Aπ’ τα τηλεοπτικά τερέν, στα «προγράμματα στήριξης» που τσεπώνουν δισεκατομμυριούχοι ιδιοκτήτες ομάδων, μετά το ποδοσφαιρικό «lockdown». Απ’ την «ταξική σύγκρουση» εντός των γραμμών του γηπέδου, στα οικονομικά παζάρια έξω απ’ αυτές. Και μερικές σκέψεις για το παρόν και το μέλλον του δικού μας παιχνιδιού…
ΕΛΛΟΓΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ
Η Lucy Mangan, από τις στήλες του Guardian, το χαρακτήρισε «Downton Abbey των ανδρών». Άλλοι, έγραψαν ότι ο Μπόρις Τζόνσον, μετά την απομάκρυνσή του από τη θεωρία της «ανοσίας της αγέλης» σ’ ό,τι αφορά τον κορωναϊό, πρέπει να προστατέψει τους Βρετανούς με την «ανοσία» απέναντι στον Julian Fellowes.
Για την ώρα, επιλέγουμε να μην πάρουμε θέση. Ωστόσο, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το «Εnglish Game», η νέα μίνι σειρά της Netflix που εξιστορεί την εξελικτική διαδικασία μετατροπής του ποδοσφαίρου από ψυχαγωγικό παιχνίδι σε άθλημα, άνοιξε μια αρκετά ενδιαφέρουσα συζήτηση γύρω από τη γέννηση -τουλάχιστον στη σύγχρονη μορφή του- και τις κοινωνικές-πολιτικές προεκτάσεις του λαοφιλέστερου αθλήματος στον κόσμο: του ποδοσφαίρου.
Όπως έγραφε πρόσφατα το αθλητικό- πολιτικό περιοδικό «HUMBA»: «η «κανονικοποίηση» των παιχνιδιών κυρίως του ποδοσφαίρου και της πυγμαχίας, συνδέεται με κοινωνικές πρακτικές κυριαρχίας ώστε να υπάρξει ένα διευθετημένο ρυθμιστικό πλαίσιο σύγκρουσης».
Σύγκρουση ταξική, οικονομική, πολιτική. Για άλλους, εκπεφρασμένη μέσα από τους λειτουργικούς κανόνες του πρώιμου αστικού κοινοβουλευτισμού στη Μ. Βρετανία και για άλλους, μέσα από τα πεδία της κοινωνικής αντιπαράθεσης στον δρόμο, ανάμεσα στους παραγωγούς του πλούτου και την κρατική εκδοχή της κεφαλαιοκρατικής κυριαρχίας.
Αυτήν την κοινωνική διελκυστίνδα τοποθετεί στο χορτάρι των γηπέδων της νέας, καλογυρισμένης του σειράς ο Fellowes, χωρίς όμως να αποφεύγει την παγίδα της επιδερμικής ανάγνωσης του ταξικού ανταγωνισμού. Αλλά, γι’ αυτά, ίσως μιλήσουμε σε κάποιο επόμενο σημείωμά μας.
Προς το παρόν, αρκούμαστε να προτείνουμε τη σειρά, το «story» της οποίας, μας οδηγεί στα αγγλικά γήπεδα, σήμερα. Κυρίως, όμως, εκτός αυτών. Στην εποχή του ποδοσφαίρου ως καταναλωτικού προϊόντος, του κορωναϊού και του «lockdown»…
Την περασμένη χρονιά, τα έσοδα των κορυφαίων αγγλικών ομάδων άγγιξαν τα £4,8 δισ., η χρηματιστηριακή αξία τους αυξήθηκε, ενώ την ανιούσα τράβηξαν και οι ήδη παχυλοί μισθοί των παικτών ενός από τα σπουδαιότερα πρωταθλήματα του κόσμου.
