Αυτό συνέβη χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς σκηνοθετημένη συνέντευξη Τύπου. Με μια μόνο ήρεμη δήλωση ενός υπαλλήλου της επιτροπής τελωνειακού δασμολογίου του Πεκίνου: «Οι δασμοί στα αμερικανικά αγαθά θα αυξηθούν στο 125% – και αυτή θα είναι η τελική μας προσαρμογή. Ανεξάρτητα από τις μελλοντικές ενέργειες των ΗΠΑ, η Κίνα δεν θα ανταποκρίνεται πλέον».
Στην Ουάσιγκτον, το εξέλαβαν σαν χειρονομία παραχώρησης. Στην πραγματικότητα; Το Πεκίνο απομακρύνθηκε από την τελευταία «αυτοκρατορική» μόχλευση που είχε απομείνει στην Ουάσιγκτον.
Η χαοτική διοίκηση Τραμπ, «πουλάει» τους δασμούς σαν ένα είδος οικονομικού πατριωτισμού, σαν ένα είδος σκληρής διαπραγμάτευσης. Αλλά οι δασμοί είναι η τελευταία λύση μιας παρακμάζουσας αυτοκρατορίας που δεν παράγει, δεν ανταγωνίζεται, δεν καινοτομεί, αλλά έχει την άποψη ότι μπορεί ακόμα να υπαγορεύει τους δικούς της όρους.
Η τελευταία κίνηση του Τραμπ, που επέβαλε ένα δασμό της τάξης του 145% στα κινεζικά προϊόντα, είχε ως στόχο να ελεγχθεί δυναμικά η κυριαρχία της Κίνας.
Το Πεκίνο περίμενε, ανάλυσε τέλεια τα δεδομένα και μετά πάγωσε τον πίνακα ανακοινώσεων.
«Δεν υπάρχει πιθανότητα της αποδοχής από την Κίνα αγοράς αγαθών από τις ΗΠΑ».
Μετάφραση: «Δεν σας χρειαζόμαστε πια». Έτσι οι ΗΠΑ αποκόπηκαν de facto από την κολοσσιαία κινεζική αγορά. Αυτό δεν είναι αποκλιμάκωση. Αυτό είναι απο-δολαριοποίηση στην πράξη. Είναι γεωοικονομικό aikido, χρησιμοποιώντας την επιθετικότητα της αυτοκρατορίας για να επιταχύνει την διάλυση της με αυτό.
Η Ουάσιγκτον εξακολουθεί να πιστεύει σε έναν κόσμο που δεν υπάρχει πια.
Πιστεύει ότι μπορεί να υπαγορεύει όρους εμπορίου ενώ έχει ελλείμματα τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Απειλεί το δρόμο της βιομηχανικής κινεζικής φερεγγυότητας ενώ την ίδια στιγμή τα δικά της εργοστάσια σκουριάζουν, και το πιο τραγικό είναι ότι πιστεύει επίσης ότι η Κίνα θα ανέχεται για πάντα κάθε οικονομικό πόλεμο μόνο και μόνο για να διατηρήσει την πρόσβαση στα ράφια της Walmart (της μεγαλύτερης πολυεθνικής εταιρίες λιανικής πώλησης στον κόσμο) και στα ομόλογα του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, ομόλογα που αποτελούν μια εν δυνάμει ωρολογιακή βόμβα για την παρακμάζουσα αυτοκρατορία.
Αλλά αυτός ο κόσμος έχει ολοκληρωτικά χαθεί.
Η Κίνα έχει αναπροσανατολίσει έγκαιρα το εμπόριο της μέσω του δόγματος Belt & Road. Είναι οχυρωμένη σε νομισματικές συμμαχίες με τους BRICS+, και επενδύει σε όλο τον πολυπληθή παγκόσμιο Νότο. Το πιο σημαντικό είναι ότι έχει μετατοπιστεί μακριά από την εξάρτηση από τις δυτικές εξαγωγές.
Έτσι, το Πεκίνο όταν λέει «θα αγνοήσουμε περαιτέρω κινήσεις δασμών των ΗΠΑ», δεν είναι κίνηση παραχώρησης με περιττούς θεατρινισμούς, αλλά μία λακωνική δήλωση κυρίαρχου παίκτη.
Αυτός είναι ο απολογισμός μιας αυτοκρατορίας που χτίστηκε πάνω στον οικονομικό παρασιτισμό και όχι στην δική της παραγωγή.
