Ανάγκη για ένα νέο ριζοσπαστικό αντι-ΕΕ ρεύμα στην Αριστερά
Με την ΕΕ είμαστε χειρότερα!
67 χρόνια από τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα και 62 χρόνια από την ίδρυση της ΕΟΚ, η ΕΕ και η ΟΝΕ, αποδείχθηκαν οι πιο σκληροί μηχανισμοί επιβολής της λιτότητας και των νεοφιλελεύθερων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων ώστε να ξεπεραστεί η κρίση προς όφελος των δυνάμεων του κεφαλαίου και εις βάρος των εργαζομένων και των λαών της Ευρώπης. Αποδείχθηκε ότι ο μηχανισμός της ΕΕ και η ΟΝΕ ήταν τελικά ένας οικονομικός και πολιτικός μηχανισμός που στρέφεται εναντίον των εργαζομένων και εξυπηρετεί τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της ΕΕ και ειδικότερα την ισχυρότερη πλέον, τη Γερμανία. Η ΕΕ:
– Έφερε για τους λαούς λιτότητα, ανεργία και επισφάλεια, ελαστικές εργασιακές σχέσεις, αποβιομηχάνιση και γενική αντιδραστική αναδιάρθρωση στις περιφερειακές χώρες.
– Ξεκληρίζει συστηματικά τη μικρομεσαία αγροτιά και αλιεία με στόχο την καθιέρωση των μεγάλων αγροκτημάτων και την αλιεία των μεγάλων αλιευτικών πλοίων.
– Οδηγεί σε μία εκπαίδευση προσαρμοσμένη στις ανάγκες της αγοράς δημιουργώντας ένα νέο μοντέλο εργαζόμενου διαρκώς επανακαταρτιζόμενου, πειθήνιου στους εργοδότες και χωρίς δικαιώματα.
– Οδηγεί στην εξαθλίωση έως και την περιθωριοποίηση ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (συνταξιούχοι, ηλικιωμένοι, ΑμΕΑ κλπ.).
– Υποσχόταν ειρήνη, αλλά συναίνεσε και συνέβαλε σε πλήθος ιμπεριαλιστικών στρατιωτικών επεμβάσεων στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Συνέβαλε στη νατοϊκή Συνθήκη των Πρεσπών.
– Υποσχόταν εμβάθυνση της δημοκρατίας, αλλά μόνο αυτό δεν έκανε, όπως έδειξε όταν τα δημοψηφίσματα ήταν ενάντια στη βούλησή της, που πολύ απλά ακυρώθηκαν με νέα δημοψηφίσματα ή κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα.
– Έδειξε το αποκρουστικό αυταρχικό πρόσωπό της στηρίζοντας ανοιχτά την ημιφασιστική πραξικοπηματική κυβέρνηση της Ουκρανίας και πρόσφατα με την ουσιαστική στήριξή της στο αμερικανοκίνητο πραξικόπημα που επιχειρείται στη Βενεζουέλα για την ανατροπή της κυβέρνησης Μαδούρο και της «μπολιβαριανής» διαδικασίας.
– Και ο αυταρχικός κατήφορός της φαίνεται καθαρά στις πολιτικές καταστολής, παρακολούθησης, μετανάστευσης και ασφάλειας, με τη λογική της «Ευρώπης-Φρούριο» για την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας» και της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας.
Αυτή η ΕΕ δεν είναι εστία ειρήνης και οικονομικής ανάπτυξης για τους εργαζόμενους και τους λαούς της Ευρώπης, είναι ένας αντιδραστικός ιμπεριαλιστικός-καπιταλιστικός μηχανισμός. Δεν αλλάζει «από μέσα», δεν μεταρρυθμίζεται, παρά μόνο ανατρέπεται!
Δεν θα είναι καλύτερα και αύριο
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί να δείξει εικόνα κανονικότητας αλλά οι πολιτικές και οικονομικές αντιθέσεις οξύνονται:
– Οι χώρες της ΕΕ ανέκτησαν κατά μέσο όρο το επίπεδο παραγωγής (ΑΕΠ) που είχαν το 2008 σε 6 χρόνια από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, ενώ η Γερμανία χρειάστηκε μόλις 3, οι χώρες της ΟΝΕ κατά μέσο όρο χρειάστηκαν 7 χρόνια και η Ελλάδα και η Ιταλία δέκα χρόνια μετά δεν το έχουν ανακτήσει ακόμα. Το ζήτημα του χρέους παραμένει ενεργό, κύρια στην ιταλική περίπτωση.
– Η διαδικασία του Brexit μένει να φανεί με πόσους κραδασμούς (συναινετικά ή όχι) θα προχωρήσει.