Φέτος, τη στιγμή που η Γηραιά Αλβιώνα μετρά τις πληγές της σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο από την πανδημία του COVID-19, μια συζήτηση με αβέβαιη κατάληξη έχει ανοίξει σχετικά με το άθλημα στην μετά τον κορωναϊό εποχή. Τα στελέχη της Premier League, οι πλούσιοι ιδιοκτήτες των ομάδων που μετέχουν σ’ αυτήν και οι εκατομμυριούχοι παίκτες τους επιδίδονται σε ένα πινγκ πονγκ ευθυνών για την απορρόφηση των κραδασμών που προκάλεσε ο σεισμός της αναστολής των αγώνων λόγω της πανδημίας.
Στο στόχαστρο της Premier League, έχουν μπει οι μισθοί του προσωπικού της, που αντιπροσωπεύουν το 59% του συνόλου των εσόδων της και ανέρχονται σε 2,9 δισ. λίρες, σύμφωνα με την Deloitte.
Πρόκειται για ένα ζήτημα που αγγίζει τον πυρήνα του σύγχρονου αγγλικού ποδοσφαίρου, έγραφαν πρόσφατα οι Financial Times, ως λεζάντα των δηλώσεων του προέδρου της Burnley, Μike Garlick, σύμφωνα με τον οποίο πρόκειται για μια κατάσταση άνευ προηγουμένου που απασχολεί όλο το ποδοσφαιρικό οικοδόμημα «από την Premier League και κάτω».
Οι διαπραγματεύσεις για τις περικοπές των αμοιβών των ποδοσφαιριστών, ανάμεσα στους επικεφαλής της Premier League, της Αγγλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, στην οποία υπάγονται οι αμέσως κατώτερες επαγγελματικές κατηγορίες, και την Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών (ΕΕΠ), προς το παρόν βαίνουν άκαρπες καθώς όλες οι πλευρές παρουσιάζονται δύσπιστες η μία απέναντι στην άλλη, ενώ το ζήτημα έφτασε και στο ανώτερο κυβερνητικό επίπεδο, με τον Βρετανό υπουργό Υγείας, κ. Matt Hancock, να καλεί τους ποδοσφαιριστές να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να δεχθούν το ψαλίδισμα της μισθοδοσίας τους.
Τα υπάρχοντα στοιχεία δείχνουν ότι το ψαλίδισμα αυτό θα φτάσει το 30% των ετήσιων αμοιβών των επαγγελματιών του κλάδου. Με την ΕΕΠ να σημειώνει, απαντώντας ουσιαστικά στο υπουργείο Υγείας, ότι κάτι τέτοιο θα είχε ως αποτέλεσμα να μειωθούν κατά 200 εκατ. λίρες οι φόροι προς το βρετανικό ΕΣΥ (NHS).
Μπροστά σ’ αυτό το ενδεχόμενο, ο Jordan Henderson, αρχηγός της ιστορικής ομάδας της Λίβερπουλ, μαζί με άλλους ποδοσφαιριστές, ανέλαβε δράση, οργανώνοντας την πρωτοβουλία Players Together, σκοπός της οποίας είναι να συνδράμει οικονομικά το NHS και τα προσκείμενα σ’ αυτό φιλανθρωπικά ιδρύματα, εκπροσωπούμενα από την NHSCT (ολόκληρη η ανακοίνωση της πρωτοβουλίας, εδώ.
Παρόλα αυτά, το συνδικάτο των επαγγελματιών ποδοσφαιριστών συνέχισε να αντιστέκεται στις περικοπές, προτείνοντας παράλληλα την καταβολή των μισθών, μετά την άρση του «lockdown», τονίζοντας ότι η κύρια έγνοια του είναι οι χαμηλά αμειβόμενοι ποδοσφαιριστές των μικρότερων κατηγοριών. Ταυτόχρονα, ζήτησε τη διεξαγωγή ελέγχου στα οικονομικά των συλλόγων, ώστε να μπορέσει να αξιολογηθεί η οικονομική τους κατάσταση, και στη συνέχεια να προχωρήσουν οι όποιες παραχωρήσεις από την πλευρά του.
