25.1 C
Athens
Παρασκευή, 11 Οκτωβρίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Βενιζέλος, το ξεκίνημα: (μέρος 2ο): οι «αυθόρμητες» εκλογές του Αύγουστου 1910, του Σπύρου Αλεξίου


 

Η πολιτική κατάσταση την άνοιξη του 1910

Το καλοκαίρι του 1910 οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα βρίσκονταν σε αναμονή. Είχε προηγηθεί η κορύφωση της πολύπλευρης κρίσης, το Κίνημα στο Γουδί τον Αύγουστο του 1909 και η πολιτική «ανακωχή» των αρχών του 1910. Καταλύτης στην ανακωχή αυτή ήταν ένας «εξωελλαδικός» παράγοντας, ο Ελ. Βενιζέλος που άτυπα, από τον Δεκέμβρη του 1909, συμμετείχε στις πολιτικές διεργασίες. Το πολιτικό απότοκο της ανακωχής αυτής ήταν η κυβέρνηση Στέφανου Δραγούμη που ουσιαστικά είχε μία αποστολή: Να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές με στόχο την εκλογή νέας Βουλής.

Η κόκκινη γραμμή σε αυτήν την ανακωχή ήταν ο χαρακτήρας της Βουλής. Έπρεπε να είναι αυστηρά «Αναθεωρητική», ως απάντηση στο αίτημα που προβλήθηκε μετά το Γουδί, από τις πιο ριζοσπαστικές κοινωνικές και πολιτικές φωνές, για την εκλογή «Συντακτικής» Βουλής που θα ψήφιζε νέο Σύνταγμα. «Συντακτική», που θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου καθώς θα έμπαιναν θέματα όπως η τύχη των τσιφλικιών της Θεσσαλίας και, πάνω από όλα το πολιτειακό, η τύχη του θεσμού της Μοναρχίας. Αυτή ήταν η βάση της συμφωνίας των παλαιών πολιτικών κομμάτων, του Στρατιωτικού Συνδέσμου και του Γεώργιου του Α΄. Αρχιτέκτονας αυτής της συμφωνίας ήταν ο Βενιζέλος και την είχε …ευλογήσει και ο Άγγλος Πρέσβης στην Αθήνα, σερ Φράνσις Έλλιοτ.

Οι εκλογές της 8ης Αυγούστου του 1910

Με διάταγμα της 30ης του Ιούνη 1910 διαλύθηκε η Βουλή και προκηρύχτηκαν εκλογές για τις 8 Αυγούστου. Οι πολιτικές διεργασίες ήταν έντονες. Από τη μια ήταν φανερή η δυναμική κοινωνική τάση για αλλαγή. Η τάση αυτή δεν εκφραζόταν από ενιαίο ή μετωπικό πολιτικό φορέα. Εξέφραζε όμως αληθινές κοινωνικές ανάγκες, βασικά αιτήματα αστικού εκσυγχρονισμού και εκφράστηκε με μια πληθώρα «ανεξάρτητων» υποψήφιων που είχαν προμετωπίδα το κοινό σύνθημα της «Ανόρθωσης» και -προφανώς-  βρίσκονταν σε άτυπες συνεννοήσεις και μεταξύ τους και, κυρίως, με τον Βενιζέλο.

Η δυναμική αυτή γινόταν αντιληπτή και από τον πολυδιασπασμένο «παλαιό» πολιτικό κόσμο. Ουσιαστική πολιτική εναλλακτική δεν υπήρχε, ο «Συνασπισμός Ηνωμένων Κομμάτων» που συγκροτήθηκε εξέφραζε περισσότερο το ένστικτο πολιτικής επιβίωσης. Η πρωτοβουλία ήταν του Δ. Ράλλη και συμμετείχαν ο Γ. Θεοτόκης, ο Αλ. Ζαΐμης και ανεξάρτητοι υποψήφιοι αυτού του κλίματος. Δεν συμμετείχε στον «Συνασπισμό» το «Εθνικόν Κόμμα» του Κ. Μαυρομιχάλη.

Υπήρξαν κι άλλες, αξιοσημείωτες υποψηφιότητες: Οι «Αγροτικοί» της Θεσσαλίας (υποψήφιοι βουλευτές από τους νομούς της Θεσσαλίας, που τους ένωνε ο στόχος της επίλυσης του αγροτικού ζητήματος), το κόμμα του δικηγόρου Ν. Δημητρακόπουλου (σε «ανορθωτική» κατεύθυνση), οι «Κοινωνιολόγοι» του Αλ. Παπαναστασίου (σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης)  και σοσιαλιστές υποψήφιοι.

Υπήρχε κι η υποψηφιότητα που σημάδεψε τις εκλογές: «Πολίτες» πρότειναν στην περιφέρεια Αττικοβοιωτίας ως ανεξάρτητο υποψήφιο τον πρόεδρο της κυβέρνησης της «Κρητικής Πολιτείας» (αυτόνομης περιοχής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1910, μην ξεχνάμε) Ελ. Βενιζέλο ο οποίος το καλοκαίρι του 1910 είχε αναχωρήσει για την Ελβετία μη συμμετέχοντας, τυπικά, στην προεκλογική εκστρατεία. Η πρόταση έγινε «αυθόρμητα», τόσο αυθόρμητα που θυμίζει μια σκηνή από τον ελληνικό κινηματογράφο: ο υπουργός Μαυρογιαλούρος (Λ. Κωσταντάρας) ζητά η υποδοχή του στην Πλατανιά «να είναι αυθόρμητη» και ο κομματάρχης Γκρούεζας (Δ. Παπαγιαννόπουλος) απαντά με τη θρυλική ατάκα «Μη σας νοιάζει κ. Υπουργέ, θα το κανονίσουμε και το αυθόρμητο»!

Ένα πρακτικό στοιχείο που έχει σημασία: Εκλογικό Σύστημα ήταν (με βάση τον νόμο του 1906) το «Πλειοψηφικό». Η ψηφοφορία γινόταν με σφαιρίδιο και οι ψηφοφόροι ψήφιζαν πρόσωπα και όχι κομματικούς συνδυασμούς. Μπορούσαν δηλαδή να ψηφίσουν υποψήφιους διαφορετικών κομμάτων ή και ανεξάρτητους.

Τα αποτελέσματα των εκλογών (επί συνόλου 362 εδρών):

 

  1. Συνασπισμός Ηνωμένων Κομμάτων

α) Νεωτεριστικό κόμμα Γεώργιος Θεοτόκης– 94 έδρες

β) Υποστηρικτές Δημητρίου Ράλλη -64 έδρες

γ) Υποστηρικτές Αλέξανδρου Ζαΐμη  -13 έδρες

δ) Ανεξάρτητοι υποψήφιοι των «παλαιών κομμάτων» -39 έδρες

(σύνολο 210 έδρες)

  1. Αγροτικοί Θεσσαλίας – 46 έδρες
  2. Ανεξάρτητοι υποψήφιοι της «Εθνικής Ανόρθωσης» (βενιζελικού κλίματος) -45 έδρες

4.Εθνικόν Κόμμα Κυριακούλης Π. Μαυρομιχάλης -34 έδρες

  1. 5. Νικόλαος Δημητρακόπουλος -21 έδρες
  2. Σοσιαλιστές -4 έδρες
  3. ΚοινωνιολόγοιΑλέξανδρος Παπαναστασίου -2 έδρες

 

Η « επίσημη» εκτίμηση του αποτελέσματος

Αρχικά ας δούμε την εκτίμηση της επίσημης ιστορίας, όπως αυτή αποτυπώνεται στα σχολικά εγχειρίδια. Στα «Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας (Γ΄ Λυκείου Ανθρωπιστικών Σπουδών)» διαβάζουμε:

