Πηγή: Libre
Τα τελευταία δώδεκα χρόνια (2010-2022) σε διεθνές και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι διαδοχικές κρίσεις (χρηματοπιστωτική, υγειονομική, ενεργειακή, επισιτιστική) και οι γεωπολιτικές και γεωοικονομικές εντάσεις που συντελούνται, παρά τις διαφοροποιήσεις των επιπτώσεων τους και των ασκούμενων πολιτικών αντιμετώπισης τους, η αύξηση των δημόσιων δαπανών, μεταξύ των άλλων, της ανεργίας και του δημόσιου χρέους, η επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου και των εισοδημάτων, η διεύρυνση των ανισοτήτων και της φτωχοποίησης της πλειοψηφίας του παγκόσμιου πληθυσμού αποτελούν αναμφίβολα κοινά χαρακτηριστικά τους.
Πράγματι, σύμφωνα με την έρευνα πεδίου της γαλλικής ΜΚΟ Secours Populaire το 25% των ευρωπαίων πολιτών βρίσκεται στο όριο της φτώχειας (30% του πληθυσμού στην Ελλάδα, ΕΛΣΤΑΤ 2022) και η πλειοψηφία των πολιτών στην Ευρώπη δηλώνει ότι αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες. Επιπλέον, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (11/11/2022), η Ε.Ε.-27 και τα κράτη-μέλη εκτιμάται ότι θα συναντηθούν κατά το επόμενο χρονικό διάστημα τόσο με ένα στασιμοπληθωριστικό και υφεσιακό πλαίσιο (αύξηση ΑΕΠ 0,3% το 2023 και 1,6% το 2024 και επίπεδο πληθωρισμού 7% το 2023 και 3% το 2024), όσο και με την ενεργειακή φτώχεια και την επισιτιστική ανασφάλεια.
Στις συνθήκες αυτές, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε πρόσφατα (9/11/2022) το περίγραμμα και το περιεχόμενο του νέου δημοσιονομικού πλαισίου το οποίο θα αρχίσει να εφαρμόζεται από 1/1/2024 και διακατέχεται από την δυνατότητα προς τα κράτη-μέλη μίας διαχειριστικής απλούστευσης και ευελιξίας αλλά στο πλαίσιο των κριτηρίων της Συνθήκης του Μάαστριχτ.
Με άλλα λόγια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις συγκεκριμένες προτάσεις της επικεντρώνεται, κατά βάση, στις επιπτώσεις των προαναφερόμενων κρίσεων στην αύξηση των δημόσιων δαπανών και του δημόσιου χρέους, περιθωριοποιώντας την σημασία των εισοδηματικών και κοινωνικών επιπτώσεων σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.
Έτσι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναβιώνει την αναγκαιότητα της δημοσιονομικής φερεγγυότητας των κρατών-μελών, σηματοδοτώντας ότι οι συντελούμενες παρεκκλίσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας, της ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης λόγω των πολεμικών συγκρούσεων της Ρωσίας στην Ουκρανία, θα τελειώσουν στο τέλος του 2023.
Κατά συνέπεια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οριοθετεί με τις συγκεκριμένες προτάσεις της ότι από 1/1/2024 θα τεθεί το ζήτημα της επιστροφής στη δημοσιονομική πειθαρχία (Jerome Creel, Alternatives Economiques, 10/11/2022).
Όμως, στην πορεία αυτή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τίθενται σοβαρά και σημαντικά ερωτήματα της συγκεκριμένης επιλογής, όπως:
η φερεγγυότητα ενός κράτους-μέλους της Ε.Ε.-27, ιδιαίτερα στις δυσμενείς συνθήκες της τρέχουσας δεκαετίας, εξασφαλίζεται με την δημοσιονομική πειθαρχία στις δημόσιες δαπάνες και το δημόσιο χρέος, περιθωριοποιώντας τις εισοδηματικές και κοινωνικές διαστάσεις της ευρωπαϊκής οικονομίας και των κρατών-μελών; και
η επιστροφή, υπό όρους, στην δημοσιονομική πειθαρχία που επικαλείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπονοεί την προσήλωση των δημοσιονομικών κανόνων που εφαρμόζονταν μέχρι το 2020 ή προκαταλαμβάνει τον αποκλεισμό από τις διαπραγματεύσεις που θα πραγματοποιηθούν εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μεταξύ των κρατών-μελών, της θέσπισης νέων κανόνων κοινωνικού χαρακτήρα, όπως το επίπεδο της ανεργίας, της φτωχοποίησης, της υγείας, κ.λ.π;
Με άλλα λόγια αυτό σημαίνει ότι σ΄ένα κράτος-μέλος της Ε.Ε.-27, η μείωση του δημόσιου χρέους στο μέλλον θα αξιολογείται με βάση μόνο τον κανόνα ότι από τις δημόσιες δαπάνες θα εξαιρούνται οι τόκοι εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους ή θα εξαιρούνται επιπλέον και οι δαπάνες καταπολέμησης ή επιδότησης της ανεργίας, ανασυγκρότησης των συστημάτων υγείας, κ.λ.π., προκειμένου να ανασυσταθεί η κοινωνική συνοχή, η κοινωνική φερεγγυότητα, το κοινωνικό κράτος και γενικότερα το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού στην Ευρώπη;
Επομένως, εάν κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν διαφοροποιηθούν οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς την προαναφερόμενη διαρθρωτική και κοινωνικο-αναπτυξιακή κατεύθυνση, τότε η συγκεκριμένη πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, θα περιοριστεί στην εκτός τόπου και χρόνου για τις κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις της Ευρώπης, γραφειοκρατική, διαδικαστική και διαχειριστική κατεύθυνση.
Έτσι, παρέχεται μόνο η δυνατότητα βραδύτερης μείωσης του χρέους, διατήρησης των δαπανών-επιδομάτων ανεργίας και εξέτασης του χαρακτήρα των επενδύσεων (Jerome Creel, 10/11/22), διατηρώντας παράλληλα ενεργή τη δυνατότητα επιλογής της δημοσιονομικής λιτότητας.
Όμως, μία τέτοια επιλογή εκτιμάται ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί τόσο στις σημερινές δυσμενείς συνθήκες, όσο και στις μελλοντικές νέες προκλήσεις, με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών-μελών, ιδιαίτερα αυτών (π.χ. Ελλάδα, Ιταλία, κ.λ.π.) με υψηλό δημόσιο χρέος.
*Ομότ.Καθηγητή Παντείου Πανεπιστημίου, Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου