Μεταφορά – Απόδοση Αντωνίας Πάνου
Ενώ ο Δυτικός τύπος βρίθει από καταδικαστικές αποφάσεις ενάντια στη Ρωσία για το Ουκρανικό, επικυρώνει τη νομιμοποίηση κλοπής των κατασχεμένων στις δυτικές τράπεζες ρωσικών τραπεζικών αποθεματικών, επικροτεί απαγορεύσεις συμμετοχής Ρώσων αθλητών, καλλιτεχνών και απλών πολιτών σε διεθνή γεγονότα όπως πχ. τους Ολυμπιακούς του Παρισιού, αρχίζουν δειλά να εμφανίζονται άρθρα για την προσέγγιση των δύο μεγάλων δυνάμεων στην Ανατολή, της Ρωσίας και της Κίνας και την απειλή που αυτό συνιστά για τις ΗΠΑ και τη Δύση.
Έτσι στις 9 Απρίλη δημοσιεύτηκε κύριο άρθρο στο φιλοκυβερνητικό αμερικάνικο περιοδικό Foreign Affairs με τίτλο : Η ανίερη συμμαχία του Πούτιν και του Σι. Παρά τον τίτλο το άρθρο δείχνει με σαφήνεια ότι οι δύο γίγαντες της Ανατολής βάζουν στην άκρη τις διαφωνίες τους και συσπειρώνονται στην αντιμετώπιση των ΗΠΑ και των προθύμων. Αποδίδουμε συνοπτικά το άρθρο του Alexander Gabuev προς γνώση των αναγνωστών μας.
«Πριν μόλις 10 χρόνια κανείς δυτικός μελετητής των τεκταινόμενων στην Ανατολή δεν θα μπορούσε να προβλέψει την επιτυχία της προσέγγισης Ρωσίας – Κίνας. Όλοι εκτιμούσαν ότι η προσέγγιση ήταν καταδικασμένη να αποτύχει λόγω μιας σειράς ιστορικών και πολιτισμικών διαφορών , και της ασύμμετρης αύξησης της οικονομικής ισχύος της Κίνας.
Η πραγματικότητα όμως είναι ότι οι δύο χώρες είναι πιο ευθυγραμμισμένες από ότι ποτέ άλλοτε, από τη δεκαετία του 1950 και εξής.
Η σύσφιξη αυτών των σχέσεων είναι ένα από τα σημαντικότερα γεωπολιτικά αποτελέσματα του πολέμου στην Ουκρανία.
Παρόλο που οι κυβερνήσεις των Σι και Πούτιν οδηγούν συνειδητά μέρος αυτού του αναπροσανατολισμού, η ουσία του είναι προϊόν της επίθεσης της Δύσης εναντίον τόσο της Ρωσίας όσο και της Κίνας.
Η Δύση όσο και αν προσπαθεί να μπει σφήνα μεταξύ των δύο δυνάμεων, η πραγματικότητα αντίθετα προοιωνίζει ότι η Δύση θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για μια παρατεταμένη περίοδο ταυτόχρονης αντιπαράθεσης με δύο τεράστιες, πυρηνικά εξοπλισμένες, δυνάμεις.
Είκοσι μέρες πριν την έναρξη της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» της Ρωσίας ενάντια στην Ουκρανία ο Πούτιν και ο Σι περιέγραψαν τους δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών τους ως «εταιρική σχέση χωρίς όρια».
Η εμβάθυνση της εταιρικής σχέσης δεν γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 2022. Μετά την πικρή αποξένωση της σινοσοβιετικής διάσπασης που διήρκεσε από τη δεκαετία του 1960 έως τη δεκαετία του 1980, η Κίνα και η Ρωσία έχουν έρθει πιο κοντά για διάφορους πραγματιστικούς λόγους.
Και οι δύο πλευρές ήθελαν να κάνουν τη μεταξύ τους εδαφική διαμάχη παρελθόν, και μέχρι το 2006, τα σύνορά τους μήκους 2.615 μιλίων είχαν τελικά πλήρως οριοθετηθεί.
Η οικονομική συμπληρωματικότητα τους οδήγησε επίσης κοντά: Η Ρωσία διέθετε άφθονους φυσικούς πόρους αλλά χρειαζόταν τεχνολογία και χρήματα, ενώ η Κίνα χρειαζόταν φυσικούς πόρους και είχε χρήματα και τεχνολογία που θα μπορούσε να διαμοιραστεί.
Από το 2000, το Πεκίνο και η Μόσχα συνεργάστηκαν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Χρησιμοποίησαν τη δύναμή τους ως μόνιμα μέλη για να αντιταχθούν σε πολλές από τις θέσεις και τους κανόνες που υποστήριζαν οι δυτικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης κυρώσεων κατά αυταρχικών καθεστώτων και των -υπό την ηγεσία των ΗΠΑ- εκστρατειών πίεσης σε περιφερειακές εστίες όπως η Συρία.
Η Κίνα και η Ρωσία μοιράζονται επίσης εδώ και καιρό μια δυσπιστία για τις Ηνωμένες Πολιτείες, θεωρώντας την Ουάσιγκτον ως έναν παγκόσμιο ηγεμόνα που θέλει να εμποδίσει το Πεκίνο και τη Μόσχα να πάρουν τη θέση που τους αναλογεί στην ηγεσία της παγκόσμιας τάξης και, ακόμη χειρότερα, που στοχεύει στην ανατροπή των καθεστώτων τους.
Οι ηγέτες στο Πεκίνο και τη Μόσχα αποφεύγουν επίσης συστηματικά να επικρίνουν καθεμία, το ιστορικό καταστολής στο εσωτερικό της άλλης χώρας και τη μεταχείριση των εθνικών μειονοτήτων – θέματα που τίθενται συνήθως από τους δυτικούς ομολόγους τους.
Η ιστορία της σύγχρονης σχέσης
Η αυξανόμενη εγγύτητα της Ρωσίας και της Κίνας είναι ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα του πολέμου στην Ουκρανία.
Μετά την κατάρρευση των ρωσικών σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες, στη συνέχεια της προσάρτησης της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014, το Κρεμλίνο στράφηκε προς την Ανατολή για να αντισταθμίσει την επίδραση των δυτικών οικονομικών κυρώσεων και να καταστήσει τη ρωσική οικονομία περισσότερο ανθεκτική στις συνολικές δυτικές πιέσεις.
Η Ρωσία, της οποίας η αμυντική βιομηχανία επιβίωσε την ισχνή δεκαετία του 1990 σε μεγάλο βαθμό με την πώληση όπλων στην Κίνα, αύξησε τις εξαγωγές πιο εξελιγμένων όπλων στον νότιο γείτονά της, όπως οι πύραυλοι εδάφους-αέρος S-400 και τα μαχητικά αεροσκάφη Su-35, και επένδυσε στην επέκταση των αγωγών, των σιδηροδρόμων, των λιμανιών και των διασυνοριακών γεφυρών που φέρνουν τους ρωσικούς φυσικούς πόρους στην κινεζική αγορά και τις κινεζικές εισαγωγές στη Ρωσία.
Αυτό εξηγεί γιατί, μετά την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία -την οποία κατά πολλούς το Πεκίνο δεν περίμενε- η Κίνα προσπάθησε να κρατήσει στάση αναμονής. Διατήρησε τους δεσμούς με τη Ρωσία, άδραξε την ευκαιρία να αγοράσει φθηνό ρωσικό πετρέλαιο (όπως έκαναν και άλλοι π.χ. η Ινδία) και δεν επέκρινε άμεσα τη ρωσική επιθετικότητα. Ταυτόχρονα, απέφυγε να παράσχει στη Μόσχα θανατηφόρα βοήθεια, εκτός από περιστασιακές μικρές αποστολές πυρίτιδας και άλλων υλικών που σχετίζονται με τον πόλεμο, υποστήριξε επίσημα την ουκρανική εδαφική ακεραιότητα και δεν προέβη σε σοβαρές παραβιάσεις των δυτικών κυρώσεων -παρά το ότι αρκετές κινεζικές εταιρείες τέθηκαν σε κυρώσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ στις αρχές του 2024 – για την αποστολή απαγορευμένων προϊόντων στη Ρωσία.
Το Μεγάλο Ποσοτικό άλμα
Παρά την αρχικά επιφυλακτική προσέγγιση του Πεκίνου, τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι, τα δύο χρόνια μετά την εισβολή, αναπτύχθηκε μια πολύ πιο ισχυρή σχέση μεταξύ Κίνας και Ρωσίας.
Το 2022, το διμερές εμπόριο αυξήθηκε κατά 36% σε 190 δισεκατομμύρια δολάρια.
Το 2023, αυξήθηκε στα 240 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η Κίνα εισήγαγε ενεργειακά αγαθά αξίας 129 δισεκατομμυρίων δολαρίων -κυρίως πετρέλαιο, αέριο από αγωγούς, υγροποιημένο φυσικό αέριο και άνθρακα- τα οποία αντιπροσωπεύουν το 73% των ρωσικών εξαγωγών προς την Κίνα, καθώς και μέταλλα, γεωργικά προϊόντα και ξύλο. Ταυτόχρονα, η Κίνα έχει εξάγει στη Ρωσία αγαθά αξίας 111 δισεκατομμυρίων δολαρίων, στα οποία κυριαρχούν ο βιομηχανικός εξοπλισμός (περίπου το 23% των εξαγωγών), τα αυτοκίνητα (20%) και τα καταναλωτικά ηλεκτρονικά (15%).
Ως αποτέλεσμα των δυτικών κυρώσεων και ελέγχων των εξαγωγών της Ρωσίας, οι πωλήσεις κινεζικού βιομηχανικού εξοπλισμού αυξήθηκαν κατά 54% το 2023 σε σύγκριση με το 2022 και οι πωλήσεις κινεζικών αυτοκινήτων σχεδόν τετραπλασιάστηκαν, καθιστώντας τη Ρωσία τη μεγαλύτερη υπερπόντια αγορά για κινεζικά αυτοκίνητα με κινητήρες εσωτερικής καύσης. Σε αυτά τα στοιχεία υπάρχουν κινεζικής κατασκευής είδη που ενισχύουν άμεσα τη ρωσική στρατιωτική μηχανή, συμπεριλαμβανομένων των αυξανόμενων εξαγωγών τσιπ, οπτικών, μη επανδρωμένων αεροσκαφών και εξελιγμένων εργαλείων κατασκευής.
Κίνα – Ρωσία: Κοινές Στρατιωτικές ασκήσεις
Ακόμη και εν μέσω του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία , ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός της Κίνας έχει αυξήσει τον αριθμό των κοινών δραστηριοτήτων που εκτελεί με τον ρωσικό στρατό.
Τον Σεπτέμβριο του 2022, παρά τα σημαντικά προβλήματα στα μέτωπα στην Ουκρανία, η Ρωσία διεξήγαγε μια στρατηγική άσκηση στην Άπω Ανατολή της, στην οποία η Κίνα έστειλε 2.000 στρατιώτες.
Λίγους μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο, το κινεζικό και το ρωσικό ναυτικό πραγματοποίησαν την ετήσια άσκησή τους, αυτή τη φορά στην Ανατολική Σινική Θάλασσα.
Το 2023, το Πεκίνο και η Μόσχα πραγματοποίησαν τρεις γύρους ναυτικών ασκήσεων, ενώ το 2022 και το 2023 πραγματοποίησαν τέσσερις κοινές περιπολίες στην Ασία με πυρηνικά εξοπλισμένα βομβαρδιστικά.
Αυτές οι δραστηριότητες εξακολουθούν να στερούνται σαφώς το εύρος και το βάθος των κοινών ασκήσεων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους στην Ευρώπη και την Ασία, αλλά οι κινέζικες και οι ρώσικες στρατιωτικές δυνάμεις εμβαθύνουν αναμφίβολα τη διαλειτουργικότητα και συνεργασία τους επί του πεδίου .
