10.1 C
Athens
Τρίτη, 26 Νοεμβρίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Νοέμβρης 1920: Οι «κρισιμότερες εκλογές» και οι απολογητές του Ελ. Βενιζέλου, του Σπύρου Αλεξίου


 

Κάθε χρόνο, αυτές τις μέρες δημοσιεύονται άρθρα για τις εκλογές που διεξήχθησαν την 1 / 13 Νοέμβρη 1920. Έχουν χαρακτηριστεί ως οι «κρισιμότερες» στην ιστορία του ελληνικού κράτους, «τραγωδία» λόγω της ήττας του Ε. Βενιζέλου αλλά και «λάθος» του «εθνάρχη» που τις πραγματοποίησε. Η επίσημη ιστοριογραφία, σταθερός απολογητής του Βενιζέλου προβάλλει αυτές τις αιτιάσεις ώστε να αποσείσει από τον «εθνάρχη» τις  ευθύνες του για τη Μικρασιατική καταστροφή.

Το kommon.gr δημοσιεύει αποσπάσματα από το σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου του Σπύρου Αλεξίου «Μεγάλη Ιδέα: 1844 – 1922» (εκδ. Τόπος) που προσεγγίζει με διαφορετικό τρόπο την μεγάλη αυτή καμπή της ελληνικής ιστορίας.

 

Και γιατί να κάνουμε εκλογές;

Η πλειονότητα όσων παρουσιάζουν τις εκλογές του 1920 ως «τραγωδία» αποφεύγει να αναφερθεί στο απλό ερώτημα: ποιος και με ποια νομιμοποίηση κυβερνούσε την –υποτίθεται δημοκρατική– Ελλάδα το φθινόπωρο του 1920; Ο Βενιζέλος μέσα από ποια διαδικασία κατείχε το αξίωμα του πρωθυπουργού;

Ας υπενθυμίσουμε: ο Βενιζέλος είχε κερδίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις εκλογές του Μαΐου του 1915. Μετά τη σύγκρουσή του με τον Κωνσταντίνο παραιτήθηκε το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου. Στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1915 ο Βενιζέλος και οι φιλελεύθεροι δενπήραν μέρος, καταγγέλλοντας τις βασιλικές παρεμβάσεις στην πολιτική ζωή. Ακολούθησε ο Διχασμός, ο χωρισμός της Ελλάδας σε δύο κράτη και η κατοχή τμήματός της από τους Αγγλογάλλους, οι οποίοι εξανάγκασαν σε αποχώρηση τον Κωνσταντίνο και επέβαλαν πρωθυπουργό τον Βενιζέλο το 1917.Ο ίδιος ήρθε στην Αθήνα με το γαλλικό θωρηκτό «Provence» στις 7 Ιουνίου. Η Αθήνα βρισκόταν υπό τον έλεγχο αποικιακών γαλλικών στρατευμάτων (από τη Σενεγάλη), τα οποία είχαν στο μεταξύ αποβιβαστεί στον Πειραιά. Η αλήθεια που η συστημική ιστοριογραφία «ξεχνά» είναι πως ο Βενιζέλος δεν ήταν εκλεγμένος πρωθυπουργός, ενώ οι τελευταίες εκλογές είχαν γίνει τυπικά τον Νοέμβριο του 1915 και ουσιαστικά τον Μάιο του ίδιου έτους.

Άλλο ένα στοιχείο που σκόπιμα αποσιωπάται είναι πως η χώρα αυτή, εκτός από πρωθυπουργό, υποτίθεται πως είχε και… Βουλή. Όταν επιβλήθηκε ο Βενιζέλος ως πρωθυπουργός από τους Αγγλογάλλους, δεν διενήργησε εκλογές, αλλά «νεκρανάστησε» τη Βουλή που είχε εκλεγεί τον Μάιο του 1915. Επρόκειτο για κανονικό πραξικόπημα, καθώς δεν υπήρχε κάποια νομιμοποίηση, που δικαιολογήθηκε με την επίκληση της εμπόλεμης κατάστασης στην οποία βρισκόταν η χώρα. Είναι εντυπωσιακό και, φυσικά, αποσιωπημένο πως αυτή η πρωτοφανής επαναφορά προηγούμενης Βουλής έγινε τον Ιούλιο του 1917 με διάταγμα που υπέγραψε ο Γάλλος αρμοστής Σαρλ Ζονάρ. Πρωθυπουργός και Βουλή, λοιπόν, που επιβλήθηκαν με διαδικασίες κανονικού προτεκτοράτου – προς δόξα όσων ακόμη υποστηρίζουν πως δεν υπήρξε εξάρτηση της Ελλάδας.

