Σ’ ένα άρθρο μου σε τοπικό Τύπο, πριν από τις πρόσφατες εκλογές, ανάμεσα στα άλλα έγραφα : «Ο ΣΥΡΙΖΑ όλο πιο φανερά, όλο και πιο ανοιχτά δείχνει να υποτάσσεται στον πολιτικό πραγματισμό και να υποκλίνεται στην κυρίαρχη πολιτική συγκυρία.
Σ’ αυτή τη λογική εγκλωβίζει και μια σειρά άτομα και αγωνιστές από το χώρο της μαρξιστικής διανόησης. Όλες οι ιδεολογικές και πολιτικές αναφορές και θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ κινούνται μέσα στο πλαίσιο της διαχείρισης της αστικής κυριαρχίας.
Ακολουθεί την ιδεολογικοπολιτική αντίληψη της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας που σε όλες τις ιστορικές φάσεις βαθιάς κρίσης του καπιταλισμού όχι μόνο συντάχθηκε με το κεφάλαιο και την αντίδραση αλλά και τα υπηρέτησε πιστά και πολλές φορές τα εκπροσώπησε. Ο χαρακτηρισμός του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα της Αριστεράς πολύ σύντομα θα ρίξει την έννοια της Αριστεράς σε βαθιά ανυποληψία με σοβαρές και απρόβλεπτες συνέπειες για τις μελλοντικές εξελίξεις».
Ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Μάη και Ιούνη του 2012 είχε στη σημαία του τη μονομερή διαγραφή του χρέους, τη ρήξη, τη σύγκρουση με το κατεστημένο, τη ντόπια ολιγαρχία και τις αντιδραστικές και αντιλαϊκές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με κάποια στρογγυλέματα κινήθηκαν οι ίδιες υποσχεσιολογίες και μέχρι τις εκλογές του Γενάρη. Χαρακτηριστικές προεκλογικά είναι οι δηλώσεις του Τσίπρα σε ομιλία του στην Κρήτη: “ Από την Δευτέρα 26/1, εμείς θα βαράμε τον ζουρνά και η Μέρκελ θα χορεύει». Σε συνέντευξη του στο Ν. Χατζηνικολάου πως είναι τόσο σίγουρος ότι η Μέρκελ θα κάνει δεκτές τις ελληνικές προτάσεις, έλεγε: “Είμαι σίγουρος ότι θα τις δεχτεί και θα είναι και ντάλα μεσημέρι».
Η συνέχεια είναι γνωστή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχότανε: καμία υποχώρηση, κανένας συμβιβασμός, εμείς εμμένουμε στο πρόγραμμα μας όπως διατυπώθηκε στη Θεσσαλονίκη, οτιδήποτε έξω από αυτό σημαίνει ρήξη. Σήμερα τι προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ; Να αποδεχτεί ο Ελληνικός λαός την υποχώρηση, την απελπισία, την ήττα, χωρίς αντίδραση, χωρίς αντίσταση; Υποθέτω ότι κανένας αριστερός δεν μπορεί να απαντήσει καταφατικά.
Οποιοσδήποτε έχει στην πολιτική του τη σύγκρουση με τους ισχυρούς και τους δικτάτορες, πρέπει να έχει και την επιλογή της αντίστασης ως μέσο. Όταν υποχωρεί μπροστά στον πόλεμο που δέχεται, αποδέχεται και την υποταγή. Πρέπει να γίνει σαφές στον ελληνικό λαό πως μέσα στα ασφυκτικά πλοκάμια της Ε.Ε. δεν υπάρχει τρόπος να ξεφύγουμε από τα αδιέξοδα, αποσπώντας με διαπραγματεύσεις παραχωρήσεις από του Γερμανούς και λοιπούς καπιταλιστές και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο.
Μήπως θα ήταν χρήσιμο να υπενθυμίσουμε στον ΣΥΡΙΖΑ για το πώς και γιατί έγινε η ΕΟΚ, ο πρόδρομος της Ε.Ε.; Η συνθήκη της Ρώμης του 1957, με την οποία ιδρύθηκε η ΕΟΚ, ήταν το επιστέγασμα μιας πορείας που άρχισε με την ιδεολογική θεμελίωση της πολιτικής του Ψυχρού Πολέμου και τελείωσε με ένα σύστημα πολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών συμμαχιών που με επίκεντρο το ΝΑΤΟ εκτείνεται σε όλον σχεδόν τον δυτικοευρωπαϊκό κόσμο. Αν η ΗΠΑ υπήρξαν το δυναμικό κέντρο του Ψυχρού Πολέμου, οι χώρες της Δ. Ευρώπης ήταν η γεωγραφική περιοχή που το παρόξυνε στο έπακρο.
Αμέσως σχεδόν μετά τον 2οΠαγκόσμιο Πόλεμο και την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας, οι δυτικοευρωπαϊκές κυβερνήσεις, με πρωτεργάτη τον Τσώρτσιλ, προσπαθούν να συνασπίσουν τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη σε μια συμμαχία με αντιδραστικό, αντικομμουνιστικό περιεχόμενο κάτω από τον έλεγχο και την ηγεμονία των ΗΠΑ. Η πρώτη μορφή ενοποίησης της Δ. Ευρώπης είναι η λεγόμενη «Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση» που δημιουργήθηκε το Μάη του 1948 με τη Συνθήκη των Βρυξελλών, που μαζί με το σχέδιο Μάρσαλ (1947), το ΝΑΤΟ (1949), την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (1952), την ΕΟΚ (1957), είναι τα στάδια της πορείας προς τη λεγόμενη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ή ενοποίηση, τη σημερινή Ε.Ε.
