Πρόλογος
«Ας πάρουμε ως δεδομένο πως η καπιταλιστική ανάπτυξη βλάπτει σοβαρά την υγεία». (Φ. Ζαφειρίδης)
Όπως έχει γίνει αντιληπτό από την τελευταία 12ετία (10 χρόνια οικονομική κρίση μαζί με 2 χρόνια υγειονομική κρίση χωρίς τέλος), η υπεράντληση των φυσικών πόρων και η υπερ-συσσώρευση κερδών στα χαρτοφυλάκια μιας χούφτας ανθρώπων, έχει καταδικάσει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της γης να ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας. Ως κυρίαρχη αντίληψη έχει επιβληθεί το μονοσήμαντο όραμα της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς, ενώ οι ανθρωπιστικές αξίες αντικαθίστανται από τον εγωκεντρισμό και τον κυνισμό που υπηρετούν την καπιταλιστική κερδοφορία. Με αυτόν τον τρόπο, πλήττεται τόσο το ένθετο ανθρώπινο ήθος, απαραίτητο για την ανθρώπινη υγεία, ευτυχία και ειρηνική συνύπαρξη.
Οι καταστροφικές πολιτικές επιλογές, την κορύφωση των οποίων ζήσαμε (και ζούμε) στην υγειονομική κρίση του Covid-19 (lockdowns, εκ περιτροπής εργασία, κλείσιμο των επιχειρήσεων και πρόστιμα στους παραβάτες ανεμβολίαστους και μη) σε συνδυασμό με το τελεολογικό και ατομοκεντρικό χαρακτήρα που προσάπτουν στην υγειονομική κρίση οι αστικές κυβερνήσεις («με το θεό δεν μπορείς να τα βάλεις»/ «έχουμε μια πανδημία ανεμβολίαστων») , δεν θα ήταν δυνατό να αφήσουν άτρωτους εκείνους τους ανθρώπους, που διατηρούν επαφή με τις πραγματικές (κοινωνικής και ατομικές) ανάγκες, γιατί τέτοιοι πολίτες δεν θα στήριζαν τον παραλογισμό της (αενάως αναπτυσσομένης) καπιταλιστικής ανάπτυξης. Έτσι, λοιπόν, προκειμένου να διασφαλιστεί η απαραίτητη κοινωνική συναίνεση κατασκευάζεται ένας νέος ανθρωπολογικός τύπος που θα υπηρετεί το καπιταλιστικό αναπτυξιακό όραμα. Για τον σκοπό αυτό, καλλιεργούνται στην ανθρώπινη ύπαρξη συστηματικά, ήδη από την παιδική ηλικία, με όλα τα διαθέσιμα μέσα (εκπαιδευτικό σύστημα, μέσα μαζικής ενημέρωσης) οι αρνητικές/άρρωστες πλευρές της, όπως η επιθετικότητα, ο εγωκεντρισμός, η ακόρεστη δίψα για δύναμη και χρήμα, η απληστία, η πλήρης αδιαφορία για το φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον. Ταυτόχρονα, περιφρονούνται οι έμφυτες ανάγκες της.
Αντιμετωπίζοντας δε, ο άνθρωπος την απόλυτη απουσία στρατηγικού οράματος μιας ανθρωπινότερης κοινωνίας, και είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί σχεδόν κατά αποκλειστικότητα, ως μονόδρομο πλέον (στην καλύτερη περίπτωση) διαχειριστικές πολιτικές σε καίρια κοινωνικά-οικονομικά και οικολογικά προβλήματα, στρέφεται σε «πρόσκαιρες και γρήγορες λύσεις» για να ξεχάσει και να ξεφύγει από την ζοφερή πραγματικότητα. Αυτό το παρατηρεί κανείς από την έξαρση των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων, όπως ναρκωτικά, αλκοολισμός, ρατσισμός, εφηβική παραβατικότητα κ.ά., τις τελευταίες δεκαετίες οι «λύσεις» αυτές είναι αναποτελεσματικές. Φαίνονται όμως στα μάτια των πολιτών όμως, παρ’ όλα αυτά, χρήσιμες γιατί παρέχουν ψευδαισθησιογόνο άλλοθι στην κοινωνία των πολιτών συγκαλύπτοντας την αδυναμία ριζικών πολιτικών/συλλογικών απαντήσεων στα σύγχρονα προβλήματα.