Αυξημένη εγγύτητα στις διπλωματικές σχέσεις Ρωσίας – Κίνας
Ακόμα παρουσιάζεται αυξημένη εγγύτητα μεταξύ αξιωματούχων Κίνας και Ρωσίας. Από την κρατική επίσκεψη του Σι στη Ρωσία τον Μάρτιο του 2023, ο Ρώσος πρωθυπουργός Μιχαήλ Μισούστιν και ανώτερα μέλη της ομάδας του έχουν ταξιδέψει στην Κίνα δύο φορές, εκτός από το ταξίδι του ίδιου του Πούτιν στο Πεκίνο τον Οκτώβριο.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023, πολλοί ανώτεροι Ρώσοι αξιωματούχοι και διευθύνοντες σύμβουλοι των μεγαλύτερων κρατικών και ιδιωτικών εταιρειών πηγαινοέρχονταν στην Κίνα. Ανώτεροι Κινέζοι ηγέτες -ιδιαίτερα εκείνοι που προέρχονται από τον στρατιωτικό τομέα και τον τομέα της ασφάλειας- έχουν επίσης πραγματοποιήσει ταξίδια στη Ρωσία.
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ βρίσκεται επί του παρόντος στο Πεκίνο για συνομιλίες με τον Κινέζο ομόλογό του Γουάνγκ Γι.
Παρόλο που αυτή η κίνηση είναι ως επί το πλείστον μονόπλευρη – ανώτεροι Ρώσοι αξιωματούχοι και επιχειρηματίες πηγαίνουν στην Κίνα πολύ πιο συχνά από ό,τι οι Κινέζοι ομόλογοί τους πηγαίνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση, , οι επισκέψεις υψηλόβαθμων στρατιωτικών αξιωματούχων τείνουν να είναι συμμετρικές και αμοιβαίες.
Ακόμα οι δεσμοί με την Κίνα αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία για τις ρωσικές ελίτ όσον αφορά το μέλλον τους -τόσο αυτών των ίδιων, όσο και των παιδιών τους. Οι δυτικές κυρώσεις έχουν προκαλέσει την απώλεια του πλούτου του επενδεδυμένου στη Δύση των ρώσικων ελίτ και τη δυνατότητά τους να σπουδάσουν τα παιδιά τους στα φημισμένα μεγάλα δυτικά πανεπιστήμια. Τα κορυφαία πανεπιστήμια της Κίνας και του Χονγκ Κονγκ, εν τω μεταξύ, κατατάσσονται πολύ υψηλότερα από παρόμοια ιδρύματα στη Ρωσία. Υπάρχουν αυξανόμενες ανεπίσημες ενδείξεις ότι για πρώτη φορά στη ρωσική ιστορία, μέλη της ρωσικής ελίτ και τα παιδιά τους έχουν αρχίσει να μαθαίνουν μανδαρινικά.
Η συνολική αναθέρμανση της στάσης απέναντι στην Κίνα αντανακλάται και στις δημοσκοπήσεις (συμπεριλαμβανομένων των πρόσφατων στοιχείων που παρήχθησαν από τις κοινές προσπάθειες του Carnegie Endowment και του Levada Center, του ανεξάρτητου ρωσικού οργανισμού δημοσκοπήσεων).
Στο τέλος του 2023, το 85% των Ρώσων έβλεπε θετικά την Κίνα, ενώ μόνο το 6% είχε αρνητική γνώμη για τη χώρα. Σχεδόν τα τρία τέταρτα των Ρώσων δεν πιστεύουν ότι η Κίνα αποτελεί απειλή γι’ αυτούς – έναντι περίπου ενός πέμπτου των Ρώσων που πιστεύουν ότι η Κίνα αποτελεί απειλή. Πάνω από τους μισούς Ρώσους θέλουν τώρα τα παιδιά τους να μάθουν κινέζικα, μια εκπληκτική εξέλιξη. Περισσότερο από το 80% των ανθρώπων εξακολουθούν να θέλουν τα παιδιά τους να μάθουν αγγλικά, αλλά ο αριθμός των ανθρώπων που ενδιαφέρονται για τα μανδαρινικά αυξάνεται ραγδαία.