– Υπάρχει κρίση και της διαδικασίας ολοκλήρωσης προς ανατολάς, σε χώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, που αμφισβητούν ακόμη και το περίφημο «ευρωπαϊκό κεκτημένο».
– Ο Μακρόν που θεωρήθηκε εμβληματικός εκφραστής της «εμβάθυνσης» φαίνεται πολιτικά τελειωμένος μόλις δύο χρόνια μετά και χάρη στην κινητοποίηση των Κίτρινων Γιλέκων. Η Μέρκελ αμφισβητείται από τα δεξιά και στην Ιταλία κυβερνά η ακροδεξιά Λέγκα (κερδίζοντας διαρκώς και σε απήχηση) μαζί με τα 5 Αστέρια.
Όχι στον αυταρχικό κοσμοπολιτισμό και την εθνικιστική Ακροδεξιά!
Σήμερα, η αδυναμία επιτυχημένου ξεπεράσματος της κρίσης από την πλευρά των δυνάμεων του κεφαλαίου οδηγεί σε αντικρουόμενες τάσεις διεθνώς και στην ΕΕ. Αφενός, μία τάση ακόμα πιο νεοφιλελεύθερης φυγής προς τα εμπρός και αφετέρου, μία τάση επαναφοράς προστατευτικών πρακτικών έναντι των κύριων διεθνών ανταγωνιστών. Η πρώτη τάση επενδύεται με ιδεολογήματα «κοσμοπολιτισμού» και υπεράσπισης του ανοίγματος των αγορών διεθνώς. Η δεύτερη τάση αξιοποιεί κυρίως συντηρητικά και ακροδεξιά ιδεολογήματα, με σημαντικό και τον κίνδυνο της ανάπτυξης φασιστικών δυνάμεων στο εσωτερικό της. Αυτές οι δύο τάσεις ανταποκρίνονται και σε εσωτερικές δομικές ανάγκες και αντιθέσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Εκφράζουν την όξυνση των αντιθέσεων εντός και των κυρίαρχων αστικών δυνάμεων στο εσωτερικό των χωρών. Αντιθέσεις σχετικά με το μίγμα οικονομικής πολιτικής ανάλογα με τα ιδιαίτερα συμφέροντα επί μέρους μερίδων και των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών που αυτές επιχειρούν να διαμορφώνουν. Η αδυναμία της ριζοσπαστικής και ειδικά της κομμουνιστικής αριστεράς να αμφισβητήσει επαρκώς την «παγκοσμιοποίηση», την ΕΕ και τις πολιτικές του κεφαλαίου από εργατικές, λαϊκές και ριζοσπαστικά αριστερές θέσεις αφήνει αντικειμενικά πολιτικό χώρο σε αυτές τις δυνάμεις.
Η Ελλάδα παραμένει αδύναμος κρίκος
Η Ελλάδα, μία χώρα μέσου επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης, εντάχθηκε στην ΕΟΚ-ΕΕ με σκοπό να επιταχύνει αλλαγές στην οικονομία και την κοινωνία προς όφελος των δυνάμεων του κεφαλαίου. Η ελληνική αστική τάξη επιδίωξε την συμμετοχή στην ΟΝΕ, ακόμα και αν υπήρχαν φωνές που έθεταν το ζήτημα ότι η ελληνική καπιταλιστική οικονομία είναι σχετικά αδύναμη ακόμα για να εκτεθεί στον ανταγωνισμό πιο παραγωγικών ευρωπαϊκών κεφαλαίων χωρίς την προστασία της νομισματικής ισοτιμίας.
Τα πρώτα χρόνια της ΟΝΕ η ελληνική οικονομία είχε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, βασιζόμενη στην αθρόα πίστωση λόγω της πτώσης των επιτοκίων (του ευρώ σε σχέση με τη σχετικά «σκληρή» δραχμή των χρόνων πριν την ένταξη). Αυτή η πίστωση διοχετεύτηκε κυρίως σε κλάδους πιο προστατευμένους από το διεθνή ανταγωνισμό (κατασκευές, εγχώριες υπηρεσίες, τουρισμός), μη εμπορεύσιμων διεθνώς προϊόντων. Κλάδοι που αποδείχτηκαν εξαιρετικά ευάλωτοι στο ξέσπασμα της κρίσης, ενώ ταυτόχρονα σε όλη την περίοδο του ευρώ η χώρα αύξανε το εμπορικό έλλειμμα και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της, κυρίως εξαιτίας της εισαγωγής προϊόντων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας που η ίδια δεν παράγει. Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων οδήγησε στην αύξηση του δημόσιου ελλείμματος και χρέους και την ανάγκη αύξησης του εξωτερικού δανεισμού οδηγώντας στο δημοσιονομικό εκτροχιασμό.
Δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης, οι βασικές ορίζουσες του «ελληνικού προβλήματος» είναι ακόμα υπαρκτές. Στη μνημονιακή περίοδο, με τις πολιτικές που ακολουθούνται, και εντός ΟΝΕ και ΕΕ:
– Η ελληνική οικονομία διατηρείται σχετικά στάσιμη, σε επίπεδο σημαντικά χαμηλότερο (περίπου 24-25% μικρότερο) από το 2008. Δέκα χρόνια μετά, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ΕΕ μαζί με την Ιταλία που δεν έχουν επανέλθει στο επίπεδο παραγωγής του 2008.
– Εξυπηρετείται η διαμόρφωση του συγκεκριμένου αναπτυξιακού προτύπου που προέβλεπαν τα μνημόνια για μία χώρα που θα είναι διαμετακομιστικός κόμβος μεταξύ Ανατολής και Ευρώπης με αναβαθμισμένες μεταφορικές υποδομές, με μία οικονομία έντασης εργασίας με έμφαση στις υπηρεσίες, τον τουρισμό και τις επενδύσεις real estate, με χαμηλό εργατικό κόστος και φιλικό περιβάλλον για «επενδύσεις».
– Τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα συμπιέζονται για να αποκομίζουν κέρδος οι μεγάλες επιχειρήσεις Οι δυνάμεις του εγχώριου κεφαλαίου έχουν κάθε συμφέρον να μην διακυβευθεί το ουσιαστικό «μνημονιακό κεκτημένο» σε όλους τους τομείς της κοινωνίας για να αποκομίζουν κέρδος πλέον κυρίως μέσω της εσωτερικής υποτίμησης των μισθών και της λιτότητας.
– Οι δυνάμεις της ΕΕ και των δανειστών μας έχουν κάθε συμφέρον να παραμένει σε αυτή την κατάσταση η ελληνική κοινωνία και οικονομία, εφόσον παραμένει εντός των ΟΝΕ-ΕΕ, για λόγους πολιτικού παραδειγματισμού, αλλά και για να μην υπάρξει νέος δημοσιονομικός εκτροχιασμός που θα κλονίσει οικονομικά την ΕΕ. Συνεχίζοντας φυσικά να εκμεταλλεύονται ανάλογα την κατάσταση αποσπώντας εμπορικά πλεονάσματα και «φιλέτα» μέσω των ιδιωτικοποιήσεων και του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας. Αυτή είναι η ουσία της ιμπεριαλιστικής επιτροπείας που έχει επιβληθεί στον ελληνικό λαό.
Πρέπει να είναι σαφές, λοιπόν, ότι η ελληνική κοινωνία θα παραμείνει εγκλωβισμένη σε αυτή την «παγίδα» όσο παραμένει στο κλουβί της ΕΕ.
Ποια Αριστερά μπορεί να απαντήσει στην κρίση της ΕΕ;
Στις παρούσες συνθήκες ήταν επιτακτική μια πρόταση για ένα ενωτικό αριστερό αντιΕΕ ψηφοδέλτιο. Θα έπρεπε να ληφθεί πλατιά ενωτική πρωτοβουλία με γνωστούς αγωνιστές με συνέπεια, διανοούμενους, κόσμο της ριζοσπαστικής αριστεράς, αλλά και με δέσμευση σε μία ριζοσπαστική αντιευρώ και αντιΕΕ κατεύθυνση. Δυστυχώς, για άλλη μία φορά δεν έγινε.
Η κρίση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όμως, παραμένει μπροστά μας. Παραμένει και η ανάγκη ανασύνταξης, ανασύνθεσης, βαθιάς ανασυγκρότησης και μετωπικής συστράτευσης κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων για:
– Μία κατεύθυνση λαϊκής ρήξης και αποδέσμευσης από την ΟΝΕ και την ΕΕ.
– Την εξυπηρέτηση των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων
– Για δημοκρατία προς όφελος των εργαζομένων και του λαού
– Για λαϊκή κυριαρχία και εθνική ανεξαρτησία από τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς
– Με το λαό στο τιμόνι και με ένα μεταβατικό πολιτικό πρόγραμμα για τη σύνδεση της αντιευρώ-αντιΕΕ ρήξης με μία φιλολαϊκή έξοδο από την κρίση και με την σοσιαλιστική – κομμουνιστική προοπτική.
