Παρά “την βιτρίνα της ορθής διαχείρισης” το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να προκαλέσει αίσθημα ασφάλειας σε μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Ήρθε το τέλος της ζωής μας όπως την ξέραμε; Αντιγράφοντας το ερώτημα που έθεσε ο Σταύρος Διοσκουρίδης στο «Expainer» του NEWS 24/7, πατώ τις πρώτες λέξεις στο πληκτρολόγιο. Απέναντι μου, σε σίγαση, η τηλεόραση μεταδίδει σε έκτακτο δελτίο τις εικόνες φρίκης από τη Ρόδο με το σουπεράκι όμως από κάτω να τονίζει πως πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις εκκένωσης όλων των εποχών. Συνειδητοποιώ την αναντιστοιχία: Από πάνω (στην εικόνα) πύρινες γλώσσες να καταπίνουν ό,τι βρουν μπροστά τους, από κάτω (στο σουπεράκι) η θριαμβολογία ενός ολόκληρου συστήματος.
Έλλειψη ενσυναίσθησης ή πέρασμα σε μια νέα εποχή, ρωτώ την μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Λουκία Κοτρωνάκη. «Για την κυβέρνηση βλέπουμε ότι δεν υπάρχουν προβλήματα, παρά μόνο επικοινωνιακά τρικ που επιχειρούν να διατηρήσουν ατόφια την βιτρίνα της ορθής διαχείρισης», λέει η ίδια, εξηγώντας παράλληλα πως βιώνουμε μια πλήρη «απαξίωση της ίδιας της πραγματικότητας των συμβάντων, όχι απλά της ερμηνείας τους».
Πρόκειται για ανικανότητα; Πώς φτάσαμε να αισθανόμαστε ευεργετημένοι που τη βγάλαμε και σήμερα, που δεν καήκαμε ζωντανοί; Πώς φτάσαμε να αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας ως ευάλωτες οντότητες, τη στιγμή που ο ελέω λαού κυβερνήτης της χώρας αναγγέλλει ένα ακόμη «πολεμικό ανακοινωθέν» έναντι τρίτων- υπερφυσικών δυνάμεων (λέγε με τώρα κλιματική κρίση);
Μήπως τελικά δεν είναι η ανικανότητα, αλλά μια συνειδητή πολιτική και- όπως πάντα- ταξική επιλογή που επιχειρεί να κανοναρχίσει τη συζήτηση γύρω από την αίσθηση ασφάλειας του πολίτη;
Απηύθυνα το ερώτημα στον Δημήτρη Καλτσώνη, καθηγητή Κράτους και Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Η απάντηση που έλαβα ήταν εκείνη που άνοιξε το πλαίσιο της κουβέντας και έδωσε στον γράφοντα τη μεγάλη εικόνα: Ζούμε σε μια «σιδερόφραχτη δημοκρατία» με τους κατέχοντες τον πλούτο και την εξουσία, όντας ανήσυχοι για το μέλλον, να φροντίζουν για την ασφάλεια του καθεστώτος. Έτσι εξηγείται, σύμφωνα με τον κύριο Καλτσώνη, γιατί «προσλαμβάνουν 1000 αστυνομικούς για τα πανεπιστήμια, ενώ αφήνουν κενές 4500 θέσεις πυροσβεστών και πόσες ακόμη δασοφυλάκων».
Δυο κόσμοι, δυο Ελλάδες: Από τη μια, ο κόσμος των ηττημένων της νεοφιλελεύθερης ισοπέδωσης, με την καρότσα σύντροφό του, είτε αυτή αφορά την διακομιδή σε νοσοκομείο, είτε την εκκένωσή των χωριών. Από την άλλη, ο κόσμος του φόβου, της πειθάρχησης και της οχύρωσης, με το γκλοπ και τα Ραφάλ δια πάσαν νόσον.
Ας δούμε λοιπόν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτών των δύο «Ελλάδων» κι ας κάνουμε στο τέλος τον λογαριασμό.
ΟΙ ΕΞΑΓΓΕΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ
Στις αρχές του 2023 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ανακοίνωσε προσλήψεις 3.600 μονίμων στην πυροσβεστική, εκ των οποίων οι 3.505 θέσεις εργασίας θα κατανέμονταν στο πυροσβεστικό προσωπικό γενικών καθηκόντων και οι υπόλοιπες 125 στο πυροσβεστικό προσωπικό ειδικών καθηκόντων. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, πρόθεση του αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος (ΠΣ) ήταν να προγραμματίσει προσλήψεις πριν την αντιπυρική περίοδο. Έτσι οι οργανικές θέσεις Πυρονόμων-Αρχιπυροσβεστών-Υπαρχιπυροσβεστών-Πυροσβεστών γενικών καθηκόντων προβλέπονταν να προσαυξηθούν κατά 3 θέσεις και να καταληφθούν από τους πυροσβέστες πενταετούς υποχρέωσης, οι οποίοι κρίθηκαν επιτυχώς από τα αρμόδια συμβούλια προς ένταξη στο νόμιμο πυροσβεστικό προσωπικό, βάση της προβλέψης των παραγράφων 7 και 8 του άρθρου 15 του ν. 3938/2011.
Οι πληροφορίες τότε έκαναν λόγο για θέσπιση ηλικιακών κριτηρίων στην προκήρυξη για το ΠΣ αλλά και για μια σειρά εξετάσεων όσων τα πληρούσαν, οι οποίες θα περιλάμβαναν αθλητικές δοκιμασίες, νομικές εξετάσεις και ψυχοτεχνικές δοκιμασίες (TESTS).
Οι εν λόγω προσλήψεις ανακοινώθηκαν μέσα στο γενικότερο πλαίσιο παρουσίασης του προγραμματισμού προσλήψεων για το 2023 στα σώματα ασφαλείας, όπως είχε προαναγγελθεί από τον τότε υπουργό εσωτερικών, Μάκη Βορίδη, ο οποίος ήταν αυτός που κατέστησε σαφές ότι η πλειονότητα των θέσεων θα απευθύνεται σε αποφοίτους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Προσλήψεις στην Πυροσβεστική και «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε»
Λίγο καιρό πριν, ο επικεφαλής της «Ελληνικής Λύσης», κύριος Βελοπούλος είχε καταθέσει ερώτηση προς τον υπουργό κλιματικής κρίσης και πολιτικής προστασίας, κύριο Χρήστο Στυλιανίδη, στην οποία ρωτούσε, αν ο υπουργός γνώριζε τις ελλείψεις που αντιμετωπίζει το πυροσβεστικό σώμα κι αν ήταν στις προθέσεις του να δημοσιεύσει την προκήρυξη για πρόσληψη προσωπικού πριν από την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου.