«Υπάρχουν πολλοί ποδοσφαιριστές με πολλά χρήματα, αλλά υπάρχουν εξίσου χιλιάδες ποδοσφαιριστές στις μικρότερες κατηγορίες που βρίσκονται στο χείλος της οικονομικής αβύσσου», δήλωσε καυστικά ο Tim Crow, ειδικός στο sports marketing.
Πάντως, ορισμένοι σύλλογοι, όπως η Άρσεναλ και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ -οπαδική αδυναμία του γράφοντος η τελευταία- έχουν ήδη ξεκινήσει να συνομιλούν με τους ποδοσφαιριστές τους προκειμένου να καταλήξουν σε έναν διακανονισμό.
Ο «λύκος» στην αναμπουμπούλα χαίρεται…
Εκμεταλλευόμενοι την οικονομική και κατ’ επέκταση κοινωνική κρίση -αμφότερες, γνήσια τέκνα της κεφαλαιοκρατικής οργάνωσης της παραγωγής, κατά τους συνήθεις «κολλημένους»- φορώντας το φιλολαϊκό τους προσωπείο, οι δισεκατομμυριούχοι ιδιοκτήτες γνωστών βρετανικών ποδοσφαιρικών club, όπως ο Mike Ashley, o διευθύνων σύμβουλος της Sportsdirect (που ήθελε να κρατήσει τους εργαζομένους της επιχείρησης στη θέση τους, εν μέσω πανδημίας) και ιδιοκτήτης της Newcastle United, αλλά και ο Joe Lewis, επιχειρηματίας με έδρα τις Μπαχάμες και ισχυρός άνδρας (sic) της Tottenham Hotspur, είναι μεταξύ εκείνων που από την πρώτη στιγμή δήλωσαν ότι προτίθενται να κάνουν χρήση των κυβερνητικών διατάξεων για την κάλυψη της μισθοδοσίας των εργαζόμενων σε επιχειρήσεις που ανέστειλαν τη λειτουργία τους.
Πρόκειται για πακέτο στήριξης όλων των κλάδων της οικονομίας, έσπευσε να τους υπερασπιστεί αμέσως ο Richard Masters, διευθύνων σύμβουλος της Premier League, την ίδια στιγμή που, βάσει των νέων στοιχείων που προέκυψαν από την Έκθεση του The Food Foundation, στη χώρα, περίπου 3 εκατ. άνθρωποι βιώνουν επισιτιστική ανασφάλεια κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ενώ, 8,1 εκατομμύρια πολίτες δήλωσαν ότι αντιμετώπισαν προβλήματα στην τροφοδοσία του νοικοκυριού τους την ίδια περίοδο.
«Γιατί προχώρησαν σε αναστολή των συμβάσεων του προσωπικού τους, όταν στα ταμεία τους έχουν εισρεύσει δεκάδες εκατομμύρια λίρες;», διερωτάτο πρόσφατα ένα άτομο κοντά στην ΕΕΠ.
Με ορισμένους να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις δηλώσεις του, μα και τις αντιδράσεις των οπαδών, πριν λίγες μέρες, ο Peter Moore, διευθύνων σύμβουλος της Λίβερπουλ ζήτησε δημόσια συγγνώμη για το γεγονός ότι παρόμοια τακτική επέλεξε να ακολουθήσει κι η ομάδα του λιμανιού προκειμένου να καταβάλει την τρέχουσα μισθοδοσία. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και η Μάντσεστερ Σίτι έχουν εξ αρχής ξεκαθαρίσει ότι δεν θα αξιοποιήσουν τη βοήθεια του προγράμματος.
