Μετά από ενάμιση μήνα μέτρων γενικής καραντίνας, στη χώρα μας και αλλού, τέθηκε επί τάπητος το ζήτημα της άρσης των μέτρων γενικής καραντίνας.
Στην Ελλάδα, για διάφορους λόγους (έγκαιρα μέτρα, εκτός ή δίπλα από τις μεγάλες διεθνείς αλυσίδες παραγωγής και μεταφορών, εποχή χαμηλού τουρισμού, μικρή παραγωγική συγκέντρωση, κλίμα κ.λπ.) και μέχρι τώρα, η επιδημία έχει ελεγχθεί, η καμπύλη μετάδοσης και θανάτων έχει καμφθεί. Για αυτό, δεν μπορεί παρά να νιώθει ανακούφιση και ικανοποίηση ο ελληνικός λαός και εμείς μαζί του. Πρώτα από όλα γιατί είναι δική του επιτυχία, σημαντικό μέρος της οποίας οφείλεται στον ηρωικό αγώνα των υγειονομικών.
Είναι η ώρα να απολαύσουν ή να καρπωθούν οι εργαζόμενοι και ο λαός της χώρας μας, τα αποτελέσματα από αυτό το πρώτο, μικρό επίτευγμα. Και πρώτα από όλα, για να αξιοποιήσουν τις μεγαλύτερες ελευθερίες που τους δίνονται ώστε να αναπτύξουν ένα αισιόδοξο, ενωτικό και όσο γίνεται πιο δυναμικό μαζικό κίνημα, για να υπερασπίσουν τη ζωή, την υγεία, την εργασία, τη δημοκρατία και το περιβάλλον, με γνώση ότι η πανδημία δεν έχει περάσει ακόμη και ότι μπροστά μας βρίσκεται μια μεγάλη οικονομική κρίση.
Το σχέδιο της κυβέρνησης
Η κυβέρνηση, με το διάγγελμα του πρωθυπουργού και τις ανακοινώσεις των υφυπουργών της, την Τρίτη 28 Απριλίου, παρουσίασε το σχέδιό της. Πρόκειται για ένα σύνθετο σχέδιο, που σε πρώτη ανάγνωση, δείχνει ότι κινείται σε μια κατεύθυνση σταδιακής άρσης των περιορισμών με προφυλάξεις, που ανταποκρίνεται, σχετικά βέβαια, στα δεδομένα της πανδημίας στη χώρα μας, στις επιστημονικές προειδοποιήσεις, αλλά και στις ανάγκες της κοινωνίας για μια ανθρώπινη χαλάρωση.
Το σχέδιο της κυβέρνησης έχει στοιχεία ενός αστικού ορθολογισμού απέναντι στον αστικό ανορθολογισμό της ζούγκλας των επιχειρηματιών, που απαιτούν αλόγιστο άνοιγμα των πάντων, παράφρονες όπως γίνονται, λόγω της κρίσης που τους αγκαλιάζει. Την ίδια στιγμή, ως τέτοιος, ο αστικός ορθολογισμός είναι στενός και τελικά, αντεργατικός και αντιλαϊκός.
Η κυβέρνηση και το κράτος, έστω και με τα σουξέ της Πρωτοψάλτη, στέκονται στο ύψος τους ως «συλλογικός καπιταλιστής», που υπερβαίνει, ρυθμίζει και καταπιέζει, αν χρειαστεί, τα επιμέρους αντιμαχόμενα συμφέροντα των αστικών μερίδων, αλλά και της ανταγωνιζόμενης «κοινωνίας των πολιτών» (και των παπάδων), για να συνεχίσει να λειτουργεί παρά και με την επιδημική κρίση. Με τον πανκοινωνικό ρόλο τους, η κυβέρνηση και το κράτος, καλύπτουν και ταυτόχρονα αναβαθμίζουν και στερεοποιούν την ταξική λειτουργία τους. Αποκτούν την αναγκαία αίγλη για να περάσουν τα «κορονομνημόνια» που ετοιμάζουν, πιθανόν «εγκεκριμένα» και με εκλογές.