Η ερώτηση είχε κατατεθεί λίγο καιρό μετά από τις επίμονες « ενοχλήσεις» των εποχικών πυροσβεστών και με αφορμή την αύξηση των οργανικών θέσεων στην πυροσβεστική κατά 3.630. Η απάντηση τελικά στο ερώτημα δόθηκε έπειτα από τρεις βδομάδες και μάλιστα έφερε την υπογραφή του υφυπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, κ. Ευάγγελου Τουρνά, ο οποίος ενημέρωσε μεν για το ευχάριστο γεγονός της προμήθειας 1.800 νέων οχημάτων στην πυροσβεστική καθώς και για την εξέλιξη του διαγωνισμού για την προμήθεια της πρώτης παρτίδας 250 οχημάτων, χωρίς ωστόσο να απαντήσει επί της ουσίας στο ερώτημα.
Αντιπυρική περίοδος, χωρίς πυροσβέστες
Κάπως έτσι ο καιρός κυλούσε, είχαμε φτάσει στην άνοιξη, κι ενώ η Ελλάδα συγκλονιζόταν από το δυστύχημα στα Τέμπη, μια καταστροφή με σαφείς πολιτικούς υπεύθυνους που κρύφτηκαν πίσω από τον μανδύα της συλλογικής ευθύνης, η αντιπυρική περίοδος ξεκινούσε με λιγότερο μόνιμο προσωπικό με τους εθελοντές και τους εποχικούς πυροσβέστες να καλούνται να σηκώσουν το βαρύ φορτίο της καταστολής των πυρκαγιών.
Όπως διαβάζω σε σχετικό άρθρο του Απριλίου 2023: «Η συνολική δύναμη δασοπυρόσβεσης στην Ελλάδα αποτελείται, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, από 14.168 πυροσβέστες και πυροσβέστριες. Σημειώνεται ότι φέτος οι μόνιμοι πυροσβέστες είναι λιγότεροι σε σχέση με πέρυσι (14.168 έναντι 14.616 το 2022), ενώ σύμφωνα με το αρχηγείο της Πυροσβεστικής η μείωση του προσωπικού οφείλεται σε συνταξιοδοτήσεις». Στο ίδιο άρθρο σημειωνόταν ότι σημαντικό ρόλο στη μάχη για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών θα έχουν για άλλη μια χρονιά και οι εθελοντές πυροσβέστες καθώς το 2023 θα δίδονταν στη μάχη της κατάσβεσης περισσότεροι από 4.000 εθελοντές εκ των οποίων οι 900 είχαν πιστοποιηθεί και ενταχθεί στις υπηρεσίες του πυροσβεστικού σώματος την ίδια χρονιά. Επιπλέον, για δεύτερη συνεχόμενη αντιπυρική περίοδο ο σχεδιασμός θα περιλάμβανε και τη φιλοξενία πυροσβεστών από 5 ευρωπαϊκές χώρες στο πλαίσιο του προγράμματος προεγκατάστασης του ευρωπαϊκού μηχανισμού πολιτικής προστασίας, με στόχο τόσο τη συνδρομή τους όσο και την ανταλλαγή τεχνογνωσίας στην καταπολέμηση των δασικών πυρκαγιών.
Η πραγματικότητα βέβαια ήρθε να αναδείξει την γύμνια του σχεδιασμού του επιτελικού κράτους, μα και την αναντιστοιχία των δηλώσεων Μητσοτάκη και Βορίδη για περισσότερους πυροσβέστες και εναέρια μέσα σε σχέση με το στελεχιακό δυναμικό που εν τέλει επάνδρωσε τις πυροσβεστικές δυνάμεις. Θα μου πείτε: Γιατί περιορίζω την συζήτηση μόνο στο πεδίο της καταστολής και των μαζικών και…επιτυχημένων εκκενώσεων, σύμφωνα με τα μιντιακά αντηχεία της κυβερνητικής προπαγάνδας; Δίκιο θα έχετε. Όμως το ζήτημα δεν είναι τι κάνω εγώ, ένας απλός δημοσιογράφος, αλλά ότι εκεί είναι προσανατολισμένη η κρατική πολιτική για την υποτιθέμενη προστασία του φυσικού πλούτου της χώρας: αυστηρά περιορισμένη, δηλαδή στο επίπεδο της καταστολής των πυρκαγιών.
Μια ματιά στο αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της Νίκης Μπάκουλη, εδώ στο Magazine σχετικά με την ανάγκη επενδύσεις στην πρόληψη των δασικών πυρκαγιών, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα πείσει ακόμη κι έναν θερμό υποστηρικτή της ΝΔ ότι στη χώρα μας, ειδικά μετά από όσα μας έταξαν το 2021 για την πυρόσβεση, συντελείται ένα διαρκές έγκλημα που καταστρέφει τον τόπο.
«ΠΟΛΕΜΟΣ» ΜΕ…ΧΟΡΗΓΙΑ
Όμως ακόμα και έτσι, κι ενώ όλοι οι ειδικοί τονίζουν την αναγκαιότητα να αποφορτιστεί η πυροσβεστική από την την καταστολή των δασικών πυρκαγιών, θα περίμενε κανείς πως θα είχαν προχωρήσει αυτές οι περιβόητες 3.630 προσλήψεις στο ΠΣ. Λάθος! Ενώ η χώρα βρίσκεται σε «πόλεμο», σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, με την οικολογική καταστροφή να δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα σε συνθήκες ακραίου καύσωνα, η προκήρυξη δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί, εκθέτοντας τον κύριο Μητσοτάκη, αφενός γιατί δήλωνε πως η κάλυψη των θέσεων αυτών ήταν στόχος της κυβέρνησής του ακόμα και πριν από τις εθνικές εκλογές του 2023, αφετέρου γιατί αποδεικνύουν πως οι « εμπόλεμες» δηλώσεις του δεν είναι παρά κενές περιεχομένου. Τουλάχιστον σε ότι αφορά το δημόσιο συμφέρον.
Γιατί φαίνεται, βάσει των πρόσφατων δηλώσεων του υπουργού Περιβάλλοντος στο CNN, ότι οι πυρκαγιές που πλήττουν τη χώρα μας ίσως αποτελούν άλλο ένα εύφορο πεδίο κερδοσκοπίας, πάντα με την «ευγενική χορηγία» της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Σύμφωνα λοιπόν με τον κύριο Σκυλακάκη για να μην «χάσουμε τα δάση, πρέπει ο ιδιωτικός τομέας να γίνει μέρος της πολιτικής μας. Είναι ανάγκη να εμπλακεί ώστε να βγει η καύσιμη ύλη (σ.σ βιομάζα) από τα δάση και να αξιοποιηθεί από την αγορά».
Τα συμπεράσματα δικά σας…
ΕΚΑΒ: ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΖΩΗΣ, ΛΙΓΩΝ ΩΡΩΝ
Πάμε τώρα στο πολύπαθο ΕΚΑΒ. Όπως διαβάζω στο ρεπορτάζ του συναδέλφου Γιάννη Δεβετζόγλου, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης του Π.Σ, Δημήτρης Σταθόπουλος αντέδρασε στην ψήφιση από την Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της βουλής του νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας με τις κυρώσεις ΠΝΠ (Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου) για τα μικτά πληρώματα των ασθενοφόρων του ΕΚΑΒ, με τη συνδρομή μελών των Ενόπλων Δυνάμεων, της Πυροσβεστικής και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ).
