9 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ

 

                               

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΣΤΟ ΛΑΪΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΧΟΜΕΝΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

                                                                            

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ

                     ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ

 

 

Α. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ

 

1. Η πολλαπλή κρίση και η βασική κατεύθυνση του αγώνα

 

Η εξέλιξη της πανδημίας του κορονοϊού και το δεύτερο, πρόωρο και πιο οξύ κύμα της, σφραγίζει τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις στη χώρα μας, την Ευρώπη και όλο τον κόσμο. Η υγειονομική κρίση, όχι μόνο δεν ξεπεράστηκε, αλλά έχει μπει σε μια νέα, πολύ πιο οξυμμένη φάση. Οι κυβερνήσεις έχουν χάσει τον έλεγχο της πανδημίας, όπως επιβεβαιώνεται από όλα τα πρόσφατα δεδομένα.

Γενικότερα, η πανδημία αποκάλυψε μια πολλαπλή κρίση του καπιταλισμού (περιβαλλοντική, οικιστική, ανισοτήτων) και ανέδειξε ιδιαίτερα την υγειονομική και οικονομική κρίση. Οδηγεί τις αστικές τάξεις, μέσα από μεγάλες αντιφάσεις και αντιθέσεις, σε μια ανώτερη επιθετικότητα. Γεννά μεγάλα ερωτηματικά στην εργατική τάξη και τους λαούς για την αποτελεσματικότητα της νεοφιλελεύθερης και νεοσυντηρητικής πολιτικής, για τη δυνατότητα της αγοράς και του αστικού κράτους, βαθύτερα, του σύγχρονου καπιταλισμού, να ανταποκρίνονται σε στοιχειώδεις ανάγκες.

 

Η αστική πολιτική αξιοποιεί την πανδημία ως ευκαιρία για μια συνολικότερη επίθεση στα υπό αστικό διωγμό εργατικά δικαιώματα. Η εξέλιξη της πανδημίας συνδυάζεται με νέους κινδύνους για την ειρήνη στην περιοχή μας και για τη δημοκρατία, όπως αναφύεται μέσα από τη δίκη της Χρυσής Αυγής και το αστυνομικό κράτος που προωθεί η κυβέρνηση. Η πανδημία συνιστά πρόβλημα για τα λαϊκά στρώματα,  αλλά μπορεί να ανοίξει -και ανοίγει- δρόμους για μια ριζοσπαστικοποίηση της ταξικής πάλης με την παρέμβαση των εργατικών πολιτικών δυνάμεων. Πρόκειται για μια μεταβατική περίοδο σε μια νέα κατάσταση, όπου αλλάζουν μαζικά οι συνειδήσεις και όπου απαιτούνται νέες, τολμηρές επεξεργασίες και δράσεις. Αυτό δείχνουν οι εξελίξεις στις ΗΠΑ, η νέα αριστερή στροφή στη Λατ. Αμερική.

 

Απέναντι ειδικά στην διπλή, υγειονομική και οικονομική κρίση και την αστική επιθετικότητα, αναδεικνύεται η ανάγκη για ένα Ενωτικό Ριζοσπαστικό Εργατικό Πρόγραμμα πάλης με την αντίστοιχη συγκέντρωση δυνάμεων του λαϊκού κινήματος και της μαχόμενης Αριστεράς και με τρεις στόχους:

α) την αποτελεσματική αντίσταση στην επίθεση και την αναχαίτιση της διπλής κρίσης, την προάσπιση της υγείας, της εργασίας, της δημοκρατίας και της ειρήνης,

β) την προετοιμασία για μια αντεπίθεση του εργατικού και λαϊκού κινήματος, ώστε να καταστεί ικανό να επιβάλει κατακτήσεις και μια ουσιαστική βελτίωση της οικονομικής και πολιτικής θέσης των εργαζομένων και

γ) τη δημιουργία ενός νέου, μαζικού κομμουνιστικού κινήματος που θα ωθεί την κοινωνική αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική πάλη σε επαναστατικές κατευθύνσεις.

 

Στις νέες περίπλοκες συνθήκες και σε κάθε περίπτωση, ακόμη και σε νέο γενικό λοκ ντάουν, το συνδικαλιστικό και λαϊκό κίνημα, τα πολιτικά μέτωπα και οι οργανωμένες δυνάμεις της Αριστεράς, χρειάζεται να παραμείνουμε μάχιμοι, σκεπτόμενοι και πάνω από όλα, δρώντες και να λειτουργούμε με όλα τα απαραίτητα υγειονομικά μέτρα και με συνδυασμούς ζωντανής παρουσίας και αξιοποίησης του διαδικτύου.

 

2. Το πρόωρο δεύτερο κύμα της πανδημίας και η αστική πολιτική

 

Ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας δεν μπορούσε να αποφευχθεί, λόγω της φύσης του ιού, της έλλειψης κοινωνικής ανοσίας και της αντικειμενικής αδυναμίας για μια γρήγορη παραγωγή εμβολίου. Ωστόσο, με τα κατάλληλα υγειονομικά και κοινωνικά μέτρα ήταν εφικτό να καθυστερήσει και, κυρίως, να αμβλυνθούν οι υγειονομικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις του, μέχρι την ανακάλυψη και μαζική παραγωγή εμβολίου.

Για να επιτευχθούν αυτοί οι δυο ζωτικής σημασίας στόχοι, η πολιτική κατεύθυνση απέναντι στην πανδημία έπρεπε να είναι το «άνοιγμα χωρίς ρίσκο» της οικονομίας και των κοινωνικών λειτουργιών, ή έστω, το «άνοιγμα με το μικρότερο δυνατόν ρίσκο» και η προετοιμασία για την προάσπιση της δημόσιας υγείας με συγκεκριμένα υγειονομικά και κοινωνικά μέτρα. Αυτή την πολιτική κατεύθυνση υποστήριξε το μαχόμενο εργατικό και λαϊκό κίνημα, η ανυπότακτη Αριστερά και εντός αυτής, το Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο και ο Συντονισμός Κομμουνιστικών Δυνάμεων.

 

Το δεύτερο κύμα ήρθε πολύ νωρίτερα και πολύ πιο οξύ από ό,τι αναμενόταν, εξαιτίας της πολιτικής των κυβερνήσεων και των επιδιώξεων της αστικής τάξης για «άνοιγμα με ρίσκο» της οικονομίας και ειδικά του τουρισμού, με φτηνά μέτρα μπαλώματος του δημόσιου συστήματος υγείας. Η κατεύθυνση αυτή γρήγορα μετατράπηκε σε «άνοιγμα με το μεγαλύτερο δυνατόν ρίσκο», ώστε να διασφαλιστεί η όσο το δυνατόν μικρότερη πτώση της κερδοφορίας, θυσιάζοντας την υγεία των εργαζόμενων και των πολιτών. Η πολιτική αυτή πρέπει να καταγγελθεί ως εγκληματική. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη και η επιτροπή ειδικών που διόρισε, φέρουν πλέον ακέραια την πολιτική ευθύνη.

 

Στην αρχική φάση της πανδημίας, η κυβέρνηση και οι ηγέτες του κόσμου επικαλέστηκαν το δικαιολογητικό του αιφνιδιασμού και της άγνοιας. Σήμερα είναι γνωστό ότι είχαν υπάρξει οι προειδοποιήσεις για μια παγκόσμια επιδημία, πριν λίγα χρόνια και ότι οι ηγέτες είχαν ενημερωθεί από τους επιστήμονες για τη μεταδοτικότητα και τη θνητότητα του κορωνοϊού, μετά την εκδήλωση της επιδημίας στην Κίνα. Οι ίδιοι υποβάθμισαν συνειδητά τον κίνδυνο. Ωστόσο, το άγνωστο της φύσης, των μηχανισμών μετάδοσης και προσβολής του νέου ιού έθετε αντικειμενικά όρια στην αντιμετώπισή του και έδινε «ελαφρυντικά» στις κυβερνήσεις.

 

Το οριζόντιο λοκ ντάουν του Μαρτίου – Απριλίου, παρότι επίπονο από όλες τις πλευρές, έπρεπε να επιβληθεί, λόγω των έκτακτων συνθηκών, λόγω του νεοφιλελεύθερου χτυπήματος στη δημόσια υγεία, με κύριο στόχο να προετοιμαστούν τα συστήματα υγείας, οι οικονομίες και οι κοινωνίες για το μακρύ δρόμο που βρισκόταν μπροστά τους, αλλά και να μάθει η ανθρωπότητα για την υπό εξέλιξη ασθένεια. Παρά τη λυσσώδη προσπάθεια πολυεθνικών ομίλων, ακροδεξιών ή νεοσυντηρητικών κυβερνήσεων και του αντιδραστικού ανορθολογικού ρεύματος, τα λοκ ντάουν έγιναν αποδεκτά από τη λαϊκή πλειονότητα. Και, όπως αποδείχτηκε, απέδωσαν.