Στα υπολείμματα κάποιου κράτους και συλλογικής κοινωνικής στάσης, σε τελική ανάλυση, στηρίζεται η –προσωρινή ακόμα- επιτυχία της Ελλάδας ή της Γερμανίας ή των χωρών της Ανατολικής Ασίας, απέναντι στην πανδημία. Σε σύγκριση ειδικά με την παταγώδη αποτυχία των ΗΠΑ, της Μεγ. Βρετανίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου και της Σουηδίας, όπου ο πανκοινωνικός ρόλος του κράτους ροκανίστηκε από το βαθύ νεοφιλελευθερισμό και από τις σύγχρονες σχέσεις του ολοκληρωτικού καπιταλισμού.
Αυτό είναι και το μέλλον και της Ελλάδας, αν δεν αναπτυχθεί ένα νέο εργατικό, αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα. Αλλά δεν είχαμε φτάσει ακόμη εκεί, όταν εμφανίστηκε η πανδημία.
Κι αυτό γιατί, μπορεί να ηττήθηκε το λαϊκό κίνημα, στην προηγούμενη δεκαετία, αλλά η εκρηκτική αντίσταση της εργατικής τάξης και της νεολαίας απέναντι στα μνημόνια, δεν επέτρεψε να γκρεμιστούν όλα.
Τα ωραία λόγια που καταπατούνται στην πράξη
Η ταξική λειτουργία του κυβερνητικού σχεδίου, δεν μπορεί, όμως, να κρυφτεί για πολύ, πίσω από την πρώτη επιτυχία, τη συλλογική κοινωνική ανακούφιση και τα ωραία λόγια της κυβέρνησης και των μιντιακών υπερχορηγών της.
Όπως τα αστικά Συντάγματα, το κυβερνητικό σχέδιο μιλά με ωραίες αρχές, που στην πράξη καταπατούνται ή εμπεριέχουν τους όρους για την καταπάτησή τους, ανάλογα με την ταξική πάλη.
Για παράδειγμα, στο φλέγον ζήτημα του ανοίγματος των σχολείων, δεν ακούστηκε κανένας συγκεκριμένος αριθμός μαθητών ανά τετραγωνικό στην τάξη, ενώ ακούσαμε –και σωστά- συγκεκριμένο αριθμό πελατών ανά τετραγωνικό στα εμπορικά καταστήματα και τις υπηρεσίες. Και την ίδια ώρα, το αυτοδιαφημιζόμενο, ως πολύ συνεκτικό, κυβερνητικό επιτελείο, με το νομοσχέδιο της Κεραμέως, θεσπίζει αύξηση του αριθμού μαθητών ανά τάξη, αντί για μείωση. Αυτό το δίδαγμα άντλησε από την πανδημία.
Μπορεί να γυρίσουν χωρίς φόβο στην τάξη οι εκπαιδευτικοί, όταν σχεδόν το 80% είναι άνω των 50 ετών; Δεν είναι η ώρα για μια γενναία «νεανική τόνωση» με μαζικούς διορισμούς στην εκπαίδευση και με μεγάλη μείωση των ορίων συνταξιοδότησης;
Η κυβέρνηση μιλά για πρόληψη με μαζικά τεστ και γιατρούς στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, αλλά δεν προνοεί για μαζικές προσλήψεις μόνιμων γιατρών και νοσηλευτών στις σχολικές περιφέρειες και τα πανεπιστήμια.
