Πηγή: Δυτικό Μέτωπο
Η διαχείριση των αστικών στερεών αποβλήτων (ΑΣΑ) είναι από τους τομείς με το πιο βαρύ περιβαλλοντικό παρελθόν. Δυστυχώς, αντί να θεραπευτούν οι «πληγές» του παρελθόντος, οι κρατικές πολιτικές των τελευταίων χρόνων στρέφονται σε μια νέα ακραία αντιπεριβαλλοντική επιλογή, αυτή της καθιέρωσης της μαζικής καύσης υλικών, που προέρχονται από την επεξεργασία σύμμεικτων απορριμμάτων, δηλαδή μη διαχωρισμένων με προδιαλογή.
Με αφορμή τις δράσεις κατά της καύσης απορριμμάτων που έχουν εξαγγελθεί για τις 29 Μαΐου 2021, φορείς και συλλογικότητες της Δυτικής Αττικής – Δυτικής Αθήνας – Δυτικού Πειραιά, που αγωνιζόμαστε για να πάψει το έγκλημα της συσσώρευσης όλων των εγκαταστάσεων διαχείρισης απορριμμάτων στη Δ. Αττική, δημοσιοποιούμε τις θέσεις μας, με στόχο το δημιουργικό διάλογο για το συνολικό πρόβλημα της διαχείρισης των αποβλήτων και τη μέγιστη κινηματική σύγκλιση σε θέσεις διεισδυτικές στην κοινωνία, μη ενσωματώσιμες από το κυρίαρχο λόγο και ικανές να έχουν απτά αποτελέσματα.
Σύντομο ιστορικό
Η πρακτική της καύσης προϊόντων επεξεργασίας σύμμεικτων απορριμμάτων είναι μόνιμος στόχος των κυβερνήσεων των τελευταίων δύο δεκαετιών και διακαής «πόθος» των εργολαβικών λόμπι, διότι αποτελεί προνομιακό χώρο για μεγάλες κρατικοδίαιτες επενδύσεις με εγγυημένα κέρδη σε βάθος πολλών δεκαετιών. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες επιχειρήθηκε να υλοποιηθεί με τις παρακάτω μεθοδεύσεις:
∙ Με την κατασκευή μονάδων βιοξήρανσης απορριμμάτων και παραγωγής καυσίμου SRF (σε Ηράκλειο, Αθήνα και αλλού).
∙ Με την περιβαλλοντική αδειοδότηση μονάδων καύσης (σε Ημαθία και ΝΑ Θεσσαλονίκη)
∙ Με την κατασκευή ιδιωτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω της καύσης εκατομμυρίων τόνων/χρόνο εισαγόμενων απορριμματογενών καυσίμων. Πρόκειται για την περίπτωση της εταιρείας ENGAL, που το 2011 σχεδίαζε να τα εισάγει από την Ιταλία και να τα καίει για ηλεκτροπαραγωγή σε εργοστάσια στον Αστακό και στο Βόλο.
Οι μεθοδεύσεις αυτές συνάντησαν σημαντικές αντιστάσεις. Στην Αττική αναπτύχθηκε ένα ευρύ μέτωπο από περιβαλλοντικά κινήματα και συλλογικότητες, την ΠΟΕ – ΟΤΑ, αυτοδιοικητικά σχήματα και πολιτικούς χώρους, που απέτρεψε την κατασκευή των εργοστασίων παραγωγής RDF και SRF. Μεγάλες κινητοποιήσεις έγιναν και κατά της επένδυσης της ENGAL. Αυτά τα σχέδια ακυρώθηκαν, αλλά δεν απέτρεψαν την έμμεση ενεργειακή «αξιοποίηση» απορριμμάτων σε τσιμεντοβιομηχανίες:
∙ Το 2014 ξεκινά η χρήση απορριμματογενών καυσίμων στο εργοστάσιο της ΑΓΕΤ στο Μηλάκι Αλιβερίου.
∙ Ακολουθεί το εργοστάσιο της ΑΓΕΤ – Lafarge στο Βόλο και το εργοστάσιο του ΤΙΤΑΝΑ στο Καμάρι (στα όρια Δ. Αττικής – Βοιωτίας).
∙ Είναι ήδη στρωμένο το έδαφος για να γίνει το ίδιο και στα άλλα εργοστάσια του ΤΙΤΑΝΑ (στην Ευκαρπία Θεσσαλονίκης και στο Δράπανο Αχαΐας).