Γιατί οι ριζικές και καίριες απαντήσεις θα σήμαιναν την ανατροπή των υφισταμένων ιεραρχήσεων και ανάδειξη των εσωτερικών αντιφάσεων και αδυναμιών του καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής. Μια τέτοια διαδικασία όμως, προϋποθέτει την αναδιανομή της εξουσίας, ώστε να αποκαλύψει τον παράλογο χαρακτήρα του αναπτυξιακού μας μοντέλου. Επειδή όμως κάτι τέτοιο θα έμελλε να είναι καταστροφικό για την κυρίαρχη αστική τάξη, συλλήβδην το πολιτικό σύστημα, που την εκπροσωπεί, προκειμένου να συγκαλύψει την ανεπάρκειά κατακερματίζει, απομονώνει και εξειδικεύει τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα∙ τα εμφανίζει σαν σύμφυτα με την ανθρώπινη φύση και εντέλει αναθέτει σε εξειδικευμένες διαχειριστικές υπηρεσίες την αντιμετώπισή τους. Απώτερος βέβαια σκοπός είναι η απομόνωση και απονέκρωση του ατόμου. Ένα τέτοιο πρόβλημα είναι και οι εξαρτήσεις.
Εξαρτήσεις: Μια εισαγωγή
Οι εξαρτήσεις αποτελούν ένα διαχρονικό κοινωνικό και ψυχολογικό φαινόμενο με οικονομικές προεκτάσεις και δηλώνουν άνευ όρων παράδοση του εαυτού μας σε ουσίες. Αναπτύσσεται μια ανυποχώρητη έλξη του ατόμου για ορισμένες ουσίες, ακόμα κι αν δύναται να αντιληφθεί τις ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις για το άτομό του. Όσον αφορά την πορεία που διαγράφει το άτομο ως προς τη συμπεριφορά κατά την περίοδο της εξάρτησης, αυτή εξαρτάται από την εκάστοτε εξαρτησιογόνο ουσία. Σε κάθε περίπτωση, η συμπεριφορά του ατόμου επηρεάζεται από τα ήδη διαμορφωμένα χαρακτηριστικά που δομήθηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του, τα οποία ωστόσο είναι δυνατόν να αλλοιωθούν ή να ενταθούν από το είδος και την έξαρση της εξάρτησης..
Στη σύγχρονη κοινωνία, οι συνθήκες άγχους, ανασφάλειας και η εντατικοποίησης της εργασίας και του γενικότερου τρόπου ζωής, στο βωμό της παραγωγικότητας και του κέρδους, μεγεθύνουν την τάση για κατάχρηση ουσιών. Η οικονομία, με μέσο έκφρασης την υπερκατανάλωση, μεγιστοποιεί τον φαύλο κύκλο της κατανάλωσης ή απόκτησης υλικών αγαθών, μέσω της εντατικοποίησης της εργασίας. Για το λόγο αυτό τις περισσότερες φορές, επειδή η πραγματική ζωή δεν καθίσταται υποφερτή, τα άτομα προτιμούν τη δημιουργία μιας πλασματικής πραγματικότητας μέσω των εξαρτησιογόνων ουσιών.
Η παραπάνω μορφή κοινωνικής οργάνωσης αναφέρεται ως δια-ατομική ανταγωνιστικότητα, που επικρατεί ως κυρίαρχη αξία, εντείνει τη σκληρότητα και την ηθική- αξιακή κατάπτωση των ατόμων. Αυτό, σε συνάρτηση με την περιθωριοποίηση που αναγκαστικά επέρχεται στους μη παραγωγικούς εργαζόμενους, αυξάνει το βαθμό απελπισίας και τις απομονωτικές τάσεις των ατόμων.
Τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα και η εξάπλωσή τους, η ίδια η εξάρτηση από ψυχοτρόπες ουσίες, νόμιμες και παράνομες, τα μη συνταγογραφούμενα φαρμακευτικά σκευάσματα, οι «συμπεριφορικές» εξαρτήσεις, όπως το διαδίκτυο, ο τζόγος, η υπερκατανάλωση, η διατροφή, καθώς και οι ιδιαιτερότητες της εξάρτησης, όπως η ταχύτατη εξάπλωση και οι συνέπειές της σε πολλαπλά επίπεδα προκάλεσαν το ενδιαφέρον της μελέτης του φαινομένου από τις κοινωνικές επιστήμες και τις επιστήμες υγείας.