Οι πιο φιλικές προς την Κίνα στάσεις καταγράφονται στη ρωσική Άπω Ανατολή, μια περιοχή που συνορεύει με την Κίνα και είναι περισσότερο σε επαφή με την καθημερινή ζωή της χώρας.. Αυτή η γενικά θετική διάθεση της κοινής γνώμης για την Κίνα επέτρεψε στο Κρεμλίνο να εισέλθει σε στενότερο οικονομικό, τεχνολογικό και πολιτικό εναγκαλισμό με το Πεκίνο από ποτέ άλλοτε.
Μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία το 2022, ο πόλεμος έγινε η οργανωτική αρχή της ρωσικής εσωτερικής, οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής.
Η σχέση της Ρωσίας με την Κίνα συμπεριλαμβάνει και τις τρεις αυτές εκδοχές. Η συνεργασία της Ρωσίας με την Κίνα επέτρεψε σε μεγάλο βαθμό στον Πούτιν να συνεχίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η έμμεση υποστήριξη της Κίνας στη ρωσική πολεμική προσπάθεια είναι απαραίτητη. Περιλαμβάνει την προμήθεια εμπορικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών επιτήρησης, κινεζικής κατασκευής τσιπ υπολογιστών και άλλων κρίσιμων εξαρτημάτων που χρησιμοποιούνται από τη ρωσική αμυντική βιομηχανία.
Στο οικονομικό μέτωπο, το πολεμικό ταμείο του Πούτιν βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα έσοδα από τις κινεζικές αγορές ρωσικών εξαγωγών. Η εκκαθάριση των πληρωμών σε κινεζικό γουάν κρατά το ρωσικό χρηματοπιστωτικό σύστημα σε εγρήγορση, και οι εισαγωγές αυτοκινήτων, ηλεκτρονικών ειδών και άλλων καταναλωτικών αγαθών κρατούν τα καταστήματα καλά εφοδιασμένα και τους απλούς Ρώσους ήσυχους.
‘Εχει καταστεί σαφές ότι η ενσωμάτωση της ρωσικής οικονομίας, του ανθρώπινου δυναμικού και της στρατιωτικής τεχνολογίας σε μια Pax Sinica, μια τάξη πραγμάτων υπό κινεζική ηγεσία με την Ευρασία στο γεωγραφικό της κέντρο, είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο η Ρωσία μπορεί να διατηρήσει την αντιπαράθεσή της με τη Δύση.
Πολλές φωνές τόσο στη Ρωσία όσο και στη Δύση τονίζουν την ασυμμετρία που υπάρχει στις σινοσοβιετικές σχέσεις. Ως μεγαλύτερη και τεχνολογικά πιο προηγμένη οικονομία που διατηρεί ρεαλιστικούς δεσμούς με τη Δύση, η Κίνα έχει ισχυρότερη διαπραγματευτική δύναμη και πολύ περισσότερες επιλογές από τη Ρωσία, και η επιρροή της επί του βόρειου γείτονά της αυξάνεται συνεχώς. Λίγα χρόνια αργότερα τι θα συμβεί; Tο Πεκίνο θα είναι πιο ικανό να υπαγορεύει τους όρους της οικονομικής, τεχνολογικής και περιφερειακής συνεργασίας με τη Μόσχα;
Όμως και σύμφωνα με τα λόγια του ϊδιου του Πούτιν – που στα τέλη του 2023 παραλλήλισε τον εαυτό του σαν ιστορικό ανάλογο του Αλέξανδρου Νέφσκι που «για να μπορέσει να αντισταθεί αποτελεσματικά στην εισβολή της Δύσης δεν δίστασε να υποκλιθεί στον Χαν της Ορδής και να λάβει διάταγμα του για τη βασιλεία του»- οι παραλληλισμοί είναι σαφείς . Η μεγαλύτερη απειλή για τη Ρωσία -υπαρξιακής φύσης- προέρχεται από τη Δύση και όχι από την Κίνα.
