Μετά την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ το 2019 ο χώρος της δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) έχει πέσει σε βαθιά κρίση. Για να υπερβούν την κρίση τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΠΑΣΟΚ προσέφυγαν σε εσωκομματικές εκλογές που όμως έφεραν τα αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκόμενα. Οι εσωκομματικές εκλογές στον ΣΥΡΙΖΑ έφεραν δυο διασπάσεις (Νέα Αριστερά, Κίνημα Δημοκρατίας) και όπου να ’ναι έρχεται και τρίτη, ενώ στο ΠΑΣΟΚ έφεραν ακόμα μεγαλύτερη εσωκομματική πόλωση που χρόνο με το χρόνο μεγαλώνει, καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Ανδρουλάκης τελικά απεδείχθη «κουτσό άλογο»
Η ρευστότητα αυτή δημιουργεί διεργασίες και ζυμώσεις, ενώ στα παρασκήνια φαίνεται να δημιουργούνται νέες συμμαχίες για την μετά Φάμελο και Ανδρουλάκη εποχή, που σε αυτές παίρνει μέρος ανοικτά το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο. Καθώς η σοσιαλδημοκρατία αποτελεί βασικό πυλώνα της αστικής πολιτικής η συνθήκης της πολυδιάσπασής και του εκλογικού κατακερματισμού της προβληματίζει τα αστικά επιτελεία, που ενδιαφέρονται για τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος.
Στο πλαίσιο αυτό η επανεμφάνιση Τσίπρα δεν είναι φυσικά μόνο προσωπική του επιλογή. Κατευθύνεται από δυνάμεις του κεφαλαίου και των ΜΜΕ (Μαρινάκης-ΜΕGA, Μελισσανίδης- Ναυτεμπορική, Εφ.Συν), με βασική επιδίωξη τόσο την αναδιάταξη στο χώρο της δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας και τα «αριστερά» της Ν.Δ., ώστε να προσφέρει «κεντροαριστερό» εταίρο σε μελλοντικές λύσεις κυβερνητικών συμμαχιών. Η βασική επιλογή τους, όπως φαίνεται μέχρι τώρα, είναι ο Ν. Δένδιας που φροντίζει να διαφοροποιείται σε θέματα που αμφισβητούν την ακροδεξιά κατεύθυνση της ΝΔ (Τέμπη, Άγνωστος Στρατιώτης κ.λπ.)

Γιατί, όταν η απάντηση σε ερώτηση εταιρίας δημοσκόπησης «Μητσοτάκης η χάος» το 42% των ερωτηθέντων απαντά «το χάος» αυτή η απάντηση δεν σηματοδοτεί άπλα το πολιτικό κενό. Είναι ενδεχομένως προάγγελος ανεξέλεγκτων κοινωνικών και ταξικών εκρήξεων που μπορεί να δημιουργήσουν συνθήκες για έναν νέο ριζοσπαστισμό από το κόσμο της φτώχιας, από τον κόσμο που δουλεύει από νύχτα σε νύχτα με το 13ωρο, από τους νεόπτωχους που επιβιώνουν με τα κοινωνικά επιδόματα, από την νεολαία που βλέπει να υποβαθμίζεται χρόνο με τον χρόνο η ζωή της από τον κοινωνικό εκφασισμό στις λειτουργιές του κράτους, την καταστολή και την δικαστική αδικία. Αυτός ο κόσμος σήμερα στην μεγαλη του πλειοψηφία βρίσκεται στο περιθώριο της πολιτικής και κινηματικής πράξης ενώ μεγάλο κομμάτι δεν πάει ούτε καν να ψηφίσει.
Παρόλα αυτά η επιλογή Τσίπρα για να παίξει τον ρόλο της «σοβαρής» αντιπολίτευσης που θα κάνει τον καπιταλισμό «πιο δημοκρατικό» αναδεικνύει τις δυσκολίες του αστικού πολιτικού συστήματος που καταφεύγει σε ανακυκλωμένα υλικά. Στόχος είναι να δημιουργήσει νέα αφηγήματα εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκεια προκειμένου να αναβιώσει ένας μίνι νέος διπολισμός, που θα εμβολίσει τον ΣΥΡΙΖΑ, την Πλεύση Ελευθερίας, τη Νέα Αριστερά και ένα μέρος του ΠΑΣΟΚ.
Ο Τσίπρας δεν προσδοκά να πάρει ψήφο από τον λαϊκό κόσμο που περιγράψαμε παραπάνω. Ενώ είναι ανύπαρκτες οι αναφορές του στις κοινωνικές δυνάμεις που τον έφεραν στην κυβέρνηση το 2015 όταν εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου από εργατικές και λαϊκές μάζες πλημμύριζαν τους δρόμους της Αθήνας και των άλλων αστικών κέντρων. Πολύ δύσκολα θα ξεπεράσουν την προδοσία του Αυγούστου του 2015. Αν και κάποιο κομμάτι του μπορεί και πάλι να εγκλωβιστεί στις κορώνες περί «κλεπτοκρατίας» «διεφθαρμένου κράτους» και τον ρηχό αντι-Μητσοτακισμό.