Ο κύριος Σταθόπουλος τόνισε ότι «η πολιτεία πρέπει να προχωρήσει άμεσα σε προσλήψεις για τη λειτουργία του ΕΚΑΒ και την αναβάθμιση των υπηρεσιών του», ενώ παράλληλα επεσήμανε την ύπαρξη θεσμικού κενού σε περίπτωση ατυχήματος. «Η συνδρομή του Πυροσβεστικού Σώματος είναι προσωρινή αλλά άμεση και δεν είναι αυτονόητο ότι ένας οδηγός μπορεί να εκπαιδευτεί με σεμινάρια ολίγων ωρών», δήλωσε συγκεκριμένα. Παρόμοιες ανησυχίες εξέφρασε και σε ανακοίνωσή της στις 18 Ιουλίου 2023 και η ΠΟΕΔΗΝ κάνοντας σαφές πως διαφωνεί οριζόντια με τη συγκεκριμένη οδηγία, θέτοντας παράλληλα ζήτημα επιχειρησιακής επικινδυνότητας «για τον ασθενή και τους ίδιους τους συμμετέχοντες στη διακομιδή».
ΤΟ ΕΚΑΒ ΕΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΤΕΤΡΑΕΤΙΑ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ
Οι τραγικές ελλείψεις στο ΕΚΑΒ ήρθαν στην επιφάνεια έπειτα από σειρά θανάτων που οφείλονταν και στην καθυστέρηση παραλαβής των ασθενών από τα ασθενοφόρα του ΕΚΑΒ. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι την ημέρα που η 19χρονη έγκυος στη Νέα Μάκρη περίμενε επί ώρες τη διακομιδή της στο νοσοκομείο, στο Λεκανοπέδιο Αττικής επιχειρούσαν μόλις 49 ασθενοφόρα για τις ανάγκες πάνω από 3,5 εκατ. κατοίκων. Ένα δεδομένο που ανέδειξε με τον πιο σπαρακτικό τρόπο τη διάλυση του συστήματος Υγείας, μάλιστα όταν σύμφωνα με τις επικρατούσες προδιαγραφές, απαιτούνται τουλάχιστον 120 ασθενοφόρα, με τις διεθνείς οδηγίες να αντιστοιχούν 1 κινητή μονάδα/ 100χιλ. κατοίκους. Εκείνο το διάστημα, Ιούνιος του 2023, τα επείγοντα περιστατικά που ήταν σε αναμονή ανέρχονταν περίπου σε 60, μια κατάσταση όχι άγνωστη όπως μας πληροφορούν διασώστες του ΕΚΑΒ, καθώς το Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας δέχεται μόνο στην Αττική 3.500 κλήσεις ανά εικοσιτετράωρο.
Ας σημειωθεί ακόμα ότι όπως είχε επισημανθεί από το ΚΚΕ σε σχετική ερώτηση στη βουλή τον Οκτώβριο του 2022, μόνο στην Αττική επί καθημερινής βάσης περίπου 30 ασθενοφόρα είναι ακινητοποιημένα λόγω βλάβης, ενώ ακόμα και στην ιδανική περίπτωση που και τα 90 ασθενοφόρα θα ήταν λειτουργικά, δεν υπάρχει προσωπικό για να στελεχωθούν. Επιπλέον, στοιχεία του 2021 αναφέρουν ότι ο μέσος χρόνος αναμονής για ασθενοφόρο είναι: για επείγον περιστατικό 1 ώρα και 15 λεπτά, για ανακοπή καρδιάς 24 λεπτά (ενώ η ανάνηψη πρέπει να ξεκινήσει τα αμέσως επόμενα λεπτά), για υπερεπείγον τροχαίο 24 λεπτά και για υπερεπείγον καρδιολογικό 54 λεπτά!
Αυτή η κατάσταση δημιουργεί συνθήκες που δεν τιμούν ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, μάλιστα με ηγετικό ρόλο στην 4η βιομηχανική επανάσταση, όπως αυτάρεσκα δηλώνουν οι κυβερνητικοί, καθώς η διάλυση του ΕΚΑΒ έχει ως αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι εκεί να προχωρούν σε «διαλογή» και αυτοδιάγνωση με «ατομική ευθύνη». Είναι χαρακτηριστικά όσα έλεγε ο πρόεδρος των εργαζομένων ΕΚΑΒ, Γ. Μαθιόπουλος, περιγράφοντας την δραματική κατάσταση: «Με 40-50 περιστατικά σε αναμονή, γίνεται κάποια επιλογή, κάποια αξιολόγηση, ποια είναι η υπερεπείγοντα, επείγοντα και ποια μπορεί να καθυστερήσουν πιο πολύ».
Δεν μπορούμε να κάνουμε μία δομή για όλο το χρόνο, επειδή έχει αυξημένο κόσμο την καλοκαιρινή σεζόν ένας τουριστικός προορισμός
Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον τέως υπουργό Υγείας, Θάνο Πλεύρη. Φευ! Πρόκειται άλλωστε για τον ίδιο άνθρωπο που πριν μια δεκαετία ήθελε νεκρούς μετανάστες και πρόσφυγες στα σύνορα, στα πλαίσια της… αποτελεσματικής περιφρούρησης τους.
Ωστόσο, πέραν του αποκρουστικού κυνισμού των δηλώσεων Πλεύρη υπάρχει και το πολιτικό περιεχόμενο αυτών. Αναφέρομαι φυσικά στις μπαλωματικές ενέργειες κάλυψης των κενών στο ΕΚΑΒ, είτε αυτές αφορούν την εμπλοκή των ένστολων και του προσωπικού των ΟΤΑ στις διακομιδές σε 61 περιοχές της χώρας [ΠΝΠ, ΦΕΚ 132 5/7/2023], είτε αυτές αφορούν τις 250 προσλήψεις στο ΕΚΑΒ για τον τομέα Αθηνών, οι οποίες ενεργοποιήθηκαν μόλις στις 18/07/2023. Και το λέω αυτό διότι αυτές οι προσλήψεις θα γίνουν μέσω της πλατφόρμας loipoepikouriko.moh.gov.gr και όχι μέσω ΑΣΕΠ. Τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ότι δεν θα είναι μόνιμες, αλλά εποχικές, κάτι που έχει επιβεβαιώσει και με δηλώσεις του ο νέος υπουργός Υγείας, κύριος Χρυσοχοΐδης, διευκρινίζοντας πως δεν αφορούν μόνιμο, αλλά εποχικό προσωπικό διότι οι προσληφθέντες θα υπογράψουν διετείς συμβάσεις .
