Ένα από «τα πιο ιστορικά κτίρια» του Παρισιού είναι το Μπατακλάν. Έτσι χαρακτηρίζουν πολλά σάιτ και ΜΜΕ την αίθουσα συναυλιών στο Παρίσι όπου έγινε η μεγάλη σφαγή. Δύσκολο να καταλάβει κανείς πώς ένα κτίριο μπορεί να είναι «πιο ιστορικό» από ένα άλλο και, εν πάση περιπτώσει, τι καθορίζει τη μικρή ή τη μεγάλη ιστορικότητα ενός κτιρίου; Η ηλικία του; Οι κατά καιρούς επιφανείς ένοικοι ή επισκέπτες του; Η σύνδεσή του με σημαντικά ιστορικά γεγονότα;
Πάντως, το Μπατακλάν σίγουρα είναι ιστορικό και από την περασμένη Παρασκευή έγινε ακόμα πιο ιστορικό. Ιστορική όμως πόλη είναι και η Παλμύρα και ας μην αναφερόμαστε τόσο συχνά σ’ αυτήν. Εκατοντάδες κάτοικοι της Παλμύρας, οι περισσότεροι γυναικόπαιδα, έχουν πεθάνει φέτος, μετά την κατάληψη της πόλης από τον ΙSIS, ενώ πολλά μνημεία της έχουν ισοπεδωθεί. Με ένα παράξενο, μακάβριο παιχνίδι της ιστορίας, το Μπατακλάν και η Παλμύρα συνδέθηκαν.
Το Μπατακλάν στέκεται όρθιο. Η Παλμύρα ώς πότε;
Πολλές χρήσεις άλλαξαν στο Μπατακλάν, καθώς άλλαζαν οι ιδιοκτήτες του. Κατά καιρούς είχε λειτουργήσει ως μιούζικ χολ, θέατρο, ντάνσινγκ, αίθουσα μπιλιάρδου, κινηματογράφος (1926-1962). Εδώ γνώρισε τις πρώτες επιτυχίες του ο Μορίς Σεβαλιέ, εδώ αποθεώθηκε και ο θρυλικός Μπούφαλο Μπιλ στις αρχές του αιώνα, σε μια από τις περιοδείες του στην Ευρώπη. Από εδώ πέρασαν η Εντίθ Πιαφ, οι Cure, o Λου Ριντ, η Σεζάρια Εβόρα. Και τώρα η πραγματικότητα τσαλακώνει, συντρίβει μύθους που έθρεψαν γενιές και γενικές.
Ιδίως στη δεκαετία του ᾽80, το Μπατακλάν (το «Μπατά», όπως το λένε πολλοί Παριζιάνοι Γάλλοι) γνώρισε ημέρες δόξας καθώς ήταν το κέντρο της μουσικής αβανγκάρντ. «Ήταν το μεγάλο ραντεβού των προαστίων στο Παρίσι, ένα από τα λίγα μέρη όπου μας άφηναν να εμφανιζόμαστε», λέει σήμερα ο ντιτζέι Σαμπέν, που θεωρείται πρόδρομος της μαύρης μουσικής στη Γαλλία. Το Μπατακλάν ήταν ένας τόπος μουσικών και κοινωνικών διασταυρώσεων σε αντίθεση με τα «αστικά και κλειστά κλαμπ». Και ο Σαμπέν συνεχίζει: «Από το 1982 έως το 1984, κάθε Κυριακή, από τις δύο το μεσημέρι μέχρι τις οχτώ το βράδυ, χόρευαν εδώ φανκ, αφρο-μπιτ, ζουκ… Εδώ ακούστηκαν για πρώτη φορά στο Παρίσι δίσκοι ηλεκτρο-φανκ και χιπ-χοπ».
Το προηγούμενο βράδυ της επίθεσης, εμφανίστηκε εδώ ένας Γάλλος τραγουδιστής, ο Σεν Ζερμέν (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Λουντοβίκ Ναβάρ) ύστερα από 11 χρόνια σιωπής. Μια συναυλία που συνδύαζε μουσική χάουζ και έθνικ, καθώς οι μουσικοί του ήταν από το Μαλί και τη Βραζιλία, ενώ τραγούδησε μια Μαλινέζα καλλιτέχνις, η Ναχάουα Ντουμπία. «Μια ωδή στη συναδέλφωση των ανθρώπων» ήταν η συναυλία της Πέμπτης, γράφτηκε χαρακτηριστικά.
Το Μπατακλάν, λοιπόν, το σύμβολο της πολυπολιτισμικότητας, του «εναλλακτικού», της ανοχής, του σεβασμού στο διαφορετικό, έγινε σφαγείο, ποτίστηκε με νεανικό αίμα, όπως με νεανικό αίμα ποτίστηκαν οι δρόμοι της Παλμύρας φέτος το Μάιο, όταν ο ΙSIS μπήκε στην πόλη. Δημοκρατία και πολιτισμός από τη μια, φανατισμός και σκοταδισμός από την άλλη; Ή υπάρχουν και άλλες συγκρούσεις, πολύ πιο περίπλοκες, πεζές και υλικές, πέρα από αυτό το δίπολο; Και πώς τα οικονομικά συμφέροντα μεταφράζονται σε φονική ιδεολογία που, με τη σειρά της, επιδρά στο πεδίο των γεωστρατηγικών, των υλικών συμφερόντων;
Δε χρειάζεται να έχει πατήσει κανείς το πόδι του στους δρόμους της Παλμύρας ή να έχει περάσει έξω από το Μπατακλάν στην Boulevard Voltaire στο Παρίσι, για να τον πνίξει η οργή και ο πόνος. Πόνος για τη λεηλατημένη ομορφιά της ζωής και της τέχνης, οργή για ένα παγκόσμιο σύστημα που γεννάει τέρατα σε Δύση και Ανατολή, όμως υπάρχει ανάγκη να δούμε πέρα από τον ορίζοντα της θλίψης και της οργής.
Τι θ’ απογίνει το Μπατακλάν μετά τη σφαγή; Σεπτό μνημείο των πεσόντων; Τι θ’ απογίνει η λεηλατημένη Παλμύρα; Πόσους νεκρούς ακόμα χωράνε το Αιγαίο και τα χώματα της Μέσης Ανατολής και οι ένδοξες πολιτείες της Δύσης;
Μ.