Με το βιβλίο αυτό πάνω απ’ όλα προσπαθήσαμε να βρούμε το νήμα που ενώνει τους αγώνες του σήμερα με τους αγώνες της εποχής του Μεσοπολέμου, να αντλήσουμε διδάγματα και να βγάλουμε συμπεράσματα που θα μας ενισχύσουν πολιτικά σήμερα για να αντιμετωπίσουμε πιο αποτελεσματικά την πορεία του καπιταλισμού προς σε όλο και βαθύτερη οικονομική κρίση, τον φασισμό και τον πόλεμο.
Προσπαθήσαμε να περιγράψουμε τη διαμόρφωση της κληρονομικής εργατικής τάξης και την εξέλιξη του ελληνικού καπιταλισμού από τις αρχές του 20ου αιώνα. Παρακολουθούμε έτσι τη βίαιη ενσωμάτωση των «Νέων Χωρών» στην «παλιά Ελλάδα» με την αντιμετώπιση ιδιαίτερα του εβραϊκού προλεταριάτου και της εβραϊκής αστικής τάξης της Σαλονίκης. Παρακολουθούμε τους μεγάλους αγώνες που εκτυλίχθηκαν την περίοδο αυτή για τον σχηματισμό συνδικάτων ταξικά ανεξάρτητων από την αστική πολιτική επιρροή και το αστικό κράτος, τον αγώνα για ένα ταξικά ανεξάρτητο εργατικό επαναστατικό κόμμα ικανό να καθοδηγήσει τον εργαζόμενο λαό προς την κατάκτηση της εξουσίας και την εγκαθίδρυση μιας κυβέρνησης εργατών και αγροτών ακολουθώντας το φωτεινό παράδειγμα της Ρωσικής Επανάστασης του Οκτώβρη 1917.
Είναι εντυπωσιακό το πόσες ομοιότητες υπάρχουν μεταξύ εκείνης της περιόδου και την κατάσταση που βιώνουμε σήμερα ως εργαζόμενοι: το κύμα προσφύγων και πως αυτό αρχικά οδήγησε στην αποδυνάμωση των συνδικάτων και στην πτώση των μισθών όλων των εργαζόμενων, την εκστρατεία των κυβερνώντων να μας πείσουν ότι για όλα τα δεινά που αντιμετωπίζουμε φταίνε οι κηφήνες δημόσιοι υπάλληλοι, το δηλητήριο του ρατσισμού και του αντισημιτισμού, και πολλά άλλα.
Η παγκόσμια οικονομική κάμψη της δεκαετίας του 1930 εκδηλώθηκε αρχικά στο χρηματοπιστωτικό σύστημα με την κατάρρευση των τιμών των μετοχών στα χρηματιστήρια, την πτώχευση χρηματιστικών θεσμών και την έκρηξη του χρέους των κυβερνήσεων και των εταιρειών. Ο λόγος δεν ήταν βέβαια η κακή διαχείριση ή λόγω κάποιων διεφθαρμένων πολιτικών. Στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν επί κυβέρνησης Βενιζέλου που το 1931 κηρύχθηκε πτώχευση. Η ρίζα της ιστορικής αυτής κρίσης, είναι η πτώση του μέσου ποσοστού των κερδών που αντιμετωπίζουν οι καπιταλιστές. Αυτό οδηγεί στη συρρίκνωση της παραγωγής και του εμπορίου καθώς οι καπιταλιστές δεν επενδύουν στην επέκταση της παραγωγής των επιχειρήσεών τους και στην ακόλουθη αύξηση των προσλήψεων εργαζόμενων. Αντιθέτως επενδύουν σε χαρτικές αξίες –σε μετοχές, ομόλογα, κ.λπ.– όπου πιστεύουν θα έχουν μεγαλύτερη κερδοφορία. Σήμερα, αυτό έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις καθώς η διεθνοποίηση της καπιταλιστικής αγοράς έχει φτάσει σε πολύ πιο ανώτερα επίπεδα απ’ ότι το ’30.
Ακολουθεί η μεγάλη αύξηση της ανεργίας και των επιθέσεων των εργοδοτών και των κυβερνήσεών τους στους μισθούς και στις συνθήκες ζωής και εργασίας μας. Προσπαθούν να αντλήσουν όλο και μεγαλύτερα κέρδη με την εντατικοποίηση της εργασίας και την αύξηση της «παραγωγικότητας» όλο και λιγότερων εργαζόμενων. Αυξάνονται επίσης οι επιθέσεις στα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματά μας. Η φιλελεύθερη αστική κυβέρνηση του Βενιζέλου πέρασε νόμους που απαγόρευαν την οργάνωση σωματείων δημοσίων υπαλλήλων, απαγόρευαν όχι μόνο συγκεκριμένες πράξεις αλλά και την αντικαθεστωτική σκέψη, νόμοι με τους οποίους κλείστηκαν στις φυλακές και στάλθηκαν εξορία οι πιο μαχητικοί εργαζόμενοι, μεταξύ των οποίων ήταν και οι κομμουνιστές. Ήταν μια περίοδος αποδυνάμωσης των συνδικάτων καθώς η τάξη των εργοδοτών καλλιεργούσε τη διχόνοια και τον ανταγωνισμό μεταξύ των προσφύγων Μικρασιατών και των ντόπιων εργατών. Αποδυνάμωση σε βαθμό που ορισμένοι Αριστεροί όπως και σήμερα απαξίωναν πλήρως τον ρόλο των συνδικάτων.