Η Αμερική δεν έχει τα εργαλεία για να κερδίσει έναν τέτοιας έκτασης εμπορικό πόλεμο. Γιατί δεν φτιάχνει πια τα απαιτούμενα εργαλεία γι’ αυτή την δουλειά . Η Wall Street υπονόμευσε με τις χρηματιστηριακές φούσκες τη βιομηχανική της βάση των ΗΠΑ. Παράλληλα η εργασία απελευθερώθηκε για σειρά δεκαετιών με μεταφορά της εγχώριας βιομηχανικής της παραγωγής σε εξωτερική ανάθεση. Έτσι σταδιακά οι υποδομές κατέρρευσαν ενώ την ίδια περίοδο 10 τρισεκατομμύρια δολάρια εξανεμίστηκαν σε άσκοπους πολέμους για πάντα.
Οι δασμοί της τάξης 145% του Τραμπ δεν είναι η εφαρμογή μιας κάποιας καλοσχεδιασμένης οικονομικής πολιτικής, αλλά το σύμπτωμα μιας αυτοκρατορίας σε τελευταίο στάδιο παρακμής.
Η δύναμη της αντίδρασης του Πεκίνου δεν είναι η επιβολή δασμών, είναι η άρνηση να απαντήσει ξανά, χωρίς καμία κλιμάκωση.
Φίλε αναγνώστη μην πανικοβάλλεσαι με αυτά που διαδραματίζονται. Απλά είναι ένα καθαρό μήνυμα προς τον παγκόσμιο Νότο που το Πεκίνο τού λέει: «Δεν θα παρασυρθούμε από το χάος που δημιουργεί η Ουάσινγκτον. Δεν θα τσακωθούμε για ένα σπίτι που καίγεται. Θα φτιάξουμε καινούριο».
Είναι ένδειξη συνδυασμού δύναμης και ωριμότητας. Γι’ αυτό αφήστε τις ΗΠΑ να απομονωθούν, με το να δασμολογούν ξανά και ξανά τις δικές τους αλυσίδες εφοδιασμού μέχρι να ματώσουν την σωματοποιημένη κοινωνία τους.
Στο μεταξύ το Πεκίνο θα εμπορεύεται με το γουάν με την παγκόσμια πλειοψηφία, ενώ η Αμερική θα τιμολογεί την ασχετοσύνη.
Οι αγορές έχουν χάσει σχεδόν 6 τρισεκατομμύρια δολάρια καθαρά από τον Φεβρουάριο, παρά τις σύντομες χρηματιστηριακές ανακάμψεις . Η Wall Street ξέρει ότι δεν είμαστε στο έτος 2001. Η Κίνα δεν δειλιάζει. Τώρα κατέχει τα κλειδιά για σπάνιες γαίες, τεχνολογία μπαταρίας και ημιαγωγούς.
Αλλά ας δούμε ποιος πραγματικά κατέστρεψε τις βιομηχανίες της Αμερικής. Είναι η Κίνα; Ή η Goldman Sachs; Ποιος λεηλάτησε συντάξεις, ποιος μετέτρεψε την στέγαση σε τροφή των αμοιβαίων κεφαλαίων και ποιος ξόδεψε τρισεκατομμύρια σε πολέμους για να θησαυρίζουν οι κολοσσοί όπως η Raytheon και η BlackRock;
Η πραγματική κλοπή δεν έγινε από το Πεκίνο.
Αυτή έγινε στις αίθουσες συνεδριάσεων τραπεζιτών, στις αίθουσες δεξαμενών σκέψης και στις αίθουσες της Αμερικανικής Γερουσίας κάτω από τα ιερά λάβαρα των «ελεύθερων αγορών» και της «ασφάλειας».
Αυτή την χρονική στιγμή δεν πραγματοποιείται η κορύφωση ενός εμπορικού πολέμου. Στην κυριολεξία είναι το τέλος της ψευδαίσθησης, ότι οι ΗΠΑ μπορούν να εγκρίνουν, να δασμολογούν και να εκφοβίζουν.
Από εδώ και πέρα η Κίνα, δεν θα παίξει το παιχνίδι της Αμερικάνικης αυτοκρατορίας. Φτιάχνει καινούργιο παιχνίδι, χωρίς την εκτόξευση απειλών, χωρίς εκτοξεύσεις καταστροφικών βομβών, αλλά με πραγματικό εμπόριο και με συμμάχους που δεν χρειάζονται απειλές για να μείνουν πιστοί.