Είναι προφανές ότι αυτές οι 250 προσλήψεις, όσες από αυτές γίνουν εν τέλει, καθώς υπάρχουν «κόφτες», δεν φτάνουν επουδενί για την κάλυψη των αναγκών, τουλάχιστον στην Αθήνα. Αυτό γίνεται σαφές τόσο μέσα από τις συνομιλίες που είχα με εργαζόμενους, όσο και μέσα από την πρόταση της διοίκησης του ΕΚΑΒ, σύμφωνα με την οποία θα πρέπει να γίνουν τουλάχιστον 850 προσλήψεις μόνιμου προσωπικού για να στελεχώσουν τους ήδη υπάρχοντες τομείς του ΕΚΑΒ, οι οποίοι είναι 126 σε όλη την Ελλάδα. Με λίγα λόγια «για να βγαίνει σε κάθε τομέα δεύτερο ασθενοφόρο και να πέσει ο χρόνος αναμονής στα 12 λεπτά».
Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και η θέση της διοίκησης απέναντι στη μελέτη-πρόταση να πάρει το ΕΚΑΒ τα ασθενοφόρα των Κέντρων Υγείας: Πανελλαδικά από τα 230 Κέντρα Υγείας μόνο τα 180 είναι ικανά να παρέχουν ασθενοφόρο (σε αρκετές περιπτώσεις παλαιού τύπου, μη λειτουργικά) και με προσωπικό που δεν επαρκεί για παραπάνω από μία βάρδια. Συγκεκριμένα οι διοικούντες ανέφερεαν πως «ακόμα και αν αυτά τα ασθενοφόρα και οι εργαζόμενοι έρχονταν κάτω από την ‘’ ομπρέλα’’ του ΕΚΑΒ, χρειάζονται τουλάχιστον 1.300 προσλήψεις για να αναπτυχθούν οι τομείς του ΕΚΑΒ».
Και τότε γιατί δεν το κάνουν; Να αφήσουν ένα έργο πίσω τους, με το οποίο (έστω και με τους αμιγώς επικοινωνιακούς όρους με τους οποίους πολιτεύεται η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη) θα κέρδιζε κατά κράτος τόσο τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΠΑΣΟΚ; Μα αυτό συνέβη έτσι κι αλλιώς, ακόμη κι αν δεν έκαναν τίποτα, συνεχίζει πάλι το πνεύμα αντιλογίας μες τ’ αυτί μου. Κι έχει δίκιο. Πάλι.
Όταν έθεσα το ερώτημα σε έναν από τους συνομιλητές μου, εκείνο που εισέπραξα ήταν ένα ειρωνικό μειδίαμα. Τότε κατάλαβα κάτι παραπάνω… Άλλωστε όπως έγραφε σε ανακοίνωση της η ΟΕΝΓΕ: Η υποστελέχωση του ΕΚΑΒ είναι «σκόπιμη», αποσκοπώντας στη «σταδιακή ιδιωτικοποίηση της διαδικασίας διακομιδών». Έτσι φτάσαμε αντί για προσλήψεις «οδηγών και διασωστών στο ΕΚΑΒ», να έχουμε «την ιδιωτικοποίηση αρχικά των δευτερογενών διακομιδών με κρατικό χρήμα προς ιδιωτικές εταιρείες ασθενοφόρων», δημιουργώντας έτσι ένα πλαίσιο εντός του οποίου «φαντάζει άπιαστη πολυτέλεια η άμεση παροχή πρώτων βοηθειών στον τόπο του συμβάντος από εξειδικευμένο υγειονομικό προσωπικό».
ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο, ΤΙ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
Με βάση όσα ήδη έχουν αναφερθεί νιώθω ότι η έννοια της ασφάλειας στην Ελλάδα είναι τελείως απομακρυσμένη από την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τον πολίτη, μα και από την κατάσταση των υποδομών της χώρας. Εν ολίγοις νιώθω ότι η παρούσα κυβέρνηση χρησιμοποιεί μια απαρχαιωμένη έννοια της δημόσιας ασφάλειας για τις ανάγκες μιας σύγχρονης κοινωνίας.
Είναι έτσι, ρώτησα πηγή που ήθελε να διατηρήσει την ανωνυμία της και έχει πλήρη γνώση των καταστάσεων εντός της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛΑΣ). Πολύ σύντομα, η πηγή μου με διόρθωσε λέγοντας μου πως δεν θα έπρεπε να μιλάμε για «δημόσια», αλλά για «εσωτερική» ασφάλεια σε μια συνειδητά συρρικνωμένη- post modern εκδοχή της.
Ρωτώ τι ακριβώς εννοεί για να λάβω την απάντηση ότι « όσο η οικονομική κρίση και η επισφάλεια οξύνονται, τόσο διογκώνεται η σημασία που αποδίδει κάθε κυβέρνηση στη δημόσια τάξη, η οποία αποκτά έτσι δυσανάλογες διαστάσεις».
Πράγματι, αρκεί μια ματιά στα επίσημα στοιχεία για να καταλάβει κανείς πως η Αστυνομία σε πλήθος κατέχει σταθερά τα πρωτεία του προσωπικού σε υπηρεσία είτε ως απόλυτο νούμερο, είτε ως αναλογία του πληθυσμού. Για παράδειγμα, κατά την τριετία 2017-2019, τα στοιχεία της Eurostat αναφέρουν ότι η χώρα μας είχε κατά μέσο όρο- εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης-τη δεύτερη υψηλότερη αναλογία αστυνομικών (πρώτη ήταν η Κύπρος) με 499 αστυνομικούς/ 100χιλ. κατοίκους.
Πριν προχωρήσουμε, θέλω να κάνω απόλυτα σαφές στους… καλοπροαίρετους που κάθε φορά που θίγουμε ζητήματα σχετικά με την Αστυνομία μάς κολλούν τη στάμπα του « προκατειλημμένου», ότι ο στόχος της συγκεκριμένης αναφοράς δεν είναι να επιρρίψουμε τις ευθύνες για όλα τα δεινά στους άντρες και στις γυναίκες της ΕΛΑΣ, αλλά μέσα από τους αριθμούς να διαπιστώσουμε πόση βάση έχει εν τέλει το αφήγημα περί « αναγκαιότητας» συνεχούς ενίσχυσης της ΕΛΑΣ σε προσωπικό και μέσα.
Το 2009, διαβάζω στην εκτενή έρευνα της ιστοσελίδας «The Manifold», ο αριθμός του προσωπικού σε υπηρεσία της Αστυνομίας έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο, ξεπερνώντας τους 56.330 αστυνομικούς. Έπειτα από συγκεκριμένες αυξομειώσεις κατά την περίοδο της μνημονιακής μέγγενης, το 2019 έφτασε τα 54.430 άτομα, κάτι που σημαίνει ότι σε απόλυτους αριθμούς η Ελλάδα εκείνη τη χρονιά είχε 9.000 περισσότερους αστυνομικούς από την Πορτογαλία (των 10 εκατομμυρίων κατοίκων το 2022) και υπερδιπλάσιους από τους 20.423 σουηδούς αστυνομικούς.