Οι μεγάλοι εργατικοί αγώνες παγκοσμίως κατά τη δεκαετία του ’30 δεν αναπτύχθηκαν στις χειρότερες μέρες της κρίσης αλλά όταν υπήρξε μια σχετική οικονομική ανάκαμψη παγκοσμίως και στην Ελλάδα το 1934-1937 και οι εργαζόμενοι πήραν μια ανάσα και δεν αισθάνονταν τόσο το φόβο ότι θα χάσουν τη δουλειά τους.
Μέσα σε μια πρωτοφανή πολιτική και κοινωνική πόλωση, οι εργατικοί αγώνες πήραν το δρόμο της προλεταριακής επανάστασης σε μια σειρά από χώρες, όπως στην Ισπανία, στη Γαλλία και στην Ελλάδα το 1936.
Στη Βόρεια Ελλάδα κυρίως αναπτύχθηκε η φασιστική οργάνωση ΕΕΕ, η οποία είχε τη δυναμική να μετατραπεί σε μαζικό φασιστικό κίνημα έχοντας ως πρότυπο το αντίστοιχο του Μουσσολίνι. Η ΕΕΕ έκανε αιματηρές επιθέσεις κατά των μαχητών συνδικαλιστών, των κομμουνιστών και των Εβραίων που περιγράφονται στο βιβλίο. Την ίδια στιγμή, τα σύννεφα του πολέμου γίνονταν όλο και πιο απειλητικά καθώς η καθεμία από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης, της Βόρειας Αμερικής και της Ιαπωνίας αναζητούσε όλο και μεγαλύτερο μερίδιο από τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, τα φθηνά εργατικά χέρια του αποικιακού και κόσμου της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας. Κομμάτι αυτής της εικόνας είναι και η ελληνική άρχουσα τάξη, στην οποία οι εφοπλιστές κατείχαν μια εξέχουσα θέση, η οποία προσπαθούσε να προωθήσει τα δικά της ιμπεριαλιστικά συμφέροντα στη Μεσόγειο και στα Βαλκάνια σε συμμαχία με τους Βρετανούς ιμπεριαλιστές. Παρακολουθούμε έτσι στο βιβλίο αυτό τη σύγκρουση μεταξύ Αθήνας και Ρώμης να εξελίσσεται από την έκβαση του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, τις διενέξεις στη Μεσόγειο, την επέμβαση και των δύο στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, μέχρι το ξέσπασμα του πολέμου τον Οκτώβρη του 1940.
Ο Χίτλερ κατέλαβε την εξουσία δίχως να αντιμετωπίσει μια ουσιαστική αντίσταση διότι οι ηγεσίες των μαζικών εργατικών κομμάτων της Σοσιαλδημοκρατίας και του Κομμουνιστικού Κόμματος αρνήθηκαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν αποφασιστικά τους Ναζί. Ήταν η περίοδος στην οποία ο Στάλιν στη Μόσχα και κατ’ επέκταση οι ηγεσίες των ΚΚ θεωρούσαν τους αντιπάλους τους στο εργατικό κίνημα ως «σοσιαλφασίστες».
Στο βιβλίο παρακολουθούμε τον πολιτικό εκφυλισμό και την σταλινοποίηση του ΚΚΕ και την μάχη των κομμουνιστών-εργατών με επικεφαλή τον Παντελή Πουλιόπουλο να επαναφέρουν το κόμμα στην προλεταριακή διεθνιστική πολιτική του Λένιν.
Όταν η Μόσχα σχημάτισε μια συμμαχία με τις «δημοκρατικές» ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Βρετανίας, της Γαλλίας και των ΗΠΑ, τα ΚΚ υιοθέτησαν την πολιτική του «λαϊκού μετώπου» για την αντιμετώπιση του φασισμού και του πολέμου. Πρόκειται για μια πολιτική ταξικής συνεργασίας με το σχηματισμό μετώπων και σε κυβερνητικό επίπεδο όχι μόνο με τη σοσιαλδημοκρατία αλλά και με λεγόμενες «δημοκρατικές» και «προοδευτικές» αστικές πολιτικές δυνάμεις. Η πολιτική αυτή οδήγησε σε καθοριστικές ήττες το εργατικό κίνημα στη Γαλλία το 1936-38, την εργατική επανάσταση στην Ισπανία και τον εργατικό ξεσηκωμό στην Ελλάδα με επίκεντρο τη Σαλονίκη. Μετά από αυτές τις ήττες των εργατών και αγροτών επικράτησαν αστυνομικές δικτατορίες, όπως εκείνη του Μεταξά. Ιδιαίτερα με την νίκη των φασιστικών δυνάμεων στην Ισπανία το 1939, ήταν πια αναπόφευκτη η εισβολή στη Σοβιετική Ένωση και το ξέσπασμα της δεύτερης παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής σφαγής.
