Στις 8 Νοεμβρίου του 1923 σε μια μπυραρία του Μονάχου εκδηλώθηκε πραξικόπημα που σχεδίαζε να ανατρέψει την Δημοκρατία της Βαϊμάρης και να αναλάβει την αναδόμηση της καταρρακωμένης Γερμανίας, της υποταγμένης στους νικητές του πολέμου και την δεσμευμένη από τους αφόρητους όρους της συνθήκης των Βερσαλλιών. Το πραξικόπημα εκείνο απέτυχε παταγωδώς, οι πρωταγωνιστές του, ένας λοχίας ονόματι Αδόλφος Χίτλερ, ο στρατιωτικός ηγέτης του πολέμου στρατηγός Έριχ Λούντεντορφ και κάποιοι εν ενεργεία και απόστρατοι αξιωματικοί συνελήφθησαν και η γερμανική κοινωνία μειδίασε με την αφέλεια των ονειροπαρμένων που σχεδίαζαν να ανατρέψουν τη νόμιμη κυβέρνηση. Η ονομασία «πραξικόπημα της μπυραρίας» εμπεριέχει, εκτός από την κυριολεξία της, και κάποιες ειρωνικές συνδηλώσεις.
Η ιστορία είναι φυσικά γνωστή. Και κυρίως το τι επακολούθησε. Ακόμη κι εκείνοι που αδιαφόρησαν υποχρεώθηκαν να βιώσουν με σκληρό τρόπο τα αποτελέσματα και τη συνέχεια εκείνης της πράξης που όπως φάνηκε δεν ήταν μια φάρσα αλλά η προειδοποίηση μιας τραγωδίας.
Φυσικά η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται και κάθε περιστατικό του παρόντος δεν μπορεί να ερμηνεύεται με βάση τις εικόνες που έχουμε από το παρελθόν. Ωστόσο η γνώση μας κάνει λιγότερο αφελείς, κι αν γίνεται λιγότερο αδιάφορους, για όσα συμβαίνουν στον παρόντα χρόνο και στον δικό μας κόσμο. Έτσι ώστε να μην «πέφτουμε από τα σύννεφα» κάθε φορά που μας αναγγέλλεται μια είδηση η οποία απειλεί τη ζωή και το μέλλον των ανθρώπων.
Την Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου το βράδυ μάθαμε από τα δελτία ειδήσεων πως στη Γερμανία έγιναν συλλήψεις κάποιων νεοφασιστών και επίδοξων πραξικοπηματιών οι οποίοι ονειρεύονταν να αναβιώσουν το Ράϊχ. Δεν έλειψαν και κάποια μειδιάματα από τα πρόσωπα των τηλεοπτικών σχολιαστών, που ως γνωστόν έχουν γνώση και άποψη για τα πάντα!..
Πως είναι δυνατόν να αμφισβητείται η κυβέρνηση της ισχυρότερης χώρας της Ευρώπης, μιας χώρας που βρίσκεται στον πυρήνα του ΝΑΤΟ και διαδραματίζει έναν τόσο κομβικό ρόλο στην παγκόσμια σκηνή; Εύλογη ερώτηση. Η οποία όμως γίνεται λιγότερο εύλογη αν υπολογιστούν μερικές σοβαρές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων και μηνών.
Η καταγραφή δεν είναι περιοριστική, ωστόσο επιδιώκει να περιλάβει μερικά από τα κύρια χαρακτηριστικά φαινόμενα της περιόδου.
Ίσως η πρώτη θέση ανήκει στην έξαρση του εθνικισμού και της ξενοφοβίας που αυτός συνεπάγεται.
Με δεδομένο το παρελθόν της Γερμανίας και κυρίως το γεγονός πως μετά τον πόλεμο ούτε οι ναζί τιμωρήθηκαν, πλην εξαιρέσεων, ούτε η αποναζιστικοποίηση πραγματοποιήθηκε στον κρατικό μηχανισμό αλλά και στις επιχειρήσεις (τα παραδείγματα είναι πάρα πολλά), με δεδομένο πως ουσιαστική αυτοκριτική και αναδιαμόρφωση δεν έγινε καθώς οι Αμερικανοί νικητές χρειάζονταν το νέο γερμανικό κράτος, με όλα τα στοιχεία του, ακόμη και εκείνα του παρελθόντος, ως αιχμή εναντίον του απέναντι στρατοπέδου, μπορεί κανείς να καταλάβει ένα ιδεολογικό, πολιτικό και συναισθηματικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο στέκονται και αναπτύσσονται οι απόψεις και η επιρροή του νεοναζιστικού ρεύματος.