Η επίκληση στην εμπόλεμη κατάσταση δεν απέτρεψε τα ειρωνικά σχόλια. Της απέδωσαν τον χαρακτηρισμό «Βουλή των Λαζάρων», αυτών που «αναστήθηκαν». Πρόεδρός της εκλέχτηκε ο Θεμιστοκλής Σοφούλης και συνέχιζε τη λειτουργία της μέχρι το φθινόπωρο του 1920, οπότε και ο Βενιζέλος αποφάσισε να προκηρύξει εκλογές. Άλλωστε, ο ίδιος είχε δεσμευτεί: «Δηλώ επισήμως ότι, αμέσως μετά την υπογραφήν της συνθήκης ειρήνης μετά της Τουρκίας, η Βουλή θα διαλυθή και αι εκλογαί θα διεξαχθούν εντός των προθεσμιών τας οποίας το σύνταγμα καθορίζει».

Το μόνο σημείο που ασκούν κριτική στον Βενιζέλο οι περισσότεροι υποστηρικτές του είναι η προκήρυξη εκλογών. Θεωρούν «μέγα λάθος» μια τέτοια κίνηση σε περίοδο πολέμου και κάθε ανάλυσή τους ξεκινάει από την πασίγνωστη φράση του συντηρητικού πολιτικού αρχηγού της Προοδευτικής Ενώσεως και πρόεδρου της Βουλής την περίοδο 1912- 1915 Κωνσταντίνου Ζαβιτσιάνου: «Η ενέργεια εκλογών το 1920 ουδαμόθεν εδικαιολογείτο. Μεγαλύτερον πολιτικόν σφάλμα ήτο αδύνατον να διαπραχθεί»[…]

Από τα συμφραζόμενα προκύπτουν απαντήσεις που δεν διατυπώνονται ευθέως. Θεωρούν λάθος τη διενέργεια εκλογών για τον ίδιο λόγο που ο Βενιζέλος τις ανέβαλε συνεχώς και ο λόγος αυτός δεν ήταν άλλος από το αβέβαιο του αποτελέσματος. Τα γαλλικά θωρηκτά, οι υμνολογίες των υποστηρικτών, οι θρίαμβοι επί χάρτου, τα δάφνινα στεφάνια που του απένειμαν στο Στάδιο οι πολιτικοί υφιστάμενοί του, η αποθέωση από τους βουλευτές που ο ίδιος νεκρανάστησε δεν αποτύπωναν την κοινωνική πραγματικότητα και ο Βενιζέλος αυτό το γνώριζε. Μέγας τακτικιστής, είχε αποδείξει πως δεν είχε πρόβλημα να προκηρύξει εκλογές όποτε έκρινε πως τον συμφερε.

Αν αυτήν την αλήθεια την αποδεχτούμε, τότε θα πρέπει να τεθεί το ερώτημα για τους λόγους που καθιστούσαν αβέβαιο το αποτέλεσμα των εκλογών. Γιατί ενώ οι ιστορικοί που περιγράφουν θριάμβους, τον «άξιο της πατρίδας» να υλοποιεί τη Μεγάλη Ιδέα, τον λαό ομόθυμα να είναι έτοιμος για «σταθερές θυσίες», οι ίδιοι θεωρούν ότι το αποτέλεσμα ήταν αβέβαιο;

Η απάντηση βρίσκεται, όπως πάντα, στην κοινωνία και στις διεργασίες της, αυτόν τον παράγοντα που η αστική ιστοριογραφία αγνοεί συνειδητά.[…]

 

Τα «περίεργα» αποτελέσματα των εκλογών του 1920

Αρχικά, ας δώσουμε τους αριθμούς. Στις εκλογές, οι οποίες τελικά διεξήχθησαν στις 14 Νοεμβρίου 1920, ψήφισαν 746.946 ψηφοφόροι και έλαβαν: το Κόμμα των Φιλελευθέρων 375.803 ψήφους, η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις 368.678, το ΣΕΚΕ 100.000 (σύμφωνα με το ίδιο, υπάρχουν και άλλες εκτιμήσεις) και οι Ανεξάρτητοι 2.645, ενώ η κατανομή των εδρών έγινε ως εξής: 118 το Κόμμα των Φιλελευθέρων, 251 η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις, ΣΕΚΕ και Ανεξάρτητοι καμία.

