Το κόμμα ως ζωντανός οργανισμός παρακολουθεί τις ευρύτερες κοινωνικές και πολιτιστικές διεργασίες της κάθε ιστορικής περιόδου. Το κόμμα της προφορικής προπαγάνδας δεν μπορεί να είναι το ίδιο ακριβώς την εποχή της διαδικτυακής επικοινωνίας.
Η είδηση για το (προσωρινό;) κλείσιμο του αρχείου Λούκατς δεν προκαλεί έκπληξη, όταν η Ουγγρική κυβέρνηση βρίσκεται στην ακροδεξιά πλευρά του πολιτικού φάσματος. Κάθε τι που θυμίζει το κομμουνιστικό παρελθόν πρέπει να εξαλειφθεί. Έτσι και ο επιφανής μαρξιστής. Πράξη κατ’ ουσίαν ανήθικη για έναν στοχαστή που λάμπρυνε την παγκόσμια σκέψη με τη βαθιά και πολύπλευρη κουλτούρα του, την αγωνιστική φιλοσοφική του στάση στην υπεράσπιση και προώθηση του μαρξισμού και του σοσιαλιστικού ανθρωπισμού.
Η ηθική και η διαλεκτική της σχέση με την πολιτική απασχόλησε τον Λούκατς καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Από την περίοδο της μετάβασής του στον μαρξισμό (για παράδειγμα τα κείμενά του «μπολσεβικισμός ως ηθικό πρόβλημα» και «τακτική και ηθική») έως την πλήρη ωριμότητά του (οι «συνομιλίες» του για τα ζητήματα οντολογίας και πολιτικής, οι αναλύσεις του για το πραγματικό περιεχόμενο της δημοκρατίας είναι ενδεικτικές).
Οι πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα ευτύχισαν να δουν μεγάλους μαρξιστές – τον Λένιν, τον Τρότσκι, τη Λούξεμπουργκ, τον Γκράμσι, τον Λούκατς – να ασχολούνται με το ηθικοπολιτικό περιεχόμενο της επαναστατικής δράσης και της οργάνωσης των εργατικών κομμουνιστικών κομμάτων.
Δυστυχώς ο σταλινισμός, με ή χωρίς τον Στάλιν (ο Λούκατς αναγνώριζε ότι η λεγόμενη «αποσταλινοποίηση» έγινε με σταλινικούς όρους), ανέκοψε κάθε δημιουργική συζήτηση για τα ηθικοπολιτικά προβλήματα του οργανωτικού ζητήματος. Η θεωρητική ανασφάλεια οδηγεί συχνά στην «ασφάλεια» των προσώπων κι έτσι η προσωπολατρεία σφράγισε για τα επόμενα χρόνια (ίχνη της παρατηρούνται και σήμερα) τη λειτουργία ενός μονολιθικού και παντοδύναμου γραφειοκρατικού κόμματος.
Ο λενινιστικός δημοκρατικός συγκεντρωτισμός κατέληξε να είναι συγκεντρωτισμός δίχως δημοκρατία και η πειθαρχία – αποτέλεσμα της πλατιάς εσωκομματικής δημοκρατίας – εξελίχθηκε σε καταναγκασμό στα κελεύσματα της κομματικής ελίτ. Αυτή η παγιωμένη κομματική πρακτική καθόρισε, και εν πολλοίς καθορίζει, τόσο την εσωκομματική ζωή όσο και τις συχνές παλινωδίες στο χώρο της πολιτικής τακτικής.
Ο Λούκατς, στη μονογραφία του για τον Λένιν, θα αναλύσει με διεισδυτικό τρόπο την οργανωτική αλλά και την ηθικοπολιτική λειτουργία του κομμουνιστικού κόμματος. Θα τονίσει ότι η λενινιστική αντίληψη για την κομματική οργάνωση δεν αποτελεί ένα αχρονικό δόγμα αλλά προϋποθέτει το γεγονός της επικαιρότητας της επανάστασης. Το κόμμα ως ζωντανός οργανισμός παρακολουθεί τις ευρύτερες κοινωνικές και πολιτιστικές διεργασίες της κάθε ιστορικής περιόδου. Το κόμμα της προφορικής προπαγάνδας δεν μπορεί να είναι το ίδιο ακριβώς την εποχή της διαδικτυακής επικοινωνίας.
Σήμερα είναι πολιτικά αναγκαία η εξέταση της σχέσης ηθικής και πολιτικής. Σε μια εποχή γενικευμένης καπιταλιστικής βαρβαρότητας και υποχώρησης της κομμουνιστικής αριστεράς η συζήτηση για το νέο πολιτικό υποκείμενο αποτελεί κυρίαρχο ταξικό καθήκον.
