Μια ευχάριστη έκπληξη για τη συζήτηση σχετικά με την εξέγερση του Πολυτεχνείου αποτέλεσε το βιβλίο του Ιάσονα Χανδρινού, με τίτλο Όλη νύχτα εδώ – μια προφορική ιστορία της εξέγερσης του Πολυτεχνείου (εκδ. Καστανιώτη, 2019), που εκδόθηκε λίγες ημέρες πριν την 17η Νοεμβρίου.
Ο Ιάσονας Χανδρινός ανήκει σε μια νέα γενιά επιστημόνων που χρησιμοποιώντας σύγχρονα εργαλεία και μεθόδους ανανέωσαν την ιστορική έρευνα, συγκρούστηκαν με τον ιστορικό αναθεωρητισμό που ως έργο είχε την καθαγίαση και νομιμοποίηση Ταγματασφαλιτών και μαυραγοριτών και φώτισαν άγνωστες πλευρές της ταξικής πάλης στην Ελλάδα. Το πρώτο του βιβλίο «Το τιμωρό χέρι του λαού: η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη πρωτεύουσα 1942-1944», ήταν μια ξεχωριστή στιγμή για όλη την Αριστερά (εκδ. Θεμέλιο, 2012) καθώς άγγιξε και κάλυψε μια πλευρά της αντίστασης που στο παρελθόν έχει δεχθεί πολλά βέλη.
Το νέο πόνημα του Ι. Χανδρινού χρειάστηκε περισσότερα από οκτώ ολόκληρα χρόνια για να ολοκληρωθεί. Το βιβλίο «Όλη νύχτα εδώ» είναι μια αξιοθαύμαστη δουλειά, που θα έπρεπε να είχε γίνει πολλά χρόνια πριν, έτσι ώστε να περιλάμβανε τις μαρτυρίες αγωνιστών και άλλων πρωταγωνιστών που πλέον δεν είναι στη ζωή. Το βιβλίο αποτελείται από 84 συνεντεύξεις ανθρώπων που ήταν ενεργά παρόντες στην εξέγερση του Πολυτεχνείου και αξιοποιεί τη μέθοδο της προφορικής ιστορίας. Πρόκειται για μία σχετικά νέα τεχνική που έχει αποδειχθεί πρόσφορη για την καταγραφή της ιστορίας κοινωνικών αγώνων, εξεγέρσεων, πολιτικών συγκρούσεων, κ.α. Παρά την κριτική που έχει δεχθεί, η αξία χρήσης της έγκειται στο ότι σώζει μαρτυρίες, που συχνά συνοδεύονται από άπειρες λεπτομέρειες οι οποίες μάλλον δικαιολογημένα δε χωρούν στην ιστορία είτε την επίσημη, είτε αυτή που γράφουν οι «από κάτω». Η αξία χρήσης της επίσης έγκειται στο ότι ξεδιπλώνει προσωπικές καταγραφές επιτρέποντας στον αναγνώστη να προσεγγίσει και να αξιολογήσει τη στάση και την οπτική του κάθε αφηγητή. Η τεχνική αυτή προφανώς δε στερείται αδυναμιών. Σημαντικότερη όλων ότι δίνει χώρο σε μαρτυρίες και ερμηνείες που η ιστορία (είτε η αστική, είτε αυτή που προσεγγίζει την ανθρώπινη εξέλιξη ως ιστορία των ταξικών συγκρούσεων) θα απέρριπτε ως μη αληθείς ή μεροληπτικές. Είναι κάτι που υποθέτουμε έκανε πολλές φορές ο Ι. Χανδρινός γράφοντας για την ΟΠΛΑ. Στον ιστορικό φυσικά εναπόκειται η ευθύνη της διαμόρφωσης ισορροπίας μεταξύ των διαφορετικών προσεγγίσεων…
Ο Ι. Χανδρινός πήγε τα ρίσκα του ακόμη ένα βήμα πιο μπροστά επιλέγοντας να συμπεριλάβει στους αφηγητές τους και τρεις από την πλευρά του στρατού: του Κώστα Βουλιέρη, αντισυνταγματάρχη καταδρομέων, επικεφαλής ειδικών δυνάμεων της νύχτας της 16ης προς 17η Νοεμβρίου ο οποίος αργότερα αποτάχθηκε ως Ιωαννιδικός και η μαρτυρία του οποίου είναι η μαρτυρία ενός αμετανόητου συκοφάντη, του Μιχάλη Γουνελά, υπίλαρχου τεθωρακισμένων, επικεφαλής των τανκς που κατέβηκαν στο Πολυτεχνείο, κι ο οποίος με τον τρόπο του διαψεύδει τους ισχυρισμούς Βουλιέρη και του Παναγιώτη Μ. φαντάρος στην ομάδα καταδρομών που συμμετείχε στην καταστολή και με όσα λέει δείχνει την κατάσταση που επικρατούσε στους φαντάρους. Και κάπως έτσι άνοιξε ο …ασκός του Αιόλου. Δύο κριτικές που είδαν το φως της δημοσιότητας (εδώ κι εδώ) επέκριναν με αδικαιολόγητη σφοδρότητα τον ιστορικό γι’ αυτή την επιλογή του, κατηγορώντας τον ούτε λίγο ούτε πολύ για συμβολή στη διαστρέβλωση, παραποίηση και αντιστροφή των γεγονότων, για προβοκάτσια, για χρησιμοποίηση των συνεντεύξεων των αγωνιστών ως αμπαλάζ ώστε να δουν το φως της δημοσιότητας οι απόψεις των χουνταίων. Ο Ι. Χανδρινός κατηγορήθηκε ακόμη κι ότι συμβάλει στην ιδεολογική επίθεση της Δεξιάς απέναντι στο Πολυτεχνείο, με αιχμή του δόρατος την αμφισβήτηση των νεκρών, κ.α.