Ποιος θα πληρώσει για τα εκατομμύρια γάντια μιας χρήσης και τις μάσκες που καλούνται να φορούν οι εργαζόμενοι στους χώρους εργασίας; Ποιος θα πληρώσει για τα αναγκαία μαζικά τεστ που απαιτούνται; Τη στιγμή που η αισχροκέρδεια έχει εκτοξευθεί, και πολλοί εργαζόμενοι έχουν χάσει σημαντικό μέρος του εισοδήματός τους;
Εδώ μιλά κάτι πολύ υλικό και όχι τα ωραία λόγια: ο κρατικός προϋπολογισμός.
Πολύ περισσότερο, ούτε από την αρχή της καραντίνας, ούτε και τώρα, δεν ακούσαμε κανέναν συγκεκριμένο αριθμό εργαζομένων ανά τετραγωνικό στα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις. Το πανεπιστημιακό άσυλο καταργήθηκε, αλλά εκεί θεωρείται δεδομένο το «επιχειρηματικό άσυλο» της ασυδοσίας εργοδοτών και διευθυντών.
Όσο για τους γιατρούς εργασίας, ας τους ξεχάσουμε. Η ειδικότητά τους τείνει να εξαλειφθεί.
Ταυτόχρονα, το κυβερνητικό σχέδιο εμπεριέχει δόσεις συνειδητού εξωραϊσμού της παραμένουσας άθλιας κατάστασης του δημόσιου συστήματος υγείας. Η κυβέρνηση επαίρεται για μια αύξηση νοσηλευτών, όταν διορίστηκαν κάτω από 400 γιατροί, και όταν όλοι θα απολυθούν μόλις περάσει η πρώτη μπόρα. Μπαλώματα παντού. Και στα πιθανά επόμενα κύματα της πανδημίας; Ή σε νέες επιδημίες; Ξανά γενικές καραντίνες; Νέες οικονομικές κρίσεις;
Ανήκουν άραγε τα προηγούμενα αιτήματα στις «παράλογες απαιτήσεις», τις οποίες είπε ότι θα αρνηθεί ο «σοσιαλιστής» Κυρ. Μητσοτάκης, στο προηγούμενο διάγγελμά του; Ή μήπως είναι παράλογα τα αιτήματα του ΣΕΒ για μια «επανεκκίνηση» με «κινδύνους» και θανατηφόρα «σφάλματα»;
Η έξοδος και το κεφάλαιο
Είναι γνωστό ότι ο Τραμπ και από πίσω του, επιθετικές αμερικανικές πολυεθνικές, πυροδότησαν και χρηματοδότησαν ένα κίνημα κατά του lockdown, στις ΗΠΑ. Αλλά δεν είναι μόνον το μεγάλο κεφάλαιο. Σε αυτή την κατεύθυνση πιέζουν ρεύματα μικρών επιχειρηματιών που βλέπουν τον κίνδυνο καταστροφής τους. Εργαζόμενοι που χωρίς εργασία, κινδυνεύουν να πεινάσουν ή πεινούν ήδη. Εντός και επικεφαλής τους, όμως, βρίσκεται μια βεντάλια ακροδεξιών και νεοφασιστικών οργανώσεων, σκοταδιστικών και ανορθολογικών ρευμάτων, όπως το κίνημα κατά του εμβολιασμού.
Στην Ελλάδα, εκτός από τους μητροπολίτες, και ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών(το καινούριο όνομα του ΣΕΒ) δεν έκρυψε την αδημονία του. Στις 23 Απριλίου 2020, εξέδωσε έκτακτο Δελτίο Τύπου, με τον εύγλωττο τίτλο, «Ήρθε η ώρα για επανεκκίνηση της οικονομίας με τολμηρές αποφάσεις». Τον τόνο δίνει η φράση, «με τολμηρές αποφάσεις».
Στο Δελτίο δεν αφήνονται περιθώρια παρανόησης: «επιβάλλεται η όσο το δυνατόν ταχύτερη επαναφορά της οικονομικής δραστηριότητας σε όσο το δυνατόν πιο κανονικές συνθήκες, σαφώς με συμμόρφωση στα υγειονομικά πρωτόκολλα, αναλαμβάνοντας, όμως, λελογισμένους κινδύνους και έχοντας πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι πρόκειται για μια διαδικασία μάθησης από τα σφάλματα».