 

Οι δυνάμεις της Αριστεράς που ακολούθησαν στην πολιτική τους κατεύθυνση, κριτικά αλλά και με σεβασμό τις επιστημονικές προσεγγίσεις για τον ιό και την πανδημία, που παρακολούθησαν τα μαχόμενα μαρξιστικά ρεύματα στα αντίστοιχα πεδία και κατάφεραν να επικοινωνήσουν με το κοινωνικό ένστικτο της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις ανάγκες, παρά σημαντικά προβλήματα. Σε αυτή την κατεύθυνση συνέβαλε το Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο και ο Συντονισμός Κομμουνιστικών Δυνάμεων. Ορισμένα αριστερά και άλλα κινηματικά ρεύματα που αμφισβήτησαν την αναγκαιότητα του λοκ ντάουν, στο όνομα των υπαρκτών αντιδημοκρατικών κινδύνων, υπέπεσαν σε σκληρές αντιφάσεις.

 

Τώρα, τίποτε δεν μπορεί να συγχωρήσει τις κυβερνήσεις και την κυρίαρχη τάξη.

 

Ο Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στο CNN, ομολόγησε ότι «ανοίξαμε τον τουρισμό εν γνώσει των κινδύνων». Η ίδια η κυβέρνησή του καταπάτησε το αρχικό της σχέδιο για ένα «ελεγχόμενο άνοιγμα» της οικονομίας, του τουρισμού και της εκπαίδευσης, υποχωρώντας στις ανοιχτές πιέσεις του ΣΕΒ, των εγχώριων και ξένων τουριστικών και μεταφορικών ομίλων. Κανένας φραγμός δεν έμεινε όρθιος στην Ελλάδα και σχεδόν σε όλη την ΕΕ. Φέρουν ευθύνη για το γεγονός ότι δεν αξιοποίησαν το χρόνο που κερδήθηκε από το λοκ ντάουν της Άνοιξης για να στηρίξουν τη δημόσια υγεία σε όλες υγειονομικές και κοινωνικές παραμέτρους της. Αντ’ αυτού επέλεξαν να προσανατολίσουν κρίσιμα κρατικά κονδύλια στην Αστυνομία, τους εξοπλισμούς, τις μεγάλες επιχειρήσεις, τους κλινικάρχες και καναλάρχες και να περάσουν αντιλαϊκά μέτρα.

 

Όλα αυτά έχουν γίνει αντιληπτά από ευρύτερες λαϊκές μάζες. Η δυσαρέσκειά τους αποτυπώνεται κοινωνικά –και στις δημοσκοπήσεις. Η ανοχή απέναντι στην κυβέρνηση μειώνεται και πρέπει να αναμένεται ακόμη μεγαλύτερη. Το μαθητικό ξέσπασμα αποτελεί ένδειξη ότι «έρχεται ο λογαριασμός». Ωστόσο, ο δρόμος είναι ακόμη δύσβατος.

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να καρπωθεί τη δυσαρέσκεια παρότι παραμένει μια κυβερνητική εναλλακτική λύση. Η εγγραφή μελών δεν αποδίδει. Η ηγεσία του έχει στρέψει το τιμόνι αποφασιστικά προς το κέντρο, δηλαδή, προς τα δεξιά. Συντηρητικοποιεί το λόγο και τα αιτήματά της. Εμφανίζεται τυχοδιωκτικά με μια επιθετική «πατριωτική» γραμμή στα ελληνοτουρκικά (επέκταση χωρικών υδάτων κ.α.), ενώ ουσιαστικά υποστηρίζει την αμερικανονατοϊκή γραμμή για το «διάλογο» με την Τουρκία. Εμφανίζονται οι πρώτες ανοιχτές αντιδράσεις στον Τσίπρα, αλλά χωρίς αλλαγή πολιτικής. Η αυταρχική στάση του προέδρου του είναι αποτέλεσμα της μετατροπής του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα αρχηγικό κόμμα. Η νέα, δεξιά στροφή της ηγεσίας του μπορεί να επηρεάσει αριστερές συνειδήσεις, αλλά ταυτόχρονα ανοίγει το δρόμο για κοινή πάλη της μαχόμενης και κομμουνιστικής Αριστεράς με αριστερές τάσεις της βάσης και των ψηφοφόρων του.

 

3. Υγειονομικό και κοινωνικό πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης για το δεύτερο κύμα

 

Όλες οι κυβερνήσεις και η ΕΕ ξορκίζουν ένα νέο, γενικό λοκ ντάουν. Πιστεύουν ότι μπορούν να ελέγξουν την πανδημία με αποσπασματικά μέτρα και τοπικές καραντίνες. Ωστόσο, πρέπει να υπολογιστεί ότι το ενδεχόμενο για την αναγκαιότητα ενός γενικού λοκ ντάουν είναι παραπάνω από ορατό. Η εκτίναξη στους αριθμούς των κρουσμάτων, των νοσηλευομένων, των εισαχθέντων σε ΜΕΘ και των θανάτων δείχνουν εκθετική άνοδο του ρυθμού επέκτασης της πανδημίας. Αν συνυπολογιστούν τα κύματα επιδημιών γρίπης του φθινοπώρου, η πιο πιθανή εξέλιξη είναι η «υπερφόρτωση του συστήματος υγείας». Για μια ακόμη φορά, τα μέτρα που λαμβάνει το κεφάλαιο οδηγούν στο αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκει.  Ένα νέο λοκ ντάουν, με πολύ μεγαλύτερες συνέπειες, είναι πολύ πιθανό να γίνει αναπόφευκτο.

 

Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση, για να αποσείσει τις ευθύνες της, έθεσε και συνεχίζει να θέτει το παραπλανητικό δίλημμα «αυτοπροστασία ή λοκ ντάουν». Η ανυπότακτη και μαχόμενη Αριστερά χρειάζεται να θέσει μαζικά το πραγματικό δίλημμα: «έκτακτα κρατικά μέτρα ή λοκ ντάουν». Ώστε το μαζικό κίνημα να διεκδικεί μια «ανοιχτή» λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας με αλλαγή της πολιτικής κατεύθυνσης, με συγκεκριμένες υγειονομικές, κοινωνικές και οικονομικές διεκδικήσεις.

 

Προετοιμαζόμενοι, παράλληλα, για την πιθανότητα ενός δεύτερου γενικού λοκ ντάουν.

 

Συνεπώς, για το ερχόμενο διάστημα, το βάρος  πέφτει στη διεκδίκηση ενός προγράμματος κρατικών μέτρων έκτακτης ανάγκης για την προστασία της δημόσιας υγείας, με βάση το γενικότερο αγώνα για μια Νέα Ριζοσπαστική Υγειονομική Πολιτική.

 

Για την προστασία της υγείας του λαού και την αποφυγή ενός νέου γενικού λοκ ντάουν, απαιτούνται:

 

α) Ως πρώτη γραμμή άμυνας, τα μέτρα ενάντια στο συγχρωτισμό σε επιχειρήσεις, εργοστάσια και υπηρεσίες, στην εκπαίδευση και τις μεταφορές για την αποφυγή μετάδοσης του κορονοϊού. Ξεχωρίζουν οι διεκδικήσεις για μεγάλο, κρατικό πρόγραμμα αγοράς και επίταξης μέσων μαζικής μεταφοράς και για 15 μαθητές ανά τάξη. Απαιτείται η διεκδίκηση για συγκεκριμένο αριθμό εργαζομένων ανά επιχείρηση. Οι συνδικαλιστικές δυνάμεις της Αριστεράς δεν έχουν αναδείξει όσο πρέπει αυτή την πλευρά, οφείλουν να επικεντρωθούν σε αυτήν.

 

β) Δεύτερη γραμμή άμυνας είναι η μεγάλη ενίσχυση και η άμεση αναδιάταξη του δημόσιου συστήματος πρωτοβάθμιας  περίθαλψης. Ώστε να καταστεί εφικτός ο εντοπισμός, ιχνηλάτηση και στοχευμένη απομόνωση των κρουσμάτων σε επιχειρήσεις, εκπαίδευση, δήμους, και ειδικά στις δομές των γηροκομείων, των προσφύγων και των φυλακών. Ξεχωρίζουν οι διεκδικήσεις για δωρεάν μαζικά τεστ και, κυρίως, για διορισμό γιατρών και υγειονομικών εργασίας σε επιχειρήσεις και εκπαιδευτικά συγκροτήματα. Απαιτούνται η δημιουργία νέων κέντρων υγείας, μαζικοί μόνιμοι διορισμοί γιατρών και νοσηλευτών, ένταξη των ιδιωτών γιατρών σε κρατικό δίκτυο για την περίθαλψη των ήπια νοσούντων.

