεντρώσει 59.948.323 ψήφους. Δηλαδή ο Τραμπ κέρδισε μόλις 1.252.708 ψήφους παραπάνω από τον ΜακΚέην, ο οποίος καλούνταν συνεχώς να απολογηθεί για την πολιτική κληρονομιά του εγκληματία και ηλίθιου Μπους.
Τα πιο ενδιαφέροντα όμως βρίσκονται στο άλλο στρατόπεδο, των Δημοκρατικών. Το 2008 ο Ομπάμα κέρδισε με 69.498.516 ψήφους. Δηλαδή, οι Δημοκρατικοί μέσα σε 8 χρόνια έχασαν 7 εκ. ψήφους! Ο Ομπάμα οδήγησε τους Δημοκρατικούς στα καλύτερα αποτελέσματα κι η Χίλαρι στα χειρότερα.
Ένα βασικό ερώτημα, επομένως, δεν είναι γιατί εξελέγη πρόεδρος ο Τραμπ. Είναι γιατί υπέστησαν τέτοια εκλογική συντριβή οι Δημοκρατικοί. Ή, γιατί η Χίλαρι αποδείχθηκε τόσο «λίγη» πολιτικά, παρά την πληθωρική στήριξη που βρήκε από τον Τύπο με τα μεγαλύτερα εκδοτικά συγκροτήματα να υποστηρίζουν την υποψηφιότητά της;
Πραξικόπημα στους Δημοκρατικούς
Η αποχή των δημοκρατικών ψηφοφόρων (καθώς η μείωση των ψήφων τους συνδέεται με την μείωση της γενικής συμμετοχής στις εκλογές από 131,3 εκ. το 2008 σε 121,8 εκ. το 2016) σχετίζεται με την ηττοπάθεια και την απογοήτευση που γέννησε στους οπαδούς του κόμματος η μεροληπτική στάση της ηγεσίας των Δημοκρατικών εναντίον του Μπέρνι Σάντερς, όπως αποκάλυψαν τα περίπου 5.000 mails που έδωσαν στη δημοσιότητα τα Wikileaks, όπου φαινόταν ότι η ηγεσία του κόμματος στις εσωκομματικές προκριματικές εκλογές πριμοδοτούσε την Κλίντον και χαντάκωνε τον Σάντερς.
Η αντίδραση των μελών του Δημοκρατικού Κόμματος στο συνέδριο της Φιλαδέλφειας τον Ιούλιο ήταν τόσο έντονη ώστε για πρώτη φορά απειλήθηκε η ενότητα του, με αγανακτισμένους Δημοκρατικούς να διαδηλώνουν, εκτός του συνεδρίου ζητώντας τη φυλάκιση της πρώην υπουργού Εξωτερικών, κι εντός να αποδοκιμάζουν ηχηρά κάθε αναφορά στο όνομά της. Η ηγεσία του κόμματος εκτέθηκε τόσο πολύ όταν αποκαλύφθηκε η εύνοια της προς την Κλίντον, ώστε ζήτησε δημόσια συγγνώμη από τον γερουσιαστή του Βερμόντ.
Η δυναμική του Μπέρνι Σάντερς, ο οποίος για πρώτη φορά στην επίσημη ιστορία των ΗΠΑ μετά από πολλές δεκαετίες έθεσε το αίτημα του σοσιαλισμού, συνδέεται άμεσα με τα μαχητικά ριζοσπαστικά κινήματα που ξέσπασαν τα προηγούμενα χρόνια: από το Occupy Wall Street μέχρι τους καθηγητές του Σικάγου και το κίνημα των εργαζομένων στα επισιτιστικά επαγγέλματα.
Το άδοξο τέλος της υποψηφιότητας του Σάντερς μας επιτρέπει να συμπεράνουμε πόσο διαβλητές είναι και οι εσωκομματικές εκλογές, βάσει των οποίων επιλέγονται οι υποψήφιοι από κάθε κόμμα. Αποδείχθηκε δηλαδή ότι οι εσωκομματικές εκλογές δεν αποτελούν παρά μια καλοστημένη και εθιμοτυπική παράσταση με την οποία, σε τελική ανάλυση, η Goldman Sachs προσφέρει στον εκλεκτό της υποψήφιο τη λαϊκή νομιμοποίηση και το χρίσμα κι έτσι η ιδιωτική της επιλογή γίνεται δημόσια τοποθέτηση.
Η αποκάλυψη της εκτεταμένης νοθείας που συνόδευσε τις εσωκομματικές εκλογές, όταν για πρώτη φορά απειλήθηκε το σχέδιο της χρηματοπιστωτικής βιομηχανίας, μεταξύ άλλων, έχει ξεχωριστή σημασία για την Ελλάδα καθώς κατ’ επανάληψη η συγκεκριμένη διαδικασία προκρίνεται από έλληνες πολιτικούς (ΓΑΠ, Μητσοτάκη) ως το απαύγασμα της δημοκρατίας και της λαϊκής συμμετοχής.