Με άλλα λόγια, το μεγάλο κεφάλαιο απαιτεί να ανοίξουν οι επιχειρήσεις του «όσο το δυνατόν» ανεύθυνα. Με «λελογισμένους κινδύνους», δηλαδή και ας υπάρχουν κίνδυνοι διασποράς του ιού. Και ας γίνουν «σφάλματα», δηλαδή ας υπάρξουν θάνατοι. Όπως στη διαπλεκόμενη ιδιωτική κλινική, στους «Ταξιάρχαι» του Περιφερειάρχη και του Δημάρχου.
Για τον ΣΕΒ, οι θάνατοι είναι «μια διαδικασία μάθησης». Και όσον αφορά «στα υγειονομικά πρωτόκολλα», είναι γνωστό κατά πόσο συμμορφώνονται οι βιομήχανοι και το πιέσεις ασκούν στην φιλική τους κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Η έξοδος και η Αριστερά
Από την άλλη πλευρά, αναπτύσσεται ένα πολύμορφο κοινωνικό ρεύμα, το οποίο είναι τουλάχιστον καχύποπτο απέναντι στην άρση των περιοριστικών μέτρων. Πρώτα από όλα, οι εργαζόμενοι που αντιμετωπίζουν άμεσους κινδύνους να μολυνθούν από τον κορονοϊό, εάν ανοίξουν πρόωρα και αλόγιστα οι επιχειρήσεις. Έπειτα, οι εκτεταμένες ευπαθείς ομάδες και οι γηραιότεροι, που είναι εξαιρετικά ευάλωτες. Εντός τους, πολλά αριστερά ρεύματα που κατανοούν τους κινδύνους και νοιάζονται για την προστασία των εργαζομένων, των μαθητών και φοιτητών, των ηλικιωμένων.
Η στάση αυτή είναι δικαιολογημένη. Μια απρόσεκτη άρση των περιορισμών μπορεί να αναζωπυρώσει την επιδημία. Όμως, τίθεται το ερώτημα: Μέχρι πότε μπορεί να παρατείνεται η γενική καραντίνα;
Γνωρίζουμε ότι η πανδημία θα λήξει όταν αποκτήσει ανοσία ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού (οι απόψεις κυμαίνονται από κάτω του 50% έως και άνω του 60%). Σήμερα, απέχουμε πολύ από αυτό, κυρίως στις χώρες όπου ελήφθησαν έγκαιρα μέτρα ή συνέτρεξαν και άλλοι παράγοντες, όπως στην Ελλάδα. Για να επιτευχθεί ανοσία στις κοινωνίες, απαιτείται είτε μαζική νόσηση είτε μαζικός εμβολιασμός. Το πρώτο, εάν γίνει απότομα και ανεξέλεγκτα, θα οδηγήσει σε μαζικούς θανάτους. Αυτό οφείλουμε να το αποτρέψουμε.
Η ανθρωπότητα θα δαμάσει την πανδημία. Παρά την υποταγή και τις στρεβλώσεις της από το κεφάλαιο, η επιστήμη και ειδικά η βιολογία σήμερα, είναι ικανές να ανακαλύψουν εμβόλια πολύ πιο γρήγορα από ό,τι στο παρελθόν. Ωστόσο, για να είναι αποτελεσματικά και χωρίς μαζικές βλαπτικές παρενέργειες, απαιτείται υπευθυνότητα και χρόνος, ίσως και πάνω από 18 μήνες, κάτι που από μόνο του θα είναι μεγάλη επιτυχία. Θα βοηθήσει, βεβαίως, η ανακάλυψη αντιικού φαρμάκου, η οποία μπορεί να επιτευχθεί ακόμη πιο γρήγορα. Ωστόσο, ακόμη δεν έχει βρεθεί.
