Ο μύθος λέει πως ο Τούρκος σουλτάνος σχεδίαζε να καταλάβει τη Μάλτα, κάπου στον 16ο-17ο αιώνα. Και είτε ο καπετάνιος ήταν πονηρός καθώς η επιχείρηση φαινόταν εξαιρετικά δύσκολη, οπότε έσταξε κερί πάνω στο χάρτη εξαφανίζοντας τη Μάλτα, είτε, κατ’ άλλη εκδοχή, ήταν άσχετος, πήγε ως εκεί αλλά δεν βρήκε το νησί. Και στη μια περίπτωση και στην άλλη, έδωσε μήνυμα στο σουλτάνο, “Μάλτα γιοκ”. Και έκτοτε η φράση έμεινε να υπογραμμίζει την έλλειψη διάθεσης ή νου, για να αναζητηθεί και να κατακτηθεί κάποιος στόχος. Κάτι ανάμεσα στην ατζαμοσύνη και την απόκρυψη.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο συμπεριφέρεται ο κόσμος πολλά χρόνια τώρα, αν και εσχάτως το φαινόμενο έχει επιταθεί. Παριστάνει πως δεν βλέπει τη Μάλτα γύρω του. Και τα μεν αυτοαποκαλούμενα μέσα ενημέρωσης ακολουθούν τη μέθοδο της εσκεμμένης αποσιώπησης, οι δε πολίτες ακολουθούν τη μέθοδο δεν θέλω (και δεν μπορώ;) να ξέρω.
Ο Τζόναθαν Κόου, στον “Κλειστό κύκλο” όπου αποτυπώνει την Αγγλία του τέλους της δεκαετίας το ’90 και της αρχής του νέου αιώνα, γράφει: “Έχουμε όλοι συνηθίσει να μένουμε στην επιφάνεια. Δεν υπάρχει πια πνεύμα διερεύνησης· έχουμε γίνει καταναλωτές της πολιτικής, χάφτουμε ό,τι μας ταΐσουν. Οπότε, αν το καλοσκεφτείς το θέμα έχει σχέση με το που πάει ολόκληρη η χώρα, ολόκληρη η κουλτούρα μας… Μπορώ να ξεκινήσω από την ακροδεξιά, αλλά το θέμα είναι πολύ πιο ευρύ”.
Θέλω να πω πως η Μάλτα λείπει όχι μόνο γιατί τα μέσα ενημέρωσης την αποσιωπούν, αλλά και γιατί κι εμείς δεν θέλουμε να την ανακαλύπτουμε, καθώς η γνώση της έχει πολλαπλές δυσκολίες, κυρίως στη συνείδηση και την ανησυχία της. Σαν να παρακάμπτουμε μια εξαθλιωμένη γειτονιά για να μη δούμε τη φτώχεια και αισθανθούμε ενοχές. “Το θέμα έχει σχέση με ολόκληρη τη χώρα, ολόκληρη την κουλτούρα μας”.
Επί του προκειμένου η Μάλτα και κατά κυριολεξία περνάει απαρατήρητη. Το 2017 δολοφονήθηκε η μαλτέζα δημοσιογράφος Ντάφνε Καρουάνα Γκαλίζια γιατί είχε αποκαλύψει με συγκλονιστικά στοιχεία μεγάλο σκάνδαλο με μίζες εκατομμυρίων ευρώ, στο οποίο πρωταγωνιστής ήταν το δεξί χέρι του τότε πρωθυπουργού Μουσκάτ (που απ’ ό,τι φάνηκε δρούσε για λογαριασμό και του αφεντικού του), ένας υπουργός, ένας μεγαλοεπιχειρηματίας και κάποιοι ακόμα. Η απόπειρα συγκάλυψης μεθοδεύτηκε αλλά απέτυχε, καθώς ο θόρυβος της δολοφονίας ήταν μεγάλος και διεθνής, οι διαδηλώσεις πολλές. Ο πρωθυπουργός παραιτήθηκε και ο αρχηγός της αστυνομίας παύθηκε και μετατράπηκε σε κατηγορούμενο στην όλη υπόθεση. Και ενώ σε λίγες μέρες γίνεται η δίκη ο κύριος μάρτυρας, ένας συνεργός που καταθέτει για να γλιτώσει, και ο οποίος είναι κλεισμένος σε ένα σπίτι φρουρούμενος από αστυνομικούς όλο το 24ωρο, βρέθηκε βαρειά τραυματισμένος από μαχαίρι μέσα στο δωμάτιο του, ο δε νυν αρχηγός της αστυνομίας έσπευσε να συμπεράνει πως “αυτοτραυματίστηκε”. Ποιο είναι το σώμα του εγκλήματος; Η άδεια για την εγκατάσταση μιας τεράστιας μονάδας ηλεκτροπαραγωγής από την εταιρεία Electrogas, κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει η Siemens. (Το εξ ίσου, αν όχι περισσότερο, ενδιαφέρον είναι πως η εγκατάσταση αφορούσε ανεμογεννήτριες, στο μεγάλο επιδοτούμενο φαγοπότι της ΕΕ, με πρόσχημα την προστασία του περιβάλλοντος).
