Μια νέα σειρά βιβλίων, υπό τον τίτλο Ars Cogitans, εγκαινιάζουν οι εκδόσεις Τόπος. Η νέα αυτή σειρά σχετίζεται με την τέχνη που αναδεικνύει την αναγκαιότητα του στοχασμού για ζητήματα πολιτισμικής και καλλιτεχνικής εμπειρίας.
Φιλοδοξία της σειράς είναι, με την έκδοση μελετών που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη συγκρότηση μιας ριζοσπαστικής οπτικής, να συμβάλει στη δημιουργική συζήτηση και την εποικοδομητική αναζήτηση εκείνων των ρευμάτων που ιστορικά εξέφρασαν τη δομική σχέση τέχνης – κοινωνίας – πολιτικής και τις εναλλακτικές πολιτισμικές εμπειρίες και προτάσεις. Σε αυτό το πλαίσιο θα παρουσιαστούν κείμενα σημαντικών ξένων διανοητών καθώς και σχετικές εργασίες ελλήνων μελετητών που προωθούν τον προβληματισμό στο πεδίο της θεωρίας και της καλλιτεχνικής πράξης.
Διευθυντής της σειράς είναι ο Γιώργος Μανιάτης.
Τα δύο πρώτα βιβλία της σειράς είναι: Μιχαήλ Λίφσιτς, Η φιλοσοφία της τέχνης του Καρλ Μαρξ (μετάφραση: Μαρία Μαντώ Γιαννίκου και επίμετρο-επιμέλεια: Γιάννης Ιόλαος Μανιάτης) και Γκέοργκ Λούκατς, Αισθητική της μουσικής (επίμετρο – μετάφραση: Πάνος Ντούβας).
Σε ό,τι αφορά το βιβλίο Αισθητική της μουσικής, τα κύρια στοιχεία που χαρακτηρίζουν το έργο του Λούκατς για την αισθητική διαπερνούν και τη μελέτη του για τη μουσική, και είναι: η πρωταρχική σημασία της αντανάκλασης της πραγματικότητας, η έμφαση στον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της τέχνης και στην καθοριστική σημασία της στη διαδικασία κοινωνικοποίησης του ανθρώπου, η υπεράσπιση της αισθητικής αξίας του ρεαλισμού, η κριτική στάση απέναντι στις καλλιτεχνικές εκδηλώσεις του σύγχρονου ατομικισμού.
Στο πλαίσιο αυτό, οι βασικές πτυχές που θίγει ο μαρξιστής διανοητής για τη μουσική είναι: η θεμελίωση του κοινωνικού χαρακτήρα της λειτουργίας και της ηθικής επίδρασής της, το πρόβλημα της αυτονόμησής της από τον λόγο και τον χορό, η σχέση μορφής-περιεχομένου.
Ο Γκέοργκ Λούκατς (György Lukács, 1885-1971) γεννήθηκε στη Βουδαπέστη από πατέρα τραπεζίτη. Σπούδασε στα πανεπιστήμια της Βουδαπέστης και του Βερολίνου και το 1906 ανακηρύχθηκε διδάκτορας φιλοσοφίας. Το 1914 προσχώρησε στο Ουγγρικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Από το 1945 διετέλεσε καθηγητής Αισθητικής στο πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης. Το 1956 έγινε υπουργός Πολιτισμού στην κυβέρνηση Νάγκι, μετά την πτώση της οποίας αυτοεξορίστηκε για μικρό χρονικό διάστημα. Στα βασικότερα έργα του συγκαταλέγονται: Η ψυχή και οι μορφές (1911), Το ιστορικό μυθιστόρημα (1936), Ο Γκαίτε και η εποχή του (1946), Ο νεαρός Χέγκελ και το πρόβλημα της καπιταλιστικής κοινωνίας (1948), Η καταστροφή του λόγου (1954), Σολτζενίτσιν (1964).