«Τα παλαιά κόμματα συμμετείχαν στις εκλογές ως συνασπισμός και τελικά κέρδισαν τις περισσότερες έδρες στη Βουλή. Από τις 362 έδρες εξασφάλισαν 211, ενώ 29 έδρες κέρδισαν ανεξάρτητοι που ανήκαν στον πολιτικό χώρο των παλαιών κομμάτων και 122 ανεξάρτητοι εκσυγχρονιστές. Οι εκσυγχρονιστές συσπειρώθηκαν γύρω από το πρόσωπο του κρητικού ηγέτη Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος εξελέγη χωρίς να συμμετέχει στην προεκλογική αναμέτρηση».[1]

Μια πρώτη διαπίστωση: η ιστορία που μαθαίνουν οι μαθητές/τριες, υστερεί στα …μαθηματικά! Οι υποψήφιοι των «παλαιών» κομμάτων συγκέντρωσαν 210 έδρες στις οποίες πρέπει να προστεθούν και οι 34 έδρες του κόμματος Κ. Μαυρομιχάλη (σχηματισμός με ακόμη πιο συντηρητικά, παλαιοκομματικά χαρακτηριστικά). Άρα, τουλάχιστον 244 έδρες. Επίσης, δεν προκύπτει από πουθενά ο αριθμός των 122 «εκσυγχρονιστών». Προφανώς στις 45 έδρες των φιλοβενιζελικών προστίθενται -αυθαίρετα- οι 46 έδρες των αγροτικών της Θεσσαλίας, οι 21 έδρες του Ν. Δημητρακόπουλου και αρκετοί ανεξάρτητοι με ασαφείς, τουλάχιστον, τοποθετήσεις. Το γεγονός πως αρκετοί «αγροτικοί» όπως και ο ίδιος ο Δημητρακόπουλος, στην πορεία θα συνεργαστούν με τον Βενιζέλο δεν οδηγεί αυτόματα στην εκτίμηση πως τον Αύγουστο του 1910 το σύνολο των βουλευτών αυτών και οι ψηφοφόροι τους είχαν αντίστοιχες ιδέες.

Όσο για τον ίδιο τον (αυθορμήτως προταθέντα…) Ελ. Βενιζέλο, εξελέγη πρώτος βουλευτής Αττικοβοιωτίας λαμβάνοντας 32.765 ψήφους σε σύνολο 38.800 ψηφισάντων, ξεπερνώντας τον πρωθυπουργό Στ. Δραγούμη αλλά και τον Δ. Ράλλη. Υπενθυμίζουμε: οι ψηφοφόροι ψήφιζαν πρόσωπα, μπορούσε κάποιος να ψηφίσει ταυτόχρονα και τον Βενιζέλο αλλά και τον Δραγούμη και τον Ράλλη.

Η… «ανεπίσημη» εκτίμηση του αποτελέσματος

Η επιδίωξη, μέσω του κυρίαρχου αφηγήματος, να παρουσιαστούν οι εκλογές του Αυγούστου του 1910 ως «αυθόρμητος» ξεσηκωμός του λαού υπέρ του Βενιζέλου δεν αντανακλά την πραγματικότητα. Αρχικά την διαψεύδουν τα νούμερα. Μην υποτιμούμε το γεγονός πως 17 χρόνια μετά την επίσημη χρεοκοπία (1893), τον εξευτελισμό του 1897 που οδήγησε και στον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, στη φτωχοποίηση και στο πρώτο μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα, οι πολιτικές δυνάμεις που ευθύνονταν για αυτές τις τραγωδίες κατέκτησαν το 67% τουλάχιστον των εδρών. Λιγότερες από άλλες εκλογές, καθόλου λίγες όμως. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει πως ο παλαιοκομματισμός και όλα όσα εκπροσωπούσε είχε βαθιές κοινωνικές και ιδεολογικές ρίζες. Αυτή είναι μια διαχρονική αλήθεια που εξηγεί «ανεξήγητες», υποτίθεται, συμπεριφορές κοινωνικών στρωμάτων σε μεταγενέστερες πολιτικές συγκυρίες, αναφέρουμε χαρακτηριστικά το 1920 ή το 1946.