Είναι σίγουρο ότι η ανάγνωση των αριθμών μόνο απορίες γεννά. Το άθροισμα των ψήφων των κομμάτων ξεπερνά κατά πολύ τον αριθμό των ψηφοφόρων, το δεύτερο σε ψήφους κόμμα παίρνει το 70% των εδρών, το τρίτο κόμμα δεν παίρνει καμία έδρα κ.λπ. Απαιτούνται ορισμένες διευκρινίσεις. Το εκλογικό σύστημα ήταν το «πλειοψηφικό με ευρεία εκλογική περιφέρεια», δηλαδή όποιο κόμμα συγκέντρωνε έστω και μία ψήφο παραπάνω από τα υπόλοιπα έπαιρνε το σύνολο των εδρών της περιφέρειας! Με το… δικαιότατο αυτό σύστημα, λόγω της κατανομής των ψήφων, η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις πήρε το 70% των εδρών της Βουλής αν και ήρθε δεύτερη, ενώ το ΣΕΚΕ δεν πήρε ούτε μία αν και συγκέντρωσε περίπου το 10% των ψήφων!

Η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις ήταν ο συνασπισμός των αντιβενιζελικών κομμάτων (Κόμμα Εθνικοφρόνων, Συντηρητικό Κόμμα, Μεταρρυθμιστικό Κόμμα κ.ά. μικρότερα), με επικεφαλής τον Δημήτριο Γούναρη. Για πρώτη φορά εμφανίστηκε οργανωμένος πολιτικός σχηματισμός με κομμουνιστική αναφορά, το ΣΕΚΕ. […] Ο ακριβής αριθμός ψήφων είναι δύσκολο να υπολογιστεί λόγω της δυνατότητας υπερψήφισης πολλών υποψηφίων. Σύμφωνα με τον Δημητράτο, το ΣΕΚΕ έλαβε 100.000 ψήφους, νούμερο που αναφέρει και ο Κορδάτος. Αντίθετα, ο Αβραάμ Μπεναρόγια υποστηρίζει ότι το ΣΕΚΕ συγκέντρωσε από 35.000 μέχρι 46.000 ψήφους. Στις περισσότερες μελέτες η επικρατέστερη άποψη μιλά για 70.000 με 80.000 ψήφους, νούμερο ιδιαίτερα σημαντικό.[…]

Όλα όσα προαναφέραμε έπαιξαν ρόλο, όχι με την έννοια που παρουσιάζουν οι απολογητές του Βενιζέλου. Πάνω από όλα όμως υπάρχουν δύο βασικές αιτίες, αλληλένδετες, που επιμελώς υπο-βαθμίζονται ή και αποκρύπτονται: το θέμα της συνέχισης του πολέμου και το θέμα της εξαθλίωσης των λαϊκών στρωμάτων.

Κατ’ αρχάς, το θέμα της συνέχισης του πολέμου υποβαθμίζεται. «Μεγαλόψυχα» αναγνωρίζεται η «κούραση» ενός λαού που συμπλήρωνε εννέα ολόκληρα χρόνια επιστράτευσης και πολέμων, από τα Βαλκάνια μέχρι την Ουκρανία και το Εσκί Σεχίρ. Ο Βενιζέλος δήλωνε σε μια επίδειξη

μεγαλοψυχίας: «Δεν κακίζω τον λαό, του ζήτησα θυσίες μεγαλύτερες από τις δυνάμεις του, τον παρέσυρα σε έργο πολύ βαρύ. Και φέρω βαριά ευθύνη, γιατί, ενώ τώρα διατρέχει τον κίνδυνο να χάσει τα κερδισμένα αποτελέσματα, οι θυσίες θα του μείνουν».

 Ο Κορδάτος, μάλιστα, επισημαίνει πως στις εκλογές το μεγαλύτερο τμήμα της ελληνικής κοι-νωνίας «καταδίκασε με την ψήφο του τον πόλεμο και την τρομοκρατία», τη συνέχιση του οποίου σηματοδοτούσε ο Βενιζέλος, άσχετα με τη μορφή που πήρε αυτή η καταδίκη. Σε αυτήν την άποψη συνηγορεί και ο Άγγλος ιστορικός Γουίλιαμ Μίλερ: «Η μακρόχρονη επιστράτευση, η μακρόχρονη επίσης κατοχή του πρωθυπουργικού αξιώματος δημιούργησαν εχθρότητα προς το όνομά του».