 

γ) Η τρίτη γραμμή άμυνας είναι η μεγάλη ενίσχυση των δημόσιων νοσοκομείων και των ΜΕΘ και η άμεση επίταξη ιδιωτικών δομών υγείας.

 

Η κατεύθυνση αυτή, όχι μόνο δεν μειώνει, αλλά θέτει σε μια συνολική και συνεκτική κοινωνική βάση τα αναγκαία ατομικά μέτρα, τη μάσκα, το πλύσιμο χεριών και τη φυσική απόσταση. Ρίχνει το βάρος στην κοινωνική συνυπευθυνότητα και την πειθώ, όχι στην καταστολή, τον αυταρχισμό και στο ρίσκο χάριν της κερδοφορίας.

 

Πολιτικά, όλα τα παραπάνω συμπυκνώνονται στο αίτημα: Μαζικοί, μόνιμοι διορισμοί και δαπάνες σε υγεία, παιδεία, μεταφορές  – όχι δαπάνες για την αστυνομία, το κεφάλαιο και τον πόλεμο.

 

                                                            4. Η αντιπαράθεση γύρω από το εμβόλιο

 

Το επόμενο μεγάλο ζήτημα γύρω από το οποίο αναπτύσσεται και θα αναπτυχθεί πιο έντονα στο ερχόμενο διάστημα, μια μεγάλη επιστημονική, κοινωνική και πολιτική αντιπαράθεση, είναι αυτό του εμβολιασμού. Τασσόμαστε υπέρ του εμβολιασμού και κατά του αντι-εμβολιακού κινήματος.

 

Με τα εμβόλια η ανθρωπότητα καταπολέμησε αποτελεσματικά πολλές θανατηφόρες νόσους (πανώλη, χολέρα, διφθερίτιδα κ.α.). Υπολογίζεται ότι, με τους εμβολιασμούς, αποφεύγονται δυο με τέσσερα εκατομμύρια θάνατοι το χρόνο. Το κεφάλαιο, οι πολυεθνικές υγείας και ο νεοφιλελευθερισμός υποτίμησαν συνειδητά την επιστημονική έρευνα για μαζικά εμβόλια διότι αποτελούν πηγές μικρότερης κερδοφορίας σε σχέση με τα φάρμακα. Στέκονται εχθρικά απέναντι στην πρόληψη και φιλικά απέναντι στην καταστολή των νόσων.

 

Η σύγχρονη επιστήμη είναι ικανή να μειώσει –και μειώνει- κατά πολύ τους χρόνους έρευνας και παραγωγής ενός εμβολίου για τον κορονοϊό. Τασσόμαστε υπέρ της ταχείας παραγωγής εμβολίων και μαζικών εμβολιασμών με συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

 

Η πρώτη είναι η αξιοπιστία τους. Όλα τα εμβόλια (όπως και όλα τα φάρμακα) έχουν παρενέργειες. Το ζήτημα είναι η παραγωγή τους με τις μικρότερες δυνατές παρενέργειες. Γύρω από το εμβόλιο εκτυλίσσεται ένας άγριος ανταγωνισμός μεταξύ 200 επιχειρήσεων φαρμάκου και των κρατών για την πρωτιά στην αγορά, διότι ο κύριος σκοπός τους είναι το κέρδος και όχι η έκτακτη κοινωνική ανάγκη. Αυτός ο σκοπός δεν έχει πρόβλημα να θυσιάσει την αξιοπιστία του εμβολίου (βλ. αποδοχή των όρων της Astra Zeneca από την ΕΕ για την αποφυγή νομικών και ασφαλιστικών καλύψεων από «κρυμμένες» παρενέργειες).

 

Αυτή η πλευρά δημιουργεί δικαιολογημένη δυσπιστία στους λαούς (στην Ελλάδα το 50% δηλώνει ότι δεν θα το χρησιμοποιήσει), την οποία αξιοποιεί συνειδητά ο νεοσυντηρητισμός, η Ακροδεξιά και το αντιδραστικό, ανορθολογικό ρεύμα. Για αυτό, η δεύτερη προϋπόθεση είναι η απόλυτη εφαρμογή όλων των μέχρι τώρα δοκιμασμένων και επιτυχημένων πρωτοκόλλων για την έρευνα και την παραγωγή των εμβολίων κατά του κορονοϊού και όχι η αλλαγή τους.

 

Τα προοδευτικά κοινωνικά κινήματα και η Αριστερά οφείλουν να αγωνιστούν για να φρεναριστεί ο ανταγωνισμός, να επιβληθεί η διεθνής συνεργασία που μπορεί να οδηγήσει στο να ανακαλυφθεί ταχύτερα ένα πιο αξιόπιστο εμβόλιο με διαφανείς διαδικασίες και δωρεάν μαζική διάθεσή του. Για να γίνει αυτό απαιτείται:

α) να σπάσουν οι ρήτρες του «επιχειρηματικού μυστικού» για τα εμβόλια,

β) να επιβληθεί διεθνής συνεργασία με διαδικασίες κάτω από τον έλεγχο των δημόσιων πανεπιστημίων και του ΠΟΥ,

γ) να μην πατενταριστούν οι ανακαλύψεις (όλα αυτά επιτεύχθηκαν στην επιστημονική έρευνα για την αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου DNA).

 

Τα αιτήματα – προϋποθέσεις που θα αναλογούσαν για την Ελλάδα, είναι

α) να δημιουργηθεί ανεξάρτητη και «ανοιχτή» Επιτροπή Ελέγχου του Εμβολίου με τη συμμετοχή εκπροσώπων από ιατρικές, φαρμακευτικές και νοσηλευτικές σχολές,  την ΟΕΝΓΕ και την ΠΟΕΔΗΝ και β) να γίνει δωρεάν η παροχή του, ξεκινώντας από τους υγειονομικούς, τις ευπαθείς ομάδες και τους εκπαιδευτικούς.

 

5. Μέτωπο ενάντια στο ακροδεξιό ανορθολογικό ρεύμα

 

Το ακροδεξιό ανορθολογικό ρεύμα αναπτύσσεται επικίνδυνα. Ήταν ήδη υπαρκτό στα προηγούμενα χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο και στην Ελλάδα. Στις νέες συνθήκες φαίνεται ακόμη μειοψηφικό αλλά έχει και μπορεί να δυναμώσει τη δυναμική του.

Για την ενδυνάμωσή του έχει καθοριστικές ευθύνες η κυβέρνηση και η επιτροπή ειδικών που διόρισε. Με τις κραυγαλέες αντιφάσεις τους, την επίδειξη αυταρχισμού αντί της πειθούς και την υποταγή της επιστήμης στις άμεσες και μακροπρόθεσμες επιδιώξεις του κεφαλαίου, σκορπίζουν την αβεβαιότητα και δίνουν λαβές για τα επιχειρήματά του. Παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ σαφώς αντιτίθεται, έχει σημαντικές ευθύνες για την άνοδό του με την κυβερνητική συμμαχία με τους ΑΝΕΛ, έναν από τους φορείς αυτού του ρεύματος.

 

Κοινωνικά είναι ένα αστικό, αντιδραστικό και πολιτικά ένα ακροδεξιό ρεύμα. Δεν είναι μικροαστικό, ούτε ενέχει κάποια «προοδευτικά» στοιχεία, παρότι επιδρά σε λαϊκά, εργατικά και νεολαιίστικα στρώματα. Είναι σαφώς εχθρικό στην κοινωνική πρόοδο, αντεργατικό και αντικομμουνιστικό. Αντί να αποκαλύπτει τις αληθινές συνωμοσίες του κεφαλαίου και των κυβερνήσεων κατά των λαών, συμβάλει στη συσκότισή τους με fake συνομωσίες.

 

Παρότι εμφανίζεται αντισυστημικό, αποτελεί τερατώδες μόρφωμα της παρακμιακής φάσης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, εκφράζει την ιδεολογία των πιο επιθετικών τάσεων της αστικής τάξης. Χρηματοδοτείται αδρά από ορισμένους εκ των μεγιστάνων του πλούτου. Στηρίζεται πολιτικά από κυβερνήσεις, όπως του Τραμπ και του Μπολσονάρο.

 

Εμφανίζεται ως άκρως τεχνοφοβικό, όμως επικοινωνεί με το ρεύμα της τεχνολαγνείας. Διότι και τα δυο ρεύματα δεν θέτουν στο στόχο τους τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις που διαστρέφουν και υποτάσσουν την επιστήμη στο κεφάλαιο. Και τα δυο αρνούνται την ταξική πάλη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πιο ακραίες εκδοχές τους συναντιούνται στην ακροδεξιά ιδεολογία και πολιτική.