Η καύση απορριμμάτων «επισημοποιείται» στο θεσμικό πλαίσιο
Κάτω από την ισχυρή πίεση των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων της «βιομηχανίας των απορριμμάτων» και παρά τις μαζικές κινητοποιήσεις τοπικών κοινωνιών ενάντια στην καύση, η κυβέρνηση:
∙Τον Αύγουστο του 2020, ενέκρινε -με διαδικασίες express- το νέο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ), που προβλέπει τη δημιουργία 4 μεγάλων μονάδων καύσης, για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, πανελλαδικής εμβέλειας.
∙Ταυτόχρονα, το ΕΣΔΑ δίνει το «πράσινο φως» σε Περιφερειακές και Δημοτικές Αρχές να οργανώσουν μονάδες καύσης σε 43 νέες Μονάδες Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ), πέρα από αυτές που ήδη λειτουργούν σε ορισμένες περιοχές (Φυλή Αττικής, Χανιά, Δυτική Μακεδονία, Ήπειρο, Σέρρες, Ηλεία). Το βασικό έργο αυτών των μονάδων δεν είναι η περαιτέρω ανάκτηση ανακυκλώσιμων υλικών και οργανικών από τα σύμμεικτα όπως ψευδώς δηλώνουν κυβερνητικά και αυτοδιοικητικά στελέχη, αλλά η παραγωγή απορριμματογενών καυσίμων SRF-RDF, τα οποία θα οδηγούνται προς καύση είτε στις τσιμεντοβιομηχανίες, είτε στις 4 μονάδες καύσης που έχουν εξαγγελθεί, είτε ακόμη σε ιδιωτικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, κατά το πρότυπο της «πάλαι ποτέ» ENGAL.
∙ Κυρώθηκε το 2019 το νέο Εθνικό Σχέδιο για την ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), στο οποίο η παραγωγή και χρήση των απορριμματογενών καυσίμων RDF – SRF θεωρείται εφαρμογή της κυκλικής οικονομίας.
∙ Συντάθηκε Νομοσχέδιο για την ανακύκλωση, με βάση το οποίο τα υπολείμματα των Κέντρων Διαλογής Απορριμμάτων Υπολειμμάτων (ΚΔΑΥ) θα οδηγούνται υποχρεωτικά στις μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης.
Γιατί λέμε όχι στην καύση απορριμμάτων, είτε στην τσιμεντοβιομηχανία, είτε σε μονάδες καύσης για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας:
∙ Είναι καταστροφική για το περιβάλλον, τη δημόσια υγεία και τη ζωή των κατοίκων, όπως φανερώνουν επιστημονικές μελέτες (π.χ. του Ιατρικού Συλλόγου Μαγνησίας και επιστημόνων από όλο τον κόσμο που μελέτησαν τις επιπτώσεις σε περιοχές που εφαρμόστηκε η καύση απορριμμάτων). Απελευθερώνονται διοξίνες, φουράνια, βαρέα μέταλλα και επικίνδυνοι αέριοι ρύποι. Παράγεται επίσης τοξική τέφρα που θα καταλήγει στο νερό και το έδαφος και από εκεί στην τροφική αλυσίδα.
∙Η κατασκευή των Μ.Ε.Α. με βασικό προσανατολισμό την παραγωγή SRF-RDF αντιστρατεύεται και καθηλώνει σε χαμηλά επίπεδα την προδιαλογή των υλικών και την ανακύκλωση.
∙ Η εξασφάλιση της βιωσιμότητας των κατασκευασμένων με ΣΔΙΤ μονάδων καύσης, απαιτεί μακροχρόνια και εγγυημένη τροφοδοσία με απορριμματογενή καύσιμα. (σημείωση: εισαγωγή απορριμμάτων σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης για την κάλυψη των μονάδων καύσης υποδηλώνει την πλήρη αποτυχία και όχι την επιτυχία της, όπως προσπαθούν να μας πείσουν)
∙ Δεσμεύει τεράστια ποσά δημόσιου χρήματος σε αντιπεριβαλλοντικές μεθόδους έντασης κεφαλαίου και χαμηλής απασχολησιμότητας, ενώ, ταυτόχρονα, εκτοξεύει το κόστος διαχείρισης των αποβλήτων το οποίο θα πέσει ξανά στις πλάτες των πιο αδύναμων στρωμάτων.
∙ Παραβιάζει την κλασική ιεράρχηση της διαχείρισης των αποβλήτων, αφού δίνει προτεραιότητα σε κάποιο στάδιο («ανάκτηση» με ενεργειακή αξιοποίηση), χωρίς να έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες προηγούμενων σταδίων.