Προσπερνώντας την ένταση που σε ένα βαθμό μπορεί να γίνει κατανοητή επειδή ακόμη οι αναμνήσεις είναι νωπές και οι ευαισθησίες σεβαστές, κατά τη γνώμη μου ανοίγουν δύο ζητήματα προς συζήτηση.
Το πρώτο αφορά την ουσία των όσων λένε οι φασίστες. Προσωπικά απόλαυσα αφάνταστα τον χουνταίο να μιλάει για τα χρησιμοποιημένα και αχρησιμοποίητα προφυλακτικά που βρήκαν στο Πολυτεχνείο για έναν και μοναδικό λόγο: Επειδή είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω τη ρηχότητα και τη φαιδρότητα των επιχειρημάτων που χρησιμοποιεί διαχρονικά η εξουσία: από τον χουνταίο του 1973 μέχρι τη Δόμνα Μιχαηλίδου που είδε συριακό οπλοστάσιο στην ΑΣΟΕΕ και τον Μπογδάνο που καταγγέλλει βίγκαν αναρχοσατανίστριες λεσβίες εν έτει 2019. Προφανώς, ως αναγνώστης δεν είχα καμία απαίτηση από τον Ι. Χανδρινό να ξεκινήσει ένα νέο γύρο ερωτήσεων στους αγωνιστές για να μάθει και να με πληροφορήσει αν το …έκαναν ή δεν το έκαναν στο Πολυτεχνείο τις μέρες της κατάληψης. Ούτε να προστρέξει στα πρακτικά της δίκης, μιας και η μέθοδος του δε περιελάβανε τέτοια διαδικασία, κι ούτε ζητούμενό του ήταν να βγάλει πόρισμα για όσα συνέβησαν στην εξέγερση. Απαίτηση διασταύρωσης, επαλήθευσης, υπομνηματισμού δεν είχα ούτε και για όσα άλλα φαιδρά δηλώνουν οι χουνταίοι. Μεταξύ αυτών το υπονοούμενο για συνεργασία με τον στρατό που αφήνει για τον Κώστα Λαλιώτη. Η ηρωική στάση του Κώστα Λαλιώτη, όπως και εκατοντάδων άλλων αγωνιστών στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, είναι γνωστή και δεδομένη. Κι όχι μόνο μεταξύ της γενιάς του. Η προσπάθεια δε του χουνταίου, σχεδόν μισό αιώνα μετά να τον εκθέσει μόνο τιμή πρέπει να περιποιεί στον Κ. Λαλιώτη…
Αυτό που, κατά την άποψή μου πάντα, διχάζει και βρίσκεται στο βάθος όσων συζητούμε είναι η μέθοδος. Κι αυτό είναι το δεύτερο ζήτημα προς συζήτηση, ξέροντας φυσικά ότι δεν πρόκειται για θέμα τεχνικής, απαλλαγμένο περιεχομένου. Συγκεκριμένα, όφειλε ο ιστορικός να πάρει την άποψη των φασιστών; Ακόμη πιο προκλητικά: Φιλοξενώντας σε αυτό τον εξαίρετο τόμο την άποψή τους, τους νομιμοποιεί; Τους εισάγει από το παράθυρο μάλιστα στο δημόσιο διάλογο, σε μια θέση δίπλα σε όσους βασανίστηκαν, όπως άδικα και υπερβολικά κατηγορήθηκε;
Ο Ι. Χανδρινός απευθυνόμενος στα εκτελεστικά όργανα της χούντας ωθεί τον επαγγελματισμό και τη μεθοδολογική του συνέπεια στα άκρα, θεωρώντας αυτονόητο έναν όρο: Να θεωρούμε δεδομένο κι όχι θέμα προς συζήτηση αν απευθύνεται σε νοήμονες ανθρώπους με ικανότητα κριτικής και σύνθεσης. Ο Ι. Χανδρινός δεν έγραψε βιβλίο του Δημοτικού. Δεν απευθύνεται σε ανήλικους. Αποφεύγει σταθερά να αναπαράγει κοινοτοπίες, βαρύγδουπες μεγαλοστομίες και στρογγυλέματα, που κουράζουν όχι μόνο τους αναγνώστες αλλά κι όλους όσους υπερασπίζονται την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Το κοινό του είναι μια γενιά που δεν έζησε τη χούντα και τα επιχειρήματα των χουνταίων δεν εγείρουν τραύματα. Ο ίδιος έχει εκείνη την αυτοπεποίθηση που του επιτρέπει να τους εντάξει στον τόμο του και να τους δώσει πολύ λίγες σελίδες. Κι αυτό μάλιστα, χωρίς να αναπαράγει την «ξεπλένικη» τακτική των ίσων αποστάσεων. Ο Ι. Χανδρινός, με την επιλογή του, εκθέτει και δε νομιμοποιεί τους χουνταίους, ούτε τα τανκς.
Δοθέντων των παραπάνω, το βιβλίο του Ι. Χανδρινού με τις δεκάδες μαρτυρίες φωτίζει νέες, άγνωστες πλευρές της εξέγερσης και συμβάλλει στην αναγκαία έρευνα και συζήτηση ώστε το Πολυτεχνείο να παραμείνει ζωντανό στο δημόσιο διάλογο και την πολιτική αντιπαράθεση, ένα σημείο τομής για την Αριστερά στην Ελλάδα.