Η πολιτική
Ο διαιτητής -η πραγματικότητα- σφύριξε λήξη. Το success story, ως κυβερνητικό πολιτικό παιχνίδι, έλαβε τέλος. Η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη, πρόσωπο με πρόσωπο, με σκληρά για το λαό και ατιθάσευτα για την πολιτική της ζητήματα στην οικονομία, στην υγεία, στον πολιτισμό, στην εξωτερική πολιτική και στην εκπαίδευση.
Το κυβερνητικό επιτελείο -αυτό που εμφανίζεται δημόσια τουλάχιστον- φαίνεται «ζαλισμένο». Άλλα βλέπουν, άλλα θέλουν να πουν, άλλα λένε και άλλα κάνουν. Είναι αδύνατον να συμβιβάσουν τις πράξεις τους με κατακτημένες δημοκρατικές λαϊκές αντιλήψεις.
– Ο ένας, ανάμεσα στα πολλά που λέει, ανακαλύπτει επιστημονικές μελέτες που λένε ότι όταν συγχρωτίζεσαι στα λεωφορεία δεν κολλάει πολύ ο κορονοϊός… Αυτός διάγει μάλλον περίοδο αυτομόρφωσης…
– Ο άλλος ότι η πολιτική της ΕΕ για την Τουρκία οφειλόταν στην αφέλειά της… Αυτός μάλλον αυτοσαρκάζεται…
– Ο άλλος πανηγυρίζει ότι οι δικοί μας οι νεκροί είναι λιγότεροι από τους νεκρούς του Βελγίου, που είναι χώρα -ως γνωστόν… ανώτερη- και κάνουμε ό,τι μπορούμε για να της μοιάσουμε… Αυτός μάλλον πουλάει όπως-όπως ό,τι βρει μπροστά του…
– Ο άλλος φοβάται ότι αν αυξηθούν οι ΜΕΘ θα αυξηθούν και οι θάνατοι… Αυτός και αν είναι η επιτομή της ζαλάδας… Άλλα θέλει να πει και άλλα λέει…
Αυτές και πολλές άλλες δηλώσεις αποκαλύπτουν αφενός τη δυσκολία που έχουν να αιτιολογήσουν την πολιτική τους και αφετέρου την επιμονή τους να την υλοποιήσουν με κάθε λαϊκή θυσία και περιφρόνηση της προσωπικής αστικής τους αξιοπρέπειας.
Γνωρίζουν ότι η «χρυσή τριακονταετία» της απρόσκοπτης ανάπτυξης που επικράτησε μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο και η χρονοκαθυστέρηση που εξασφάλισαν τα μετέπειτα χρηματοπιστωτικά πολιτικά παιχνίδια με το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος τελείωσαν. Το όλοι μαζί «κατά κάποιο τρόπο» προοδεύουμε, τέλος.
Σήμερα έχουν μια κεντρικά επιλεγμένη στρατηγική, απαραίτητη για το σύστημα, που στόχο έχει να ανατάξει τα χαμένα επίπεδα κερδοφορίας των επιχειρήσεων σε βάρος των εργατικών εισοδημάτων. Μια πολιτική που δεν μπορεί πλέον να συνοδεύεται με καλύτερες μέρες για το λαό.
Αυτή η πολιτική αναζητά υποστηρικτές στο φόβο, στη καταστολή, στην ιδιοτελή εξασφάλιση υλικών συμφερόντων ακόμη και στον αγοραίο «επιστημονικό» ανορθολογισμό.
Η επιβολή της οδηγεί σε παράκαμψη των πολιτικών συναινέσεων με αριστερίζουσες κομματικές και κοινωνικές αντιλήψεις και επιβολή δια ροπάλου -χωρίς χάσιμο χρόνου- της αντίληψης «νόμος και τάξη» που μεταφράζεται στην πράξη στο «όπου δεν πίπτει λόγος πίπτει ράβδος».
Απέναντί της έχει μια νέα πραγματικότητα που αναδύεται και φωτίζεται από τις οικονομικές κρίσεις, τις περιβαλλοντικές καταστροφές και την πανδημία του κορονοιού. Τη νέα πραγματικότητα όπου η ιστορικά συσσωρευμένη -σε όλες τις κοινωνικές τάξεις- κοινωνικοπολιτική γνώση παντρεύεται με τα τεχνολογικά δημιουργήματα των επιστημονικών ανακαλύψεων και δημιουργούν νέους όρους διεξαγωγής της ταξικής πάλης. Οι δομικές αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας απαιτούν και συνοδεύονται από αλλαγές μορφών και λειτουργίας στα ταξικά αστικά και εργατικά υποκείμενα.
