ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Νέα πρόσφατη εξέλιξη: το σύνολο των περιουσιών 140 Ουκρανών και φιλο-Ουκρανών ολιγαρχών στο κρατίδιο του Ντονιέτσκ κρατικοποιούνται χωρίς αποζημίωση. Δημεύονται εργοστάσια, πλοία και μέσα ενημέρωσης των περισσότερων κεφαλαιοκρατών που είχαν την εξουσία στην περιοχή μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ. Η τοπική κυβέρνηση δημοσίευσε πριν λίγες μέρες τα ονόματά τους και το σχετικό διάταγμα. Οι περιουσίες αυτές με τις λειτουργικές επιχειρήσεις, θα ανήκουν πλέον στο κρατίδιο του Ντονιέτσκ, στα πλαίσια της συνένωσης με την Ρώσικη Ομοσπονδία. Με εξαίρεση ίσως την Βενεζουέλα που συνέβη και συμβαίνει κάτι οικονομικώς παρόμοιο, πρόκειται για την πιο διευρυμένη, βίαιη κρατικοποίηση μεγάλου κεφαλαίου που έχει γίνει στον 21ο αιώνα.
Η κοινωνία του Ντονιέτσκ για 8 χρόνια υποφέρει από τον ουκρανικό ναζισμό με την στρατιωτική κατοχή κομματιών της από το τάγμα Αζόφ και άλλα συναφή “ευαγή ιδρύματα”. Η περιοχή αυτή έγινε στόχος εθνοκάθαρσης από το Ουκρανικό κράτος, που απαγόρευσε τις γλώσσες της (τα ρώσικα και τα ελληνικά μιλιούνται σε ποσοστό πάνω από 90% του ντόπιου πληθυσμού) και νομοθέτησε εθνοτικούς, ρατσιστικούς διαχωρισμούς εις βάρος της. Πρόκειται επίσης για μία κοινωνία με έντονα φιλοσοβιετικές και αντιναζιστικές μνήμες, καθώς υπήρξε βιομηχανικός κόμβος με πληθυσμιακή πλειοψηφία εργατών/τριών επί ΕΣΣΔ, πεδίο πολύνεκρων εκτεταμένων μαχών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σχετικά μεγάλα ποσοστά του Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας όσο ήταν ακόμη νόμιμο πριν το 2014.
Από το πραξικόπημα Μαϊντάν μέχρι σήμερα, έχουν λάβει χώρα πολύ ενδιαφέρουσες εξελίξεις στην περιοχή αυτή:
1. Το Ντονιέτσκ αυτονομείται από την Ουκρανία το 2014, μαζί με το γειτονικό Λουγκάνσκ, μετά από δημοψηφίσματα που οργάνωσε ο ίδιος ο λαός.
2. Σχεδόν για μία δεκαετία, μέρος του πληθυσμού έχει πάρει τα όπλα εθελοντικά, φτιάχνοντας τον δικό του στρατό, στα ιστορικά πρότυπα διοίκησης και συμμετοχής των “Λαϊκών Πολιτοφυλακών”.
3. Η συλλογική στρατιωτική έκφραση του λαού αυτού μάχεται για 8 χρόνια αυτοτελώς και από τον Φλεβάρη μαζί με τον ρώσικο στρατό, ενάντια στο καθεστώς του Κιέβου. Οι συγκρούσεις διεξάγονται εναντίον των ναζιστικών ταγμάτων και του ουκρανικού εθνικιστικού στρατού, που κατέχουν ΝΑΤΟϊκά όπλα, εκπαίδευση και καθοδήγηση.
4. Η συντριπτική πλειοψηφία του λαού του Ντονιέτσκ, υποστηρίζει ενεργά αυτές τις πολιτικές και στρατιωτικές επιλογές, όπως και την ένωσή του με την Ρώσικη Ομοσπονδία (είναι ξεκάθαρα τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων του 2014 και του 2022).
5. Το κρατίδιο μετά την ενοποίηση θα κρατήσει την τοπική σημαία, την ονομασία “Λαϊκή Δημοκρατία Ντονιέτσκ”, και ημιαυτόνομη οικονομική και αυτοδιοικητική πολιτική.
6. Επίσης, αποφασίστηκε αφενός τα ουκρανικά να συναποτελούν επίσημη γλώσσα του κρατιδίου και αφετέρου κάθε στοιχείο ουκρανικής κουλτούρας να εντάχθεί στην ανασυγκρότηση της δημόσιας εκπαίδευσης και του πολιτισμού (σύμφωνα και με ρητές δηλώσεις της ρώσικης ηγεσίας μετά τα δημοψηφίσματα).
Τα παραπάνω αποτελούν τα πραγματολογικά δεδομένα της ενημέρωσης του γράφοντος. Αν τα δεχτούμε ως τέτοια (ξεπερνώντας τον σκόπελο της οργιάζουσας ΝΑΤΟϊκής και “Πετσωμένης” παραπληροφόρησης), επόμενο είναι να προκύπτουν πολύ εύλογα ερωτηματικά: “Πρόκειται για μία σοσιαλιστική επανάσταση και εργατικό κράτος, διαδικασία μετασχηματισμού ανεξάρτητη και αντιπαραθετική από το ρώσικο κεφάλαιο και το ρώσικο αστικό κράτος?”. “Βρίσκονται κομμουνιστές στην ηγεσία αυτού του μετασχηματισμού, αυτής της συλλογικής κοινωνικής αυτενέργειας?”. Η απάντηση και στα δύο ερωτήματα είναι σαφώς όχι. Πρόκειται για την ένοπλη, λαϊκή, αντιφατική επιβολή μίας σοβαρής ρωγμής στην κυριαρχία του ντόπιου κεφαλαίου με βίαιη απαλλοτρίωση, σε μία κοινωνία που αναβιώνει αναμνήσεις του σοβιετικού της παρελθόντος, μαχόμενη συλλογικά και ένοπλα τον ΝΑΤΟϊκό ιμπεριαλισμό και τον ουκρανικό φασισμό/ναζισμό. Παρομοίως, αντιφατική είναι και η πολιτική της εκπροσώπηση και ηγεσία, όπως και οι ιδέες, που καθοδηγούν και μετασχηματίζονται στη φωτιά αυτής της μάχης.
Πρόκειται αρχικά για μία ιστορική τομή, καθώς για πρώτη φορά στον 21ο αιώνα, βλέπουμε την συνολική συγκρότηση μιας κοινωνίας, ως ενιαίου κοινωνικού, πολιτικού και στρατιωτικού υποκειμένου. Ως τέτοιο, ο λαός του Ντονιέτσκ και η πολιτική ηγεσία του, με πρωτοπόρα την εργατική τάξη της περιοχής (ανθρακωρύχοι, εργάτες/τριες βιομηχανίας, οδηγοί τρακτέρ) έπαιξαν ρόλο καταλύτη όχι μόνο στις ουκρανικές, αλλά και στις διεθνείς εξελίξεις: πόλεμος με διεθνείς παραμέτρους, διασάλευση παγκόσμιων οικονομικών και στρατιωτικών ισορροπιών, διαμόρφωση ενός νέου διεθνούς γεωπολιτικού στρατοπέδου, ενεργειακό ζήτημα και οικονομική και πολιτική κρίση στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πρόκειται επίσης για μία πρωτόγνωρη διαδικασία, που οι δυνάμεις κομμουνιστικής αναφοράς στη χώρα μας αντιμετωπίζουν μέσα από ένα φάσμα κλιμακούμενων επιφυλάξεων. Πολλές επιφυλάξεις είναι λογικές και καλοπροαίρετες, ίσως και πειστικές. Κάποιες άλλες αφορούν ιδεολογικοπολιτικά αξιώματα “δικά μας” που προβάλλονται εσφαλμένα σε μία κοινωνία ουσιωδώς διαφορετική: ιστορικά, πολιτικά, οικονομικά, πολιτισμικά. Επίσης πολλές, προκύπτουν δυστυχώς από την άγνοια των πραγματικών συνθηκών τα τελευταία χρόνια στο Ντονιέτσκ, άγνοια συνδυασμένη με την επιρροή που αντικειμενικά ασκεί η δυτική προπαγάνδα (μία συντονισμένη διακρατική επιχείρηση κόστους αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων). Τις επιφυλάξεις κάθε είδους όμως, προφταίνει η ιστορική πραγματικότητα, που θέτει το ερώτημα αμείλικτα:
Στα όσα εκ των παραπάνω έκανε πραγματικότητα ο λαός του Ντονιέτσκ, εμείς τι έχουμε να αντιπαραβάλλουμε ως πολιτικές, οικονομικές, στρατιωτικές νίκες, ρωγμές στην κυριαρχία του ντόπιου κεφαλαίου και του ΝΑΤΟ, ένοπλη αντιπαράθεση με τον ναζισμό;
Μάλλον τις επιφυλάξεις μας, άλλωστε κι αυτές έχουν μία αξία για την πολιτική κουβέντα επί της τακτικής και στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος. Σίγουρα όμως πολλαπλάσια αξία έχει να ακούσουμε, να δούμε, να αφουγκραστούμε: οι άνθρωποι εκεί πολεμάνε τους εχθρούς μας, εν μέρει τους νικάνε και ορίζουν αμετάκλητα ως συλλογικό υποκείμενο την σημερινή ιστορική περίοδο. Αν ο “γεροτυφλοπόντικας” σκάβει ακόμη σ’ έναν τόπο αυτός είναι το Ντονιέτσκ.