Ήταν λογική η αντίδραση και αποτελεί πρόκληση να επιλέγεται η λέξη «κούραση». Δεν ήταν «κούραση», ήταν το αίμα δεκάδων χιλιάδων νέων, ο αριθμός των οποίων προβλεπόταν ότι θα ανέβαινε σημαντικά με τη συνέχιση της εκστρατείας στη Μικρά Ασία, όπως και συνέβη.

Ήταν επίσης, και εδώ υπάρχει απόλυτη σιωπή, η αργή αλλά σταθερή συνειδητοποίηση της κοινωνίας πως τελικά όλο αυτό το αίμα χυνόταν τυπικά στο όνομα της Μεγάλης Ιδέας, στην πραγματικότητα όμως για τα συμφέροντα των μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών της Αγγλίας και της Γαλλίας καθώς και για το άνοιγμα νέων αγορών για το χρηματιστηριακό και εφοπλιστικό ελληνικό κεφάλαιο. Το ερώτημα «Ποια αδέρφια απελευθερώνουμε στην Ουκρανία ή στα βάθη της Ανατολίας» ερχόταν πιαστην καθημερινότητα αυτών των «αχάριστων» που (άκουσον, άκουσον!) δεν ήθελαν να σκοτωθούν τα παιδιά τους για τις πετρελαϊκές εταιρείες.

Και, σε άμεση σχέση με τα προηγούμενα, άλλη μία αιτία: «του ζήτησα θυσίες», δήλωνε ο Βενιζέλος για τον λαό. Όπως είδαμε τις θυσίες δεν τις ζήτησε από «όλον τον λαό». Το τραπεζικό, χρηματιστηριακό και εφοπλιστικό κεφάλαιο θησαύρισε, όπως θησαύρισαν και οι πολεμικές βιομηχανίες και όσοι εμπλέκονταν με τις κολοσσιαίες προμήθειες του στρατού. Αυτά δεν συνέβαιναν σε ένα παράλληλο σύμπαν, βρισκόμαστε στο 1920 και στοιχειώδες μορφωτικό επίπεδο και πληροφόρηση υπήρχαν. Σε συνδυασμό με την καθημερινή εξαθλίωση που βίωνε μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, ήταν λογικό να υπάρξει αντίδραση. «Νιώθεις, πατριώτη, τι εχθρός ήταν ετούτος ο παλιολαός», όπως έγραφε ο Ιάκωβος Καμπανέλλης στο έργο του Ο εχθρός λαός, το οποίο μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης. Ο κοφτερός και με πικρό χιούμορ λόγος του μεγάλου συγγραφέα ταιριάζει απόλυτα με τις αιτιάσεις των απολογητών του «εθνάρχη». […]

 

ΣΕΚΕ, ένας παράγων που αλλάζει το σκηνικό

Στην εντελώς αντίθετη πλευρά του πολιτικού σκηνικού βρέθηκε το ΣΕΚΕ. Οι «προπομποί» του είχαν εναντιωθεί στη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α΄ Π.Π., ενώ από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του, τον Νοέμβριο του 1918, ήταν αντίθετο στις εκστρατείες στην Ουκρανία και στη Μικρά Ασία. Για τις θέσεις αυτές τα μέλη του υπέστησαν διώξεις, φυλακίσεις και εξορίες. Τον Σεπτέμβριο του 1920, και ενώ στην Ελλάδα κυριαρχούσε πανηγυρικό κλίμα για τη Συνθήκη των Σεβρών, το ΣΕΚΕ τόνιζε σε προκήρυξή του:

«Έχει συμφέρον [σ.σ. η κυβερνώσα αστική τάξις να εξαπατήση και πάλιν τας εργαζομένας τάξεις της χώρας, με το πρόσχημα μιας δήθεν οριστικής ειρήνης, με το επιχείρημα του «διπλασιασμού της πατρίδος» και της απελευθερώσεως των «υποδούλων αδερφών». […] Έχει, τέλος, συμφέρον [σ.σ. να εξαπατήση] διά να αποτρέψη την προσοχήν του λαού από την αθλιότητα που τον μαστίζει και να απομακρύνη την σκέψιν του από τους νέους πολέμους που παρασκευάζει. […] Το κόμμα μας έχει την υποχρέωσιν να αποκαλύψη […] ότι ο πόλεμος δεν ετελείωσεν. Απλώς διά της ειρήνης ταύτης ετέθησαν οι βάσεις των πολέμων της αύριον.»