Η μακροχρόνια ανεργία και οι ελαστικές σχέσεις εργασίας αλλάζουν τις συνθήκες και τους όρους διεξαγωγής μαζικών απεργιών. Οι «νόμιμες» μορφές απεργιών και κινητοποιήσεων της μεταπολεμικής περιόδου γίνονται παράνομες για τη νέα αστική πολιτική.
Στην εξελισσόμενη διαδικασία υποβάθμισης της αστικής δημοκρατίας οι μορφές -κοινοβούλια, τοπική αυτοδιοίκηση, συνδικαλιστικό κίνημα- που επηρεάζονται από λαϊκές επιθυμίες εκφυλίζονται και δημιουργούνται στη θέση τους κέντρα αποφάσεων και κατασταλτικοί μηχανισμοί «αποστειρωμένοι» από λαϊκές επιρροές.
Τα κόμματα
Σε αυτήν την πραγματικότητα το κεφάλαιο παρεμβαίνει αμεσότερα και πιο ευέλικτα σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής. Περιορίζεται ο ρόλος των αστικών και μεταρρυθμιστικών κομμάτων, γίνεται διεκπεραιωτικός προαποφασισμένων -αλλού- πολιτικών.
Έτσι γινόμαστε μάρτυρες κομμάτων μικρών απαιτήσεων, που δεν χρειάζεται να παράγουν δική τους πολιτική, και αυτό αντανακλάται στις επιλογές και πρακτικές της ηγεσίας τους. Παρακολουθούμε ανούσιες πολιτικές αντιπαραθέσεις ηγετικών στελεχών κομμάτων που έχουν αποδεχθεί τον ηγετικό ρόλο της αγοράς έναντι της πολιτικής.
Έτσι αν είσαι πολιτικός γόνος οικογένειας που κατάφερε να …απεξαρτηθεί από το μισθό που δίνει ο εργοδότης και απολαμβάνεις παραδοσιακά και οικογενειακά το μισθό του… εργοδότη, διατηρώντας ταυτόχρονα διαφόρων τύπων οικονομικές δραστηριότητες που εξασφαλίζει η πολιτική εξουσία, τότε μπορεί να συνωμοτήσει το σύνολο των πολιτικών και οικονομικών ηγεμόνων της εποχής, να σε ψηφίσουν οι 2,5 από τους δέκα Έλληνες να γίνεις πρωθυπουργός – και αυτό να ονομάζεται δημοκρατία.
Αν είσαι αρχηγός κόμματος, πολιτικού υπολείμματος, το μεγαλύτερο θύμα της κρίσης της δεκαετίας του ΄10 και νόθο παιδί του συστήματος, θα υπάρχεις λόγω αδράνειας πολιτικών συνειδήσεων, θα περιπατείς στη περιφέρεια του πολιτικού συστήματος και η μέγιστη αξία πολιτικής χρήσης και φιλοδοξία σου θα περιορίζεται να γίνεις τσόντα όσων κινούνται «δεξιά σου ή αριστερά σου». Αυτό θα ισχύει όσο …θα σέβεσαι αυτό που έγινες από το σύμπλεγμα επιθυμιών, συμβιβασμών και υποταγής της ματιάς σου σε αυτό που περιοριζόσουν ή μπορούσες να δεις.
Αν είσαι αρχηγός(!) αριστερού πολιτικού κόμματος που σου δόθηκε η ευκαιρία να πουλήσεις «φούμαρα για μεταξωτές κορδέλες» και έγινες ένας δήθεν αρχηγός(;) κράτους για κάποιο διάστημα και αποδέχθηκες -γιατί βολεύτηκες και κρύφτηκες πίσω από το ρεαλισμό της κυρίαρχης πραγματικότητας- αυτό το ρόλο, τώρα αυτό που σου μένει είναι να κάνεις προτάσεις συνεργασίας των «πάνω» για να εξωραΐσουν αυτό που όλοι μαζί δημιουργήσατε με την αποδοχή πολιτικών και οικονομικών μνημονίων.
Να αναγνωρίσουμε βέβαια κάποια πολιτική… οξύνοια που επιτρέπει σε τέτοιους ανθρωπότυπους, ιστορικά να ελίσσονται εντός αμαρτωλών διαδρομών διατηρώντας τα πολιτικά τους κουρέλια. Να προασπίζουν το μικρότερο κακό εντός του…μεγάλου ΚΑΚΟΥ που μεγαλώνει εργασιακά και περιβαλλοντικά.
