Β΄Μέρος :Οι ελπίδες που γεννά η εκλογή του Λούλα στη Βραζιλία. Εδώ μπορείτε να διαβάσετε το 1ο μέρος του άρθρου για τις αλλαγές που επιφέρει η εκλογή του Λούλα στην Βραζιλία.
Ποιος είναι ο Μπολσονάρο;
Ο Χαΐρ Μπολσονάρο από γονείς 3ης γενιάς μεταναστών Ιταλών με κάποιες ρίζες από Γερμανία είναι πολιτικός και συνταξιούχος στρατιωτικός, αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Ακαδημία Agulhas Negras το 1977 και υπηρέτησε στις μονάδες πυροβολικού και αλεξιπτωτιστών του βραζιλιάνικου στρατού. Από το 1991 έως το 2018, ο Μπολσονάρο ανήκε –ως μέλος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Βραζιλίας, εκπροσωπώντας την πολιτεία του Ρίο ντε Τζανέιρο.
Κατά τη διάρκεια της 27χρονης θητείας του ως βουλευτής, έγινε γνωστός για τον εθνικό συντηρητισμό του. Είναι ένθερμος πολέμιος του γάμου ομοφυλοφίλων και της ομοφυλοφιλίας, της άμβλωσης, της απελευθέρωσης των ναρκωτικών και του κοσμοπολιτισμού. Παρουσίαζε πάντοτε τον εαυτό του ως παρεξηγημένο και υποστηρικτή των οικογενειακών αξιών: Πατρίδα, Οικογένεια, Θρησκεία.
Ως πρόεδρος:
Στην εξωτερική πολιτική, έχει υποστηρίξει στενότερες σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ.
Στην εσωτερική πολιτική εφάρμοσε οικονομικά νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ιδιωτικοποιήσεις και εξάρθρωση του δημόσιου τομέα. Μείωσε γενικά τους φόρους, ιδιαίτερα στην ακίνητη περιουσία και τις επιχειρήσεις, για να δημιουργήσει ανάπτυξη και να αντιμετωπίσει την ανεργία. Επέβαλε επίσης περισσότερα μέτρα λιτότητας και περικοπές στις κρατικές δαπάνες. Για να μειώσει το μέγεθος και τη γραφειοκρατία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θέσπισε μια μεγάλη ποικιλία μέτρων απορρύθμισης. Τοποθέτησε σε θέσεις κλειδιά της κυβέρνησης πρώην αξιωματικούς του στρατού.
Από την άλλη, διατήρησε τη σκληρή του στάση απέναντι στο έγκλημα και με αυτή τη δικαιολογία επέτρεψε την ψήφιση νόμων για τη δυνατότητα νόμιμης προμήθειας και χρήσης όπλων από τους πολίτες, τη μετατροπή της υπηρεσίας τροχαίας σε αστυνομία-πολιτοφυλακή (‘αστυνομία Μπολσονάρο’ με ευρείες δικαιοδοσίες αστυνόμευσης των πάντων) -με τριπλασιασμό των αποδοχών της μέσα σε τρία χρόνια. Ο Μπολσονάρο γνωστός για τη χειρονομία του με το δάχτυλο στη σκανδάλη του όπλου κατά την προεδρική εκστρατεία, ήταν ο πρώτος προεδρικός υποψήφιος που συγκέντρωσε πάνω από 1 εκατομμύριο R$ σε δωρεές από το κοινό κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του 2018.
Ένας πολωτικός και αμφιλεγόμενος πολιτικός, με απόψεις και σχόλια, τα οποία έχουν περιγραφεί ως ρητορική μίσους απέναντι στους ‘κόκκινους’ και τους ‘πετράλχας’ (υποτιμητικός όρος για τα μέλη του Κόμματος Εργαζομένων) και με υποσχέσεις ότι τα μέλη των κοινωνικών κινημάτων θα αντιμετωπίζονταν ως ‘τρομοκράτες’.