 

Το ακροδεξιό ανορθολογικό ρεύμα, παρότι στρέφεται υποτίθεται εναντίον της πολιτικής της κυβέρνησης, συναντιέται με αυτήν στο πεδίο της άρνησης ή υποβάθμισης των κοινωνικών μέτρων για τη δημόσια υγεία. Τόσο το νεοφιλελεύθερο, όσο και το νεοσυντηρητικό – ακροδεξιό ρεύμα συναντιούνται στην προτεραιότητα της ατομικής έναντι της κοινωνικής ευθύνης.

 

Η Αριστερά το υποτίμησε και, δυστυχώς, ορισμένα ρεύματα άφησαν ανοιχτές χαραμάδες για την επίδρασή του και εντός του λαϊκού κινήματος. Χρειάζεται η σαφής τοποθέτηση απέναντι στη μόνιμη αιχμή του εναντίον της μάσκας, με την τοποθέτηση ότι η μάσκα αποτελεί μέσο προστασίας που όμως δεν αρκεί, όπως ανέδειξε το μαθητικό και εκπαιδευτικό κίνημα. Ωστόσο, απαιτείται μόνιμο πολιτικό και ιδεολογικό μέτωπο και αντιπαράθεση στους μαζικούς χώρους όπου εμφανίζεται.

 

 

Β. Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ, Η ΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ

 

1. Οι αλλαγές στην αστική πολιτική

 

Η σε εξέλιξη οικονομική κρίση αποτελεί μια πρωτότυπη κρίση, καθώς, για πρώτη φορά, ξέσπασε από εξωκοικονομικούς παράγοντες. Οι επιπτώσεις από τα οριζόντια λοκ ντάουν στην παγκόσμια οικονομία είναι μεγάλες. Τα στοιχεία όλων των οργανισμών δείχνουν παγκόσμια ύφεση στο 3-4% για το 2020, χωρίς να υπολογίζεται η διαταραχή από τα επερχόμενα κύματα της πανδημίας. Ταυτόχρονα, όλοι αναγνωρίζουν ότι η ανάκαμψη δεν θα είναι ταχεία. Επίσης, η πτώση δεν είναι ίδια σε όλους τους κλάδους και σε όλες τις χώρες, με πιο πληγείσες τις χώρες που οι κυβερνήσεις τους άργησαν να εφαρμόσουν μέτρα (π.χ. ΗΠΑ, Βρετανία) και τις χώρες του Νότου, ειδικά αυτές που εξαρτώνται περισσότερο από τον τουρισμό (π.χ. Ισπανία, Ιταλία). Από την κρίση φαίνεται ότι ειδικά η Κίνα θα βγει πιο ενισχυμένη.

 

Στην Ελλάδα, οι αρχικές αισιόδοξες προβλέψεις της κυβέρνησης για ύφεση 4-5% διαψεύστηκαν. Οι καλύτερες προβλέψεις (Τράπεζα της Ελλάδας) κινούνται γύρω στο 8%, ενώ οι χειρότερες (ΔΝΤ, ΟΟΣΑ), κοντά στο 10%. Παράλληλα, εκτιμάται ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού θα κινηθεί κοντά στο 9% (αντί για πλεόνασμα 4%).

 

Πρόκειται για ύφεση που ξεπερνά κατά πολύ την κρίση του 2010-11.

 

Σε αυτές τις συνθήκες, η ΕΕ ανέστειλε το Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2020 και προέβη σε μαζικές κρατικές δαπάνες, σε μεγάλο κρατικό δανεισμό και σε τεράστιες επιδοτήσεις για τις μεγάλες επιχειρήσεις. Τα «πακέτα διάσωσης» που αναγγέλθηκαν την Άνοιξη αντιστράφηκαν: από προγράμματα κυρίως επιδοτήσεων έγιναν προγράμματα κυρίως δανείων.

Για το 2020 έγινε μερική αναστολή της αποπληρωμής του ελληνικού δημόσιου χρέους. Ο Ρέκλινγκ, όμως, έκανε καθαρό προς την ελληνική κυβέρνηση ότι από το 2021 θα επανέλθουν οι απαιτήσεις των δανειστών. Το χρέος θα ξεπεράσει το 205%. Πρόκειται για ωρολογιακή βόμβα για την ελληνική κοινωνία εφόσον συνεχιστεί η αποπληρωμή του.

 

Η κρίση της πανδημίας γέννησε κέρδη για λίγες πολυεθνικές και κροίσους: εφτά άνθρωποι στον πλανήτη πρόσθεσαν 300 δισ. δολάρια στις τσέπες τους. Την ίδια στιγμή, έπληξε τις πιο αδύναμες επιχειρήσεις. Μέχρι τώρα, χρεοκόπησαν χιλιάδες και ορισμένες πολύ μεγάλες, σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο, οι περισσότερες κρατιούνται εν ζωή από τις τράπεζες και το κράτος. Αυτή ήταν και η κύρια κατεύθυνση της αστικής πολιτικής μετά τη δομική κρίση του 2007-09. Η κρίση υπερσυσσώρευσης δεν εκτονώθηκε αποτελεσματικά. Το αποτέλεσμα ήταν η μη επαρκής ανάταξη του μέσου ποσοστού κέρδους, η ασθενική παρουσία μαζικών παραγωγικών επενδύσεων, η ασταθής θέση πολλών τραπεζών, η αύξηση του ιδιωτικού χρέους των επιχειρήσεων και του δημόσιου χρέους και η δημιουργία μια ζώνης «επιχειρήσεων – ζόμπι». Παράλληλα, μέσα στην πανδημία, χιλιάδες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στηρίχθηκαν, έστω και με ανεπαρκή μέτρα.

 

Πολλά στοιχεία δείχνουν ότι η πολιτική σωτηρίας των αδύναμων και μικρών επιχειρήσεων δεν θα συνεχιστεί όπως πριν. Ο Σόιμπλε το υποστήριξε καθαρά σε δυο συνεντεύξεις του. Την ίδια κατεύθυνση προτείνει και η Επιτροπή Πισσαρίδη. Σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζικών παραγόντων, από τις 50.000 περίπου Ανώνυμες Εταιρείες, θα πρέπει να στηριχθούν οι 20.000, οι «πιο ανταγωνιστικές» επιχειρήσεις, ως ο «εθνικός κορμός» για την επόμενη μέρα. Εξάλλου, σύμφωνα με τα φορολογικά στοιχεία, 30.000 Ανώνυμες Εταιρείες βρίσκονται μόνιμα σε ζημιές ή με πολύ μικρά κέρδη, εδώ και χρόνια. Πίσω από αυτή την πορεία βρίσκεται κυρίως το πρόβλημα των «τοξικών δανείων» που τώρα βαίνουν προς μια «τελική λύση». Η οποία επιταχύνεται με το νέο Πτωχευτικό Δίκαιο.

 

Πρόκειται για τη δεύτερη και μεγαλύτερη ωρολογιακή βόμβα για την ελληνική κοινωνία και διεθνώς. Διότι τα παραπάνω οδηγούν αφενός σε κρατική στήριξη των μεγάλων πολυεθνικών και αφετέρου σε χιλιάδες χρεοκοπίες και εξαγορές αδύναμων και μικρομεσαίων, σε απολύσεις και σε εκτίναξη της ανεργίας.

 

Το κεφάλαιο κατανοεί ότι για να βγει από την κρίση κερδοφορίας απαιτείται μια άνευ προηγουμένου καταστροφή και ανασυγκρότηση παραγωγικών δυνάμεων, επιχειρήσεων και εργασίας.

Την ίδια στιγμή, το μεγάλο ελληνικό κεφάλαιο βγαίνει ενισχυμένο (μέχρι τώρα), μέσα από τους πακτωλούς κρατικών επιχορηγήσεων και ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, από το φτηνό δανεισμό, την απότομη μείωση του εργατικού μισθού, της φορολογίας και των ασφαλιστικών κρατήσεων. Τα κέρδη που αποκομίζονται, για μια ακόμη φορά δεν οδηγούνται σε μαζικές, παραγωγικές επενδύσεις. Αυτό αποτυπώνεται στην αύξηση των προθεσμιακών καταθέσεων των επιχειρήσεων, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία.

 

Ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός οδεύει προς μια τεράστια μονοπωλιοποίηση της ιδιοκτησίας, της παραγωγής και του πλούτου με πρωτοφανή καταστροφή μικρομεσαίων στρωμάτων και προς μια κοινωνική πόλωση άνευ προηγουμένου στην ανθρώπινη ιστορία, ανάμεσα στην τάξη των ιδιοκτητών και την τάξη των προλετάριων. «Ο Μαρξ τώρα δικαιώνεται» -όπως γράφουν ακόμη και αστοί διανοητές.