Φυσικά το κοινωνικό ρεύμα της «ανόρθωσης» που έβλεπε ως πολιτική ελπίδα τον Βενιζέλο ήταν υπαρκτό, δυναμικό αλλά και αντιφατικό. Υπήρχαν οι 45 «βενιζελικοί» βουλευτές, υπήρχαν κι άλλα ρεύματα με λιγότερο ή περισσότερο ριζοσπαστικά κοινωνικά χαρακτηριστικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι 46 «αγροτικοί»: απαιτούσαν, στην πλειοψηφία τους, την αναγκαστική απαλλοτρίωση των τσιφλικιών της Θεσσαλίας, αίτημα που δεν ενστερνιζόταν ο Βενιζέλος. Σίγουρα εξέφραζε το ρεύμα αυτό τα πιο δυναμικά τμήματα της αστικής τάξης, της διανόησης και των μορφωμένων εργαζόμενων. Τα αποτελέσματα στα αστικά κέντρα έδειχναν με σαφήνεια την τάση αυτή.   

Υπήρχε και η προσωπικότητα του Βενιζέλου. Εμφανίζεται με το φωτοστέφανο του αγωνιστή της ελευθερίας της Κρήτης, ένα θέμα που εύλογα συγκινούσε την ελληνική κοινωνία. Ταυτόχρονα είναι άφθαρτος από τις εγχώριες μικροκομματικές αντιπαραθέσεις έχοντας και το «παράσημο» της σύγκρουσης με τους Γλύξμπουργκ, στην περίπτωση του ύπατου Αρμοστή Γεώργιου. Η επιλογή του να μη συμμετάσχει στην προεκλογική σύγκρουση δεν ήταν, φυσικά, ένδειξη «ανωτερότητας». Ήταν υπολογισμένη κίνηση ώστε να προστατεύσει όλη την παραπάνω «προίκα» από τη φθορά. Και, ας το ξαναπούμε: το εκλογικό σύστημα επέτρεπε την πολυσυλλεκτική υπερψήφισή του από ψηφοφόρους που άλλοι τον θεωρούσαν «πατριώτη», άλλοι «ριζοσπάστη», άλλοι «αντιμοναρχικό» κ.λπ..

Τελευταίο, κρίσιμο στοιχείο στην εκτίμηση: οι εκλογές στην πραγματικότητα δεν ανέδειξαν ισχυρή κυβερνητική πλειοψηφία. Το 67% του «Συνασπισμού» ήταν απλά ένα νούμερο. Στην πραγματικότητα ήταν μια παράταξη κατακερματισμένη σε μεγάλα και μικρά κομματικά φέουδα, με αρχηγούς και αρχηγίσκους με έντονες διαφορές, συχνά και προσωπικές. Αυτό, σε συνδυασμό με την αδυναμία, λόγω ιδεολογίας και κοινωνικών δεσμεύσεων, να προχωρήσουν στις αναγκαίες αστικές μεταρρυθμίσεις καθιστούσαν αδύνατον να μακροημερεύσει κυβέρνηση του Συνασπισμού. Αυτό το κατανοούσαν ο Βενιζέλος και το επιτελείο του και αυτό ακριβώς το δεδομένο θα αποτελέσει βασικό στοιχείο της στρατηγικής τους αμέσως μετά τις εκλογές.

 

Πλατεία Συντάγματος, 5 Σεπτέμβρη 1910

Δύο εβδομάδες μετά τις εκλογές, στις 22 Αυγούστου, ομάδα «ανεξάρτητων» βουλευτών καταθέτει αίτηση για την ίδρυση πολιτικού κόμματος με την επωνυμία «Κόμμα των Φιλελευθέρων». «Σαν έτοιμος από καιρό» κι ο Βενιζέλος την επομένη (23 Αυγούστου) ανακοινώνει σε πανηγυρική συγκέντρωση πολιτικών του φίλων την ίδρυση του κόμματος, υπό τη δική του φυσικά ηγεσία. Στα αζήτητα της επίσημης ιστορίας εννοείται πως καταχωνιάζονται αφελείς ερωτήσεις του τύπου «ποιοι και πότε τον εξέλεξαν»! Καλύτερα ας  ξαναθυμηθούμε τον ελληνικό κινηματογράφο και τον Νίκο Σταυρίδη να μονολογεί «τώρα, πότε τα είπατε, πότε τα συμφωνήσατε, ένας θεός το ξέρει…».