Τον υποστηρίζει ιδιαίτερα ο πλούσιος Νότος και οι πλούσιοι σε όλη τη Βραζιλία, τα μέλη της κρατικής μηχανής που έχει δημιουργήσει (αν και όχι όλα) και τα συντηρητικά στρώματα. Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, πολλοί διορισμένοι συγκρούστηκαν ιδεολογικά με την κυβέρνηση. Οι υπουργοί του Δικαιοσύνης, Παιδείας, ο Γραμματέας της Κυβέρνησης, ο επικεφαλής της ταχυδρομικής υπηρεσίας και άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι έπεσαν σε δυσμένεια από τον Μπολσονάρο και παραιτήθηκαν.
Κέρδισε τον δεύτερο γύρο των εκλογών του 2018 με 55,13% των ψήφων και εξελέγη ο 38ος πρόεδρος της Βραζιλίας. Ανέλαβε καθήκοντα την 1η Ιανουαρίου 2019.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους στην εξουσία του, η οικονομία ανέκαμψε αργά, ενώ τα ποσοστά εγκληματικότητας μειώθηκαν απότομα.
Κατά τη διάρκεια της φετινής προεκλογικής εκστρατείας, ακαδημαϊκοί εξέφρασαν επανειλημμένα ανησυχίες για τις συνέπειες της ανόδου του Μπολσονάρο στη δημοκρατία της Βραζιλίας «Το λεξιλόγιο του Bolsonaro θυμίζει τη ρητορική πίσω από τις ναζιστικές πολιτικές δίωξης και θυματοποίησης».
Μια άλλη εξαιρετικά αμφιλεγόμενη πτυχή της εκστρατείας ήταν η εικαζόμενη χρήση παράνομων στρατηγικών ψηφιακής επικοινωνίας από ορισμένους από τους σημαντικότερους οικονομικούς υποστηρικτές του Μπολσονάρο.
Ο τρόπος διακυβέρνησης του Μπολσονάρο ήταν καθόλα χαοτικός.
Η απάντηση του Μπολσονάρο στην πανδημία του COVID-19 στη Βραζιλία επικρίθηκε από όλο το πολιτικό φάσμα, αφού προσπάθησε να υποβαθμίσει την πανδημία και τις επιπτώσεις της, αντιτάχθηκε στα μέτρα καραντίνας και απέλυσε δύο υπουργούς υγείας, ενώ ο αριθμός των νεκρών αυξήθηκε ραγδαία κοστίζοντας τη ζωή σε 690.000 Βραζιλιάνους (2η χώρα μετά τις ΕΠΑ). Αρνήθηκε να πάρει μέτρα και διέδιδε ακραία παραπληροφόρηση για τα εμβόλια, καθυστερώντας τραγικά την προμήθειά τους.
Όταν αποφάσισε να τα προμηθευτεί, έκλεισε συμφωνία για την αγορά του μη εγκεκριμένου στη Βραζιλία εμβολίου Covaxin από την ινδική εταιρεία Bharat Biotech, και δη σε πολύ υψηλή τιμή. Διαπιστώθηκε ότι η κυβέρνηση πλήρωσε δεκαπλάσιο ποσό από το αρχικώς συμφωνημένο, με τις παρατυπίες να μην εντοπίζονται στην τιμή αγοράς των εμβολίων, αλλά στα τιμολόγια και ιδιαίτερα σε μια «σκοτεινή» πληρωμή 45 εκατομμυρίων δολαρίων σε εταιρεία στη Σιγκαπούρη.
Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, απέσυρε την προστασία από τις αυτόχθονες ομάδες στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου και διευκόλυνε την αποψίλωση του δίνοντας την περιοχή (40.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα -όσο η έκταση της Ελβετίας-) βορά στην εντατική γεωργική εκμετάλλευση καλλιέργειας σόγιας και καλαμποκιού με αεροραντισμούς φυτοφαρμάκων από αεροπλάνα (μέθοδος απαγορευμένη στην Ευρώπη).
Οσμή σκανδάλου με μίζες έχει και ο «μυστικός προϋπολογισμός» που περιλαμβάνεται στον νόμο περί προϋπολογισμού του 2019, επιτρέποντας τη δαπάνη δημοσίων πόρων από ομοσπονδιακούς νομοθέτες με περιορισμένη εποπτεία και υπό καθεστώς ανωνυμίας.
