
Η αυτού μεγαλειότης ο Ιούλιος, εκπομπή των αισθήσεων και των αισθημάτων. Ακροβασίες της φαντασίας, σαν να μην είναι εδώ όλα έτσι όπως είναι. Όχι απόδραση, αλλά προβολή της επιθυμίας.
Ο Ιούλιος είναι μια πρόβα του κόσμου για το μέλλον του.
Περνάνε μέρες πάνω από το σώμα των χρόνων, αφήνουν ίχνη, άλλοτε σκληρά, άλλοτε ήπια, διαχέονται εν τέλει σε μια ζωή ως αισθήματα, γίνονται λογαριασμοί, απολογισμοί, απόπειρες ανασυγκροτήσεων – μπορείς να ξαναγυρίσεις τα αισθήματα από εκεί που τ’ άφησες, ή από εκεί που χάθηκαν; – αλλά η μέρα έχει βάλσαμα για θεραπείες, προσωρινές ίσως, έχει φως, έχει έναν ήρεμο ιδρώτα στην πλάτη, μια γεύση νημεμίας ή την εικόνα ενός κοριτσιού που ανασυνθέτει πάνω στην άμμο τον κόσμο.
Ο Ιούλιος σα να μικραίνει τις δυσκολίες ή σα να τις φέρνει στο κανονικό τους μέγεθος, μπορείς να τις ξανακοιτάξεις χωρίς αγωνία. Έχει το φως που τις λιώνει.
Ο Ιούλιος επαναλαμβάνει μικρές υποσχέσεις. Και επαναφέρει σε ισχύ όλες τις μεγάλες. Σε μια αναλογία ανθρώπινη, παρά τη μεγαλειώδη καταγωγή του.
Μπορεί να αναμοχλεύσει έρωτες που αστόχησαν ή σχέδια ημερών που χάθηκαν στη ρουτίνα. Μπορεί να ξαναδώσει χρώμα σε μεγάλες επιδιώξεις, να δανείσει από το χρώμα του, το γαλάζιο, το βαθύ, το κόκκινο, το απρόσμενο, το απρόσιτο, το προσιτό.
Κάτω από τα αρμυρίκια σε μια αγωνία σκιάς των Κυκλάδων, η άμμος φιλοξενεί χαραγμένες λέξεις. Θα περάσει ο θάλασσα, θα τις πάρει κι αυτές. Μπορεί τον άλλο χρόνο, αν βάλεις σημάδι, να τις ξαναβρείς. Όσα γράφονται στην άμμο δεν χάνονται, όπως ισχυρίζονται οι ποιητές, γιατί είναι αντιγραφή από αισθήματα. Η άμμος απλώς παρέχει μια διακριτική φιλοξενία. Τα πάντα παίζονται πιο μέσα.
Πέρασε ένα συνεργείο μαύρων που ασπρίζουν το φως, τις άκρες των σπιτιών, τους κορμούς των δέντρων και της αίσθησής μας. Κι ένα καράβι πολύ μακρυά φέρνει κύματα στην παραλία. Μικρές αστραπές στην άκρη της ακτής, όπως απλώνει τα πόδια της η θάλασσα. Πανιά λευκά, μπλέ, κόκκινα, καμιά φορά και μαύρα, αλλά σαν να μην είναι σκούρα.
Μικρές παρέες παιδιών ξαναμετράνε τ’ άστρα, πόσα τα βρίσκουν, πόσα θα βρουν θα το δούνε στο μέλλον, τώρα το υποθηκεύουν – το μέλλον – αλλά δεν το ξέρουν, και δεν χρειάζεται, απλώς ζουν τις επόμενες αναμνήσεις τους.
Καλίγραμμα κι ασύμμετρα σώματα αναζητούν μια πύρινη γλώσσα να τα εξαγνίσει, απλώνουν μια ανεμελιά επικίνδυνη, αλλά και λυτρωτική.
Σκληρές γραμμές άγονων κορυφών απαλαίνουν στις πλάγιες ακτίνες της δύσης, σαν να μπορούν όλα να γίνουν πιο ήπια, πιο οικεία. Κοκκινίζει ο ορίζοντας και ο κόσμος σαν αυτό να πρέπει να είναι το χρώμα του.
Στις βραδινές παρέες θα ξαναπούμε ιστορίες και θα ξανακατακτήσουμε τις νύχτες μας.
Υπάρχουν ασφαλώς πολλοί τρόποι για να κοιτάξεις προς τη μεριά του Ιουλίου. Πάντα τα πράγματα και οι ιδέες παίρνουν το χρώμα από τα μάτια που τα κοιτάζουν.
Μπορείς να τα δεις όπως ο ποιητής του Αιγαίου ή όπως ο άλλος, εξ ίσου ποιητής, που ειρωνευόταν τον προηγούμενο, ως εντεταλμένο του ΕΟΤ. Μπορείς να τα δεις ως δυνατότητα, αλλά και μπορεί ως εξάντληση των ελπίδων. Μπορείς ως πικρή γεύση αλλά και ως απόλαυση. Και ενδιαμέσως χιλιάδες αποχρώσεις. Αλλά όσα να του προσάψεις δεν μπορείς να αφαιρέσεις ούτε μια γραμμή από τη λάμψη του. Ακόμα κι αν λάμπει μέσα από τα βρεγμένα σου μάτια.
Κυρίως, όμως, χρωστάμε να χαρίσουμε στους δικούς μας μια ιδέα του αρχαίου θεού. Ανέμελου, δίκαιου, μπαγαπόντη, υστερόβουλου, έτοιμου για την επόμενη αμαρτία, αλλά και για τον επόμενο εξαγνισμό, αποδέκτη της θυσίας των άλλων, και ευγνώμονα, χαριστικού και δότη.
Εν τέλει, ο Ιούλιος είναι η πρόβα του κόσμου για το μέλλον του.

