Πηγή: Kosmodromio
Τo σύνδρομο του βραστού νερού αναφέρεται σε έναν βάτραχο που ξόδεψε όλη του την ενέργεια προσπαθώντας να προσαρμοστεί σε συνθήκες αυξανομένης θερμοκρασίας. Όταν όμως έφτασε η κρίσιμη στιγμή, δεν είχε πλέον τη δύναμη να σώσει τον εαυτό του. Το παραμύθι αυτό βασίζεται σε έναν φυσικό νόμο, βάσει του οποίου: «αν ο ρυθμός θέρμανσης του νερού είναι 0,02 βαθμούς Κελσίου ανά λεπτό, ο βάτραχος θα παραμείνει ακίνητος και θα πεθάνει μόλις ζεσταθεί πολύ. Οποιαδήποτε άλλη ταχύτητα μεγαλύτερη από αυτή, θα κάνει τον βάτραχο να πηδήξει έξω και να το ‘σκάσει». Επομένως, η σταδιακή αύξηση της θερμοκρασίας του νερού αναγκάζει τον βάτραχο να βράσει μέχρι τον θάνατό του.
Είναι όμως το βραστό νερό που τον σκότωσε ή η ανικανότητά του να αποφασίσει ποια ήταν η κατάλληλη στιγμή για να αποδράσει; Δεν ξέρω. Ο Οlivier Cler, συγγραφέας και εμπνευστής του συγκεκριμένου παραμυθιού, μάλλον θα συμφωνούσε με τη δεύτερη εκδοχή. Βέβαια, δεν ξέρω τι θα έλεγε αν στη θέση του βατράχου θέταμε εμάς, που για δεύτερη φορά μετά το 2010, καλούμαστε να προσαρμοστούμε στο καζάνι της ακρίβειας, της φτώχειας και της αβεβαιότητας.
Η στατιστική, αδιάψευστος μάρτυρας αυτής της ιδιότυπης συνθήκης πολιορκίας των εισοδημάτων μας, καταγράφει στα ευρήματά της το ακραίο άγχος για επιβίωση, μα και την απελπισία μας. Ο πληθωρισμός σκαρφάλωσε στο 7,2% τον περασμένο Φεβρουάριο (ΕΛΣΤΑΤ), χωρίς αυτός να αντικατοπτρίζει τον οικονομικό αντίκτυπο του πολέμου, κι ενώ αυξανόταν κατά 78% η δαπάνη στο φυσικό αέριο, κατά 41,5% στο ηλεκτρικό ρεύμα, κατά 16,8% στα λίπη και τα έλαια και κατά 15,2% στα λαχανικά. Ακόμη, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ, τα νοικοκυριά πλήρωσαν αυξημένους κατά 65,1% τους λογαριασμούς τους, ενώ αυξήθηκαν κατά 52,8% οι δαπάνες σε είδη διατροφής, κατά 51,9% στη θέρμανση και κατά 34,7% στην υγεία και τα φάρμακα.
Επομένως, δεν είναι να απορεί κανείς που 4 στους 10 συμπολίτες μας που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι έχουν χρήματα στο πορτοφόλι τους μέχρι και τις 19 κάθε μήνα. Αλλά και γιατί, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Abacus για τον Alpha, το 48% των ερωτηθέντων θεωρούσε την ακρίβεια σημαντικό πρόβλημα.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση σκοπεύει μέσα στις επόμενες μέρες να ανακοινώσει ένα «πλήρες πρόσθετο πρόγραμμα στήριξης» των επιχειρήσεων, των νοικοκυριών και των αγροτών που θα στηρίζεται «τόσο σε εθνικούς, όσο και σε ευρωπαϊκούς πόρους». Παράλληλα, ο κ. Μητσοτάκης φαίνεται να δραστηριοποιείται και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με τις μέχρι στιγμής προτάσεις του όμως να μην βρίσκουν ευήκοα ώτα στις Βρυξέλλες. Όπως συνέβη με την πρότασή του για επιβολή πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου και του ρεύματος, κατά την άτυπη σύνοδο κορυφής της περασμένης εβδομάδας στις Βερσαλλίες. Πάντως, σιγά- σιγά φαίνεται να προσαρμόζεται κι εκείνος στην άγρια πραγματικότητα της καθημερινότητας εκατομμυρίων Ελλήνων, αφού πρόσφατα διαπίστωσε ότι η αγορά ενέργειας «είναι θύμα κερδοσκοπίας- καθώς- δεν λειτουργεί με όρους αγοράς και ζήτησης».
Σωστός, ο Πρωθυπουργός. Είπε αλήθειες. Μόνο που ξέχασε να αναφέρει ότι με ευθύνη και της δικής του κυβέρνησης, η ενέργεια από δημόσιο αγαθό μετατράπηκε σε ένα σκληρό προϊόν τζόγου, οι τιμές του οποίου ανεβοκατεβαίνουν ανάλογα με τις ορέξεις της μπαρμπουτιέρας του χρηματιστηρίου της ενέργειας, σαν αυτό που ίδρυσε εν μέσω πανδημίας τον Μάρτιο του 2020. Με τους πολλούς να πληρώνουν τη χασούρα και τους λίγους να τα τσεπώνουν.