Επιπλέον, υπ’ αυτό το πρίσμα αξίζει να επανεξετάσουμε την αξία που έχει το σχέδιο μιας ριζοσπαστικής πτέρυγας να παραμένει στο πλαίσιο ενός μεγάλου κόμματος, με την ελπίδα να κατακτήσει μέσω των τυπικών διαδικασιών την πλειοψηφία για να εφαρμόσει το πρόγραμμά της. Το επιχείρημα το έχουμε ακούσει κατ’ επανάληψη: «Επειδή εκτός του μεγάλου κόμματος καταδικαζόμαστε στο περιθώριο της πολιτικής ζωής, εντασσόμαστε στις γραμμές του και δίνουμε τη μάχη των συσχετισμών». Έτσι, αποφεύγοντας την περιθωριοποίηση οδηγούνται στη ενσωμάτωση…
Η αμερικανική εμπειρία υπογραμμίζει ότι ένα καθεστωτικό κόμμα έχει, κι αν δεν έχει διαμορφώνει τάχιστα, εκείνους τους μηχανισμούς που επιβάλλουν την γνήσια αστική γραμμή.
Αν κάτι επομένως μένει, είναι ο ευνουχισμός του πολιτικού ριζοσπαστισμού και η απογοήτευση καθώς και η ενσωμάτωση στο σύστημα πρωτοπόρων αγωνιστών που κάθε φορά δελεάζονται από τα οφέλη της εξουσίας…
Όλα τα παραπάνω αποκαλύπτουν ότι η αστική δημοκρατία έχει μετεξελιχθεί σε ένα βαθιά ολιγαρχικό καθεστώς. Αν η αστική δημοκρατία μπορούσε να διεκδικεί το συγκριτικό πλεονέκτημα μετά τη κατάρρευση του 1989 κι επάνω στα συντρίμμια του λεγόμενου υπαρκτού, πλέον αποδεικνύεται ότι είναι ένα σύστημα που υφαρπάζει και νοθεύει τη λαϊκή ψήφο. Η αστική δημοκρατία ούτε καν το δικαίωμα της επιλογής μια φορά στα τέσσερα χρόνια δεν μπορεί να εξασφαλίζει. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι συγκαλυμμένη δικτατορία.
Απογοήτευσε ο Ομπάμα
Επιπλέον, η απογοήτευση των ψηφοφόρων του Δημοκρατικού κόμματος δεν μπορεί να ερμηνευθεί χωρίς να ληφθούν υπ’ όψη οι αλλεπάλληλες απογοητεύσεις που δημιούργησε η πολιτική του Ομπάμα. Στη διάρκεια της θητείας του οι στρατιωτικές επεμβάσεις συνεχίστηκαν και εντάθηκαν, όπως και οι κοινωνικές ανισότητες στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Υπολογίζεται ότι μεταξύ 2009 και 2013 (επί προεδρίας Ομπάμα), το ανώτερο 1% των αμερικανών απέσπασε το 85,1% του αυξημένου εισοδήματος που δημιουργήθηκε. Επίσης, το κορυφαίο 1% των οικογενειών σε παναμερικανικό επίπεδο αύξησε το εισόδημά του 25,3 φορές παραπάνω από το υπόλοιπο 99% (Economic Policy Institute, June 16, 2016).
Τούτων δοθέντων δεν προκαλεί καμιά έκπληξη εύρημα δημοσκόπησης που διενεργήθηκε τον Οκτώβριο του 2016 μεταξύ νέων 18 ως 35 ετών (των περίφημων millennials) και το οποίο έδειξε ότι το 88% δεν ήθελε ούτε Κλίντον ούτε Τραμπ ενώ το 23% θα προτιμούσε να χτυπήσει τη γη μετεωρίτης παρά να εκλεγεί ένας από τους δύο… Ο Ομπάμα επομένως δεν ανταποκρίθηκε στις υψηλές προσδοκίες που γέννησε η εκλογή του, πριν οκτώ χρόνια. Κι αυτή είναι η δεύτερη αιτία πίσω από την ήττα των Δημοκρατικών…
Η μακρά προεκλογική περίοδος ωστόσο έφερε στην επιφάνεια με επίκεντρο τον Τραμπ ένα ακροδεξιό, βαθιά θρησκευόμενο και συντηρητικό κίνημα, με σημείο κοινωνικής αναφοράς γεωγραφικές περιοχές, ταξικά στρώματα, εισοδηματικές κατηγορίες και επαγγέλματα που επλήγησαν προνομιακά από την πρόσφατη κρίση και την άνοδο του νεοφιλελευθερισμού.
Ρατσιστές, προτεστάντες αγροτικών και ημιαστικών περιοχών, απόφοιτοι κυρίως της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ή και ακόμη χαμηλότερης μόρφωσης με ετήσιο εισόδημα 50-90.000 δολάρια, αποτέλεσαν τη βασική πηγή άντλησης ψήφων εκ μέρους του Ντόναλντ Τραμπ, που με τη ρητορεία του έστρεψε εναντίον του ακόμη και τη γραφειοκρατία του Ρεπουμπλικανικού κόμματος με τους σημαντικότερους ηγέτες του να ζητούν την καταψήφισή του.
Μεταξύ αυτών ο πρώην Ρεπουμπλικανός υποψήφιος Τζον ΜακΚέην, η υπουργός Εξωτερικών του Μπους Κοντολίζα Ράις, ο υφυπουργός Άμυνας του Μπους και αρχιτέκτονας του πολέμου στο Ιράκ, Πολ Γούλφοβιτς, ο ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Πολ Ράιαν κ.α. Παρόλα αυτά, ο Τραμπ εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ, προβάλλοντας την εικόνα του ακάματου και καινοτόμου επιχειρηματία απέναντι στην αργόσχολη και κρατικοδίαιτη γραφειοκράτισσα Κλίντον που ταυτίστηκε με το παλιό και τη συνέχεια.
Υπό μία έννοια ο Τραμπ πέτυχε εκεί που απέτυχε ο Σάντερς: να ξεπεράσει τα εμπόδια που έθετε το κόμμα του στην τομή την οποία εκπροσωπούσε, και με τη λαϊκή ορμή του να επιβάλει την ατζέντα του πρώτα στο κόμμα και στην συνέχεια στην κοινωνία και την πολιτική ζωή. Οι Δημοκρατικοί των ΗΠΑ (όπως κατ’ αντιστοιχία συμβαίνει με τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη) αποδείχθηκαν πιο ικανοί να καταστέλλουν εσωτερικές εξεγέρσεις. Αντίθετα, η Δεξιά εμφανίζεται πιο ανοιχτή στις ατελείωτες συντηρητικές μετατοπίσεις της πολιτικής, τις οποίες επιβάλει η εμβάθυνση της επίθεσης του κεφαλαίου στις δυνάμεις της εργασίας, στο έδαφος της οικονομικής κρίσης.
Η νίκη του Τραμπ που δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα σημάνει οπισθοδρόμηση και θα επιφέρει πλήγματα στις δυνάμεις που αγωνίζονται για το μισθό, τα κοινωνικά δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες, προκάλεσε έναν ασυνήθιστο πανικό στο φιλελεύθερο κατεστημένο. Η φράση του βρετανικού περιοδικού Economist επαναλήφθηκε άπειρες φορές από πολιτικούς κάθε απόχρωσης, με εξαίρεση τους ακροδεξιούς (Άδωνη Γεωργιάδη, Μάκη Βορίδη, κ.α.) «Είναι μια μεγάλη αλλαγή που κάνει τον κόσμο μας πιο επικίνδυνο».
Τομή μέσα στη συνέχεια
Στην πραγματικότητα, οι εξαγγελίες του Τραμπ δεν αποτελούν παρθενογένεση.
Αποτελούν συνέχεια αλλά και τομή της αστικής πολιτικής. Προϊόν του στρατηγικού αδιεξόδου που δημιουργεί η οικονομική κρίση, και το οποίο οδηγεί τις κυρίαρχες ελίτ σε αναζήτηση εναλλακτικών επιλογών, σηματοδοτεί μια σοβαρή στροφή στο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό, η οποία τροφοδοτεί ακροδεξιά ρεύματα σε όλο τον πλανήτη και κάνει τις επιλογές ενός πολέμου πολύ πιο κοντινές.
Υπογραμμιζοντας το μέγεθος του κινδύνου που εκπροσωπεί ο νέος αμερικάνος πρόεδρος, πρέπει, ωστόσο, σε κάθε εξαγγελία του να αντιστοιχήσουμε πολιτικές όχι μόνο του Μπους αλλά ακόμη και του Ομπάμα, οι οποίες συνιστούν τις αιτίες και τις προϋποθέσεις της τομής Τραμπ.
Στην εξαγγελία του Τραμπ για ακύρωση της συμφωνίας με το Ιράν, τη μόνιμη υποταγή της αμερικανικής πολιτικής στα σχέδια του Σιωνισμού, στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία. Αυτή η υποταγή κι η σύμπλευσή της με τα αμερικανικά σχέδια υπαγόρευσε την πολιτική κυρώσεων εναντίον του Ιράν, η οποία υπηρετήθηκε ακόμη και από τον Ομπάμα, πριν την υπογραφή της συμφωνίας τον Ιούλιο του 2015.