Από την πλευρά της, η Κίνα έχει επίσης αρχίσει να βλέπει τη Ρωσία ως μέρος μιας θεμελιώδους γεωπολιτικής αναπροσαρμογής. To 2021, το Πεκίνο είχε λόγους να ελπίζει ότι οι σχέσεις του με τις Ηνωμένες Πολιτείες -η σημαντικότερη διμερής παγκόσμια σχέση του 21ου αιώνα- θα επέστρεφαν σε μια προβλέψιμη τροχιά μετά την αποδιοργανωτική προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ. Οι ελπίδες του Πεκίνου διαψεύστηκαν όταν ο Μπάιντεν διατήρησε μεγάλο μέρος της πολιτικής του Τραμπ για την Κίνα. (την ενίσχυση των στρατιωτικών συνεργασιών στον Ινδο-Ειρηνικό και τον περιορισμό της πρόσβασης της Κίνας στην τεχνολογία αιχμής των ΗΠΑ όσο το δυνατόν περισσότερο). Η επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν το 2022, έπεισαν επίσης το Πεκίνο ότι η αντιπαράθεση της Κίνας με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι βέβαιο ότι θα βαθύνει, ανεξάρτητα από το ποιος θα καταλάβει τον Λευκό Οίκο.
‘Ετσι παρόλο που η Κίνα προσπάθησε να τηρήσει τις κόκκινες γραμμές των ΗΠΑ μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τον Οκτώβριο του 2022, ο Μπάιντεν ενέκρινε εκτεταμένους αμερικανικούς εξαγωγικούς ελέγχους με στόχο την Κίνα. Με δεδομένο ότι καμμιά προσεκτική κινεζική προσέγγιση δεν επρόκειτο να σταματήσει την επιθετικότητα της Δύσης, οι δυτικοί παρατηρητές διαπιστώνουν ότι δεν υπήρξε ποτέ κινεζική επιλογή που να βοηθήσει στην αποχώρηση, με τον οποιονδήποτε τρόπο, του Πούτιν από την πολιτική σκηνή της Ρωσίας. Η προοπτική ενός φιλοδυτικού καθεστώτος στο Κρεμλίνο θα οδηγούσε σε εξαιρετική αστάθεια τη Ρωσία και γιγάντωση της δυτικής απειλής. Και αν μια παρατεταμένη αντιπαράθεση μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών είναι αναπόφευκτη, το Πεκίνο χρειάζεται όλους τους εταίρους που μπορεί να βρει, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες απολαμβάνουν ένα τεράστιο σχετικό πλεονέκτημα στο μεγάλο δίκτυο συμμάχων τους.
Η Ευρασία μετατρέπεται σε περιοχή με δύο μεγάλους -κατ’ αρχή- εταίρους
Η αφθονία των φυσικών πόρων της Ρωσίας -όχι μόνο το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, αλλά και τα μέταλλα, το ουράνιο, τα λιπάσματα, το ξύλο, τα αγροτικά προϊόντα και το νερό- μπορεί να βοηθήσει στην τροφοδοσία της κινεζικής οικονομίας.
Εν τω μεταξύ, αυτή η ροή ρωσικών πόρων ενισχύει την ενεργειακή και επισιτιστική ασφάλεια της Κίνας, ενώ μειώνει την εξάρτησή της από ευάλωτες θαλάσσιες οδούς, όπως ο πορθμός της Μάλακα, ο οποίος περιπολείται από το αμερικανικό ναυτικό.