Ο Μπολσονάρο κατηγορείται εν τω μεταξύ για απιστία δηλώνοντας επί 15 χρόνια ότι απασχολούσε έναν υπάλληλο-«φάντασμα» ως βοηθό του στο Κογκρέσο. Μαζί με τα μέλη της οικογένειάς του καταγγέλλεται επίσης ότι αγόρασαν 50 ακίνητα με μετρητά, για την προέλευση των οποίων διατυπώνονται εύλογα ερωτήματα. Στα μόλις τέσσερα χρόνια της θητείας του, ο Μπολσονάρο βρέθηκε στο επίκεντρο πλείστων όσων κατηγοριών και ερευνών και, χάρη στις συμμαχίες του, επέζησε 150 προτάσεων παραπομπής σε δίκη, σπάζοντας όλα τα ρεκόρ.
Ο απερχόμενος πρόεδρος ερευνάται επίσης για «συκοφαντία» και «υποκίνηση εγκλήματος», κατόπιν αβάσιμων ισχυρισμών για κενά ασφαλείας στο ηλεκτρονικό σύστημα ψηφοφορίας της Βραζιλίας (το οποίο χρησιμοποιείται στη Βραζιλία από τα τέλη της δεκαετίας του 90) καθώς και για τον ρόλο του στη διάδοση ψευδών ειδήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σε εκστρατείες συκοφαντικής δυσφήμισης πολιτικών αντιπάλων του, με τη δράση μιας οιονεί «ψηφιακής πολιτοφυλακής».
Πώς απαντά σε όλα αυτά ο Μπολσονάρο, που εξελέγη το 2018 στην προεδρία υποσχόμενος «διαφάνεια πάνω από όλα»;
Επέβαλε «ομερτά», διατάσσοντας το «σφράγισμα» όλων των ευαίσθητων πληροφοριών για έναν αιώνα. Ο Λούλα ντα Σίλβα έχει πάντως υποσχεθεί ότι, με το που θα αναλάβει τα καθήκοντά του, θα δώσει πρόσβαση στις αρχές σε πιθανά ενοχοποιητικά έγγραφα.
Σε κάθε περίπτωση εκτιμάται ότι, ακόμη και αν καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου, τυχόν καταδίκη του θα πάρει χρόνια, πολώνοντας ακόμη περισσότερο το κλίμα στη διχασμένη Βραζιλία και, πιθανόν, «τρέφοντας» τον μπολσοναρισμό. Κάτι που συμβαίνει ήδη με τον τραμπισμό στις ΗΠΑ.
Έχει ωστόσο ακόμη πολλά ανοιχτά μέτωπα. Και η προεδρική του ασυλία λήγει την 1η Ιανουαρίου…
Θρίαμβος του Λούλα την Κυριακή 30.10. 2022
Τα πρώτα επινίκια λόγια του Λούλα έδειχναν με διαύγεια τις απόψεις του:
«Σήμερα λέμε στον κόσμο ότι η Βραζιλία επέστρεψε, είναι πολύ μεγάλη για να υποβιβαστεί σε αυτόν τον θλιβερό ρόλο του παρία στον κόσμο», ενώ ζήτησε «μια ισότιμη Βραζιλία, μια Βραζιλία για όλους, με προτεραιότητα σε αυτούς που το χρειάζονται περισσότερο». «Η πιο επείγουσα δέσμευσή μας είναι να εξαλείψουμε ξανά την πείνα»
…«Θα κυβερνήσω 215 εκατομμύρια Βραζιλιάνους, και όχι μόνο αυτούς που με ψήφισαν. Δεν υπάρχουν δύο Βραζιλίες, είμαστε ένας λαός, ένα έθνος», είπε μετά από μια βάναυση προεκλογική εκστρατεία που έκοψε τη χώρα στα δύο. «Αυτή η χώρα χρειάζεται ειρήνη και ενότητα», είπε ο εκλεγμένος πρόεδρος, γιατί «κανείς δεν θέλει να ζει σε μια οικογένεια όπου υπάρχει διχόνοια. Κανείς δεν θέλει να ζει σε μια διχασμένη χώρα»…
Μετά από τέσσερα χρόνια επιδείνωσης της πολιτικής, θεσμικής και οικονομικής ζωής, η νέα κυβέρνηση Λούλα θα βρεθεί μπροστά στο καθήκον, να αποκαταστήσει όλες αυτές τις πτυχές και το νόημα στην εσωτερική και εξωτερική κατεύθυνση στη Βραζιλία.
Ο Λούλα βρίσκεται ήδη αντιμέτωπος με δυσκολίες που έχουν αρχίσει να προκύπτουν αμέσως μετά τη νίκη του και τη μη λεκτική αποδοχή της ήττας εκ μέρους του Μπολσονάρο. Οδηγοί φορτηγών –οπαδοί του τελευταίου– έκλεισαν αυτοκινητόδρομους σε περίπου είκοσι πολιτείες το βράδυ της Δευτέρας 31.10 καλώντας σε πραξικόπημα – ενώ τεράστιες συγκεντώσεις οπαδών του μαζεύτηκαν μπροστά από στρατιωτικές εγκαταστάσεις σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Βραζιλίας διαδηλώνοντας και απαιτώντας από το στρατό να αποκαταστήσει την τάξη στη χώρα (δηλ. το Μπολσονάρο). Κατανοώντας ότι έπρεπε σύντομα να τα μαζέψουν…
Αλλά τα κύρια χαρτιά του Λούλα και οι ικανότητες του να προσεταιρίζεται όσους είναι δυνατόν να συγκεντρωθούν για να επιτύχουν ένα στόχο, μπορούμε να πούμε ότι συνοψίζονται σύμφωνα με τις προεκλογικές του δεσμεύσεις στα παρακάτω:
Στην εσωτερική πολιτική η κυβέρνηση Λούλα έχει δεσμευτεί:
Nα ξαναδιώξει την πείνα κατανικώντας την επισιτιστική ανασφάλεια στη Βραζιλία (~50 % του πληθυσμού δεν ξέρει αν θα έχει να φάει την επόμενη εβδομάδα), να ανασυστήσει τις πολιτικές ελευθερίες, τα κοινωνικά δικαιώματα και την ασφάλεια της χώρας και να επιληφθεί της βραζιλιάνικης οικονομίας.
Είναι γεγονός ότι στη Βραζιλία με τον συνδυασμό της πολιτικής του Μπολσονάρο, της υγιειονομικής κρίσης και της γενικής παγκόσμιας ύφεσης και του πληθωρισμού, η βιομηχανία[1] υποχωρεί, ενώ η γεωργία[2] βιώνει μιαν «έκρηξη», απομακρύνοντας περαιτέρω την προοπτική οικονομικής διαφοροποίησης και αυξάνοντας τις ανισότητες.
Οι τρέχουσες δημόσιες επενδύσεις (στις υποδομές ή την εκπαίδευση, για τις οποίες η ομοσπονδιακή χρηματοδότηση έχει μειωθεί κατά 38% σε σύγκριση με το 2016) και οι ιδιωτικές επενδύσεις στη βιομηχανία, δεν προοιωνίζονται για αντιστροφή της τάσης μεσοπρόθεσμα. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση Μπολσονάρο είχε θέσει ως οικονομική προτεραιότητα την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου κολοσσού Electrobras, ιδιοκτήτη των φραγμάτων που προμηθεύουν το 90% της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας, και τη σύναψη της εμπορικής συμφωνίας ΕΕ-Mercosur, η οποία σχεδίαζε να μειώσει τους τελωνειακούς δασμούς για ευρωπαϊκά προϊόντα.
Η Βραζιλία έχει απομακρυνθεί περισσότερο από ποτέ από το όνειρό της για μια πιο διαφοροποιημένη οικονομία σε μια κοινωνία πιο ισότιμη και αντίθετα ενίσχυσε τον ρόλο της ως παγκόσμιο προμηθευτή πρώτων υλών. Μια στάση στην οποία έχει συνηθίσει από την αρχή του αποικισμού και την ένταξή της, δια της βίας, στο παγκόσμιο σύστημα ανταλλαγών τον 17ο αιώνα. Όλα αυτά η κυβέρνηση Λούλα έχει αναλάβει τη δέσμευση να κάνει ότι μπορεί καλύτερο σε όφελος της Βραζιλίας και του Βραζιλιάνικου λαού.
Στο περιβάλλον και την εξωτερική πολιτική οι δεσμεύσεις συνοψίζονται:
«Στην υπεράσπιση του πνεύμονα του πλανήτη του Αμαζονίου». «Η Βραζιλία και ο πλανήτης χρειάζονται έναν ζωντανό Αμαζόνιο».
Στόχος που ελκύει ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό λαών και πολιτών στον κόσμο. Στην επινίκια ομιλία του μετά τις εκλογές της Κυριακής, ο Λούλα δεσμεύτηκε να καταπολεμήσει την παράνομη υλοτόμηση και εξόρυξη χρυσού και την καταπάτηση δασικών εκτάσεων στην Αμαζονία, προβλήματα που γιγαντώθηκαν την τελευταία τετραετία.
«Η Βραζιλία είναι έτοιμη να ανακτήσει την ηγετική θέση της στον αγώνα κατά της κλιματικής κρίσης». Ο Λούλα έχει υποσχεθεί να μεταρρυθμίσει και ενισχύσει τις περιβαλλοντικές πολιτικές, παρόλο που υπάρχουν δυσκολίες για το κατά πόσο μπορεί να περάσει τη φιλόδοξη ατζέντα του από το Κογκρέσο, όπου έχουν το πάνω χέρι οι σύμμαχοι του Μπολσονάρο.
Στην επανεδραίωση του ρόλου της Βραζιλίας στις διεθνείς προσπάθειες κατά της κλιματικής αλλαγής.
Ενόψει της Συνόδου για το Κλίμα (COP27) που έχει ήδη ξεκινήσει στην Αίγυπτο, ο Λούλα δήλωσε ότι η Βραζιλία θα απαιτήσει από τις πλούσιες χώρες να υλοποιήσουν τη δέσμευσή τους για χρηματοδότηση της προσπάθειας κατά της κλιματικής αλλαγής στις αναπτυσσόμενες χώρες. Θα ανοίξει επίσης το φλέγον ζήτημα «των αποζημιώσεων για τις ‘ζημιές και απώλειες’ που φέρνει η κλιματική κρίση ιδιαίτερα στον Παγκόσμιο Νότο»
Ο Λούλα θα στείλει αντιπροσωπεία στη COP27, η οποία όμως θα είναι ανεπίσημη αφού ο εκλεγμένος πρόεδρος αναλαμβάνει επίσημα καθήκοντα την 1η Ιανουαρίου.
Ήδη η Νορβηγία είναι έτοιμη να συζητήσει την επαναλειτουργία του Ταμείου για τον Αμαζόνιο, το οποίο πάγωσε ο Μπολσονάρο το 2019 επικαλούμενος παρατυπίες. Όπως δήλωσε ο νορβηγός υπουργός Κλίματος και Περιβάλλοντος Έσπεν Μπαρθ Άιντε, το Όσλο διατίθεται να προσφέρει 573 εκατ. δολάρια.
Η κυβέρνηση Λούλα θα εξετάσει επίσης την αυστηροποίηση των στόχων για μείωση των εγχώριων εκπομπών άνθρακα και είναι πιθανό να ανακοινώσει στόχους για τις εκπομπές μεθανίου, του δεύτερου σημαντικότερου αερίου του θερμοκηπίου.
«Ο εφιάλτης έχει σχεδόν τελειώσει» σχολίασε ο ΜαρσίοΑστρίνι, επικεφαλής της περιβαλλοντικής οργάνωσης Climate Observatory στη Βραζιλία «βέβαια το ταξίδι θα είναι μακρύ για να ξαναχτιστεί ό,τι καταστράφηκε».
Και τέλος
Θα επιμείνει στην εξωτερική πολιτική για τη δημιουργία συνασπισμών χωρών και περιοχών στον κόσμο που δεν υποτάσσονται και θα αφιερώσει τη διαπραγματευτική δεινότητα του Λούλα στην επίλυση των διεθνών αντιθέσεων.
Εκτιμώ ότι αυτό το μικρό πόνημα περί Βραζιλίας και περί της πρόσφατης κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής κατάστασης της είναι σε θέση να ρίξει φως στην επίδραση που μπορεί να έχει για τη χώρα του, τη Λατινική Αμερική και για όλον τον πλανήτη η εκλογή του Λούλα.
Και παρόλο που ο Πρόεδρος των ΕΠΑ Τζο Μπάιντεν τήρησε την υπόσχεσή του προς τον Λούλα συγχαίροντάς τον για «ελεύθερες, δίκαιες και αξιόπιστες» εκλογές λίγα λεπτά αφότου τα αποτελέσματα της Κυριακής τον ανακήρυξαν νικητή έναντι του υφιστάμενου προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρο, απ΄ότι απορρέει από το παρόν και σύμφωνα πάντα με διεθνείς αναλυτές- είναι σαφές ότι πρέπει να ενοχλήθηκε και να ενοχλείται πολύ από το γεγονός.
Κατά τη γνώμη μου, δεν μπορούμε παρά να τεθούμε υπέρ της νίκης του Λούλα και των προοδευτικών δυνάμεων στη Βραζιλία. Μια νίκη που εκφράζει τις ελπίδες 60 εκατομμυρίων και πάνω Βραζιλιάνων, όχι μόνο για την αναχαίτιση της λαίλαπας της λεηλασίας της χώρας τους και της επιβίωσης του μισού πληθυσμού τους, αλλά και για το ότι θα έχουν τη δυνατότητα να αγωνιστούν για περαιτέρω κοινωνική και ισόμετρη οικονομική ανάπτυξη. Παράλληλα η κεντροβαρική θέση που δίνει η εκλεγμένη νέα κυβέρνηση στη συνεργασία, την περιφερειακή ολοκλήρωση στη Λατινική Αμερική, στην υπεράσπιση των αναπτυσσόμενων και πιο φτωχών και λεηλατημένων περιοχών της γης καθώς και στην περιφρούρηση του κλίματος στον πλανήτη αποτελεί την αυγή για τη σωτηρία του κόσμου. Σε αυτή τη ζωή. Σήμερα.
Πηγές :
Διαδικτυακές εκδόσεις Le Monde.fr, Alternatives Economiques, Wikipedia.fr, Constitutions
*Η Αντωνία Πάνου είναι Αρχιτέκτων – Ερευνήτρια.
[1] Τον περασμένο Απρίλιο, παρά την ανάκαμψη, η Βιομηχανία ήταν 13,4% χαμηλότερη από ό,τι ήταν το 2012 και 32% αν αφαιρέσουμε τις βιομηχανίες εξόρυξης, πετρελαίου και αγροτοδιατροφικών προϊόντων. Τελικά, χωρίς τους τρεις κλάδους της, η βιομηχανία θα ζύγιζε μόνο το 8% του ΑΕΠ της χώρας.
Αποχωρούν πολλές αυτοκινητοβιομηχανίες (Ford, Mercedes-Benz) ή μειώνουν την παραγωγή τους (Honda, Nissan ). Ο χρόνος, όπου η Βραζιλία είχε καταφέρει να προσελκύσει τους κορυφαίους κατασκευαστές στον κόσμο με την επέκταση της εγχώριας αγοράς της και τις προληπτικές πολιτικές της γνωστές ως «υποκατάσταση εισαγωγών» -αποτελούμενες από τελωνειακές προσαυξήσεις για εισαγόμενα οχήματα και λοιπά προϊόντα και με φορολογικές απαλλαγές για τα τοπικά οχήματα και λοιπά προϊόντα αιχμής- έχει τελειώσει.
Με την αποχώρηση της ιαπωνικής Sony, της κορεατικής LG, της γαλλο-ελβετικής τσιμεντοβιομηχανίας Lafarge-Holcim για να αναφέρουμε μόνο μερικές, η δυσαρέσκεια επηρεάζει ολόκληρα τμήματα της βιομηχανίας επεξεργασίας της Βραζιλίας. Η χώρα προφανώς δεν είναι πλέον δημοφιλής στους μεγάλους πολυεθνικούς βιομηχανικούς ομίλους. Το 2020, η παραγωγή αυτοκινήτων στη Βραζιλία μειώθηκε κατά 31% λόγω της συνδυασμένης επίδρασης των περιορισμών υγείας που επιβλήθηκαν στους εργαζόμενους, της μείωσης της εσωτερικής ζήτησης και των εξαγωγών, ιδιαίτερα σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Αυτή η εξαιρετική κατάσταση έπληξε επίσης τις εμβληματικές εθνικές βιομηχανίες, ιδίως τη μεταλλουργία, την ένδυση και τον εξοπλισμό μεταφορών, που βρίσκονται κυρίως στο νότο της χώρας. Εάν η βιομηχανία συνολικά το 2020 έπεσε σε αναλογίες κοντά σε αυτές της γενικής οικονομίας, μόνο κατά 4,5%, το οφείλει στις καλές επιδόσεις των εξορυκτικών βιομηχανικών δραστηριοτήτων (εξόρυξη), της επεξεργασίας λαδιού και αγροδιατροφικών προϊόντων κρέατος ή ζαχαροκάλαμου για παράδειγμα. Εν ολίγοις, τομείς που συνδέονται άμεσα με τον πρωτογενή τομέα της βραζιλιάνικης οικονομίας.