Ως αρχηγός πολιτικού κόμματος πλέον ο Βενιζέλος θα εκφωνήσει στις 5 Σεπτέμβρη 1910 στο Σύνταγμα βαρυσήμαντο πολιτικό λόγο. Σπάνια στην ελληνική ιστορία ο χαρακτηρισμός «βαρυσήμαντος» ανταποκρίνεται σε τέτοιον βαθμό στην πραγματικότητα. Πρόκειται για ομιλία που καθόρισε την πολιτική ζωή του τόπου για χρόνια. Το ακροατήριο ήταν πολυπληθέστατο, καμιά σχέση βέβαια με τις αστειότητες περί …100.000 πολιτών που γράφτηκε από τους υμνητές του (το σύνολο των κατοίκων της Αθήνας ήταν περίπου 200.000). 

 Αρχικά θα εκφράσει την ανάγκη υπέρβασης του καθυστερημένου ελληνικού πολιτικού συστήματος:

«Γνωρίζετε ποία υπήρξαν τα αίτια, τα οποία προεκάλεσαν την εξέγερσιν του Αυγούστου. […] Αστική δικαιοσύνη, εφαρμόζουσα, προς ρύθμισιν των σχέσεων του συγχρόνου βίου, νομοθεσίαν χρονολογουμένην από 15- 20 αιώνων, επί τη βάσει δε δικαστικού συστήματος υποθάλποντος πάσαν πλεκτάνην προς καταβαράθρωσιν του ουσιαστικού Δικαίου και καθιστώντος δυνατήν την επ’ αόριστον παρέλκυσιν των δικών. […] Δημοσία εκπαίδευσις, ήτις θα έλεγέ τις ότι κύριον έχει προορισμόν να εκτρέφη, δι’ ανεπαρκούς άλλωστε μορφώσεως, τροφίμους του προϋπολογισμού ανικάνους διά κάθε άλλο πλουτοπαραγωγικόν επάγγελμα. […] Διοίκησις φατριάζουσα, διακονούσα την τυραννίαν και μετά την απελευθέρωσιν του λαού υπό του ξενικού ζυγού, με μόνην την διαφοράν ότι αύτη ασκείται ήδη εκ περιτροπής ότε μεν επί του ημίσεος, ότε δε επί του ετέρου ημίσεος αυτού. […] Νόμος αποβάς ιστός αράχνης, δυνάμενος μεν να συλλαμβάνη τους ασθενεστέρους, αλλά κατασχιζόμενος θρασέως από πάντα ισχυρόν…».[2]

Αυτό ήταν το εύκολο κομμάτι, έλεγε τα προφανή, υποσχόταν την αλλαγή τους. Τα δύσκολα ήταν στη συνέχεια: Η έντονη διάθεση του λαού για ριζοσπαστικές αλλαγές αποτυπωνόταν στο αίτημα για Συντακτική Βουλή. Η ψήφιση νέου Συντάγματος θα σηματοδοτούσε τη ρήξη με το παρελθόν. Αναπόφευκτα, όμως, θα ανέκυπτε ζήτημα αλλαγής του πολιτεύματος. Ο Βενιζέλος ήταν αντίθετος σε μια τέτοια προοπτική. Επεδίωκε να μην έρθει σε σύγκρουση με το βασιλιά Γεώργιο Α΄ και τις ξένες δυνάμεις, κυρίως με την Αγγλία. Ο διάλογος με το κοινό είναι χαρακτηριστικός:

Βενιζέλος: «Οι εκλογές εκλήθησαν προς συγκρότησιν διπλής Αναθεωρητικής Βουλής.»

Λαός: «Συντακτική θέλουμε, Συντακτική…»

 Βενιζέλος: «Επαναλαμβάνω: διπλής Αναθεωρητικής Βουλής!»

Λαός: «Συντακτική…»

Βενιζέλος: «Είπα! Αναθεωρητικής.»

