Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες
Οικογένειες και ευάλωτοι άνθρωποι στο δρόμο, παιδιά εκτός σχολείου, πρόσφυγες και μετανάστες έκθετοι για ακόμη μια φορά σε συνθήκες κοινωνικής απομόνωσης, εκμετάλλευσης και βίας. Αυτή είναι η νέα πραγματικότητα που παγιώνεται, καθώς πλησιάζει η ώρα που το πρόγραμμα στέγασης ΕΣΤΙΑ ετοιμάζεται να κλείσει οριστικά.
Αυξανόμενα τους τελευταίους μήνες, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ) γίνεται αποδέκτης αγωνιωδών εκκλήσεων εκπαιδευτικών, που βλέπουν παιδιά πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο να αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το σχολείο, τους φίλους, τους συμμαθητές και τους δασκάλους τους, για να μεταφερθούν σε απόμερους καταυλισμούς ή ακόμη και στο δρόμο. Αυτή η βίαιη διακοπή της εκπαιδευτικής διαδικασίας, η διάρρηξη κοινωνικών δεσμών και η στέρηση κάθε πλαισίου προστασίας ακόμη και από άκρως ευάλωτα άτομα, όπως θύματα βασανιστηρίων και έμφυλης βίας, είναι μόνο μια πτυχή των ζητημάτων που έχουν ανακύψει σε συνέχεια και της απόφασης του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου να τερματίσει το πρόγραμμα φιλοξενίας αιτούντων/ουσών άσυλο σε διαμερίσματα εντός του αστικού ιστού έως και τα τέλη του έτους.
Χάνονται οι δεσμοί που έχουν αναπτύξει οι άνθρωποι με τη γειτονιά και την κοινότητα, καθώς και η δυνατότητά τους να παραμείνουν σε δουλειές που έχουν βρει μετά από πολύ αγώνα. Κάθε προσπάθεια ένταξης ανατρέπεται, αφού η ένταξη είναι μια διαδικασία που δεν συντελείται μέσα στα καμπ, αλλά «σε κάθε χωριό, πόλη και περιοχή όπου οι μετανάστες ζουν, εργάζονται, πηγαίνουν στο σχολείο ή συμμετέχουν σε κάποιον αθλητικό όμιλο».
Στους διαμένοντες του ΕΣΤΙΑ υπήρχαν και υπάρχουν άτομα με σοβαρές ή χρόνιες παθήσεις που χρίζουν πλαισίωσης ή/και αγωγής. Η εξαναγκαστική μεταφορά τους μακριά από τα νοσοκομεία και τους γιατρούς που τα παρακολουθούσαν, θέτει τη δυνατότητα υποστήριξής τους υπό αμφισβήτηση, εν μέσω και της διαχρονικής υποστελέχωσης των καταυλισμών σε απαραίτητο ιατρικό προσωπικό και εξοπλισμό. Υπάρχουν άτομα που έχουν υποστεί βία και φέρουν τραυματικές εμπειρίες από τη προγενέστερη διαμονή τους σε καταυλισμούς. Η επιστροφή τους σε περίκλειστες δομές, όπου η ελευθερία κυκλοφορίας παραμένει περιορισμένη κατ’ επίκληση της πανδημίας, δεν αφήνει περιθώρια επούλωσης του τραύματός τους. Υπάρχουν οικογένειες με παιδιά, των οποίων η απρόσκοπτη πρόσβαση στην εκπαίδευση τίθεται και αυτή υπό αμφισβήτηση, λόγω της μη εξασφάλισης απαραίτητων μέσων μεταφοράς σε κάποιους καταυλισμούς, αλλά και της παντελούς έλλειψης μέριμνας για όσα παιδιά βρίσκονται εκτός διαδικασίας ασύλου.
Το αποτέλεσμα είναι πολλοί άνθρωποι να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στο σύστημα Υποδοχής της χώρας, προτιμώντας να ψάξουν μόνοι για εναλλακτικές κάλυψης των αναγκών τους, παρά το ότι αυτό αυξάνει τον κίνδυνο εκ νέου έκθεσής τους στη βία και την εκμετάλλευση.
Ο τερματισμός του προγράμματος ΕΣΤΙΑ θα σηματοδοτήσει την πλήρη μετατροπή του ελληνικού συστήματος Υποδοχής, σε ένα σύστημα κοινωνικής απομόνωσης όσων αναζητούν διεθνή προστασία στην Ελλάδα. Καλούμε έστω και αυτή την ύστατη στιγμή το Υπουργείο να αναθεωρήσει την απόφασή του, με στόχο τη διασφάλιση των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας όσων αιτούνται άσυλο στην Ελλάδα, της συμμόρφωσης της χώρας με τις διεθνείς υποχρεώσεις της και της ενίσχυσης εναλλακτικών μορφών υποδοχής, όπως το πρόγραμμα ΕΣΤΙΑ, του οποίου το θετικό αποτύπωμα στις τοπικές κοινωνίες έχει αναγνωρισθεί και από Δήμους που το φιλοξενούσαν.