[2]Μάιος 2021. Ενδοχώρα, στην πολιτεία Μάτο Γκρόσο, άλλο σκηνικό, άλλη ατμόσφαιρα. Στα 583.000 στρέμματα (55 φορές το μέγεθος του Παρισιού) που έχει μόνο ο αγροτικός όμιλος «Bom Futuro» ή στα 2.850.000 στρέμματα της οικογένειας Maggi, ο ψεκασμός φυτοϋγειονομικών προϊόντων αεροπορικώς και οι θεριζοαλωνιστικές μηχανές τρέχουν ολοταχώς. Τα καλά νέα δεν έρχονται ποτέ μόνα τους, η αύξηση της προσφοράς δεν είχε καθοδική επίδραση στις τιμές, το αντίθετο μάλιστα. Ενισχύθηκε από τη δυναμική παγκόσμια ζήτηση και τις έντονες κερδοσκοπικές κινήσεις στις αγορές μελλοντικής εκπλήρωσης. Η τιμή, για παράδειγμα, μιας σακούλας σόγιας έχει κερδίσει 78% στις τιμές στις διεθνείς αγορές το 2020.
Όμως η κατάσταση δεν είναι ρόδινη για όλους. Μετρά και τους χαμένους του. Η αύξηση των εξαγωγών, δημιουργώντας ένα φαινόμενο έξωσης των εργαζόμενων από την εγχώρια αγορά, προκάλεσε αύξηση 300% στις εισαγωγές –ένα περίεργο παράδοξο για τον κορυφαίο εξαγωγέα στον κόσμο– και θεαματική αύξηση της τιμής των προϊόντων που προέρχονται από ή σχετίζονται με τη σόγια : π.χ. μαγειρικό λάδι, από τα πιο χρησιμοποιημένα στα νοικοκυριά, ή το βοδινό κρέας έχουν δει τις τιμές τους να αυξάνονται σε ένα χρόνο κατά 103% και 50% αντίστοιχα.
Αυτή η θεαματική «έκρηξη» συνεχίζεται: η τιμή της σόγιας αυξήθηκε κατά περαιτέρω 9,8% τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2021. Αυτή η κατάσταση ενθουσιάζει τους μεγάλους παραγωγούς και τους «μεγάλους 4» του εμπορίου: τους Αμερικανούς Astier, Bunge και Cargill και τη γαλλική Louis Dreyfus Compagnie (LDC) των οποίων η αμοιβή είναι εν μέρει αναπροσαρμοσμένη στις τιμές. Συμπληρωματικά, η αδυναμία του εθνικού νομίσματος, του πραγματικού, στην αγορά συναλλάγματος, έχει πλουτίσει περαιτέρω τους Βραζιλιάνους πωλητές σόγιας των οποίων τα συμβόλαια εκφράζονται σε δολάρια. Στην πραγματικότητα, η εμβληματική περίπτωση της σόγιας δεν είναι μεμονωμένη. Οι τιμές των προϊόντων από μεγάλες μονοκαλλιέργειες της Βραζιλίας: καλαμπόκι, βαμβάκι, αλλά και προϊόντα εξόρυξης (σίδηρος, χαλκός, νιόβιο), έχουν σημειώσει σημαντική άνοδο από το 2019. Αυτή η αύξηση θεωρείται από ορισμένους παρατηρητές προσωρινή και από άλλους, όπως η αρχή μιας νέας γενικευμένης έκρηξης «εμπορευμάτων» (ή πρώτων υλών), παρόμοια με αυτή που γνώρισε η Βραζιλία τη δεκαετία του 2000, υπό την προεδρία του Luiz Inacio Lula Da Silva και της Dilma Rousseff.