Λαός: … (σιγή)

Είναι ενδεικτικό το σχόλιο του Π. Βεντήρη: «Από της ώρας εκείνης η Ελλάς είχε κυβερνήτην. Δεν τον ανεκήρυξεν η φωνή, αλλ’ η σιωπή του λαού».[3]

 Η «σιωπή του λαού», την οποία ο Βεντήρης θαυμάζει, θα οδηγήσει σε τραγωδίες στο μέλλον…

 Την πιο ενδεικτική αποτίμηση για την εντύπωση που προκάλεσε ο λόγος του βρίσκουμε στο φύλλο της 12 Σεπτέμβρη του «Νουμά», του φιλολογικού περιοδικού – προπύργιου των δημοτικιστών και της προοδευτικής διανόησης της εποχής. Αξίζει να παραθέσουμε ολόκληρο το κείμενο του εκδότη του Δ. Ταγκόπουλου:

« Λόγια σεμνά, λόγια μεστά, λόγια δυνατά — νά. ό λόγος του. ’Όχι ρητορικές ρουκέτες καί λογοκοπικες τρακατρούκες. Λύτες γιά τούς Γκλαβάοες καί γιά τούς Γιολντάσηδες καί γιά τούς Καπετανάκηδες. ‘0 Βενιζέλος δέ ρητόρεψε — μίλησε. Δέ ζήτησε νά ξεσκίση αύτιά. Ζήτησε νά συγκινήσει ψυχές, Καί τό κατάφερε. Κι ό λόγος του, όσο κι άν ειπώθηκε άπό μπαλκόνι ξενοδοχείου, δέ θύμιζε καθόλου τούς «έπιμπαλκόνιους» προεκλογικούς καί μεταεκλογικούς λόγους. Εϊτανε λόγος ’Εγγλέζου πολιτικού, καθώς όρθά παρατήρησε ή «Εστία» , πού απαγγέλθηκε μέσα σέ μιά πλατιά κ’ εύρύχωρη σάλα. μπροστά σ’ ’Εγγλέζους πολίτες. Πρϊ μιλήσει, ό καθένας μας έπλαθε κι άπό ένανε Βενιζέλο δικόνε του, συφωνο μέ τά γούστα του καί μέ τά όσα είχε ακούσει γιά δαύτονε καί μέ τά πως τά πήρε όσα ακούσε. ’Άλλος Ροβεσπιέρρο τον έπλαθε, άλλος Μπουλανζέ, άλλος Κλεμανσώ κι άλλος άλλιώτικο.

Τήν Κεριακή τό βράδυ όμως όλωνώνε οί Βενιζέλοι γκρεμοτσακιστήκανε κι άπόμεινε ο “Ενας Βενιζέλος”, ο άληθινός, αύτός πού είναι κι αύτός πού μάς φανερώθηκε. Γιά νά πρωτοπαρουσιαστεΐ στό λαό δέν άκκούμπησε στους «θεσμούς» καί στά «άπαράγραπτα δίκαια τοΰ Ελληνισμού» καί στά «θά κάνω καί θά δείξω». “Ολα αύτά τά κοινοβουλευτικά παλιοσίδερα τάφισε γιά τούς άλλους, γιά κείνους πού μέ τόση αγάπη τά χαϊδεύουν καί πού μέ τόση άδιαντροπιά μάς τά πετάνε κάθε ώρα καί στιγμή κατάμουτρα. Αύτός τά γεγονότα μονάχα πήρε καί μέ τά γεγονότα μάς μίλησε καί μέ τά γεγονότα μάς έδειξε τήν καταντιά μας, με τά ίδια καί τόν τρόπο τής σωτηρίας μας. Κι ο λόγος του στά γεγονότα άκκουμπώντας κι άπό τά γεγονότα παίρνοντας τή δύναμήν του, συγκίνησε κ’ έπεισε καί γοήτεψε. Νά, επιτυχία μιά φορά, νά, νίκη! Άπό τήν Κεριακή τό βράδι ή Αθήνα άλάκαιρη γιά τό λόγο του μιλάει ακατάπαυτα. Δέν τονέ κρίνει, τονέ θαμάζει* δέν τονέ σκολιάζει, τονέ ρουφάει καί τονέ χαίρεται. Ή Αθήνα!… Δηλ. δ Αθηναϊκός λ α ό ς ! Δηλ. ό λαός ό πάντα ώς τώρα μεθώντας, άπό τά παλαιϊκώτερα χρόνια, μέ λόγια παχιά, μέ πλουμιστές ρητορείες, μέ κορώνες μελοδραματικές καί μέ βροντερές παρλάτες. Ό Βενιζέλος ήρθε, μίλησε καί νίκησε. Μά δέν είναι ένας ο νικητής τού Κεριακόβραδου. Είναι δυό. Νικητής είναι κι ο Αθηναϊκός λαός, γιατί ένιωσε το λόγο τού Βενιζέλου-— γιατί νιώθοντας το λόγο τού Βενιζέλου έδειξε πώς άπαρνήθηκε τόν παλιό πολίτη πού τραβιότανε άπό τά παχιά τά λόγια, πού μπιστευότανε σέ δαΰτα καί πού άφινότανε, μέ κλειστά τά μάτια, νά σέρνεται άπό δαΰτα στον εγκρεμό. Στις 8 τού Τρυγητή ό λαός έδειξε πώς χειραφετήθηκε κάπως άπό τά προσωπικά κόμματα. Στις 5 του Σεπτέβρη τό άπόδειξε.[4]