Λεφτά υπάρχουν… για αστυνομικούς
Όπως είπαμε προηγουμένως τα διαθέσιμα στοιχεία αφορούν το 2019, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ο συνολικός αριθμός των ατόμων που υπηρετούν αυτή τη στιγμή στο Αστυνομικό Σώμα είναι πολύ πιθανό να έχει αυξηθεί, λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Αύγουστο του 2019, έπειτα από την εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας, δημοσιεύθηκε προκήρυξη διαγωνισμού για την πρόσληψη 1.500 ατόμων που θα απασχολούνταν ως Ειδικοί Φρουροί. Λίγους μήνες μετά, τον Ιανουάριο του 2020 αναγγέλθηκε η προκήρυξη διαγωνισμού για την πρόσληψη άλλων 400 ατόμων, που θα στελέχωναν τις θέσεις Συνοριοφυλάκων στον Έβρο, καθώς και άλλων 800 (ορισμένου χρόνου αυτή τη φορά) που θα αποστέλλονταν σε διάφορα νησιά του αιγαίου. Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, νέα προκήρυξη ήρθε να προσθέσει άλλες 480 θέσεις Συνοριοφυλάκων ορισμένου χρόνου (που σημαίνει ετήσια θητεία και δυνατότητα ανανέωσης), οι οποίοι θα υπηρετούσαν εκτός των άλλων σε περιοχές της χώρας που δεν τις λες παραμεθόριο, εκτός αν η περιφερειακή ενότητα Αν. Αττικής, Νότιου Τομεα Αθηνών και Κορίνθιας, αποτελούν «σύνορα» και εμείς δεν το γνωρίζουμε.
Και ερχόμαστε στο σημείο τομή, στις 31 Μάϊου 2021 όπου και αναρτάται ο διαγωνισμός για την πρόσληψη ιδιωτών στην Ελληνική Αστυνομία ως Ειδικών Φρουρών για τη συγκρότηση Ομάδων Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων (ΟΠΠΙ). Σύμφωνα με την προκήρυξη: ο αριθμός των υποψηφίων που θα προσλαμβάνονταν ως Ειδικοί Φρουροί καθοριζόταν σε 400, με δυνατότητα πρόσληψης άλλων 600 από λίστα επιλαχόντων, αν και όταν παρίστατο ανάγκη εντός 9 μηνών από την πρόσληψη των αρχικά επιτυχόντων.
Κάτι το οποίο βέβαια έγινε, καθώς έπειτα από την πρόσληψη των πρώτων 400 στις 29/12/2021, ακολούθησε η πρόσληψη και των υπολοίπων 600, τον Ιούνιο του 2022.
Προσλάμβαναν αστυνομικούς για τα Πανεπιστήμια, χωρίς αυτοί να έχουν αποφοιτήσει από τις Σχολές Αξιωματικών και Αστυφυλάκων
Όπως διαβάζω στην ίδια προκήρυξη: Από τον αριθμό των προκηρυσσομένων θέσεων κατά τα ανωτέρω, ποσοστό 80% [Κατηγορία Α΄], ήτοι τριακόσιες είκοσι (320) θέσεις, θα καλυφθεί από υποψηφίους/ες που κατέχουν οποιονδήποτε απολυτήριο τίτλο όλων των τύπων Λυκείου, (Εκκλησιαστικών, Μουσικών, Γενικών, Ενιαίων κ.λπ.), περιλαμβανομένων και των απολυτηρίων Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.) ή ισότιμο με αυτό τίτλο της ημεδαπής ή αλλοδαπής, με εξαίρεση εκείνους του Α΄ Κύκλου Σπουδών Σεχνικού Επαγγελματικού Εκπαιδευτηρίου (Σ.Ε.Ε. Α΄ Κύκλου), των Σεχνικών Επαγγελματικών Σχολών (Σ.Ε.Σ.), των Επαγγελματικών Σχολών (ΕΠΑ.Σ.) και των Σχολών Ο.Α.Ε.Δ. Από τους εξακόσιους (600) επιλαχόντες, οι τετρακόσιοι ογδόντα (480) επιλαχόντες θα προέρχονται από την κατηγορία Α’.
Αντιδράσεις ακόμη και μέσα από την αστυνομία
Στις αρχές του 2023, και πριν ακολουθήσει ο τραγέλαφος των ΟΠΠΙ που ολημερίς τις χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόνταν, η Ένωση Αστυνομικών Υπαλλήλων Θεσσαλονίκης χαρακτήριζε «αποτυχημένο» τον συγκεκριμένο αστυνομικό θεσμό, διερωτώμενη αν πρόκειται για «υπέρογκες και άσκοπες προσλήψεις» που επιχειρείται να καλυφθούν «με επικοινωνιακά τεχνάσματα».
Ειδικότερα, οι αστυνομικοί της ΕΥΑΘ δήλωναν «δικαιωμένοι» καθώς «από την πρώτη στιγμή αφού και οι πρώτοι που εξήλθαν, εκ των οποίων οι 100 τοποθετήθηκαν απευθείας στην Θεσσαλονίκη, δεν χρησιμοποιήθηκαν ουδέποτε στο υπηρεσιακό αντικείμενο για το οποίο προσελήφθησαν με εξαίρεση περίπου 10 εξ αυτών, οι οποίοι καθημερινά περιφέρονται ασκόπως πέριξ του Α.Π.Θ., δίπλα στις διμοιρίες, χωρίς συγκεκριμένο αντικείμενο. Οι λοιποί 90 καθημερινά απασχολούνται στα ΑΤ και σε συνήθη αστυνομικά καθήκοντα».
Η ανακοίνωση έκλεινε με μια (όχι και τόσο έμμεση) μομφή περί αξιοκρατίας στο εσωτερικό της ΕΛΑΣ, ιδίως στον τομέα των μεταθέσεων με αντικειμενικά κριτήρια. «Άραγε πόσο δίκαιο και ηθικό είναι να προσλαμβάνονται άτομα για έτερο θεσμό με οργανική θέση την Αθήνα και να καλύπτουν κενά της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, την ώρα που υπάρχουν χιλιάδες συνάδελφοι μας με 10 και πλέον έτη εγκλωβισμένοι στην Αττική και σε άλλες πόλεις ανά την Ελλάδα οι οποίοι περιμένουν να πάρουν μετάθεση με ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ κριτήρια;».
Γιατί δεν προσέλαβαν κόσμο από τις σχολές ή μέσω ΑΣΕΠ;
Πέραν των τελευταίων ερωτημάτων της ΕΥΑΘ (άγνωστο πότε κι αν απαντήθηκαν), ένα άλλο ερώτημα που δεν μπορεί να μη μπει στη συζήτηση είναι γιατί η επάνδρωση αυτών των νέων ομάδων δεν γίνεται (έστω ένα μέρος αυτής) με προσωπικό που προέρχεται από τις Σχολές της Αστυνομίας ή μέσω γραπτού διαγωνισμού ΑΣΕΠ. (Ας σημειωθεί ότι το 2022 εισήχθησαν στη Σχολή Αστυφυλάκων 310 άτομα, ενώ στη Σχολή Αξιωματικών 70).