Οι εξαρτήσεις στα χρόνια του Covid-19
Η πανδημία πέτυχε την κοινωνία σε ένα τεράστιο μούδιασμα μετά από δέκα χρόνια βαθιάς οικονομικής κρίσης, επομένως όλη αυτή η κατάσταση μεγεθύνει τα όποια προβλήματα. Ο Covid ενίσχυσε την περεταίρω εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, η οποία σχετίζεται άμεσα με την επιβίωση του πολιτικοοικονομικού συστήματος, που, για να υπάρξει, προσπαθεί να διαμορφώσει αλλοτριωμένους, παθητικούς και αμέτοχους σε κοινωνικό επίπεδο πολίτες. Κάτι που είδαμε να γίνεται εν μέσω πανδημίας με τη μεταφορά της λεγόμενη «ατομική ευθύνη» για την εξάπλωσης του ιού στους πολίτες. Εξάλλου, η μετατόπιση της ευθύνης αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας στην κυβέρνηση και στο κυρίαρχο οικονομικό σύστημα, θα έβλαπτε σοβαρά το σύστημα, καθότι θα προκαλούσε τη συνειδητοποίηση των πολιτών για την ασυμβατότητα του οικονομικού διακυβεύματος και της υγείας. Κατόπιν αυτού, θα υπήρχε «κίνδυνος» να προκληθεί μαζική αντιπαράθεση των πολιτών με το καπιταλιστικό αναπτυξιακό-παραγωγικό μοντέλο.
Η εξατομίκευση του προβλήματος της διασποράς του ιού, η διαρκής άρνηση της Κυβέρνησης να ενισχύσεις της Δημόσιες Δομές Υγείας όλων των βαθμίδων, με υλικο-φαρμακευτικό εξοπλισμό και νέο προσωπικό με συμβάσεις μόνιμης εργασίας (ώστε να πλαισιώσει το ήδη υπάρχον εξουθενωμένο εργασιακό δυναμικό των Δομών Υγείας) καθώς και η αποτυχία όλων των σπασμωδικών (κατασταλτικών) μέτρων που έλαβε η Κυβέρνηση ενίσχυσε στους πολίτες το αίσθημα απομόνωσης, ανασφάλειας, εργασιακής επισφάλειας, μη διάθεσης για επικοινωνία και αγωνίας για το μέλλον. Όλα αυτά είναι παράγοντες που ούτως ή άλλως κλονίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη και μπορούν να την οδηγήσουν στο να επιχειρήσει να αντιμετωπίσει τα όποια συναισθήματα, το άγχος, την ένταση, την αγωνία, μέσω της χρήση/κατάχρησης μιας ουσίας ή μίας συμπεριφοράς. Άλλωστε αυτό είναι οι εξαρτήσεις, είναι η προσπάθεια ενός ανθρώπου να υπερισχύσει απέναντι στα αρνητικά του συναισθήματα, μ’ ένα πολύ λανθασμένο τρόπο.
Από έρευνες του ΚΕΘΕΑ και άλλων φορέων του ίδιου πεδίου (κυρίως από βιοχημικό έλεγχο των λημμάτων των πόλεων), παρατηρούνται, τα 2 χρόνια της πανδημίας, φαινόμενα ανάλογα με αυτά που παρατηρήθηκαν τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης. Δηλαδή έχουμε την εξάπλωση πιο φθηνών και επικίνδυνων ναρκωτικών. αύξηση της αστεγίας και εξάπλωση μολυσματικών ασθενειών μεταξύ των ατόμων με εμπειρία απεξάρτησης. μείωση του κινήτρου για απεξάρτηση. μεγέθυνση των δυσκολιών κοινωνικής και εργασιακής ένταξης μετά την απεξάρτηση (κάτι οδηγεί τις περισσότερες φορές σε απογοήτευση και επιστροφή του ατόμου στην εξαρτησιογόνου ουσίας ή συμπεριφοράς).