Οι διαφορές όμως με το σήμερα είναι πολύ πιο σημαντικές. Πρώτον, σήμερα δεν υπάρχει καμία γωνιά στη γη που να μην επηρεάζεται από την παγκόσμια καπιταλιστική αγορά, σε αντίθεση με την περίοδο του Μεσοπολέμου όπου σε πολλά μέρη του αποικιακού και ημι-αποικιακού κόσμου της Αφρικής, της Ασίας, και της Λατινικής Αμερικής δεν υπήρχε ακόμη μια καπιταλιστική ανάπτυξη.
Η Ασία και ο Ειρηνικός εξελίσσονται όπως και τότε σε πεδίο διενέξεων αλλά με μια Κίνα που δεν είναι μια ημι-αποικία αλλά μια ανερχόμενη καπιταλιστική δύναμη που διεκδικεί τον έλεγχο της περιοχής ακόμη και στρατιωτικά από την εξασθενημένη ιμπεριαλιστική δύναμη της Ουάσιγκτον.
Ένα άλλο πεδίο διενέξεων που περιγράφουμε στο βιβλίο είναι η Μεσόγειος και η Μέση Ανατολή. Και εδώ έχουμε σημαντικές διαφορές. Σήμερα βλέπουμε την εξασθένηση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιταλίας αλλά και των ΗΠΑ. Η Ουάσιγκτον δεν έχει καταφέρει ακόμη να κερδίσει τους πολέμους της στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και αλλού ενώ βρίσκεται αντιμέτωπη με την ανερχόμενη επιρροή της καπιταλιστικής πλέον Ρωσίας και του Ιράν από τη Συρία και το Λίβανο μέχρι την Υεμένη. Όπως και κατά τον Μεσοπόλεμο έτσι και τώρα η τάξη των εργοδοτών της Ελλάδας και οι εκάστοτε κυβερνήσεις της προσπαθούν σήμερα να προωθήσουν τα δικά της ιδιαίτερα συμφέροντα στην Μεσόγειο διαμέσου του «άξονα Ισραήλ, Κύπρου και Αιγύπτου».
Στις επόμενες δεκαετίες οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα και παγκοσμίως οι εργαζόμενοι είμαστε σε μια πιο ισχυρή θέση από ότι είμασταν τη διάρκεια του Μεσοπολέμου να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την πορεία του καπιταλισμού προς το φασισμό και τον πόλεμο.
Πρώτον, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα έχουν πλέον αστικοποιηθεί πλήρως, ενώ τα σταλινικά κόμματα είτε έχουν διαλυθεί είτε έχουν αποφασιστικά αποδυναμωθεί. Έχει έτσι εξαλειφθεί ένα μεγάλο εμπόδιο που έφραζε το δρόμο προς την ανεξάρτητη εργατική πολιτική δράση και προς σε μια επαναστατική σοσιαλιστική διέξοδο από την κρίση του καπιταλισμού. Δεν υπάρχουν τα κόμματα εκείνα που είχαν υποτάξει τους αγώνες των εργαζόμενων και των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων παγκοσμίως στην αναζήτηση της Μόσχας για μια «ειρηνική συνύπαρξη» με τους ιμπεριαλιστές.
Δεύτερον, οι γραμμές της διεθνούς εργατικής τάξης έχουν ενισχυθεί με εκατομμύρια εργαζόμενους με την ανάπτυξη του καπιταλισμού από το Μπαγκλαντές και την Κίνα μέχρι τη Βραζιλία και την Αργεντινή και έως τη Γουϊνέα και άλλες χώρες της Αφρικής.
Τρίτο, η εργατική τάξη παγκοσμίως διεθνοποιείται όσο ποτέ άλλοτε καθώς εκατομμύρια μεταναστεύουν αναζητώντας καλύτερες συνθήκες ζωής ή αναγκάζονται λόγω πολέμων ή από ιδιαίτερα καταπιεστικά καθεστώτα να εγκαταλείψουν τις χώρες τους. Επίσης, υπάρχει μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό. Αυτό έχει επίσης ενισχύσει την εργατική τάξη παγκοσμίως.
Τέλος, στο πλευρό μας έχουμε την Κούβα, όπου οι εργαζόμενοι έχουν στα χέρια τους την πολιτική εξουσία την οποία χρησιμοποιούν για να στηρίξουν διεθνώς τους αγώνες των ανθρώπων του μόχθου κατά της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης και της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Μπάμπης Μισαηλίδης