 

Ταυτόχρονα, το κεφάλαιο, κατά τον τρόπο που χρησιμοποίησε την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους και την απειλή της τρομοκρατίας για να κάνει κοινωνικά αποδεκτά τα εκτεταμένα μέτρα παρακολούθησης των πολιτών σε όλο το κόσμο, στο όνομα της «ασφάλειας», κατά τον τρόπο που χρησιμοποίησε την οικονομική κρίση για να επιβάλει σε μεγάλη έκταση τις «νέες εργασιακές σχέσεις», με τον ίδιο τρόπο θέλει και τώρα να χρησιμοποιήσει την πανδημία για νέα, ακόμη πιο βάρβαρα μέτρα στις εργασιακές σχέσεις.

Και, επί πλέον, το κεφάλαιο προωθεί το νέο «μοντέλο ασφάλειας», τη «διάχυτη ηλεκτρονική», δηλαδή τη χρήση του «διαδικτύου των πραγμάτων», προκειμένου να παρακολουθούνται, να καθοδηγούνται και εν τέλει να χειραγωγούνται οι πολίτες σε τεράστια έκταση. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την αυγή μιας νέας εποχής, όπου τα μυθιστορήματα του Όργουελ φαντάζουν αθώες δημοκρατικές κοινωνίες.  

 

Αυτή η προοπτική σημαίνει είσοδο σε μια περίοδο παρακμής του καπιταλισμού. Σημαίνει ιδιαίτερα είσοδο σε μια περίοδο μεγάλης κοινωνικής αναταραχής, σε όλες τις χώρες. Αυτή είναι η μήτρα που γέννησε αντιδραστικούς και παρακμιακούς ηγέτες όπως ο Τραμπ και ο Μπολσονάρου, που γέννησε το ακροδεξιό, ανορθολογικό και σκοταδιστικό αστικό ρεύμα, το φασισμό, το αυταρχικό κράτος και τους πολέμους που ξεσπούν (μετά τη Συρία, η Λιβύη και τώρα η Αρμενία). Αυτή όμως είναι και η μήτρα που γέννησε την πρόσφατη κοινωνική έκρηξη στις ΗΠΑ που έφτασε στα όρια της εξέγερσης.

 

2. Η σημασία του αιτήματος για 6ωρο/30ωρο χωρίς μειώσεις μισθών

 

Η κυβέρνηση και το κεφάλαιο στην Ελλάδα προχωρούν σε μια γενικευμένη και καταιγιστική επίθεση που εκφράζεται με τα διαρκή και πολλαπλά αντεργατικά νομοσχέδια που ψηφίστηκαν ή ετοιμάζονται. Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται το επικείμενο, αντεργατικό ν/σχέδιο που εξήγγειλε ο Μητσοτάκης και ετοιμάζει ο Βρούτσης για τα εργασιακά και το συνδικαλιστικό κίνημα (διάλυση του 8ωρου/40ωρου – ελαστικός χρόνος εργασίας – ατομικές συμβάσεις – ηλεκτρονικός έλεγχος του συνδικαλιστικού κινήματος κ.α.).

 

Στην προηγούμενη απόφαση και ανακοίνωσή μας, παρουσιάσαμε ένα πρόγραμμα αντίστασης και πάλης για την προάσπιση της εργασίας, των ανέργων, των μικρομεσαίων και της δημοκρατίας, που διατηρείται στην επικαιρότητα.  Σε αυτό, τονίζαμε την ανάγκη για κρατικοποιήσεις χωρίς αποζημίωση και με κοινωνικό έλεγχο, των κοινωνικά χρήσιμων, στρατηγικών και μεγάλων επιχειρήσεων, την προστασία των μικρομεσαίων και ατομικών επιχειρήσεων, των ελεύθερων επαγγελματιών. Με βάση όσα αναφέραμε, επικεντρώνουμε, εδώ, σε μια βασική πλευρά: Στο μείζον «κοινωνικό ζήτημα»,  στο ζήτημα της ανεργίας  και της φτώχειας. 

 

Η αστική τάξη και η ΕΕ προβάλλουν ως βασικά μέτρα για την προστασία των εργαζομένων από την ανεργία και τη φτώχεια, το εξής τρίπτυχο: α) εκ περιτροπής εργασία με μειώσεις μισθών, β) τηλεργασία με μειωμένα δικαιώματα και γ) «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα» από το κράτος (βλ. Ομιλία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και Έκθεση Πισσαρίδη). Η πολιτική αυτή σημαίνει «μοίρασμα της ανεργίας» και «ελάχιστη προστασία από τη φτώχεια». Σκοπός τους δεν είναι η μείωση και, πολύ περισσότερο, η εξάλειψη της ανεργίας και της φτώχειας, αλλά η διαχείρισή της. Σε αυτά στρατεύεται τόσο ο δεξιός όσο και ο σοσιαλ-φιλελευθερισμός. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποδέχεται αυτή την κατεύθυνση, με προτάσεις βελτιώσεων. Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και το ΜεΡΑ25 αποδέχονται το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα».

 

Εάν περάσει αυτή η αντικοινωνική και αντεργατική πολιτική, εκατομμύρια άνθρωποι θα πεταχτούν στο κοινωνικό περιθώριο, εργάτες, επιστήμονες και μικροεπαγγελματίες. Απέναντι σε αυτό το αντεργατικό οπλοστάσιο απαιτείται να προβληθεί το κύριο αίτημα της εποχής μας, το 6ωρο/5ήμερο χωρίς μειώσεις μισθών μαζί με το επαρκές επίδομα ανεργίας για όλους και τη δωρεάν υγεία, παιδεία και δημόσια κοινωνική ασφάλιση.

Η ριζική μείωση του χρόνου εργασίας σε πανκοινωνικό επίπεδο, χωρίς μειώσεις, αλλά και με αυξήσεις μισθών, είναι αναγκαία και εφικτή στην εποχή μας λόγω της μεγάλης αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Η μαζική εφαρμογή της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης έχουν δυο δρόμους: τον αστικό, με απολύσεις, πτώση της τιμής της εργατικής δύναμης και φτώχεια και τον εργατικό, με μείωση του χρόνου εργασίας και άνοδο της τιμής της εργατικής δύναμης.

 

Η μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μειώσεις μισθών είναι το κύριο όπλο αντιμετώπισης της ανεργίας. Το 6ωρο/30ωρο/5ημερο είναι αντίστοιχο με τη σύγχρονη κοινωνία, με το άλμα της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης, με την άνοδο της παραγωγικότητας. Τέθηκε στη Βενεζουέλα του Τσάβες (2006), αρχίζει να υλοποιείται πειραματικά στη Φινλανδία, αλλά οι παγκόσμια κυρίαρχες δυνάμεις του κεφαλαίου, το καταπολεμούν και θα το καταπολεμήσουν πεισματικά. Το αίτημα αυτό εμπεριέχει το 35ωρο/5ήμερο του τέλους του 20ου αιώνα που έμεινε μετέωρο και το προσαρμόζει θετικά και επιθετικά στις νέες συνθήκες και τις ανάγκες της μισθωτής εργασίας. Μπορεί να ενώσει την βασικά χειρωνακτική, σύνθετη εργασία με τη βασικά διανοητική, αλλά και την εργατική τάξη με τα μισθωτά μεσαία στρώματα των επιχειρήσεων. Θα βοηθήσει το συνδικαλιστικό κίνημα για την εφαρμογή του 8ωρου και της υφιστάμενης νομοθεσίας που έχει γίνει κουρελόχαρτο. Θα συμβάλει σε μια στροφή του συνδικαλιστικού κινήματος, της Αριστεράς και ειδικά των κομμουνιστικών ρευμάτων, στα μεγάλα εργοστάσια και επιχειρήσεις.

 

Στην Ελλάδα είναι και αναγκαία και εφικτή η εφαρμογή του, μέσα από μια μακρόχρονη πάλη του εργατικού κινήματος. Δεν πρόκειται να χρεοκοπήσουν οι μικρομεσαίοι, όπως λέγεται. Το κύριο για αυτούς είναι να αυξηθεί η ζήτηση, να δοθούν φτηνά δάνεια και να προστατευθούν από τα μονοπώλια. Ούτε πρόκειται να πέσει το ΑΕΠ, όπως υποστηρίζουν διάφορες θεωρίες. Δεν μειώθηκε ποτέ και πουθενά στον κόσμο όταν και όπου εφαρμόστηκε το 8ωρο/5ημερο/40ωρο, ούτε στην Ελλάδα.

 

Τα παραπάνω είναι κατευθύνσεις που αφορούν όλη τη συνδικαλιστική, πολιτική και θεωρητική παρέμβαση της κομμουνιστικής, αντικαπιταλιστικής και μαχόμενης Αριστεράς. Οι δυσκολίες, όμως, επιβάλλουν μια ιδιαίτερη εργατική συσπείρωση για την ανεργία και τη μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση μισθών.