Όπως προαναφέραμε το πρώτο εκλογικό συνεδριο του ΣΕΚΕ αποφάσισε τη συμμετοχή του στις εκλογές. Τόσο το Κόμμα των Φιλελευθέρων όσο και η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις επιδίωξαν την εκλογική συνεργασία μαζί του, προσφέροντάς του βουλευτικές έδρες σε Βόλο – Λάρισα, Θεσσαλονίκη, Δράμα – Καβάλα, Σέρρες και Πειραιά. Ο γραμματέας του Δημητράτος επιβεβαίωσε τις προτάσεις που είχε δεχτεί για εκλογική συνεργασία. Ο Μπεναρόγια, μάλιστα, γράφει ότι οι αντιβενιζελικοί είχαν προτείνει εκλογική συνεργασία «διά της παραχωρήσεως τριάκοντα θέσεων εις το ΣΕΚΕ».

Εντέλει το ΣΕΚΕ συγκέντρωσε σημαντικό αριθμό ψήφων, αναφέρθηκαν ήδη οι εκτιμήσεις. Σε ορισμένες εργατικές περιοχές έφτασε και στο 30% των ψήφων, αλλά λόγω του εκλογικού συστήματος εξέλεξε βουλευτή. Ο γραμματέας Δημητράτος εκτίμησε για τη νίκη της Ηνωμένης Αντιπολίτευσης πως «ουδόλως αποτελεί εκδήλωσιν φιλομοναρχισμού, αλλά έκφρασιν αγανακτήσεως και διαμαρτυρίας προς την πολιτική των φιλελευθέρων». Η εκτίμηση ήταν σωστή μόνο ως προς το δεύτερο σκέλος, καθώς οι ψηφοφόροι της Ηνωμένης Αντιπολίτευσης ήταν σε μεγάλο ποσοστό οπαδοί της μοναρχίας, και του Κωνσταντίνου προσωπικά, όπως είναι επιβεβαιωμένο ιστορικά.

Το ΣΕΚΕ δέχτηκε επιθέσεις και την ίδια περίοδο αλλά και αργότερα για «συνεργασία» με την αντιπολίτευση κατά του Βενιζέλου. Η κατηγορία είναι έωλη πολιτικά, διότι το ΣΕΚΕ είχε ήδη τοποθετηθεί. Είναι όμως βέβαιο πως η δυνατότητα πολλαπλής επιλογής υποψηφίων επέτρεψε σε ορισμένους ψηφοφόρους του να ψηφίσουν κατά του Βενιζέλου με βασικό κριτήριο την «ειρήνη». Αυτό το επισημαίνει και ο Κορδάτος, εκτιμώντας μάλιστα πως αν δεν συνέβαινε αυτό, το κόμμα θα εξέλεγε ορισμένους βουλευτές. Πιο έντονο όμως ήταν το αντίστροφο φαινόμενο, ψηφοφόροι των δύο μεγάλων παρατάξεων να ψηφίζουν και υποψηφίους του ΣΕΚΕ.

Η πραγματικότητα είναι πως η δυναμική παρουσία αριστερού κόμματος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ήττα του Βενιζέλου. Αρχικά, στέρησε σημαντικό αριθμό ψήφων από τα εργατικά, προλεταριακά στρώματα που τα προηγούμενα χρόνια τάσσονταν συντριπτικά υπέρ του Βενιζέλου λόγω των αλλαγών στην εργατική νομοθεσία. Εξίσου σημαντική ήταν και η πολιτική-ιδεολογική διάσταση: για πρώτη φορά η πολιτική του Βενιζέλου και γενικότερα η επεκτατική πολιτική της αστικής τάξης δεχόταν ισχυρή και εμπεριστατωμένη κριτική από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων και του διεθνισμού. Δεν ήταν κριτική στον τρόπο υλοποίησης της Μεγάλης Ιδέας, όπως έκαναν οι αντίπαλοι του Βενιζέλου, ήταν κριτική στην ίδια την ουσία και άρνησή της. Αυτή η κριτική συναντούσε τις ανησυχίες μεγάλου τμήματος της κοινωνίας και το ισχυρότατο ταξικό ένστικτο του Βενιζέλου αυτό το αντιλαμβανόταν. Για αυτό και στάθηκε λυσσώδης πολέμιος του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα, μην ξεχνάμε το Ιδιώνυμο

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