Η εσωτερική ζωή των εργατικών κομμάτων και των πολιτικών συλλογικοτήτων του αριστερού ριζοσπαστισμού εμφανίζεται, στις περισσότερες περιπτώσεις, αμήχανη μπροστά σε κομβικά ζητήματα οργανωτικού χαρακτήρα που συνδέονται άμεσα με το περιεχόμενο της εσωκομματικής δημοκρατίας. Πώς οργανώνεται ο διάλογος; Πόσο αναγνωρίζεται η άλλη άποψη; Λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές φωνές που «παρεκλίνουν» από τη «γραμμή» των ηγεσιών; Μήπως υποκαθίσταται η οργανωμένη δημοκρατική συζήτηση από την πάλη μηχανισμών, συχνά ετερόκλητης πολιτικής στόχευσης;
Η ιστορία έχει δείξει ότι όσο αυτοαναφορικός είναι ένας κομματικός οργανισμός τόσο λιγότερο δημοκρατικός είναι. Και το άμεσο πρακτικό αποτέλεσμα της αυτοαναφορικότητας είναι ο πολιτικός σεχταρισμός που στηρίζεται σε μια ιδιόμορφη ηθική αδιαφορία. Ηθική στην πολιτική σημαίνει συμμετοχή στα δρώμενα, αντιμετώπιση πραγματικών καταστάσεων, επιλογές και αποφάσεις. Κάθε στιγμή. Όχι αφηρημένα και εκ των προτέρων. Η πολιτική τακτική δεν είναι μια γραμμική πορεία. Είναι δοκιμασία κριτηρίων και στόχων. Όλα αυτά προϋποθέτουν τη διαλεκτική σχέση με τη στρατηγική. Το κρισιμότερο ηθικοπολιτικό πρόβλημα: η διαλεκτική σκοπού και μέσων.
Αντιμετωπίζοντας την ηθική νομίζουμε ότι ξεμπερδεύουμε όταν αναγνωρίζουμε το, σε τελευταία ανάλυση, ταξικό της περιεχόμενο. Αυτή η αναγνώριση είναι μια γενικά σωστή περιγραφή, αναγκαία για να κατανοηθεί το πραγματικό πλαίσιο των ηθικών πράξεων. Αναγκαία αλλά όχι επαρκής.
Η ηθική συνείδηση της εργατικής τάξης δεν είναι κάτι ομοιογενές ή δεδομένο. Η ίδια η τάξη συγκροτείται ως μια διαδικασία ποικίλων και αντιφατικών διεργασιών. Δεν είναι μια προϋπάρχουσα οντότητα αλλά μια δυναμική συνεχούς διαμόρφωσης και αναδιαμόρφωσης, με σταθερά και μεταβλητά χαρακτηριστικά. Η ραγδαία ανάπτυξη της άυλης εργασίας, η εκρηκτική τάση προλεταριοποίησης μεσαίων, στρωμάτων ή η αύξηση ενός νομαδικού εργατικού στρατού προσφύγων και μεταναστών είναι, σήμερα, χαρακτηριστικά που μαζί με την τεράστια επίδραση των αστικών ιδεολογικών μηχανισμών και παραμηχανισμών (η «άτυπη» επίδραση των ΜΜΕ, για παράδειγμα) αποτελούν ένα νέο πλαίσιο όπου η διαδικασία συγκρότησης της εργατικής τάξης λαμβάνει χώρα.
Κατ’ αντιστοιχία, ενώ υπάρχουν σταθερά στοιχεία αναφοράς που έχουν ιστορικοκοινωνικά διαμορφωθεί και συγκροτούν το γενικό πνεύμα της εργατικής ηθικής, και, μ’ αυτή την έννοια, αποτελούν τη δυνατότητα της οικουμενικότητάς της ως πανανθρώπινης ηθικοπολιτικής χειραφετικής διαδικασίας, οι συγκεκριμένοι όροι της κάθε φοράς διαμόρφωσης και αναδιαμόρφωσης της εργατικής τάξης αποκαλύπτουν ηθικά διλήμματα και συγκρούσεις που, ως προς τη μορφή τους, είναι ή εμφανίζονται ως καινούργια.
Σε κάθε περίπτωση, κι αυτό ο Λούκατς το έχει τονίσει σε πολλά του έργα, η ηθική απόφαση και η ηθική πράξη είναι μια προσωπική υπόθεση. Η αναγνώριση της αντικειμενικής αναγκαιότητας του κομμουνισμού δεν ταυτίζεται με τον εκάστοτε προσωπικό τρόπο ηθικοπολιτικής στράτευσης στο πρόταγμά του. Ούτε αυτή η τελευταία αρκεί για να αιτιολογήσει ή δικαιολογήσει τις αντιφάσεις στην ηθικοπολιτική συμπεριφορά του κάθε κομμουνιστή. Η ηθική, παρόλο το συχνά αναγκαίο τρόπο των αφηρημένων διακηρύξεών της, είναι πάντοτε συγκεκριμένη και κρίνεται ως τέτοια.
Αυτά είναι ζητήματα που η σύγχρονη αριστερά, ιδιαίτερα αυτή με σαφείς κομμουνιστικές αναφορές, οφείλει να τα εντάξει, όχι μόνο στο θεωρητικό της λόγο, αλλά, κυρίως, στην ίδια την πρακτική της, ώστε έτσι να αναπτύσσεται η αναγκαία προβληματική που θα προετοιμάσει τα σημερινά πολιτικά υποκείμενα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, δίχως, όσο είναι δυνατόν, τη γραφειοκρατική κληρονομιά του παρελθόντος.