 

Για την ανεργία χρειάζεται η ανασύσταση και η μαζική στήριξη των Ενεργών Ανέργων.

 

Για τη μείωση του χρόνου εργασίας προτείνεται να εργαστούμε για τη σύσταση μιας επιτροπής – κίνησης εργαζομένων, συνδικαλιστών και οικονομολόγων που θα προβάλουν, θα επιχειρηματολογήσουν και θα επιδράσουν και για το αναγκαίο και για το εφικτό του 6ωρου/5ημερου, χωρίς να τίθεται αντιπαραθετικά με άλλες γνώμες όπως π.χ. για το 35ωρο κ.λπ. Με συμβολή μας σε μια πρωτοβουλία της ΠΑΤΕΚ και σε κοινό μέτωπο με όσα ρεύματα συμφωνούν (από τον Κομμουνιστικό Συντονισμό, τη Συμφωνία Κοινής Δράσης, το ΜΕΤΑ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τα αναρχοσυνδικαλιστικά ρεύματα κ.α.). Η προσπάθεια αυτή δεν έρχεται σε αντιπαράθεση με τις διεργασίες για μια ευρύτερη ταξική, πολιτικοσυνδικαλιστική, εργατική κίνηση, για την οποία εργάζεται η ΠΑΤΕΚ και άλλες δυνάμεις.

 

Ορισμένα προοδευτικά, ακόμη και αντικαπιταλιστικά ρεύματα υποστηρίζουν ότι ως κύριο αίτημα για το κοινωνικό ζήτημα της εποχής μας είναι μια αριστερή εκδοχή του ελάχιστου, κρατικά εγγυημένου εισοδήματος. Εκτιμούμε ότι το κέντρο βάρους της συνδικαλιστικής, πολιτικής και θεωρητικής πάλης της εργατικής τάξης, της Αριστεράς και του κομμουνιστικού κινήματος πρέπει να είναι ο χρόνος εργασίας και ο μισθός εργασίας (άμεσος, από τον εργοδότη και έμμεσος από τις δωρεάν κρατικές παροχές υγείας, παιδείας, ασφάλισης). Απαιτείται, όμως, ένας βαθύτερος διάλογος  με αυτά τα ρεύματα, ενώ με ορισμένα από αυτά θα μπορούσε να υπάρξει μια κοινή πάλη, κάτω από προϋποθέσεις (π.χ. αποδοχή της αναγκαιότητας του αγώνα για το χρόνο και το μισθό εργασίας).

 

3. Η παρέμβαση στο συνδικαλιστικό κίνημα

 

Στο συνδικαλιστικό κίνημα ο αστικός έλεγχος έχει βαθύνει (πλήρης αδράνεια ΓΣΕΕ, αρνητικοί συσχετισμοί σε ΑΔΕΔΥ, ΟΛΜΕ, ΔΟΕ, μόλις 2% οι συνδικαλισμένοι στον ιδιωτικό τομέα). Το ΠΑΜΕ, παρά τις διαφοροποιήσεις του, τελικά υποτάχθηκε στη ΓΣΕΕ, στο τελευταίο συνέδριό της. Οι συσχετισμοί δίνουν στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να αφαιρέσει κατακτήσεις του ν. 1264/82.

 

Το ρεύμα των Αγωνιστικών Κινήσεων – Παρεμβάσεων είναι αντιμέτωπο με μια σειρά προβλήματα που άπτονται της εργατικής πολιτικής, στα οποία δυσκολεύεται πολύ να δώσει απαντήσεις. Οι Παρεμβάσεις βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση. Χρειάζεται ιδιαίτερη συμβολή για να υπερβούν τις δυσκολίες τους. Είναι ελπιδοφόρο ότι στις Παρεμβάσεις αναπτύσσονται ρεύματα αναζήτησης για υπερβάσεις («Δίκτυο 19» στη Μέση Εκπαίδευση, ενδυνάμωση ανεξάρτητου ρεύματος στην Πρωτοβάθμια κ.α.). Μέσα από αυτά αναπτύσσονται δυνατότητες που μπορούν να αξιοποιηθούν για μια νέα προωθητική ηγεμονία εντός τους.

 

Το ΜΕΤΑ δέχεται την επίδραση της  πορείας της ΛΑΕ εμφανίζοντας φαινόμενα υποχώρησης. Και σε αυτόν το χώρο αναπτύσσονται θετικές διεργασίες που επίσης μπορούν να αξιοποιηθούν.

 

Εμφανίζονται και ελπιδοφόρες διεργασίες σε σωματεία στα οποία παρεμβαίνει η ριζοσπαστική Αριστερά και ο αναρχοσυνδικαλιστικός χώρος (που συμβάλει, αλλά χωρίς να υπερβαίνει τις δομικές αντιφάσεις του). Στη ΔΕΘ, εμφανίστηκε μια αντιφατική συσπείρωση δυνάμεων που επιχειρεί να ξεπεράσει το στενό χαρακτήρα της «Καμάρας». Αυτά τα ρεύματα χρειάζεται να αξιοποιηθούν για μια δημιουργική, ταξική υπέρβαση των αντιφάσεών τους, ώστε να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις.

 

4. Ελπιδοφόρες διεργασίες στο κίνημα της νεολαίας

 

Οι μαθητικές κινητοποιήσεις αποτελούν μια από τις πιο ελπιδοφόρες εξελίξεις στις νέες συνθήκες, που συμβάλουν σε μια κίνηση αντιστροφής του κλίματος γενικευμένης απογοήτευσης, ηττοπάθειας και πολυδιάσπασης. Η γενιά αυτή, ενώ φέρει τη σφραγίδα της εμπειρίας και την αντίδραση της εργατικής και λαϊκής οικογένειας στην κυβερνητική επίθεση, δεν κουβαλά πάνω της τα σύνδρομα των ηττών του παρελθόντος, κοιτά στο μέλλον. Οι αγώνες αποτυπώνουν υπόγειες διεργασίες, ριζοσπαστικοποίηση των συνειδήσεων, αίσθηση σοβαρότητας. Η ΚΝΕ κυρίως και άλλα αριστερά και αναρχοσυνδικαλιστικά ρεύματα, παρενέβησαν και βοήθησαν στην πολιτικοποίησή τους, χωρίς να αποφεύγουν τάσεις ποδηγέτησης και κομματικού σεχταρισμού. Όμως, το γενικότερο ρεύμα αναζητά βαθύτερα.

 

Η κυριότερη κοινωνική και πολιτική συμβολή του μαθητικού κινήματος είναι η επιτυχημένη και αποτελεσματική αντιμετώπιση του ακροδεξιού ανορθολογικού ρεύματος και πάνω από όλα, η προβολή του αιτήματος για 15 μαθητές ανά τάξη. Το απλό αυτό αίτημα, που πριν λίγους μήνες φαινόταν «μαξιμαλιστικό», μετατράπηκε σε αίτημα αναζήτησης μιας νίκης, αντανακλά την τάση να περάσει το νεολαιίστικο, εργατικό και λαϊκό κίνημα από το «δεν πάει άλλο» στο «να πάει αλλιώς». Μετατρέπει τα «αιτήματα στα χαρτιά» των αριστερών ομάδων σε μαζικά «αιτήματα για νίκες».

 

Η ακαδημαϊκή χρονιά είναι πολύ κρίσιμη για την ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος και ταυτόχρονα, πολύ δύσκολη. Σε αυτή τη χρονιά, κρίνεται σε μεγάλο βαθμό το μέλλον της ΕΑΑΚ και του σύγχρονου κομμουνιστικού ρεύματος. Απέναντι στα εκφυλιστικά φαινόμενα βίας στην ΕΑΑΚ, απαιτείται η εμφάνιση και ενδυνάμωση ενός ρεύματος νέας ηγεμονίας και υπέρβασης, που θα συμβάλει στην ανασυγκρότησή της, καθώς και η συμβολή σε ένα ενιαίο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο φοιτητών/τριων  για ανοιχτά πανεπιστήμια με έκτακτα υγειονομικά μέτρα καθώς και για να εμφανιστεί ένα νέο μαχητικό φοιτητικό κίνημα  ενάντια στην «ηλεκτρονική καραντίνα» που ετοιμάζει το υπουργείο Παιδείας (βλ. Ανακοίνωση Νέων του Σύγχρονου Κομμουνιστικού Σχεδίου, Κινηματική και Πολιτική Πρόταση για τη Νέα Χρονιά στα Πανεπιστήμια, kommon.gr, 26/19/20)

 

Αυτή η «έκτακτη ιεράρχηση» δεν σημαίνει παραίτηση από το στρατηγικό ζήτημα της παρέμβασης στην εργατική και εργαζόμενη νεολαία, στη νεολαία των ΕΠΑΛ και των ΙΕΚ.