 

Βενιζέλος και διανόηση

Με αφορμή την τοποθέτηση του «Νουμά» ας σταθούμε στη σχέση του Βενιζέλου με τους διανοούμενους, στοιχείο που συνέβαλε στην κυριαρχία του. Αν θέλαμε να χαρτογραφήσουμε -σε αδρές γραμμές και με δυσδιάκριτα τα όρια- το στρώμα της διανόησης της εποχής θα παρατηρούσαμε:

 –  Η ομάδα του Εκπαιδευτικού Ομίλου με φιλελεύθερη ιδεολογική αντίληψη θα στηρίξει τον Βενιζελισμό, όπως και η ομάδα των σοσιαλιστών που θα επιλέξουν την κριτική υποστήριξη του Βενιζέλου.

 – Διανοούμενοι επηρεασμένοι από τις ριζοσπαστικές σοσιαλιστικές ιδέες που θα παραμείνουν αρνητικοί στην προσέγγιση προς τους φιλελευθέρους και θα συνδεθούν κατόπιν με το Σ.Ε.Κ.Ε καταλήγοντας οριστικά στην κομμουνιστική ιδεολογία.

Οι ομάδες αυτές συνδέονται μεταξύ τους εκτός των άλλων με την κοινή αντίληψη για την ανάγκη επικράτησης της δημοτικής γλώσσας.

– Εχθρική προς τον Βενιζέλο θα σταθεί η ομάδα διανοούμενων που συνδέεται στενά με τον «Κωνσταντινισμό» και την καθαρεύουσα και συγκροτείται από τους συντηρητικούς κύκλους της κοινωνίας, με κυρίαρχους αυτούς του Πανεπιστημίου και της ανώτερης και ανώτατης δημοσιουπαλληλίας καθώς και της Εκκλησίας.

Ο Βενιζέλος από την πρώτη στιγμή θα επιδιώξει τον προσεταιρισμό των προοδευτικών διανοούμενων. Είναι ενδεικτικά τα περιστατικά, όπως περιγράφονται από τις εφημερίδες της εποχής:

Στις 14 Σεπτέμβρη 1910 η «Ακρόπολις» δημοσίευσε χρονογράφημα του Στ. Σταματίου το οποίο αναδημοσίευσε κι ο «Νουμάς». Σύμφωνα με αυτό, σε μία από τις πρώτες εμφανίσεις του Βενιζέλου στη Βουλή ο Στ. Γρανίτσας τον ερώτησε αν θα ήθελε να διαβάσει τον «Νουμά». Ο Βενιζέλος δέχτηκε με προθυμία, γεγονός που προκάλεσε οργή στην «υπερκαθαρευουσιάνικη» Βουλή. Ο Βενιζέλος απάντησε δείχνοντας στο motto της εφημερίδας τη φράση του Ψυχάρη «ένας λαός υψώνεται άμα δείξη πως δεν φοβάται την αλήθεια».