Η συνεχής αναφορά του στους λεγόμενους «κεντρώους» από τη μια δείχνει να δίνει εγγυήσεις στο πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο ότι δεν θα «λαικίσει» ξανά απευθυνόμενος στις κοινωνικές τάξεις που τον έφεραν στην κυβέρνηση, και από την άλλη με τα «πατριωτικά » και τα «Αντιμητσοτακικά» μέτωπα επιδιώκει να διαλύσει τα τελευταία εναπομείναντα κομμάτια του αριστερού ριζοσπαστισμού που εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλα τα πολιτικά μορφώματα τα οποία αυτοπροσδιορίζονται ως αριστερά. Ακόμα και αυτά της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας.
Σε αυτό συμβάλει και η τραγική θέση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ που έσπευσε να δηλώσει «παρών» στο υπό ίδρυση κόμμα του Τσίπρα πριν ακόμα και από την επίσημη εξαγγελία του. Τα αποτελέσματα αυτής της επιλογής δεν αργήσαν να φανούν. Στην τελευταία δημοσκόπηση της Interview ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει ποσοστά κάτω από το όριο εισόδου στην βουλή πράγμα που σημαίνει ότι ένα σημαντικό κομμάτι της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ απορρίπτει την επιλογή να διαχυθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στο κόμμα Τσίπρα.

Η υπόσχεση που δίνει ο Τσίπρας στο σύστημα είναι ότι θα είναι πιστός στις στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστών προτείνοντας την «στρατηγική αυτονομία της ΕΕ» (βλέπε RεARM Europe), το οποίο σημαίνει ότι θα στηρίξει την πολεμική προετοιμασία της, την ενίσχυση της πολεμικής της βιομηχανίας, του ευρωστρατού, για να αποκτήσει, όπως λέει «μεγαλύτερη αποτρεπτική ισχύ». Ενώ με την πρόταση για το λεγόμενο «Εθνικό Σχέδιο Ανάταξης» υπόσχεται ότι θα προχωρήσει σε διαρθρωτικές αλλαγές που αφορούν την μεγαλύτερη κερδοφορία του κεφαλαίου, έναντι των διεθνών του ανταγωνιστών, την κρατική διοίκηση και της Δικαιοσύνη, το φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα.
Αν κανείς διαβάσει την ομιλία του Μητσοτάκη στην ΔΕΘ και του Τσίπρα στο 5ο συνέδριο του Economist , για «το ισχυρό αναπτυξιακό σοκ» που έχει ανάγκη η χώρα, θα διαπιστώσει ότι επί της ουσίας η μια συμπληρώνει την άλλη, όσον αφορά την λεγόμενη ανταγωνιστικότητα και τις «μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν σε ένα διεθνές περιβάλλον μεγάλων ανταγωνισμών και ανακατατάξεων» που απαιτεί συναίνεση και κοινούς «εθνικούς στόχους» καλώντας τους εργαζομένους να συστρατευτούν στο παραμύθι της «δίκαιης ανάπτυξης».
Στο ερώτημα συνεπώς αν ο Τσίπρας είναι επιλογή του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου θα πρέπει να απαντήσουμε καταφατικά, για δυο βασικούς λόγους: Ο πρώτος είναι ότι το υπόγειο βουητό της οργής ακούγεται όλο και πιο δυνατό σε κάθε ευκαιρία, πράγμα που τρομάζει. Ο δεύτερος είναι ότι όπως με την λεγόμενη στροφή στο Κέντρο εξοβέλισε δυνάμεις ενός αριστερού ριζοσπαστικού λόγου μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ που έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην κατεύθυνση του, σήμερα και πάλι με την πρωτοβουλία του για νέο κόμμα θα περιθωριοποιήσει δυνάμεις που αντιστάθηκαν στον εκφυλισμό τόσο στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και στην Νέα Αριστερά.
Απέναντι σε αυτή την συνθήκη αναζητείται απάντηση από την αντικαπιταλιστική κομουνιστική και ριζοσπαστική αριστερά. Απάντηση που δεν θα δημιουργεί νέες αυταπάτες κοινοβουλευτικών εκπροσωπήσεων αλλά θα οικοδομεί μια νέα πολιτική συμμαχία η οποία θα στηρίζεται στην κοινή δράση των δυνάμεων της μαχόμενης αριστεράς και του κόσμου του αγώνα. Μια απάντηση που θα ανοίγει τη συζήτηση με ενωτικούς όρους σε όλο το εύρος των θεμάτων της εποχής μας και θα καταλήγει στη συγκρότηση ενός κοινού πολιτικού χώρου, που θα μπορεί να συζητάει και να αποφασίζει δημοκρατικά και ανοιχτά, συμπεριλαμβάνοντας τις οργανώσεις που παίρνουν αυτή την πρωτοβουλία, όποια άλλη οργάνωση θέλει στην πορεία να συμμετέχει, αλλά και τον κόσμο του αγώνα ο οποίος ενδιαφέρεται για το εγχείρημα αλλά σήμερα δεν εντάσσεται σε κάποια πολιτική οργάνωση.
Στην κατεύθυνση αυτή η πρωτοβουλία των 6 οργανώσεων (ΑΠΟ, ΔΕΑ, ΜΕΤΑΒΑΣΗ, ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ, ΚΕΜΑ, ΞΕΚΙΝΗΜΑ) είναι μια ελπιδοφόρα προσπάθεια.