Αυξάνει ακόμα την ανταγωνιστικότητα της κινεζικής μεταποίησης μειώνοντας το ενεργειακό κόστος. Παρόλο που η ρωσική αγορά είναι πολύ μικρότερη από τις αγορές των ΗΠΑ ή της ΕΕ, εξακολουθεί να είναι σημαντική και όλο και με μεγαλύτερες απαιτήσεις για κινεζικά προϊόντα. Οι ρωσικές πωλήσεις γίνονται όλο και πιο σημαντικές για τους κινέζους κατασκευαστές, δεδομένης της ασταθούς εγχώριας ζήτησης στην Κίνα και της μείωσης των εξαγωγών προς τις παραδοσιακές αγορές της Δύσης. Επιπλέον, δεδομένου ότι το 70 τοις εκατό του κινεζικού εμπορίου με τη Ρωσία διακανονίζεται σε γουάν, το Πεκίνο μπορεί να αντιμετωπίσει την εμπορική σχέση ως εμβληματικό σχέδιο για τη διεθνοποίηση του νομίσματός του.
Πράγματι, τον Νοέμβριο του 2023, το μερίδιο του γουάν στο παγκόσμιο εμπόριο έφτασε το 4,61%, σύμφωνα με τα στοιχεία της SWIFT, το υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ.
Η στρατιωτική συνεργασία με τη Ρωσία αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα για την Κίνα.
Η Ρωσία διαθέτει επίσης ορισμένες προηγμένες στρατιωτικές τεχνολογίες που η Κίνα εξακολουθεί να χρειάζεται, παρά τη συνολική ανώτερη πολυπλοκότητα της κινεζικής αμυντικής βιομηχανίας.
Υπάρχουν ακόμη δυνατότητες για τις δύο χώρες να εντείνουν την ανταλλαγή πληροφοριών, να διεξάγουν κοινές επιχειρήσεις στον κυβερνοχώρο και να συντονίζουν τις επιχειρήσεις επιρροής τους, συμπεριλαμβανομένων των εκστρατειών πληροφόρησης .
Η Ρωσία αντικαθιστά τη σχεδόν πλήρη εξάρτησή της από τη Δύση με την εξάρτηση από την Κίνα
Η Μόσχα και το Πεκίνο δεν θέλουν να υπογράψουν μια επίσημη στρατιωτική συμμαχία. Κανείς από τους δύο δεν θέλει να έχει νομική υποχρέωση να πολεμήσει για τον άλλον και να παρασυρθεί σε μια περιττή σύγκρουση. Παρόλα αυτά, οι δύο μεγάλες πυρηνικές δυνάμεις που έχουν φιλικές σχέσεις και στέκονται δίπλα -δίπλα στη γιγαντιαία ευρασιατική χερσόνησο, είναι ντε φάκτο ένας μεγάλος πονοκέφαλος για την Ουάσινγκτον. Με την κατάρρευση των παγκόσμιων καθεστώτων ελέγχου των πυρηνικών όπλων και την ταχεία πυρηνική ανάπτυξη της Κίνας, οι Ηνωμένες Πολιτείες οδηγούνται στο να αναπτύξουν μια στρατηγική πυρηνική δύναμη που να μπορεί ταυτόχρονα να αποτρέψει δύο εταίρους αντιπάλους με τεράστια πυρηνικά οπλοστάσια
«Συμβαίνουν αλλαγές που όμοιες τους δεν έχουμε δει εδώ και 100 χρόνια. Ας οδηγήσουμε αυτές τις αλλαγές μαζί», είπε ο Σι στον Πούτιν αποχαιρετώντας τον στο τέλος της κρατικής επίσκεψής του τον Μάρτιο του 2023. Ο Ρώσος ηγέτης συμφώνησε πρόθυμα. Οι ενέργειες του Πεκίνου και της Μόσχας οδηγούν πράγματι σε ορισμένες βαθιές αλλαγές στην παγκόσμια τάξη, χωρις να είναι απαραίτητα ενημερωμένες από προσεκτικά στρατηγικά σχέδια και καλά διατυπωμένα οράματα.