Να προστεθεί η γενική έκπτωση των δημοκρατικών αξιών και των θεσμών. Η γερμανική κυβέρνηση, παρότι έχει μετατραπεί σε ένα είδος κυβερνήτη της Ευρώπης, δεν παύει να εκχωρεί μέρος των δικών της αρμοδιοτήτων, και των δημοκρατικών λαϊκών δικαιωμάτων, προς τα μη εκλεγόμενα όργανα της Ε.Ε. Έτσι ο λαός αποξενώνεται ακόμη περισσότερο από την άσκηση της πολιτικής και από τη δυνατότητα ελέγχου της εξουσίας. Ακολούθως υποβαθμίζονται με πολλαπλούς τρόπους όλοι οι λαϊκοί δημοκρατικοί θεσμοί, όχι μόνο ως γενική τάση του αναπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου αλλά και ως ιδιαίτερο ευρωπαϊκό φαινόμενο.
Να προσθέσουμε επίσης και να δώσουμε έμφαση στις πρόσφατες εξελίξεις. Την αμερικάνικη επιβολή της ενεργειακής εξάρτησης και της υποβάθμισης της γερμανικής οικονομίας, που την μετατρέπει σε ρόλο ακολούθου. Είναι εντυπωσιακή η ευκολία με την οποία οι Γερμανοί πολιτικοί υποτάσσονται στις επιταγές των ΗΠΑ, γεγονός που παραπέμπει ευθέως στον τρόπο με τον οποίο συνδέεται η γερμανική ηγεσία με τους αμερικανικούς οργανισμούς. Η σύνδεση αυτή ανάγεται, χωρίς να έχει μειωθεί κατ’ ελάχιστον, στον τρόπο με τον οποίο πολιτεύτηκαν οι Αμερικάνοι στη μεταπολεμική Δυτική Γερμανία. Το γεγονός αυτό προκαλεί και θα προκαλέσει στο μέλλον ακόμη περισσότερες και ποικίλες αντιδράσεις.
Επί πλέον κάποια τμήματα του γερμανικού κεφαλαίου επιλέγουν να μεταφέρουν τις επιχειρήσεις τους στις ΗΠΑ (βλ. άρθρο Λεωνίδα Βατικιώτη στο Kommon). Το τμήμα όμως του γερμανικού κεφαλαίου που δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο, καθώς η επιχειρηματική του δραστηριότητα συνδέεται άμεσα με μια κρατική οντότητα και ζητάει περισσότερη προστασία από το κράτος (ενώ τα υπερμονοπώλια αναζητούν διευκολύνσεις στις παγκόσμιες διαδρομές εμπορευμάτων και κεφαλαίου), εκφράζει βαθύτατη δυσαρέσκεια, για τους περιορισμούς εισαγωγής φυσικού αερίου και τη διακοπή τη αποπεράτωσης του αγωγού αερίου της Βόρειας Θάλασσας κ.ο.κ., το εμπάργκο, την υποχρεωτική συστράτευση με τις οικονομικές επιλογές των υπερατλαντικών κυρίων, καθώς το καθιστούν συγγενή δεύτερου βαθμού υποβαθμίζοντας τον ρόλο του στην παγκόσμια καπιταλιστική ιεραρχία.
Ταυτόχρονα ο λαός βιώνει δραματικά τις συνέπειες των αμερικανικών πολιτικών και την υπακοή των ηγετών του.
Η κρίση είναι αναπόφευκτη. Πάνω στην κρίση αυτή, και απούσης της Αριστεράς, οι νεοφασιστικές εθνικιστικές απόψεις έχουν πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθούν. Όχι μόνο ως αντίδραση των ανέργων, των φτωχών, εκείνων που κρυώνουν, αλλά και μερίδας των ελίτ.
Δεν είναι αυτές οι προϋποθέσεις που οδήγησαν στην άνοδο του φασισμού τη δεκαετία του ’20 και του ’30 στη Γερμανία; Υπό άλλους ιστορικούς όρους και άλλες οικονομικές και πολιτικές προϋποθέσεις, βέβαια. Αλλά…
Το σημερινό τέρας δεν γεννιέται από νοσταλγούς γραφικούς «πρίγκιπες», αλλά από λαϊκά ρεύματα και πολιτικές ιεραρχήσεις των ελίτ, στα οποία οι «γραφικοί» δίνουν υπόσταση κάνοντας τις πρόβες.
Είναι καιρό τώρα που το νεοφασιστικό φαινόμενο χτυπάει τις πόρτες μας. Καλό είναι να σκεφτούμε σοβαρά πριν αρχίσει να τις γκρεμίζει.