Η απάντηση ήρθε την επομένη, 15 Σεπτέμβρη 1910 στην εφημερίδα «Καιροί», όργανο των υποστηρικτών της καθαρεύουσας. Με τον εντυπωσιακό τίτλο «Ο Βενιζέλος …μαλλιαρός» η εφημερίδα αναφέρεται στις αντιδράσεις των βουλευτών – οπαδών της καθαρεύουσας και ειδικά της ομάδας του Γ. Φιλάρετου οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν έντονα. Σύμφωνα με την εφημερίδα, ο πρωθυπουργός Στ. Δραγούμης έμεινε κατάπληκτος από την αλλαγή γλωσσικών πεποιθήσεων του Βενιζέλου. Το άρθρο έκλεινε με τη βεβαιότητα πως «ως εκ τούτου θα τον αποκηρύξη ο κ. Δραγούμης». Μακριά νυχτωμένοι ήταν οι συντάκτες των «Καιρών», οι … καιροί είχαν αλλάξει και ο Βενιζέλος το είχε καταλάβει.

Η επιλογή του Βενιζέλου δεν είχε γλωσσικά αλλά πολιτικά κριτήρια. Αυτό έγινε σαφέστερο τον Νοέμβρη του 1910 όταν συναντήθηκε με τον καθηγητή Γ. Μιστριώτη, ηγέτη της παράταξης των αρχαϊστών. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του «Νουμά» και της «Ακρόπολης» ο Μιστριώτης επιδίωξε να εξασφαλίσει την συνταγματική προστασία της καθαρεύουσας και να πείσει τον Βενιζέλο για τον υπονομευτικό ρόλο των δημοτικιστών. Ο Βενιζέλος αρνήθηκε «με οργή», όπως αναφέρεται στα δημοσιεύματα. Μια μόνο παρατήρηση: Είναι προφανές πως όταν διαρρέει μια συνάντηση δύο ατόμων και το περιεχόμενό της, κάποιος από τους δύο τη διέρρευσε, αυτός που θεωρούσε πως τον συμφέρει. Σίγουρα αυτή η διαρροή δεν ήταν προς το συμφέρον του κ. Μιστριώτη… 

Επίλογος

Στις αρχές του φθινοπώρου του 1910 ο Στ. Δραγούμης ήταν τυπικά πρωθυπουργός, ο «Συνασπισμός» των παλαιών κομμάτων είχε τυπικά την πλειοψηφία στη Βουλή κι ο Βενιζέλος ήταν τυπικά αρχηγός ενός σχετικά μικρού, καινούργιου κόμματος. Όλοι όμως καταλάβαιναν πως τίποτα δεν ήταν όπως φαινόταν και, όντως, πριν βγει το φθινόπωρο, τα πάντα θα έχουν αλλάξει, όπως θα δούμε στο 3ο μέρος αυτής της ενότητας. Η αλλαγή θα είναι ταχύτατη και με τόσο έντονο παρασκήνιο που όντως θα θυμίζει, και εδώ, κινηματογραφικό σενάριο. Άλλωστε, μέσα από τη ζωή δεν είναι βγαλμένα;

 

[1] «Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας», ΙΤΥΕ «Διόφαντος», 2016, σ. 89.

[2] Εφημερίς της Βουλής των Ελλήνων, Παράρτημα: Η κοινοβουλευτική ιστορία του Ελευθερίου Βενιζέλου, τ. Α΄, Αθήναι 1936, σσ. 8-9.

 

[3] Γ. Βεντήρης, Η Ελλάς του 1910-1920, Ίκαρος, Αθήνα 1970, σσ. 69-70.

[4] Nουμάς, τ. 404, 12/9/1010, nou_issue404.pdf (ucy.ac.cy)

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