∙ Δημιουργεί προβλήματα συμβατότητας με την ισχύουσα γενική νομοθεσία περί αποβλήτων, καθώς ενδέχεται να χαρακτηριστεί ισοδύναμη της ταφής, στο βαθμό που οι συγκεκριμένες μονάδες δεν καταφέρνουν να πετύχουν ποσοστό ενεργειακής απόδοσης μεγαλύτερο του 67%, επίδοση που προϋποθέτει παραγωγή και κατανάλωση ΚΑΙ θερμικής ενέργειας σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, γεγονός που διαφοροποιεί τις μεσογειακές χώρες από αυτές του ευρωπαϊκού βορρά.
∙ Η συνθετότητα και οι τεχνολογικές απαιτήσεις των μονάδων καύσης οδηγούν σε, σχεδόν, αναγκαστική επιβολή της ιδιωτικοποίησης της διαχείρισης των αποβλήτων, σε βάρος του δημόσιου και κοινωνικού ελέγχου σε έναν τόσο κρίσιμο τομέα για την καθημερινότητά μας.
Είναι κοινή παραδοχή ότι η διαχείριση των αποβλήτων όπως και της ενέργειας, αποτελεί πεδίο στο οποίο «καθρεφτίζονται» τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του υφιστάμενου κοινωνικού και παραγωγικού μοντέλου, με κυρίαρχα μεταξύ άλλων τη λεηλασία της φύσης και την κατασπατάληση φυσικών πόρων, τη διεύρυνση των ανισοτήτων και την περιστολή δικαιωμάτων, την απώλεια της έννοιας των δημόσιων αγαθών και την υποκατάστασή τους από τις κερδοσκοπικές επιδιώξεις του μεγάλου κεφαλαίου κ.ά. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα, ακόμη κι όταν τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και η κυβέρνηση μιλάνε για φιλοπεριβαλλοντικές «πράσινες» πολιτικές και για «κυκλική οικονομία».
Δεν παραιτούμαστε, αναλαμβάνουμε δράση
Έχουμε πλήρη συνείδηση ότι η «κρίση» των σκουπιδιών, όπως εκφράζεται σε περιβαλλοντικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, έχει βαθύτερα συστημικά αίτια, για την αντιμετώπιση των οποίων επιβάλλεται η ανάπτυξη αγώνων με ευρύτερη στόχευση. Ωστόσο, δεν παραιτούμαστε από το δικαίωμά μας να διεκδικούμε και να επιβάλλουμε ένα φιλοπεριβαλλοντικό και χαμηλού κόστους για τους πολίτες σύστημα διαχείρισης των αποβλήτων, ακόμη και μέσα σε αυτές τις συνθήκες. Σε αυτή την κατεύθυνση επιδιώκουμε ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συσπειρώσεις και συμμαχίες χωρίς ιδεολογικές προϋποθέσεις και αποκλεισμούς.
Γνωρίζουμε ότι η καύση των αποβλήτων και των απορριμματογενών καυσίμων για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ή η συναποτέφρωσή τους αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της αλυσίδας της διαχείρισης των αποβλήτων, αλλά και της ενέργειας. Συνεπώς και η αντιμετώπισή της θα γίνει, αναγκαστικά, στο έδαφος της κριτικής και της αποδόμησης των αντίστοιχων εθνικών, περιφερειακών και τοπικών σχεδιασμών. Στην κατεύθυνση αυτή, υποστηρίζουμε:
• Πολιτικές πρόληψης, επανάχρησης και μείωσης των απορριμμάτων, σταμάτημα της παραγωγής πλαστικών προϊόντων που δεν ανακυκλώνονται, ενθάρρυνση της διακίνησης προϊόντων σε μικρή τοπική κλίμακα που δεν απαιτεί μεγάλες συσκευασίες και της επαναχρησιμοποιούμενης συσκευασίας. Θέσπιση ελάχιστου χρόνου ζωής σε όλα τα είδη τεχνικού μηχανικού εξοπλισμού.
• Αποκεντρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων, με δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα, με έμφαση στην προδιαλογή και στην ανάκτηση των υλικών, που στηρίζεται στις βασικές αρχές της εγγύτητας και της μικρής κλίμακας και έχει σαν βασικό πεδίο εφαρμογής της μεγάλους δήμους ή ομάδες γειτονικών δήμων, που συγκροτούν -άτυπες ή τυπικές- διαχειριστικές ενότητες.
• Δημιουργία εργοστασίων πραγματικής ανακύκλωσης υλικών, αντί για τα ιδιωτικά ΚΔΑΥ που δήθεν διαλέγουν υλικά για ανακύκλωση και αντί να τα προωθούν στην πραγματική οικονομία, στέλνουν πολύ μεγάλο ποσοστό για ταφή και τα τελευταία χρόνια καίγονται «κατά λάθος» το ένα μετά το άλλο.