 

5. Η δίκη της Χρυσής Αυγής, η αντιφασιστική πάλη και το δημοκρατικό ζήτημα

 

Η έκβαση τη δίκης συνιστά μια σημαντική νίκη του αντιφασιστικού, δημοκρατικού και ευρύτερα του εργατικού και λαϊκού κινήματος (βλ. Ανακοίνωση Σύγχρονου Κομμουνιστικού Σχεδίου, Το νικηφόρο Tέλος του Αγώνα Κατά της Χρυσής Αυγής Ας Γίνει Ελπιδοφόρα Αρχή, kommon.gr, 23/10/20).

 

Μετά το τέλος της δίκης της Χρυσής Αυγής, ανοίγει η ανάγκη για μια βαθύτερη, «δεύτερη δίκη» κατά του φασισμού, που θα θέσει στο στόχαστρο την εκκαθάριση των συνεργατών και υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής, στην αστυνομία, το στρατό, το δικαστικό σώμα, στη Βουλή, στην Εκκλησία, στα μέσα ενημέρωσης, στους επιχειρηματικούς ομίλους και στον κόσμο του εγκλήματος.

 

Η συνέχιση της αντιφασιστικής πάλης και ο αντιδημοκρατικός νέο-ολοκληρωτισμός  που οικοδομείται, με την αστυνομοκρατία και τον έλεγχο των συνειδήσεων εκ μέρους των ομίλων των μίντια και των σόσιαλ μίντια, επιτάσσει την ανάγκη για τη δημιουργία μιας μετωπικής, ανοιχτής κίνησης μελών για το δημοκρατικό ζήτημα και την αντιφασιστική πάλη, με τις πολιτικές δυνάμεις που συμφωνούν σε μια τέτοια κατεύθυνση και με «πλατιές» και αξιόπιστες προσωπικότητες.

 

Αυτή η κατεύθυνση καθίσταται ακόμη πιο αναγκαία μετά την αποτυχία της Επιτροπής για την Ελευθερία στη Διαδήλωση, που υπονομεύθηκε από συγκεκριμένες δυνάμεις.

 

6. Ενέργεια και περιβάλλον

 

Γύρω από αυτό το μεγάλο αυτό ζήτημα, αναπτύσσονται κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί αγώνες κατά της βίαιης απολιγνιτοποίησης – ερημοποίησης σε Δυτ. Μακεδονία και Μεγαλόπολη, αλλά και κατά της καταστροφικής χρήσης των ΑΠΕ –ανεμογεννητριών, φωτοβολταϊκών κ.α. Η πάλη αυτή συνδέεται με την επιλογή της κυβέρνησης για μια στροφή προς το αμερικανικό, κυρίως σχιστολιθικό αέριο (LNG), που εξυπηρετεί τις πολυεθνικές των ΗΠΑ, αλλά και τη στρατηγική τους για αποκλεισμό της Ρωσίας. Συνδέεται με την επιλογή να εξυπηρετηθούν οι «πράσινες» πολυεθνικές της ΕΕ και κυρίως της Γερμανίας. Οι αγώνες αυτοί κινούνται μέσα από ισχυρές αντιθέσεις και αντιφάσεις που τους δυσκολεύουν, ενώ αναφύονται μεγάλα θεωρητικά, πολιτικά και κοινωνικά ερωτήματα γύρω από την «κλιματική αλλαγή», το λιγνίτη, την ενέργεια, τη σχέση κοινωνίας – φύσης κ.λπ.

Για αυτό το ζήτημα θα δημοσιοποιηθεί στο επόμενο διάστημα μια συνολική, θεωρητική και πολιτική τοποθέτηση του Σύγχρονου Κομμουνιστικού Σχεδίου για τη συμβολή μας, μαζί με άλλες δυνάμεις και ρεύματα, σε αυτό το μέτωπο και στα κινήματα.

 

7. Γειτονιές – δήμοι – περιφέρειες

 

Στις συνθήκες της πανδημίας και της γενικότερης επίθεσης, η παρέμβαση σε αυτό το πεδίο είναι σημαντική. Χρειάζεται ο προσανατολισμός στην αλληλεγγύη, σε μορφές λαϊκής ενωτικής παρέμβασης. Πρέπει να αξιοποιηθούν καλύτερα οι εκλεγμένοι και τα σχήματα στα οποία συνέβαλαν οι δυνάμεις του Κομμουνιστικού Συντονισμού, αυτά που δρουν δυνάμεις της Συμφωνίας για την Κοινή Δράση και όλα τα αριστερά, ριζοσπαστικά και αντικαπιταλιστικά σχήματα.

 

8. Προσφυγικό

 

Το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση ιεράρχησε το προσφυγικό ως πρωτεύον ζήτημα προσπαθώντας να ορίσει ξανά την πολιτική ατζέντα. Έτσι, ο κρατικός ρατσισμός σε συνδυασμό με τη δράση ακροδεξιών και φασιστικών ομάδων οδήγησε σε νέες άθλιες συνθήκες και νέα αντι-προσφυγικά παραληρήματα καθιστώντας άμεση την ανάγκη όλες οι συλλογικότητες αλληλεγγύης, τα συνδικάτα, οι μαζικοί φορείς, οι προοδευτικοί πολίτες, τα κόμματα και οι δυνάμεις της Αριστεράς να δράσουν από κοινού και ενάντια σε αυτήν την κατάσταση (βλ. Ανακοίνωση Κομμουνιστικού Συντονισμού, kommon.gr, 10/3/2020).

 

Γ. Η ΠΑΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ

 

Για το ζήτημα αυτό πολιτικά έχουμε τοποθετηθεί. Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η συνολική τοποθέτηση του Συντονισμού Κομμουνιστικών Δυνάμεων (βλ. Ανακοίνωση για τις Επικίνδυνες Εξελίξεις στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο, kommon.gr, 30/09/20), από την οποία ξεχωρίζουμε την δυο ιδιαίτερα ζητήματα.

 

Πρώτο, τη θέση για τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα:

 

Το εργατικό λαϊκό κίνημα και η Αριστερά αγωνίζονται για τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα ως εν δυνάμει ιδιοκτησία των παραγωγών του πλούτου, της εργατικής τάξης και των λαών. Όσο επικρατεί η αστική κυριαρχία, τα σφετερίζεται η αστική τάξη, οι πολυεθνικές και ο ιμπεριαλισμός που τα θέτουν κάτω από τους νόμους της εκμετάλλευσης και του ανταγωνισμού με βαρύ κόστος για τα εργασιακά δικαιώματα, το περιβάλλον και την ειρήνη. Αντίθετα, ο λαός και η Αριστερά τα προασπίζονται απαιτώντας την κρατική ιδιοκτησία των επιχειρήσεων εξόρυξης, κάτω από την οπτική του εργατικού, κοινωνικού και δημοκρατικού ελέγχου, με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον, με προοπτική την κοινωνική ιδιοκτησία και τη διεθνή συνεργασία. Αγωνίζονται για πολυμερή διεθνή κρατική συμφωνία για τις ΑΟΖ στην Αν. Μεσόγειο.

 

Και δεύτερο, για τη στάση σε ενδεχόμενο στρατιωτικού επεισοδίου:

 

Για το ενδεχόμενο ελληνοτουρκικού στρατιωτικού επεισοδίου, μεταξύ δυο χωρών υποτίθεται «συμμάχων» στο ΝΑΤΟ, η Αριστερά και το λαϊκό κίνημα σε Ελλάδα και Τουρκία οφείλουν να προετοιμάζονται από σήμερα, να συνεργαστούν και να καταδικάσουν τον υπεύθυνο για την πρόκληση, να κινητοποιηθούν άμεσα για την αποκλιμάκωση και την αποτροπή του πολέμου, να σταθούν ενάντια στον «εθνικιστικό πυρετό» που θα αναπτυχθεί, να απαιτήσουν την άμεση παύση της λειτουργίας των ξένων βάσεων και την έξοδο από το ΝΑΤΟ, αγωνιζόμενοι για την ειρήνη και το διάλογο για αμοιβαία αποδεκτές, ισότιμες συμφωνίες έξω από τα ευρωατλαντικά πλαίσια.

 

Με βάση τα παραπάνω, χρειάζεται η συμβολή στον Πανελλαδικό Αντιπολεμικό Συντονισμό (ΠΑΚΣ), ώστε, μαζί με άλλες δυνάμεις και σεβόμενοι την αυτοτέλειά του, να προχωρήσει στην ανασυγκρότησή του, στη μάχιμη παρέμβασή του, στην κοινή δράση με άλλα αντιπολεμικά αντιιμπεριαλιστικά ρεύματα και κινήσεις, καθώς και στην επαφή του με αντίστοιχες τουρκικές μαζικές οργανώσεις.