Πάλι καλά θα μου πείτε που εμείς με το σκάνδαλο της Siemens, δεν θρηνήσαμε θύματα. Κάποια δωράκια χαμηλής αξίας, ανάλογης της πολιτικής τους φτήνιας, αποκαλύφθηκαν στη γνωστή οικογένεια, ένας διευθύνων ο οποίος “κατάφερε” να διαφύγει στη Γερμανία, η οποία τον προστατεύει, όπως προστάτευσε και τον συνεργάτη των γερμανών κατακτητών πατέρα του και ένας πολιτικός συμβιβασμός, τύπου δωροδοκίας, όπου το ελληνικό δημόσιο πήρε κάποια λεφτά κι ούτε γάτα ούτε ζημιά. Καθότι το γερμανικό κράτος έχει συνέχεια. Εκεί ο πολιτισμός επιτάσσει την διαχρονική συγκάλυψη.
Όμορφος κόσμος, αστικός, αγγελικά πλασμένος!..
Σε εμάς εδώ, επίσης, ακολουθείται γενικότερα η ασφαλής μέθοδος της σιωπής. Με κάποια έννοια τα μέσα την επιβάλλουν και οι πολίτες την επιθυμούν. Ποιος να ψάχνει για τη Μάλτα, τέτοιες μέρες, τέτοια χρόνια, τέτοιες εποχές; Ας αράξουμε. Εξ άλλου τα λεφτά δεν βρίσκονται στις ανακαλύψεις, και τις αποκαλύψεις, αλλά στην αποσιώπηση. Η δημοσίευση είναι η ψυχή της δημοσιογραφίας και η αποσιώπηση η ψυχή του καιρού μας. Όπως έγραφε ο Αλέξανδρος Σούτσος:
“Είν’ ελεύθερος ο Τύπος, φθάνει μόνον να μην βλάψεις
της Αρχής τους Υπαλλήλους,
τους Κριτάς, τους Υπουργούς μας και των Υπουργών τους φίλους·
είν’ ελεύθερος ο Τύπος, φθάνει μόνον να μη γράψεις.”
Κι έτσι ο Άγγλος διευθυντής της Σχολής Ντάρελ στην Κέρκυρα , Ρίτσαρντ Πάιν, καταγγέλλει ότι η “Καθημερινή” λογόκρινε άρθρο του σχετικά με την περίφημη επένδυση στην περιοχή Ερημίτης του νησιού, γιατί εκτιμούσε πως η επένδυση είναι καταστροφική για το περιβάλλον και ασκούσε κριτική στην πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Κι έτσι ο ελάχιστος εκείνος που παριστάνει κάποια απροσδιόριστη αυθεντία, κάτι δημοσιογράφος, κάτι βουλευτής, και πάντως ποιεί στιχουργήματα και ανοσιουργήματα συνάμα, παρέα του Κασσιδιάρη, κάνει μηνύσεις, ζητάει απολύσεις και κάνει καταγγελίες για κάθε τι που διαφεύγει από τον ισχυρό νόμο της κρατούσας σιωπής.
Κι ο άλλος ελάχιστος, ο αρμόδιος, που ψήφιζε τα μνημόνια χωρίς να τα έχει διαβάσει – τι χρειάζεται να ξέρεις, αρκεί να υπακούς τις εντολές – αναβιώνει χουντικές ρυθμίσεις απαγόρευσης της διαμαρτυρίας.
Αιώνιος τόπος της δημοκρατίας!.. Αιωνία του η μνήμη.
Προσοχή, η σιωπή μερικές φορές (ή συχνά) εμπεριέχει βουή!