Παρόμοιες συζητήσεις διεξάγονται και στις υπόλοιπες μητροπόλεις του αθλητικού «παντοκράτορα», με τους παίκτες της Μπάγερν Μονάχου να έχουν ήδη συμφωνήσει σε μείωση των αποδοχών τους κατά 20%, ενώ οι συνάδελφοί τους στη «μεγάλη κυρία» του ιταλικού ποδοσφαίρου, τη Juventus, ανακοίνωσαν ότι παραιτούνται από την αμοιβή τους για τους επόμενους τέσσερεις μήνες. Στην εξίσου ισχυρά πληττόμενη από τον κορωναϊό Ισπανία, η La Liga (η οποία έχει «ανοιχτό μέτωπο» με την αντίστοιχη ισπανική ΕΕΠ σχετικά με τους μισθούς, γεγονός που οδήγησε οκτώ κορυφαίες ομάδες της χώρας, μεταξύ αυτών και την Barcelona, να κάνουν χρήση των νομικών διατάξεων που προβλέπουν μείωση των μισθών έως και 70% σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης) υπολογίζει τις απώλειές της από την αναστολή του πρωταθλήματος σε € 150 εκατ., προσθέτοντας πως αν δεν ολοκληρωθεί η ποδοσφαιρική σεζόν, η ζημία θα πλησιάσει το 1 δισεκατομμύριο. Τέλος, στη Γαλλία, το beΙΝ και το Canal +, που κατείχαν τα δικαιώματα του «Ligue 1», ανακοίνωσαν την παύση των πληρωμών προς την γαλλική ΕΠΟ, έπειτα από την διακοπή διεξαγωγής των αγώνων της Α’ Εθνικής.
Το τέλος του αθλήματος όπως το ξέραμε;
Με αυτό το ερώτημα έκλεινε πριν μερικές μέρες, το σχετικό της άρθρο, μία από τις έντυπες ναυαρχίδες του (νεο)φιλελευθερισμού. Αντηχώντας, ενδεχομένως, τις ανησυχίες ενός ευρύτερου κομματιού των γκλομπαλοποιημένων αγορών της προ του COVID-19 περιόδου.
Φυσικά, η στήλη δεν μπορεί, κι εδώ που τα λέμε δεν επιδιώκει να λάβει το βάρος μιας τέτοιας απάντησης. Θα θέλαμε ωστόσο να τονίσουμε, ως άνθρωποι που ακόμη δεν συμφιλιώθηκαν με την ιδέα ότι δεν έγιναν ποδοσφαιριστές, όπως ονειρεύονταν πιτσιρικάδες, ότι ανεξάρτητα από την επόμενη μέρα για την οποία μιλούν οι μεγαλόσχημοι των ανά την Ευρώπη και τον κόσμο ομοσπονδιών, το «τέλος» του αθλήματος είχε έρθει καιρό πριν.
Προφανώς, το μέλλον του ποδοσφαίρου δεν συγκαταλέγεται στην ατζέντα του ομιχλώδους μέλλοντός μας. Όταν μάλιστα, η απειλή της δημόσιας υγείας γκρεμίζει και τα τελευταία παραπήγματα ελπίδας, που χτίστηκαν πάνω στη λάβα των οικονομικών μοντέλων δημοσιονομικής εξυγίανσης της περασμένης δεκαετίας. Όταν, νέες σιδερόφρακτες «πραγματικότητες» χαράσσονται στην παγκόσμια κοινωνική υδρόγειο, ενώ νέες αποφάσεις και νόμοι ορίζουν μια ακόμη πιο δύσκολη μοίρα για τις επόμενες γενιές, την ίδια ώρα που οι τσαρλατάνοι του πατριωτισμού τάζουν έναν «καλύτερο κόσμο» ακονίζοντας τα μαχαίρια του μίσους στο πεζοδρόμιο. Όταν, ο κόσμος μας είναι θεμελιωμένος στη βάση της εμπορευματοποίησης των πάντων. Των ανθρώπων, των ονείρων, των παιχνιδιών…
Όμως, το ποδόσφαιρο, το ποδόσφαιρο με τη μορφή που το γνωρίσαμε, με τα τσακισμένα γόνατα και την άδολη ευχαρίστηση της νίκης -όχι της εξόντωσης- επί του αντιπάλου, θα είναι πάντα εδώ. Γιατί, πρώτιστα αποτελεί κοινωνικό γεγονός. Ας φροντίσουμε, την «επόμενη μέρα», να σταματήσει να αποτελεί «επενδυτικό» χόμπι υπεροπτών μεγιστάνων και μαφιόζων. Είναι το δικό μας «English Game».