Η εξαγγελία για απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, δεν ξαφνιάζει και τόσο αν θυμηθούμε ότι οι ΗΠΑ συγκαταλέγονται στις ελάχιστες χώρες που υπέγραψαν μεν αλλά δεν επικύρωσαν το Πρωτόκολλο του Κιότο.
Στον εθνικισμό του Τραμπ, που αποτελεί υποτίθεται προσβολή και πλήγμα στα φιλελεύθερα ιδεώδη, αξίζει να αντιπαραβάλλουμε το κλίμα υστερίας που καλλιεργήθηκε μετά την 11η Σεπτέμβρη 2001, από τον Μπους αρχικά, αλλά με αμείωτη ένταση κι από φιλελεύθερα έντυπα και δεξαμενές σκέψης, όπως πχ ο Economist εκτός και Το Βήμα ή η Καθημερινή εντός, που τώρα ενοχλούνται από τον εθνικισμό του Τραμπ και τις εξαγγελίες του για απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ των μουσουλμάνων.
Τέλος, απέναντι στις κριτικές των Ευρωπαίων για επιστροφή στον εθνικισμό και τον προστατευτισμό που υποτίθεται ότι κρύβουν οι εξαγγελίες Τραμπ για πάγωμα των εμπορικών συμφωνιών, αξίζει να δούμε τα υλικά συμφέροντα των Ευρωπαίων λόγω του σταθερά πλεονασματικού εμπορικού τους ισοζυγίου.
Συγκεκριμένα, από το σημερινό καθεστώς ελεύθερου εμπορίου ο μεγάλος κερδισμένος είναι η ΕΕ, όπως δείχνει το πλεόνασμα στο ισοζύγιο αγαθών που από 90,3 δισ. ευρώ το 2013, ανέβηκε στα 102,3 δισ. ευρώ το 2014 και στα 122,8 δισ. το 2015. Πλεονασματικό κατά 6,6 δισ. ευρώ είναι το ισοζύγιο της Ευρώπης και από το εμπόριο των υπηρεσιών το 2014.
Επομένως πίσω από τις απειλές του Τραμπ ότι θα αυξήσει τους δασμούς ή θα επιβάλλει τον επαναπατρισμό μέρους των αμερικανικών κερδών κρύβεται μέρος του αμερικανικού κεφαλαίου που θέλουν να βάλουν ένα φρένο στην αυξανόμενη εισαγωγική διείσδυση των Ευρωπαίων. Οι εξαγωγείς της γηραιάς ηπείρου βγαίνουν στα κάγκελα γιατί πίσω από τις απειλές του Τραμπ διακρίνουν τον κίνδυνο αν όχι να καταρρεύσει, τουλάχιστον να δεχθεί ρωγμές ένα απίστευτα αποτελεσματικό κι εξ ίσου άνισο πρότυπο οικονομικής πολιτικής, βάσει του οποίου τα κενά που δημιουργεί στην κατανάλωση η παρατεταμένη πολιτική λιτότητας και μείωσης των μισθών τα καλύπτουν οι εξαγωγές. Έτσι, η φιλελευθεροποίηση του διεθνούς εμπορίου είναι απαραίτητο συμπλήρωμα, η άλλη όψη των περικοπών σε μισθούς και ημερομίσθια στο εσωτερικό.
Η αστική πολιτική κρύβοντας αυτά τα διακυβεύματα και κυρίως τη συνέχεια αναζητά κοινωνικές συμμαχίες, την ίδια ώρα που εξυμνεί κι αναπολεί έναν φιλελεύθερο παράδεισο, ο οποίος ποτέ δεν υπήρξε στην καθημερινή ζωή των ανέργων, των επισφαλώς εργαζομένων και των κακοαμειβόμενων, έθαλε εν τούτοις στα ανάλαφρα πάρτι της εξαγορασμένης προοδευτικής διανόησης στην ανατολική ακτή.
Επιδιώκει να δημιουργήσει μια συσπείρωση γύρω από ένα κοσμοπολίτικο αστικό ιδεώδες που υποτίθεται ξεχειλίζει πολιτισμικής ανεκτικότητας και κοινωνικής ευημερίας, την ίδια ώρα που με την ανοχή της επί χρόνια προετοίμασε την επώαση του φιδιού που τώρα ξορκίζει… Τώρα δε, και στο έδαφος των τετελεσμένων που δημιουργεί η νίκη του Τραμπ, η φιλελεύθερη αστική τάξη ήδη προετοιμάζεται να κάνει εκείνους τους συμβιβασμούς που θα επιτρέψουν την ευόδωση και μακροημέρευση ενός συμφώνου συμβίωσης με τον ακροδεξιό, ρατσιστή Τραμπ.