Τονίζουμε τα βήματα για πολιτική συνεργασίας με το ΕΜΕΠ Τουρκίας, που παρά ορισμένα προβλήματα (ισοτιμία, αδύναμο περιεχόμενο), απέδωσε με την Κοινή Έκκληση για την Ειρήνη σε Ελλάδα και Τουρκία.

 

Δ. ΟΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ

 

1. Ο ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ έκανε ορισμένα θετικά βήματα (εκδήλωση τον Ιούνιο, κάποια μέτρα στη συγκρότηση επιτροπών, παρεμβάσεις στην εκπαίδευση, συμφωνία για ελληνοτουρκικά κ.α.). Ωστόσο, εμφανίστηκαν σημαντικές δυσκολίες. Σε αυτό συνέβαλε η πανδημία και το λοκ ντάουν, οι πρωτόγνωρες αντικειμενικές συνθήκες -που δυσκόλεψαν όλη τη μαχόμενη Αριστερά- και που οδήγησαν σε μια αναβολή των προγραμματικών επεξεργασιών και των διαδικασιών που είχε προγραμματίσει ο Συντονισμός.

 

Επιμένουμε στο Συντονισμό προωθητικά και ενωτικά. Εκτιμούμε ότι, παρά τις αντιφάσεις του, έχει προσφέρει και ότι διαμορφώνονται, αργά αλλά σταθερά, ρεύματα στο εσωτερικό του και στον περίγυρό του, που μπορούν να αποτελέσουν την «ατμομηχανή» ώστε να περάσουμε από έναν «Συντονισμό Οργανώσεων» σε μια πιο συνεκτική Συσπείρωση για μια Νέα Κομμουνιστική Προοπτική. Με συζήτηση για ένα κομμουνιστικό και πολιτικό προγραμματικό πλαίσιο που να ανταποκρίνεται στις άμεσες ανάγκες και στην εποχή μας. Με αυτοτελή συγκρότηση, παρουσία και δράση που δεν θα οδηγήσει σε απομάκρυνση, αλλά σε πιο μάχιμη παρέμβαση στο υπαρκτό μαζικό κίνημα και τις διεργασίες στην Αριστερά.

 

Αγωνιζόμαστε για τη συγκρότηση ενός προωθητικού πυρήνα κοινών αντιλήψεων που θα βοηθήσει να βαθύνει η πολιτική συζήτηση στο Συντονισμό, γύρω από ένα μάχιμο πολιτικό πρόγραμμα, με κοινή λειτουργία και πάλη στην πράξη που θα επιταχύνει την πορεία προς μια ενωτική πανελλαδική διαδικασία (ανάλογα με την πανδημία).

 

Γύρω από αυτόν τον πυρήνα, μπορεί να δοθεί και μια ισχυρή ώθηση για την υπόθεση μιας σύγχρονης κομμουνιστικής στρατηγικής και για την αντίστοιχη οργάνωση που θα συμβάλει στο «κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα της εποχής μας». Αυτός ο στόχος δεν θα προκύψει από μια   προσπάθεια «ποσοτικής ενίσχυσης» κάποιας από τις σημερινές οργανώσεις και συλλογικότητες (του Κ-Σχεδίου ή άλλων, όσο αναγκαίο και αν είναι στη σημερινή φάση), από ένα είδος «κομμουνιστικής αριστοκρατίας», αποκομμένης από τις εργατικές και λαϊκές μάζες. Ούτε φυσικά από την παραίτηση, στο όνομα του «κινήματος» ή της «θεωρίας». Θα προκύψει από τη συνένωση εκείνων των δυνάμεων και ρευμάτων που αναζητούν ένα καινοτόμο κομμουνιστικό πρόγραμμα με μετωπική πολιτική συγκέντρωσης δυνάμεων ενάντια στον ταξικό αντίπαλο. Ένα πρόγραμμα που θα δίνει ή τουλάχιστον θα επιχειρεί να δώσει απαντήσεις, όχι μόνο στο «γιατί» είναι όπως είναι η καπιταλισμός της εποχής μας, αλλά και στο «πώς» θα περάσουμε στον κομμουνισμό της εποχής μας.

 

2. Εκτιμούμε ως θετική την Πολιτική Συμφωνία Κοινής Δράσης μεταξύ του Συντονισμού, της ΛΑΕ και της ΔΕΑ (την οποία συνυπογράφουν εννέα συλλογικότητες).

Επίσης θετική είναι η εμπειρία της «καμπάνιας αντι-covid», στην οποία αναπτύχθηκε μια σοβαρή κοινή δράση του Κομμουνιστικού Συντονισμού, της ΛΑΕ, της ΔΕΑ και της ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ.

 

Η άρνηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και με άλλο τρόπο, του ΚΚΕ (μ-λ), καθώς και της ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ να ανταποκριθούν στο κάλεσμα για μια Πολιτική Συμφωνία Κοινής δράσης, δεν συνάδει με τις ανάγκες της περιόδου και με ορισμένες διακηρύξεις τους. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, κάθε μία από αυτές τις δυνάμεις κινείται σε μια στενή, «αυτόκεντρη ανάπτυξη», με μια περιορισμένη και κατά περίπτωση κοινή δράση που δεν έχει μακρά πνοή. Το Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο θα συνεχίσει το διάλογο με όλες αυτές τις δυνάμεις, παρά τις δυσκολίες και τα εμπόδια.

 

Δυστυχώς, η ΑΡΑΣ που συνυπέγραψε τη Συμφωνία, στην πρώτη δοκιμασία (κινητοποιήσεις ενάντια στο νόμο για τις διαδηλώσεις) δεν τίμησε τις δεσμεύσεις της. Αντίθετα, οι πρώτες εμπειρίες έδειξαν ότι το Αριστερό Ρεύμα και η ΔΕΑ έδειξαν αξιοπιστία.

 

Παράλληλα, οφείλουμε να εκτιμήσουμε ότι σε πολλούς αγωνιστές και αγωνίστριες υπάρχει ακόμη ένας προβληματισμός για τη ΛΑΕ, δεδομένου ότι ακόμη δεν έχει βαθύνει τις εκτιμήσεις και την αυτοκριτική της σε σχέση με την προηγούμενη πολιτική της, καθώς και ότι δεν έχει ακόμη διαχωριστεί με σαφήνεια από το «πατριωτικό» ρεύμα. Ωστόσο, το Αριστερό Ρεύμα έχει εμφανώς διαφορετική πολιτική κατεύθυνση, με προσανατολισμό στο «κοινωνικό ταξικό ζήτημα» και όχι στο «εθνικό – πατριωτικό».

 

Τασσόμαστε υπέρ της αναγκαιότητας να προχωρήσει η Κοινή Δράση, κυρίως «από τα κάτω», στο μαζικό κίνημα και στα διάφορα πολιτικά μέτωπα, όπως στον ΠΑΚΣ, στην κίνηση για δημοκρατικά δικαιώματα – αντιφασιστική πάλη, στην κοινή παρέμβαση στο συνδικαλιστικό κίνημα, στα σχήματα τοπικής αυτοδιοίκησης.

 

Εκτιμούμε επίσης, ότι η «καμπάνια αντι-covid» χρειάζεται να συνεχιστεί, επεκτείνοντας την παρέμβασή της και στα ζητήματα της υπεράσπισης της εργασίας από την κρίση, με ισοτιμία στη λειτουργία της, δημοκρατικές διαδικασίες βάσης και με δράσεις που θα συμβάλουν στο μαζικό κίνημα και τα αναγκαία πολιτικά μέτωπα, χωρίς όμως να τα υποκαθιστά.

 

Η συνυπογραφή οργανώσεων για την Κοινή Δράση είναι αναγκαία, αλλά για τη συσπείρωση ευρύτερων αγωνιστών και ιδιαίτερα νεότερων γενιών, ειδικά στις σημερινές, εντελώς νέες και πρωτότυπες συνθήκες, απαιτείται μια ευρύτερη αριστερή ριζοσπαστική κίνηση αγωνιστών/τριων. Να ιεραρχηθεί το πολιτικό περιεχόμενο, να μην υποτιμηθούν οι μεγάλες δυσκολίες της περιόδου, οι προηγούμενες ήττες και η φθορά και να κατανοηθεί ότι ο δρόμος για μια βαθύτερη αριστερή ανασυγκρότηση δεν περνά από μια βιαστική επιδίωξη κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης. Σε αυτή την κατεύθυνση μπορούν να αξιοποιηθούν οι θετικές προσπάθειες ορισμένων διανοουμένων.

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