Μία τέτοια Αριστερά θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί αποτελεσματικά την κρίση της ΕΕ προς όφελος των εργαζομένων και του λαού. Δίνοντας ένα αποτελεσματικό παράδειγμα άλλου δρόμου ενάντια στα ευρωπαϊκά μνημόνια, τη νεοφιλελεύθερη λιτότητα, την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, τη ΝΔ, την ακροδεξιά και το φασισμό, τις πολιτικές του κεφαλαίου και την ιμπεριαλιστική επιτροπεία. Ένα παράδειγμα που θα τονώσει τη λαϊκή αυτοπεποίθηση και τους αγώνες ενάντια στην ΟΝΕ και την ΕΕ και σε άλλες χώρες. Και έτσι θα επιτελέσει και το διεθνιστικό καθήκον της απέναντι στους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης, με τους οποίους θέλουμε να συντονιστούμε ακριβώς επειδή βιώνουν παρόμοια καταπίεση από τις αστικές τάξεις τους στο πλαίσιο της ΕΕ. Μαθαίνοντας και από τους αγώνες τους, όπως μαθαίνουμε σήμερα και παίρνουμε κουράγιο από τον αγώνα των Κίτρινων Γιλέκων στη Γαλλία.
Για μία τέτοια Αριστερά παλεύουμε παρά τις σημερινές δυσκολίες, γιατί είναι ανάγκη των καιρών. Σήμερα η απουσία της βοά και στο εσωτερικό των διάσπαρτων οργανωμένων και ανένταχτων δυνάμεων. Πλευρές και σπέρματα αυτής της οπτικής ενυπάρχουν, στον έναν ή τον άλλον βαθμό στα ψηφοδέλτια της μαχόμενης Αριστεράς, αλλά όχι ολοκληρωμένα, με ευθύνες των ηγεσιών τους και της γενικής πολιτικής κατεύθυνσής τους.
Ανεξάρτητα από την ψήφο καθενός και καθεμιάς, καλούμε σε ενίσχυση αυτής της προοπτικής στις ευρωεκλογές. Κυρίως για την επόμενη μέρα των εκλογών, για τους αναγκαίους αγώνες του αύριο.
Για την αναγκαία υπέρβαση!
Είναι αναγκαίο ένα αποφασιστικό και μαχητικό βήμα αντιστροφής και υπέρβασης. Είναι η ώρα για μια νέα συσπείρωση δυνάμεων που θα συμβάλει στην προγραμματική ανασύνθεση και ριζική αναγέννηση της κομμουνιστικής και επαναστατικής Αριστεράς.
– Που θα προωθεί ως στρατηγική, τη ρήξη και την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού – κομμουνισμού. Με μαχόμενη κριτική αποτίμηση για την ιστορική πορεία του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, χωρίς να ισοπεδώνεται η προσφορά του. Με στόχο να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ένα σύγχρονο κομμουνιστικό κόμμα αντάξιο της εποχής μας με βασικό καθήκον την ανασυγκρότηση του διεκδικητικού κινήματος και της Αριστεράς, ώστε να ανακοπεί η πορεία διάλυσης. Για να ανοίξει η συζήτηση για την επόμενη μέρα, μπροστά στους υπάρχοντες αριστερούς φορείς, ώστε να τεθούν και να τεθούμε όλοι προ των ευθυνών μας.
– Για μια πορεία δημιουργίας ενός σύγχρονου εργατικού και λαϊκού, κοινωνικοπολιτικού μετώπου, που θα υπερασπίζεται τις κατακτήσεις και θα διεκδικεί τα σύγχρονα δικαιώματα των εργαζομένων, του λαού και της νεολαίας, προωθώντας τη ρήξη και ανατροπή της επίθεσης του καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού και του φασισμού. Σε αυτό το μέτωπο, οι πρωτοπόρες δυνάμεις οφείλουν να συνδέουν τον αντιιμπεριαλιστικό και δημοκρατικό αγώνα (αναγκαίο ενάντια και στην ΕΕ) με το ταξικό και αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο του. Όπως και αντίστροφα, να συμβάλουν έτσι ώστε ο αντικαπιταλιστικός αγώνας να εκφράζεται με τις σύγχρονες αντιιμπεριαλιστικές και δημοκρατικές αιχμές του.
– Για μια πολιτική συμμαχία των ανατρεπτικών αριστερών δυνάμεων. Που θα συσπειρώσει δυνάμεις ενάντια στο διπολισμό γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, αλλά και ενάντια στην Ακροδεξιά και το νεοφασισμό. Που θα δώσει νέα πνοή στο μαζικό κίνημα, θα συμβάλει σε νίκες και κατακτήσεις τις οποίες τόσο ανάγκη έχει ο λαός και η νεολαία.
Σε αυτή την κατεύθυνση σκοπεύουμε να κινηθούμε ως Συντονισμός Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων.
Για ένα αισιόδοξο αύριο της Αριστεράς και του κινήματος.