Ξέχασε επίσης να αναφέρει, γιατί δεν μειώνεται ο ΕΦΚ και ο ΦΠΑ στα καύσιμα και γιατί αρκείται στη δημιουργία ειδικής πλατφόρμας, μέσω της οποίας οι δικαιούχοι θα μπορούν να αιτούνται επιστροφή φόρων από τα καύσιμα. Ίσως, γιατί αν έσπαγε αυτή την πατέντα κέρδους, όπου κράτος και πετρελαιάδες έχουν έσοδα, θα έπρεπε να απαντήσει και σε ερωτήματα όπως: Πόσο προμηθεύονται το αργό πετρέλαιο; Πόσο κοστίζει η διύλισή του; Ακόμη, και κυριότερο: Σε τι τιμές αυτό πωλείται;
Άστο, πού να μπλέκεις τώρα με άβολες ερωτήσεις.
Τουλάχιστον, αυτό που με παρηγορεί είναι ότι στα δύσκολα παραμένουμε ενωμένοι σαν Ευρωπαίοι. Εντάξει, δεν καταφέραμε να έχουμε κοινή στάση- απολύτως- εναντίον της Ρωσίας (βλ. τη συνέχιση της οικονομικής δραστηριότητας της Deutsche Bank στη Ρωσία, παρά τις κυρώσεις), αλλά στο ζήτημα της ενεργειακής κρίσης, ατσάλινο τείχος η Ευρώπη μας. Εντάξει, υπήρξαν κάτι ρωγμές, όπως το μπλόκο των Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία στην πρόταση Μακρόν για έκδοση ευρωομολόγου, τα έσοδα του οποίου- με τη μορφή προνομιακών μεν, δανείων δε- θα διοχετεύονταν για την αντιμετώπιση της κρίσης· αλλά δεν θα χαλάσουμε τις καρδιές μας. Θα τα βρούμε στη ρήτρα διαφυγής, μέσω της οποίας θα δοθεί οικονομική ανάσα σε χώρες όπως η δική μας, καθώς επιτρέπεται στα κράτη- μέλη να έχουν ελλείμματα έως και 3% του ΑΕΠ κατ’ έτος. Βέβαια, τα σπασμένα θα τα πληρώσουμε από το 2024, αλλά μέχρι τότε ποιος ζει, ποιος πεθαίνει. Κυριολεκτικά.
Δεν αναφέρομαι μόνο στο βαρύ φόρο αίματος που πληρώνουν οι λαοί στις πολεμικές κόντρες των ανά τη γη μακελάρηδων, αλλά και στην επισιτιστική κρίση που έρχεται να κουμπώσει με την ενεργειακή και το προϋπάρχον κλίμα ρευστότητας και ανασφάλειας. Κάτι λιγότερο από ένα μήνα διαρκεί η επάρκεια της χώρας μας σε σκληρό σιτάρι, καθότι εξαρτημένοι κατά 80% από τις εισαγωγές αυτών από τη Ρωσία και την Ουκρανία. Τι θα κάνουμε; Οι άλλες εναλλακτικές τροφοδότησης στην Ευρώπη έχουν κλειδώσει προς ώρας τις εξαγωγές τους. Η μόνη λύση, λένε οι αναλυτές, οι ΗΠΑ κι ο Καναδάς. Φευ!
Εν ολίγοις, θα πούμε το ψωμί, ψωμάκι. Κυριολεκτικά, δις.
Σε κάθε περίπτωση, έχουμε αλλαγή παραδείγματος για την ελληνική κοινωνία. Πρωτόγνωρο, μα όχι πρωτοφανές. Τα ζήσαμε και πριν μια ντουζίνα χρόνια. Με τη μόνη διαφορά εν συγκρίσει με το 2010 ότι τότε, μπορούσαμε να φάμε ένα, δύο πιτόγυρα, να πιούμε έναν καφέ, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι ζούμε, όχι απλά επιβιώνουμε. Σήμερα, ούτε αυτό.
Το πιο τραγικό όμως είναι ότι ακόμη και τα αιτήματά μας φανερώνουν την κατίσχυση της βαρβαρότητας, έναντι της δικαιοσύνης. Γιατί, στην κρίσιμη φάση που βρισκόμαστε, το διακύβευμα δεν είναι να καλυτερέψουμε τη θέση μας, αλλά με μια αύξηση μισθών έστω κατά 10%, να σταματήσει η καταβαράθρωσή μας. Αυτό δεν ξέρω πόσο μας απομακρύνει από τον βρασμό, όπως στην περίπτωση του βατράχου, αλλά είναι η μόνη ρεαλιστική λύση, πριν τον οικονομικό αφανισμό μας.