Απάντηση στο ερώτημα αυτό ίσως δίνει η τοποθέτηση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων (ΠΟΑΣΥ) που ήδη από το 2019 δήλωσε την ένστασή της σχετικά με τις προσλήψεις (1.500 τότε) Ειδικών Φρουρών και όχι Αστυφυλάκων που περνούν από Πανελλαδικές Εξετάσεις, μιλώντας για «προβλήματα τα οποία θα ανακύψουν με τους πολλούς τρόπους πρόσληψης (κυρίως στις μεταθέσεις με αντικειμενικά κριτήρια για νομούς τις περιφέρειας), την ανομοιογένεια και κυρίως τις κατάφορες αδικίες που υφίστανται για πολλοστή φορά οι αστυφύλακες του θεσμού των πανελλαδικών εξετάσεων, οι οποίοι αισθάνονται ως πέμπτης κατηγορίας αστυνομικοί». Στην ίδια ανακοίνωση, η ΠΟΑΣΥ δήλωνε μεν τον σεβασμό της προς όλους τους αστυνομικούς που προσελήφθησαν, σημείωνε δε «την καθημερινή αγωνία και τη δίκαιη αγανάκτηση που μας μεταφέρουν χιλιάδες οικογένειες των οποίων τα παιδιά δεν θα εισαχθούν στη Σχολή Αστυφυλάκων για ελάχιστα μόρια, ενώ την ίδια ώρα η ΕΛ.ΑΣ. προκηρύσσει προσλήψεις με άλλο τρόπο!!!». Τέλος, οι συνδικαλιστές της ΕΛΑΣ συνόψιζαν απαιτώντας «ενιαίο και αδιάβλητο τρόπο εισαγωγής στην ΕΛ.ΑΣ. προκρίνοντας αποκλειστικά τις Πανελλήνιες Εξετάσεις», με «ταυτόχρονη αναβάθμιση του προγράμματος σπουδών».
Παραμένοντας στο ίδιο ερώτημα, πρέπει να θυμίσουμε και τις θέσεις του τέως υπουργού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστου Σπίρτζη, ο οποίος κατά την πρώτη τετραετία Μητσοτάκη, ως υπεύθυνος τότε του τομέα Προστασίας του Πολίτη του κόμματος είχε μιλήσει ευθέως για «ανεκπαίδευτους, ακατάλληλους και επικίνδυνους για το κοινωνικό σύνολο ‘’αστυνομικούς’’», αλλά και για «ρουσφέτια της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας στα τμήματα ασφαλείας για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας με ανεκπαίδευτους ειδικούς φρουρούς».
Γιατί δεν αντιδρά η Ευρωπαϊκή Ένωση;
Αν τελικά ο κ. Σπίρτζης είχε δίκιο, δεν το ξέρουμε. Από την Νέα Δημοκρατία απέρριπταν περίπου ως ανθελληνικές φαντασιοκοπίες όσα κατήγγειλε. Παρόλα αυτά, δεν κατατέθηκε κάποιο συγκεκριμένο, θεσμικό στοιχείο που να αποδεικνύει την αναλήθεια των καταγγελιών του.
Ρωτώ σχετικά την πηγή μου: Προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα νέο πελατειακό κράτος; Γιατί επιτρέπονται να γίνονται προσλήψεις στην αστυνομία ενώ στον υπόλοιπο δημόσιο τομέα ισχύει ο κανόνας του «1 προς 1»; Γιατί η Κομισιόν και το γραφειοκρατικό σύμπλεγμα των Βρυξελλών δεν παρεμβαίνουν, όπως κάνουν σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις που αφορούν κοινωφελείς κρατικούς θεσμούς και οργανισμούς;
«Ουσιαστικά πρόκειται για μία επικοινωνιακή πολιτική από την πλευρά των κυβερνώντων», εξηγεί, «οι οποίοι γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να κάνουν κάτι άλλο στους τομείς της εσωτερικής ασφάλειας κι έτσι δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι παράγουν έργο».
Ζητώ και πάλι να μου εξηγήσει τι ακριβώς εννοεί και επιμένω στην απαθή στάση των Ευρωπαίων. « Δημιουργούν έναν ηθικό πανικό για να έρθουν στη συνέχεια και να πουν: ‘’Το ελέγχω’’. Στήνουν σκηνικά βίας και ανομίας, με τη στήριξη φυσικά των ΜΜΕ, και δημιουργείται έτσι ένα κλίμα όπου όλοι ζητούν ενίσχυση της Αστυνομίας. Έτσι, η κυβέρνηση εμφανίζεται σχεδόν υποχρεωμένη να αποδείξει την αποτελεσματικότητά και την πυγμή της, ειδικά όταν έχει πολιτευτεί με σημαία το δόγμα του νόμου και της τάξης.
Τώρα σ’ ό, τι αφορά την Ευρώπη, γιατί να αντιδράσουν; Αντιδρούν όταν οι προσλήψεις συγκρούονται με συμφέροντα τρίτων, ιδιωτικά συμφέροντα όπως συμβαίνει στο χώρο της Υγείας ή όπως θα συμβεί αν επιχειρήσεις να ενισχύσεις ως κυβέρνηση τα εργασιακά δικαιώματα ερχόμενη έτσι σε σύγκρουση με τη μεγάλη εργοδοσία. Εν ολίγοις αντιδρούν όταν η σύγκρουση γίνεται με ισχυρά συμφέροντα από τα οποία μάλιστα περιμένουν και οφέλη. Στην αστυνομία κάτι τέτοιο δεν ισχύει, οπότε για αυτό και δεν υπάρχει κανένας ακριβώς περιορισμός».
To «cost benefit ratio» της ΕΛ.ΑΣ.
Οι αριθμοί είναι αδιάψευστοι μάρτυρες όσων δήλωσε η πηγή μας. Με αμφίβολα οφέλη, λένε κάποιοι. Εγώ δεν έχω την επιστημονική επάρκεια να το κρίνω. Ίσως η ανάγνωση του ρεπορτάζ του «Magazine» το 2021 για την αστυνομική βία να είναι αναγκαία, ώστε ο καθένας να βγάλει τα συμπεράσματά του.
Στο οικονομικό σκέλος και πάλι, παρατηρείται μία αναντιστοιχία μεταξύ του αριθμού των ατόμων που υπηρετούν στην ΕΛ.ΑΣ. (αυξημένος φυσικά από το 2019) και των δημόσιων δαπανών για τις υπηρεσίες της Αστυνομίας. Βάσει των στατιστικών ευρημάτων της Eurostat, η χώρα μας (γενική κυβέρνηση) το 2020 δαπανούσε σε ονομαστική αξία ποσά ίσα με αυτά πριν από μια δεκαετία (2,512 δισ. ευρώ > 2,251 δισ. ευρώ το 2008). Ωστόσο, όπως εξηγούσαν οι συντάκτες του «Τhe Manifold»: «Αν τα ποσά αυτά τα δούμε ως ποσοστό επί του ΑΕΠ της χώρας, η εικόνα αλλάζει, αφού το 2018 ήταν 0,9% και το 2020 ανέβηκε στο 1,5%, φέρνοντας την χώρα στην πρώτη θέση στην ΕΕ. Την πρώτη πεντάδα συμπληρώνουν Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρος και Ρουμανία με 1,4%.».