Σύμφωνα με τις ίδιες έρευνες η ηρωίνη για τους ενήλικες και η κάνναβη για τους εφήβους παραμένουν για την περίοδο 2020-2021(πρώτο 6μηνο) οι κύριες ουσίες χρήσης, για τις οποίες ζητούν να μπουν στη διαδικασία απεξάρτησης. Εν συνεχεία αναφέρει πως 8 στους 10 από τους ενήλικες που απευθύνονται στα πρόγραμμα των Θεραπευτικών Προγραμμάτων είναι άντρες με μ.ο ηλικίας τα 36 και επίσης πως η κύρια ουσία για την οποία θέλουν να μπουν στη διαδικασία απεξάρτησης είναι η ηρωίνη. Ακολουθούν η κάνναβη, οι διεγερτικές ουσίες, οι υπνωτικές/κατασταλτικές ουσίες και η βουπρενορφίνη. Επίσης οι αναφέρει πως πολίτες που έχασαν απότομα ένα βιοτικό επίπεδο λόγω της πανδημίας, όπως πολλοί αντίστοιχα κατά την προηγούμενη οικονομική κρίση, είναι αυτοί που «πέφτουν με τα μούτρα» στον τζόγο καθώς θεωρούν πως αυτός αποτελεί την τελευταία τους προσπάθεια να φτάσουν ένα βιοτικό επίπεδο που δεν μπορούν αλλιώς. Και τα προβλήματα του τζόγου χτυπούν κυρίως τις χαμηλές κοινωνικοοικονομικά τάξεις.
Σημαντικό δε, να καταγραφτεί είναι πως μαζί με το ζήτημα της εξάρτησης, αντιμετωπίζουν συνήθως παράλληλα σημαντικά προβλήματα και δυσκολίες: Συγκεκριμένα «το 63% είναι άνεργοι, το 86% έχει συλληφθεί τουλάχιστον μία φορά, το 67% έχει καταδικαστεί τουλάχιστον μία φορά, το 23% έχει φυλακιστεί και το 47% έχει δικαστικές εκκρεμότητες», τονίζεται. Επίσης, το 38% αναφέρει κάποιο πρόβλημα σωματικής υγείας και το 34% κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα, με κύριο πρόβλημα την κατάθλιψη. Το 46% διαμένει με τη γονεϊκή του οικογένεια, το 15% μόνος, το 32% με συντρόφους, ενώ το 7% είναι άστεγοι». Τέλος η πανδημία έχει διαμορφώσει τέτοιες, κοινωνικές, συνθήκες όπου είναι επίσης πιθανόν η γενικευμένη κοινωνική ανασφάλεια και η οργή να βρουν διέξοδο στην επιθετικότητα απέναντι στα άτομα που διαφέρουν ή βρίσκονται στο περιθώριο, οδηγώντας σε στοχοποίηση κοινωνικά αδύναμων ομάδων, όπως των ατόμων με εμπειρία απεξάρτησης.
Η κυβερνητική πρόταση και η αυτοβοήθεια ως πρόταση της Αριστεράς
–Η κυβερνητική πρόταση
Ενάντια σε όλα όσα ανέδειξε η πανδημία η Κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις, συνεχίζει σε σταθερό ρυθμό την υποβάθμιση των δημόσιων θεραπευτικών προγραμμάτων προς όφελος πάντα των ιδιωτικών κέντρων απεξάρτησης, τα οποία κερδίζουν υπέρογκα μέσω της ψυχολογικοποίησης και ιατρικοποίησης του ανθρώπινου πόνου. Τα περισσότερα ιδιωτικά προγράμματα προτείνοντας την «άμεση θεραπεία» στοχεύουν αποκλειστικά και μόνο στην «ουσία» και όχι στους παράγοντες που οδηγούν το άτομο στον εθισμό. Προτείνουν τη σωματική αποτοξίνωση και χρησιμοποιούν μια πληθώρα προσεγγίσεων που έχουν δανειστεί από την βιο-ψυχιατρική ή βιο-ψυχολογία ιατρικοποιώντας τον εθισμό (βλ. θεωρία γονιδιώματος ή κληρονομικότητας). Θα πρέπει να σημειωθεί πως αυτά τα Κέντρα ή διάφορες ΜΚΟ λαμβάνουν τεράστια ποσά από ΕΣΠΑ για να προωθήσουν την πολιτική «της μείωσης της βλάβης από τη χρήση» ή την προώθηση της ιατρικής χρήσης της κάνναβης ή τη δημιουργία χώρων «ελεγχόμενης χρήσης» (λες και το πρόβλημα δεν βρίσκεται στη χρήση, αλλά το να μη γίνεται σε δημόσια θέα. Ουσιαστικά μιλάμε για τον κοινωνικό θάνατο του ανθρώπου) ή ακόμη και την ανάπτυξη προγραμμάτων χορήγησης ναλοξόνης.