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την κατάρρευση της Σοβ. Ένωσης, αποτέλεσμα της δομικής κρίσης του κεφαλαιοκρατικού συστήματος (βλ. αποφάσεις 20ου και 22ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, 1956, 1961, ειρηνική συνύπαρξη, παλλαϊκό κράτος, κλπ), ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός πέρασε σε μια επιθετική πολιτική σε διάφορα μέρη του κόσμου σε μια προσπάθεια να εδραιώσει την παγκόσμια ηγεμονία του σε πλανητικό επίπεδο. Αυτό στην πορεία αποδείχθηκε μια μεγάλη πολιτική φαντασίωση. Κατέρρευσε κάτω από τον αδυσώπητο νόμο της πολλαπλότητας του κεφαλαίου και των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων και συγκρούσεων.
Έτσι η Αμερική που μετά το 2ο Παγκόσμιο πόλεμο ήθελε την Ευρώπη σαν μια συμπληρωματική και ελεγχόμενη περιοχή στα σχέδια της παγκόσμιας ηγεμονίας της και ανάχωμα στον Σοβιετικό επεκτατισμό, αντιμετωπίζει σήμερα με πολύ ανησυχία τις προοπτικές των εξελίξεων στην Ε.Ε. και την Ευρώπη γενικότερα. Μέσα στη δίνη του σημερινού πολυπολικού κόσμου η Ε.Ε. δείχνει να είναι ο μεγάλος ασθενής, βυθισμένη σε μια βαθιά και αξεπέραστη κοινωνική, οικονομική και πολιτική κρίση χωρίς να υπάρχει φως στο τούνελ.
Όλα τα σημάδια δείχνουν προς τυφώνες που έρχονται να σαρώσουν την αλαζονεία των ισχυρών και τις αυταπάτες των μικρών. Η Ιστορία φαίνεται έτοιμη να σηκώσει τη βία και το μαχαίρι. Ζούμε για άλλη μια φορά αυτό που ο Μαρξ είχε περιγράψει ως παραφροσύνη του καπιταλισμού.
Μέσα σ’ αυτό το ζοφερό και παρακμιακό περιβάλλον προβάλλει αναγκαία και επείγουσα η ανάγκη δημιουργίας ενός γνήσιου σοσιαλιστικού μαζικού κινήματος, ενός νέου Κόμματος της εργατικής τάξης, που να μπορέσει να φρενάρει τις δυνάμεις που ωθούν τον άνθρωπο και τη φύση στο χάος και την καταστροφή. Ένα Κόμμα που πρέπει να επανεξετάσει κριτικά το παρελθόν και να συγκροτήσει μια ριζική εναλλακτική πρόταση-λύση στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο κοινωνικής παραγωγής.
Οποιαδήποτε άλλη ενδιάμεση πολιτική γραμμή αποτελεί ιστορική φενάκη. Κάποια τμήματα της Εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, χρόνια τώρα, επιμένουν να θεωρούν ότι το πολιτικό υποκείμενο της αντικαπιταλιστικής ανατροπής είναι το εργατικό λαϊκό κίνημα, ένα κίνημα ανεξάρτητο, ακηδεμόνευτο που να μην καθοδηγείται από κάποιο Κόμμα. Η Ιστορία διδάσκει ότι το εργατικό κίνημα σ’ όλη του τη μακρά ιστορία παρέμεινε αποσπασματικό και αμυντικό, και όχι λίγες φορές «φιλικός συνομιλητής» του κεφαλαίου. Ο όποιος ριζοσπαστισμός του σε συνδυασμό με την αγανάκτηση και τον αυθορμητισμό των εργαζόμενων ξεφούσκωνε κάθε φορά που εξασφάλιζε κάποια ψιχία και πέρναγε στον εφησυχασμό. Λειτουργούσε δηλαδή καθαρά στη σφαίρα του οικονομισμού.
Στη σημερινή δομική κρίση το κεφάλαιο όχι μόνο παίρνει πίσω προηγούμενες παραχωρήσεις δεκαετιών, αλλά προχωρεί σε επίθεση στα ίδια τα θεμέλια του αστικού κράτους πρόνοιας και μάλιστα με τη σφραγίδα των λεγόμενων Σοσιαλιστικών και Εργατικών Κομμάτων της Ευρώπης. Καμία εκδοχή ή παραλλαγή του αμυντικού συμβιβασμού του εργατικού κινήματος δεν μπορεί και δεν πρέπει να μας αποτρέψει από την επείγουσα ανάγκη μιας σοσιαλιστικής επίθεσης και της δημιουργίας και συγκρότησης ενός νέου Κόμματος της εργατικής τάξης και των συμμάχων της.
H στρατηγική προτεραιότητα που πρέπει να δοθεί στην προώθηση της υπόθεσης για ένα Κομμουνιστικό Κόμμα της εποχής μας, θα δώσει ώθηση και στην αναγκαιότητα δημιουργίας ενός μαζικού αντικαπιταλιστικού, αντιιμπεριαλιστικού μετώπου, και αυτά τα δύο μαζί θα συμβάλλουν αποφασιστικά σε ένα πλατύ ταξικό εργατικό κίνημα για την ανατροπή της επίθεσης. Το παραμύθι του ΣΥΡΙΖΑ και των κάθε λογής ευρωκομμουνιστών καταρρέει με τον πιο βαρύγδουπο κρότο μέσα από την δουλική αποδοχή της άρχουσας τάξης πραγμάτων. Η άρνησή του να αντισταθεί στις ζοφερές ιστορικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο ελληνικός λαός ρίχνει βαριά τη σκιά του στις μελλοντικές εξελίξεις της χώρας.