Αριθμοί που, όπως και να το κάνουμε, όταν εικόνες αποκάλυψης από τα πύρινα μέτωπα κατακλύζουν συνεχώς τις οθόνες των κινητών μας, δεν αντέχουν τη σύγκριση με άλλους τομείς που αφορούν την δημόσια ασφάλεια, όπως η πυροπροστασία, με τ’ αποτελέσματα να μην είναι ιδιαίτερα κολακευτικά τόσο για τις προηγούμενες, ειδικότερα όμως για την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, καθώς, παρά την επιδείνωση της κλιματικής κρίσης, οι δαπάνες για προστασία, πρόληψη και καταστολή από τη φωτιά είναι καθηλωμένες από το 2008 στο 0,2-0,3% ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.
ΣΤΡΑΤΟΣ…ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ
Η πολιτική των αθρόων προσλήψεων εκτός της διαδικασίας των Πανελληνίων Εξετάσεων συνεχίζει ακάθεκτη και στις Ένοπλες Δυνάμεις. Στα τέλη του 2022, ανακοινώθηκε η προκήρυξη πρόσληψης μεταξύ άλλων 1.600 Επαγγελματιών Οπλιτών (ΕΠΟΠ) ως μέρος των 8.000 προσλήψεων ΕΠΟΠ που έχουν προγραμματιστεί σε βάθος 5ετίας και αναμένεται να ολοκληρωθούν το 2026. Αριθμός διόλου ευκαταφρόνητος (αν τελικά υλοποιηθεί πλήρως ο σχεδιασμός) και πάντα στο ίδιο μοτίβο με αυτό της πρόσληψης των Ειδικών Φρουρών στην ΕΛΑΣ, καθώς στην πλειοψηφία των ειδικοτήτων το απολυτήριο Λυκείου αποτελεί την «κάρτα εισόδου» στις Ένοπλες Δυνάμεις.
Ωστόσο, στην περίπτωση του Στρατεύματος τα πράγματα παρουσιάζουν μια μικρή διαφοροποίηση σε σχέση με τα Σώματα Ασφαλείας. Ίσως βέβαια, τώρα που το καλοσκέφτομαι, η σωστή λέξη που αναζητούμε είναι η λέξη «προσθήκη» σε σχέση με την Αστυνομία, την Πυροσβεστική κ.λπ. Κι αυτό γιατί μπορεί κάποιος να βρει την αναντιστοιχία στον αριθμό πρόσληψης ΕΠΟΠ (ενός ακόμη υπάκουου και πειθαρχημένου προσωπικού που δεν συνδικαλίζεται) εν συγκρίσει με τις προσλήψεις σε άλλους κοινωφελείς τομείς, όπως η Υγεία, αλλά η μεγάλη εικόνα του τρόπου με τον οποίο πολιτεύεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη στις ΕΔ δεν θα μπορούσε παρά να συμπληρωθεί με την σύναψη τεράστιων εξοπλιστικών συμβολαίων. Με συγκεκριμένους πάντα αποδέκτες. Ενίοτε και εντολείς…
Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι κατά τη συζήτηση για την προμήθεια των περιβόητων F-35 από συγκεκριμένη αμερικανική εταιρεία, ο δηλών άγνοια για την παρακολούθηση του ΑΓΕΕΘΑ από την ΕΥΠ και υπουργός Εθνικής Άμυνας της πρώτης κυβέρνησης Μητσοτάκη, Ν. Παναγιωτόπουλος, πριν ακόμη ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις με τις Αμερικανικές υπηρεσίες και την εν λόγω εταιρία, δήλωνε ότι η συμφωνία έχει κλείσει και πως στόχος της Ελλάδας είναι τα 48 αεροσκάφη, ενώ στην αρχή είχαμε ζητήσει 20. «Πιστεύει κανείς ότι με τέτοιες δηλώσεις ενισχύεται η διαπραγματευτική μας θέση ώστε έστω κάτω από τις συνθήκες της απευθείας αυτής ανάθεσης να πετύχουμε τους καλύτερους δυνατούς όρους για την χώρα μας;», αναρωτιόταν σε άρθρο του ο Σμήναρχος Απόστρατος της Πολεμικής Αεροπορίας, Παναγιώτης Κουρής.
Πίκρανες τον φαντάρο
Παρόμοιες ανησυχίες έχουν εκφραστεί κι από άλλα χείλη, προερχόμενα από τον χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων. Πώς αλλιώς όταν η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας σκορπούσε κάμποσα ακόμη δισεκατομμύρια προκειμένου τα Rafale να αφήνουν το «αποτύπωμά» τους στον αττικό ουρανό, ενώ προετοίμαζε τους Έλληνες φορολογούμενους να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη πληρώνοντας επιπλέον 1,6 δισ. ευρώ για τα Black Ηawck κι περίπου άλλα 700 εκατ. για τα ελικόπτερα NH-90; Πώς αλλιώς, όταν οι οπλίτες περιμένουν περίπου εδώ και μια εικοσαετία το νέο τυφέκιο που θα αντικαταστήσει το γηρασμένο G3; Πώς αλλιώς, τέλος, όταν κάθε οικογένεια πληρώνει χοντρά τον αναγκαίο ρουχισμό του στρατιώτη;
«Το αξίωμα ότι και το πιο εξελιγμένο οπλικό σύστημα είναι παντελώς άχρηστο χωρίς την αντίστοιχη ανθρώπινη ενασχόληση, τεχνογνωσία και παρέμβαση είναι τόσο αυτονόητο που δεν επιδέχεται σχολιασμό», έγραφε σχετικά ο Αντιναύαρχος, επίτιμος αρχηγός ΓΕΝ, Αντώνης Αντωνιάδης. Και συνέχιζε: «Θεωρητικά λοιπόν αλλά και ηθικά, θα έπρεπε να υπάρχει μια, έστω και υποτυπώδης, ισοκατανομή των διατιθέμενων κονδυλίων ανάμεσα στους δύο αυτούς θεμελιακούς αμυντικούς πυλώνες. Η πολιτεία όμως, καιροσκοπικά φερόμενη και εκ του ασφαλούς, δρομολογεί όλα τα διατιθέμενα κονδύλια στους εξοπλισμούς, το δε ένστολο προσωπικό βολεύεται να το περιλούει με περίσσιους επαίνους, ευχαριστίες και χαμόγελα».