– Η Προαγωγή της Αυτοβοήθειας (ως πρόταση της Αριστεράς)
Με τον όρο αυτοβοήθεια/αλληλοβοήθεια καθορίζεται η ενεργοποίηση των πολιτών ως προς την αντιμετώπιση των προβλημάτων τους, μέσα σε ένα πλαίσιο συλλογικότητας και αλληλεγγύης. Βασικό χαρακτηριστικό της αυτοβοήθειας/αλληλοβοήθειας είναι η αυτενέργεια και η ανάληψη της προσωπικής ευθύνης και κατά συνέπεια η αναίρεση της παθητικότητας, που τείνει να χαρακτηρίζει, σήμερα, τη στάση των πολιτών, σε ζητήματα υγείας.
Η ομάδα αυτοβοήθειας/αλληλοβοήθειας δημιουργείται από άτομα που έχουν βιώσει το ίδιο πρόβλημα ή την ίδια κατάσταση στη ζωή τους, είτε άμεσα, είτε έμμεσα, από την οικογένεια ή τους φίλους τους. Η ανταλλαγή εμπειριών βοηθάει τους πολίτες να δώσουν ο ένας στον άλλο μια αμοιβαία υποστήριξη μοναδικής ποιότητας και να αντλήσουν πρακτικές πληροφορίες και τρόπους αντιμετώπισης, σχετικούς με το πρόβλημά τους. Οι ομάδες είναι αυτοδιαχειριζόμενες και λειτουργούν από τα μέλη και για τα μέλη.
Οι Ομάδες Αυτοβοήθειας προσπαθούν να επαναφέρουν στην προτεραιότητα του ατόμου με εμπειρία απεξάρτησης και αξιοποιήσουν την απολεσθείσα κοινοτική παράδοση και το εγγενές σε αυτή ήθος, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα ψυχικής και σωματικής υγείας που τις απασχολούν. Οι ομάδες αυτές απαρτίζονται από πάσχοντες που κλήθηκαν πρώτοι να πληρώσουν με την υγεία τους το τίμημα της ανήθικης και ανθυγιεινής πολιτικής επιλογής που θέτει τα κέρδη πάνω από τις ανθρώπινες ανάγκες. Εκτός αυτού, βίωσαν με αδιαμφισβήτητο τρόπο την ανεπάρκεια των κοινωνικών και υγειονομικών υπηρεσιών στην αντιμετώπιση των προβλημάτων τους.
Οι ομάδες αυτές των άμεσα ενδιαφερόμενων πολιτών που -μέσα από την ανάληψη της προσωπικής ευθύνης και τα προσωπικά βιώματα των μελών τους, ακολουθώντας το μοντέλο της «έρευνας-δράσης»- οδηγούνται σε μια νέα γνώση για τις αιτίες και σε μία νέα αντίληψη για τους τρόπους αντιμετώπισης των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων. Η νέα αντίληψη στρέφεται σαφέστατα ενάντια στο κυρίαρχο ρεύμα του εγωκεντρισμού και της αποξένωσης. Οι αξίες της συντροφικότητας, της ανιδιοτελούς προσφοράς στην ομάδα και στον συνάνθρωπο, καθώς και οι «στενές» ανθρώπινες σχέσεις που χαρακτηρίζουν την υγιή κοινοτική συγκρότηση, αποτελούν τη βάση λειτουργίας των ομάδων αυτοβοήθειας. Εδώ είναι κυρίαρχη η επιλογή των Ομάδων Αυτοβοήθειας να αναβιώσουν τις συλλογικές αξίες της αλληλεγγύης, της ισοπολιτείας και της δικαιοσύνης, ως προϋποθέσεων για την ανάπτυξη αληθινών ανθρώπινων σχέσεων και την αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων.
Η διαπίστωση ως επίλογος
Η πανδημία ανέδειξε τη σημασία του δημόσιου συστήματος υγείας (όλων των βαθμίδων) και την ανάγκη ενίσχυσής του. Αναπόσπαστο μέρος του είναι και τα προγράμματα πρόληψης και θεραπείας των εξαρτήσεων. Η στήριξη των δημόσιων προγραμμάτων πρόληψης (κυρίως) και απεξάρτησης είναι ένα από τα κλειδιά για να αποφευχθεί η διεύρυνση των ανισοτήτων στην υγεία και να μειωθεί το κοινωνικό κόστος των εξαρτήσεων. Το κυρίαρχο όμως επίδικο είναι η συλλογική «επανα-διαπαιδαγώγηση» και η «κριτική συνειδητοποίηση» των ατόμων εμπειρία εξάρτησης ή απεξάρτησης. Και σ αυτό το σημείο κυρίαρχο ρόλο θα παίξει η συμβολή της Αριστεράς.