Και ο καραγκιόζης
Η λαϊκή αξιολόγηση των μέτρων που προκύπτουν από αυτές τις πολιτικές για τη θεραπεία των λαϊκών αναγκών μπορεί να περιγραφεί με παραστατικό τρόπο, αν κάνουμε χρήση της λαϊκής σοφίας του καραγκιόζη.
Όταν ο Καραγκιόζης κλήθηκε να απολογηθεί, από τον πρόεδρο του δικαστηρίου για την αναποτελεσματικότητα του φαρμάκου που πουλούσε ενάντια στους κοριούς η απάντηση ήταν …αφοπλιστική!
-Το φάρμακο είναι αποτελεσματικό κύριε πρόεδρε, αλλά αυτοί δεν εφαρμόζουν τις οδηγίες σωστά.
– Και τι λένε οι οδηγίες Καραγκιόζη;
– Να πιάνουν κύριε πρόεδρε, έναν-έναν κοριό να του ανοίγουν το στόμα και να του ρίχνουν μέσα το φάρμακο…να ψοφάει.
Αυτή είναι η ιστορικά διαμορφωμένη κρίση για την πρακτική εφαρμογή των προτεινόμενων πολιτικών. Είναι κοινή σε αριστερούς και δεξιούς, ψηφοφόρους και μη, όλους τους…εξαρτημένους (νεοφιλελεύθερη ατάκα) τέλος πάντων από το μισθό τους και την εργασία τους. Αυτή η άποψη συνυπάρχει με την επανειλημμένα εκφρασμένη λαϊκή διάθεση και συμμετοχική δράση σε μικρές και μεγάλες προσπάθειες ανατροπής αντιλαϊκών πολιτικών.
Η αναγκαιότητα ριζικών κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών συγκεντρώνει τη καθολική επιθυμία και αποδοχή της αριστερής σκέψης και την ευρύτερη λαϊκή συμπάθεια.
Το μεγάλο όμως ερώτημα παραμένει για όλους. ΠΩΣ θα γίνουν αυτά πράξη; Ένα ερώτημα αναπάντητο μέχρι σήμερα αλλά πάντα ζωντανό.
Η επιφυλακτική μεν, αλλά σχεδόν καθολική αποδοχή από το κόσμο της Αριστεράς και όχι μόνο, της πρόσφατης κοινής αντίδρασης των ΚΚΕ, ΜΕΡΑ25 και ΣΥΡΙΖΑ στην με ταχύτατους ρυθμούς κλιμακούμενη κρατική βία, στη λογική του χουντικού «αποφασίζουμε και διατάσσουμε», είναι ενδεικτική των δημοκρατικών προσδοκιών. Της εναγώνιας αναζήτησης όρων και προϋποθέσεων για μικρές και μεγάλες λαϊκές νίκες, ακόμα και με τη χρήση «φθαρμένων υλικών». Είναι αποδεκτή κάθε δύναμη ικανή να έρθει σε επαφή με το ευρύ και αποδιοργανωμένο φάσμα των κοινωνικών δυνάμεων που αμφισβητούν το δυστοπικό καθεστώς που διαμορφώνεται.
Με αυτή τους την κίνηση τα τρία κόμματα έδειξαν ότι έχουν ακόμη δημοκρατικό σφυγμό. Το ερώτημα που καλούνται να απαντήσουν είναι πού βρίσκονται τα όρια των ενεργειών τους. Μπορούν να επικοινωνήσουν με το λαϊκό πολιτικό ΕΙΝΑΙ και να το μετατρέψουν σε συνειδητή πολιτική ανατρεπτική δράση ή θα υπερισχύσει η «κατακτημένη» αυτοαναφορικότητα που διαρρηγνύει την αυθεντική σχέση ισοτιμίας με το λαό;
Θα συνεχίσουν να καθοδηγούνται από τη μερική αξία εκπροσώπησης στην ήδη παραπαίουσα κοινοβουλευτική πράξη ή θα βρουν τρόπους για ανάπτυξη πολιτικών και συνακόλουθα οργανωτικών δεσμών με το λαό;
Θα αποδεχτούμε όλοι ότι η οποιαδήποτε σήμερα φιλολαϊκή αλλαγή απαιτεί τεράστια συγκέντρωση διαφορετικών δυνάμεων της εργασίας και του πνεύματος ή θα αποδεχτούμε με μοιραία διάθεση, τη συνεχιζόμενη επώδυνη φθορά της Αριστεράς;
Αυτό το ίδιο ζήτημα μας αφορά όλους με διαφορετικό τρόπο, αλλά ΟΛΟΥΣ.
.