Αντιμετωπίζουμε τις υποδομές περαιτέρω ανάκτησης από τα σύμμεικτα και ασφαλούς ταφής των υπολειμματικών σύμμεικτων σαν μια αναγκαία συνθήκη, προκειμένου να αναπτυχθεί χωρίς κραδασμούς και πισωγυρίσματα η αποκεντρωμένη διαχείριση και πάντα κάτω από το πρίσμα της σταδιακής συρρίκνωσής τους. Αυτή η αναγκαιότητα, δυστυχώς, αποσιωπάται από ορισμένες συλλογικότητες, που έχουν ως βασικό σύνθημα της καμπάνιας τους το «ΟΧΙ θάψιμο ποτέ και πουθενά» και είναι ο βασικός λόγος που δεν συνυπογράψαμε το πλαίσιο συντονισμού της 29 Μαΐου- ημέρας δράσης κατά της καύσης. Το σύνθημα «θάψιμο ποτέ και πουθενά» διευκολύνει στην πράξη, αφενός τη διαιώνιση της συγκέντρωσης όλων των εγκαταστάσεων διαχείρισης απορριμμάτων στη Δυτική Αττική και, αφετέρου, τα σχέδια για καύση.
Θα αξιοποιήσουμε στο έπακρο τις διαδικασίες αναθεώρησης των περιφερειακών και των τοπικών – δημοτικών σχεδίων διαχείρισης αποβλήτων, που βρίσκονται σε εξέλιξη, έχοντας σαν σκοπό την εναρμόνισή τους με το νέο –άκρως προβληματικό- ΕΣΔΑ. Ταυτόχρονα, θα προσπαθήσουμε να αποτρέψουμε κάθε προσπάθεια περαιτέρω αποδιάρθρωσης του συστήματος της ανακύκλωσης, μέσα από το σχέδιο νόμου που αναμένεται να έρθει για ψήφιση στη Βουλή.
Η πρόοδος της τεχνολογίας και η σύγχρονη επιστημονική γνώση μας παρέχουν τη δυνατότητα για ένα τέτοιο διαφορετικό σύστημα διαχείρισης απορριμμάτων. Με δημόσιο χαρακτήρα, δημοκρατικό κοινωνικό σχεδιασμό και ενεργή συμμετοχή των πολιτών, που θα λειτουργεί με γνώμονα τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας κι όχι τις «μπίζνες» και τα κέρδη των εργολάβων της «βιομηχανίας των απορριμμάτων» και θα εξασφαλίζει την προστασία του περιβάλλοντος, τη μείωση των ανταποδοτικών τελών, νέες θέσεις μόνιμης εργασίας και την υγεία όλων μας.
Κονδύλια δε λείπουν, αφού τα άνω του 1 δισ. ευρώ, που προορίζονται για έργα με τελικό σκοπό την καύση απορριμμάτων, μπορούν να αξιοποιηθούν για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης απορριμμάτων, με αποκεντρωμένα, τοπικά ανά δήμους, μικρού μεγέθους έργα που θα βελτιώνουν την ποιότητα ζωής και θα προστατεύουν το περιβάλλον.
Άμεσα διεκδικούμε:
∙ Να σταματήσει η καύση απορριμμάτων στις τσιμεντοβιομηχανίες που ήδη γίνεται (Αλιβέρι, Βόλος και Αττική) και να μην ξεκινήσει ποτέ εκεί που σχεδιάζεται να γίνει (ΤΙΤΑΝ Ευκαρπίας κ.ά.).
∙ Να μην υλοποιηθεί ο νέος ΕΣΔΑ, η δημιουργία ΜΕΑ προσανατολισμένων στην παραγωγή απορριμματογενών καυσίμων και η μαζική εισαγωγή της καύσης στη διαχείριση των απορριμμάτων, είτε σε εθνικό, είτε σε περιφερειακό ή δημοτικό επίπεδο.
∙ Να κλείσει άμεσα και οριστικά ο ΧΥΤΑ και το σύνολο των εγκαταστάσεων στη Φυλή Αττικής, με την εξαίρεση εκείνων που αποσκοπούν στην περιβαλλοντική προστασία.
∙ Να απομακρυνθεί ο αποτεφρωτήρας επικίνδυνων αποβλήτων υγειονομικών μονάδων (ΕΑΥΜ) από την πολύπαθη Δυτική Αττική. Τώρα που λήγει η διάρκεια ζωής του να εγκατασταθεί ένας ή περισσότεροι αποτεφρωτήρες σε σημεία μακριά από τις κατοικημένες περιοχές με πλήρη τήρηση των περιβαλλοντικών όρων.
Φορείς και συλλογικότητες Δυτικής Αττικής – Δυτικής Αθήνας – Δυτικού Πειραιά
#ΦυλήΣχιστόSTOP