Η αντιδυτική ρητορική του Πούτιν που ορίζει την εισβολή του στην Ουκρανία τόσο ως εξέγερση κατά της αμερικανικής ηγεμονίας και των “νεοαποικιακών πρακτικών” όσο και ως μια προσπάθεια για την οικοδόμηση μιας “πιο δίκαιης πολυπολικής παγκόσμιας τάξης προσπαθεί να πείσει τις χώρες του ποικιλόμορφου παγκόσμιου Νότου (μια ομάδα που ο Πούτιν ισχυρίζεται μεγαλοπρεπώς ότι εκπροσωπεί.)
Το πρόβλημα για τη Δύση είναι ότι πολλές χώρες και ιδιαίτερα οι λαοί τους έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται τις Ηνωμένες Πολιτείες στον ρόλο του διεθνούς χωροφύλακα. Και αυτό οφείλεται εξαιτίας της επιλογής των ΗΠΑ όσον αφορά τον αυθαίρετο παρεμβατισμό και τον επιλεκτικό σεβασμό του διεθνούς δικαίου. Η πρόσφατη υποστήριξη των ΗΠΑ και της Ευρώπης προς το Ισραήλ στον πόλεμό του στη Γάζα, ο οποίος παραβιάζει διεθνείς κανόνες, ενίσχυσε κατά κράτος αυτή την αντίληψη.
Τα λόγια δεν αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο πραγματικός κόσμος. Ούτε η πολυδιαφημισμένη επέκταση οργανισμών όπως ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης ή η πολυμερής ομάδα BRICS αλλάζει από μόνη της τη διεθνή τάξη.
Αυτό που έχει πραγματικό και διαρκή αντίκτυπο στην παγκόσμια τάξη είναι το γεγονός ότι τα τελευταία δύο χρόνια, οι συναλλαγές του Πεκίνου και της Μόσχας κατέδειξαν σαφώς τα όρια της δυτικής καταναγκαστικής ισχύος και παρείχαν μια βιώσιμη εναλλακτική λύση σε χώρες που επιδιώκουν να αντισταθμίσουν την εξάρτηση από τη δυτική τεχνολογία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα που κυριαρχείται από τις ΗΠΑ.
Η Ρωσία βρίσκεται στο δρόμο της προς την αντικατάσταση της σχεδόν πλήρους εξάρτησης από τη Δύση με την εξάρτηση από την Κίνα ( παρέμεινε στη ζωή και μπόρεσε να διεξάγει έναν επεκτατικό πόλεμο εναντίον μιας μεγάλης χώρας που υποστηρίζεται από το ΝΑΤΟ). Άλλες χώρες που είναι επιφυλακτικές ως προς την εξάρτηση από τη Δύση βλέπουν τώρα πώς το Πεκίνο μπορεί να αποτελέσει μια έτοιμη πηγή τεχνολογίας και μηχανισμών διακανονισμού πληρωμών, καθώς και μια γιγαντιαία αγορά για τους παραγωγούς πρώτων υλών.
Αυτή είναι η σημαντικότερη συμβολή της κινεζο-ρωσικής ευθυγράμμισης στην αναδιαμόρφωση της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων.
Η εμβάθυνση αυτής της εταιρικής σχέσης είναι ένα από τα πιο επακόλουθα αποτελέσματα της ουκρανικής τραγωδίας. Η Μόσχα και το Πεκίνο μπορεί να μην υπογράψουν ποτέ επίσημη συμμαχία, αλλά η εξέλιξη της σχέσης τους τα επόμενα χρόνια θα επηρεάζει όλο και περισσότερο τον κόσμο και θα προκαλεί τη Δύση.
Οποιεσδήποτε ελπίδες στη Δύση να τις απομακρύνουν η μία από την άλλη δεν είναι τίποτα περισσότερο από ευσεβείς πόθοι.. Σίγουρα, η σινορωσική σχέση δεν είναι απαλλαγμένη από τις εντάσεις της, και οι υπάρχουσες μπορεί να επιδεινωθούν καθώς η Κίνα αποκτά μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Προς το παρόν, ωστόσο, το Πεκίνο και η Μόσχα έχουν επιδείξει μια αξιοσημείωτη ικανότητα να διαχειρίζονται τις διαφορές τους.