TΩΡΑ, ΤΙΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ;
Έχουμε λοιπόν όλη την εικόνα: Από τη μια ένα κράτος που εκκενώνει μαζικά και προσπαθεί με πενηντάχρονες κονσέρβες, όπως τα Canadair, να ελέγξει τις πυρκαγιές, με παταγώδη αποτυχία και βάζοντας σε κίνδυνο την ζωή των πληρωμάτων (όπως είδαμε και στην περίπτωση της πτώσης του πυροσβεστικού αεροπλάνου στην Κάρυστο)· και από την άλλη, ένα κράτος που δέρνει, οχυρώνεται και…αμύνεται μέσα από τη σύναψη φαραωνικών εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Και στη μέση εμείς! Αλήθεια, τι κάνουμε από εδώ και πέρα, «ΕΜΕΙΣ»;
Μετά το δυστύχημα στα Τέμπη αναδείχθηκε μια όχι συγκυριακή, μάλλον μονιμότερη ματαίωση των προσδοκιών των ανθρώπων αυτής της χώρας από το σύστημα διακυβέρνησης της. Ματαίωση που όπως έγραφε σε άρθρο του στο Eteron ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης: «Ήρθε στην επιφάνεια με το σιδηροδρομικό δυστύχημα αλλά έχει ρίζες τουλάχιστον στα γεγονότα της περασμένης δεκαετίας». Στο ίδιο άρθρο εντοπίζουμε στοιχεία σχετικά με το αίσθημα αξιοπιστίας των πολιτών προς το κράτος, με 8 στους 10 να αμφισβητούν την αξιοπιστία του, αλλά και σχεδόν το ίδιο συντριπτικό ποσοστό (77,3%) να βλέπει το μέλλον της χώρας σε χειρότερη βάση.
Ματαίωση. Αυτή είναι η λέξη κλειδί που χαρακτήριζε την Ελλάδα μετά τα Τέμπη και που ίσως τη χαρακτηρίζει και τώρα που καίγεται απ’ άκρη σ’ άκρη. Είναι η ματαίωση των προσδοκιών από τους πολιτικούς, το κράτος, τον μηχανισμό δηλαδή που κατά το κοινωνικό μας συμβόλαιο έχει αναλάβει να προσφέρει προστασία στους πολίτες και τη δυνατότητά τους να αναπτύσσουν τις επιδιώξεις τους σε ένα περιβάλλον ελευθερίας και δικαιωμάτων, εξηγεί ο Μπαλαμπανίδης.
Φυσικά, δεν πρόκειται για μια απρόσμενη «παραφωνία» του νεοφιλελεύθερου κονσέρτου της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αλλά για σαφή στρατηγική επιλογή στην προμετωπίδα της οποίας βρίσκεται η ελαχιστοποίηση των αναγκών της πλειοψηφίας των πολιτών. Σύμφωνα με τον κύριο Καλτσώνη: «Γι’ αυτό οι ανάγκες και οι προσδοκίες του λαού πρέπει να μειωθούν στο ελάχιστο. Γι’ αυτό πρέπει να είναι ικανοποιημένος με τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των υπερπλουσίων. Γι’ αυτό πρέπει να αποδέχεται ότι οι μισθοί και οι κοινωνικές κατακτήσεις θα βρίσκονται στο ½ σχεδόν εκείνων που ήταν λίγο πριν την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ. Γι’ αυτό πρέπει να αποδέχεται ότι το κύμα της ακρίβειας δεν θα αντιμετωπίζεται με Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή των μισθών. Για τον ίδιο λόγο πρέπει να δέχεται αδιαμαρτύρητα ότι οι 500 μεγαλύτερες εταιρείες στη χώρα μας έχουν πολλαπλασιάσει τα κέρδη τους, πρώτα με την οικονομική κρίση, τώρα εκμεταλλευόμενες τον πόλεμο στην Ουκρανία. Γι’ αυτό δεν πρέπει να διαμαρτύρεται που η Ελλάδα καίγεται και καταστρέφεται ανεξέλεγκτα, που υπονομεύεται μελλοντικά η ζωή του, αρκεί που δεν υπάρχουν άμεσα πολλά ανθρώπινα θύματα».
Αλήθεια, έχουμε αναρωτηθεί αν όντως μας κρατούν χαμηλά στην πυραμίδα για να μην απαιτούμε περισσότερα; Αν διατηρείται το αίσθημα του φόβου στο επίπεδο να είμαστε απλά «ζωντανοί»;
Κι αν η απάντηση είναι καταφατική, έχουμε αναλογιστεί τι μας στερεί ως πολίτες το χαμήλωμα των προσδοκιών μας;
«Η ΘΕΛΗΣΗ ΓΙΑ ΖΩΗ ΘΑ ΥΠΕΡΙΣΧΥΣΕΙ. ΚΑΝΕΝΑ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΙΩΝΙΟ»
Για την κυρία Κοτρωνάκη η απάντηση είναι ξεκάθαρη. «Μας στερεί την πρόσβαση σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες και στα βασικά κοινωνικά αγαθά όπως είναι η Υγεία, η Περίθαλψη, η Μόρφωση και η πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το πλαίσιο δηλαδή της σαρωτικής κίνησης του νεοφιλελευθερισμού εξαφανίζεται τελείως η έννοια του δικαιώματος, λόγου χάρη όπως συμβαίνει με τα εργασιακά δικαιώματα. Ταυτόχρονα εξαφανίζονται και οι θεσμοί που θα εξυπηρετούσαν αυτές τις κοινωνικές ανάγκες. Έτσι φτάσαμε στο σημείο να αναλαμβάνουν κάποιοι ιδιώτες μερικές υπηρεσίες του δημοσίου βίου, χωρίς όμως να φέρουν την ευθύνη για αντίστοιχη ποιότητα στην παροχή αυτών των υπηρεσιών, αλλά και την ευθύνη για την καθολική πρόσβαση των πολιτών σε αυτές. Με λίγα λόγια, από δω και στο εξής οι κοινωνικές υπηρεσίες και τα κοινωνικά αγαθά δεν αφορούν τους πάντες, αλλά μόνο αυτούς που μπορούν να τα πληρώσουν».
Από την άλλη, το γεγονός της συρρίκνωσης των προσδοκιών δεν συνεπάγεται αυτόματα και συρρίκνωση των απαιτήσεών μας. Απαιτήσεις που αφορούν την εκπαίδευση και το πανεπιστήμιο, την ασφάλεια, την εργασιακή ζωή και την καταπολέμηση των κοινωνικών ανισοτήτων και της κλιματικής αλλαγής. Και αυτό, ναι, είναι, μπορεί και πρέπει να είναι το κλειδί για τους αγώνες που έχουμε να δώσουμε από δω και πέρα, ώστε να μη μείνουν ανεκπλήρωτες οι επιθυμίες και οι απαιτήσεις μας, αλλά να αποκτήσουν υπόσταση στη σύγχρονη καθημερινότητα μας. Άλλωστε όπως με βεβαιότητα υποστήριξε ο κύριος Καλτσώνης στο κλείσιμο της συζήτησής μας: «Η θέληση για ζωή θα υπερισχύσει. Κανένα καθεστώς δεν είναι αιώνιο».