Με ψυχραιμία και ευθύνη, χρειάζεται να γνωρίζουμε ότι για ένα άγνωστο διάστημα, πιθανόν άνω του έτους, θα ζήσουμε με τον κορονοϊό, χωρίς να γνωρίζουμε ακόμη εάν θα υπάρξουν και με ποια ένταση, νέα κύματα επιδημίας.
Δεν μπορεί, όμως, ούτε η ανθρωπότητα, ούτε η Ελλάδα, να ζουν μέχρι τότε σε μόνιμη γενική καραντίνα. Αυτό θα ήταν ένας απάνθρωπος ανορθολογισμός που συνδέεται συχνά με έναν προηγούμενο, αντίστροφο ανορθολογισμό, ο οποίος, στο όνομα των ατομικών ελευθεριών, αρνούνταν τα αναγκαία μέτρα περιορισμού. Αν τραβούσαμε μια τέτοια γραμμή μέχρι τις απώτατες συνέπειές της, εύκολα θα καταλήγαμε στο συμπέρασμα, ότι για να σωθούν πιθανά χιλιάδες άνθρωποι από τον κορονοϊό, θα θυσιάζαμε πολύ περισσότερους από πείνα, ενώ όσοι ζουν, θα βρεθούν σε βαθιά κατάθλιψη.
Οι εργαζόμενοι, οι αριστεροί, οι κομμουνιστές, δεν είναι αδιάφοροι για την παραγωγή και την κοινωνική ζωή. Αντίθετα, ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο από το κεφάλαιο, αλλά από εκ διαμέτρου αντίθετη σκοπιά. Οι αριστεροί δεν είναι υπέρ μια οικονομικής καταστροφής, αγωνίζονται να την αποτρέψουν.
Δεν φέρουν σε αντίθεση τη ζωή με την παραγωγή ή τη ζωή με τη δημοκρατία, όπως κάνει το κεφάλαιο. Επιχειρούν να κατανοούν τις στροφές της κοινωνικής ζωής που περιλαμβάνουν έκτακτες καταστάσεις και καθορίζουν τις προτεραιότητες με βάση αυτές και τις αρχές τους και όχι μονοσήμαντα μόνον με τις αρχές ή χωρίς αρχές.
Δίκαιη κατανομή των βαρών σημαίνει άνιση κατανομή
Περνάμε συνεπώς σε μια δεύτερη φάση της πανδημίας και θα ακολουθήσουν και νέες, πιθανόν και απρόβλεπτες. Η φάση αυτή συνοδεύεται με την οικονομική κρίση.
Για το παγόβουνο που έρχεται πάνω μας, παρότι ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε ότι «η κρίση είναι βαθιά», δεν ανέφερε τίποτε περισσότερο, πέρα από την αναφορά περί «δίκαιης κατανομής των βαρών», παραπέμποντας στις επερχόμενες δηλώσεις του στη Βουλή.
Δίκαιη κατανομή σε μια βαθιά άνιση κοινωνία σημαίνει βαθιά άνιση κατανομή των βαρών. Υπέρ του ισχυρού, υπέρ του κεφαλαίου και ειδικά του μεγάλου.
Το κίνημα του διευθυνόμενης μισθωτής εργασίας αγωνίζεται για μια αντιστρόφως άνιση κατανομή, σε βάρος του κεφαλαίου, σε βάρος του ισχυρού.
Για να υπάρξει ένα τέτοιο κίνημα, απαιτείται μια βαθιά αλλαγή όλων των σχεδίων μας. Οι νέες συνθήκες, όσο σκοτεινές και αν φαίνονται από εξωτερική όψη, ξεσκουριάζουν τις συνήθειές μας και τα μυαλά μας.
Ενάμισης μήνας καραντίνας δεν ήταν απλά 45 ημέρες. Ήταν δεκαετίες.