Ο τίτλος είναι παραπλανητικός το νομοσχέδιο κατατέθηκε με ευκαιρία το νεκρό χρόνο της πανδημίας όπως πολλά άλλα αντιλαϊκά μέτρα. Στην πραγματικότητα ήταν έτοιμο από καιρό, το χαλί ήταν καλά στρωμένο από τις προηγούμενες κυβερνήσεις με νόμους που ποτέ δεν κατάργησε ο ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα το έστρωσε καλύτερα συνεχίζοντας την πολιτική της αδιοριστίας με το νόμο νόμο Γαβρόγλου (ν.4547) τον Γενάρη του 2019.
Στη διάρκεια της τρέχουσας σχολικής χρονιάς όταν ήταν γνωστό το προσχέδιο του νομοσχεδίου έγιναν πολλά συλλαλητήρια από συντονιστικά συλλόγων εκπαιδευτικών αλλά και από μαθητές της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που ένιωσαν ότι το σχολείο θα γίνει πιο δύσκολο για τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών.
Στο Γυμνάσιο τα εξεταζόμενα μαθήματα αυξάνονται από 4 σε 7 ενώ επανέρχεται η βάση του 10 σε κάθε μάθημα για την προαγωγή στην επόμενη τάξη.
Ενώ στο Λύκειο το καθεστώς των πανελληνίων κατεβαίνει και στις υπόλοιπες τάξεις όσο για τα ΓΕΛ τόσο και για τα ΕΠΑΛ με τη θεσμοθέτηση της τράπεζας θεμάτων για την προαγωγή από την μια τάξη στην άλλη. Ενώ μπαίνει όριο ηλικίας τα 17 έτη για την εγγραφή στα ΕΠΑΛ. Οι ομάδες προσανατολισμού μειώνονται από 4 σε 3 και ο αριθμός των ωρών ανά μάθημα από 7 σε 5 πράγμα που είναι καίριο πλήγμα για το Δημόσιο Σχολείο για τα παιδιά που παρακολουθούν και για τους καθηγητές που διδάσκουν. Στην πραγματικότητα είναι ένα ωραιότατο δωράκι στους φροντιστηριάρχες. Παράλληλα, γίνεται πιο αυταρχικό με αποβολές και διαγωγή και πιο ταξικό: όποιος έχει να πληρώσει φροντιστήρια έχει πιθανότητες να ανταπεξέλθει στις συνεχείς εξετάσεις.
Τα παιδιά αντιλήφθηκαν έγκαιρα και κράτησαν ζωντανό το κύτταρο της αντίδρασης όλο το προηγούμενο διάστημα.
Αντιστέκονται στο γεγονός πώς το σχολείο της νιότης και της ξεγνοιασιάς τους ,μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε ένα τεράστιο εξεταστικό κέντρο που θα θυσιάσει τη σκέψη και την κριτική τους ικανότητα στο βωμό της παπαγαλίας.
Γνωστό επίσης ήταν ότι περιλάμβανε την εισαγωγή της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας ως προάγγελο της ατομικής αξιολόγησης που επιχειρείται να περάσει στην εκπαίδευση εδώ και πολλά χρόνια, πατάει πάνω στον νόμο Γαβρόγλου (ν.4547) .
Είναι γνωστό ότι σε όσες χώρες επιβλήθηκε αξιολόγηση η Δημόσια Εκπαίδευση καταστράφηκε και τα σχολεία των πιο φτωχών περιοχών έκλεισαν ή μπήκαν σε καθεστώς υπολειτουργίας, καθώς το κράτος αποτραβήχτηκε από κάθε οικονομική υποχρέωση και κάθε σχολική μονάδα έπρεπε να βρει το χρηματοδότη της. Οι φτωχοί δεν μπορούσαν να πληρώσουν και έτσι τα σχολεία της γειτονιάς τους έγιναν σχολεία για φτωχοδιάβολους. Η αρχή που λέει ότι τα σχολεία πρέπει να έχουν μεικτό κοινωνικό και οικονομικό προφίλ μαθητών για να επιτελούν εκπαιδευτικό και κοινωνικό ρόλο, θυσιάστηκε στο βωμό της αξιολόγησης. Η επίδοση του σχολείου και των μαθητών έγιναν δείκτες, μπήκαν σε πλατφόρμες, που τους ορίζει ανεξάρτητη αρχή και όποιο σχολείο δεν πιάνει τους δείκτες τιμωρείται και πολλές φορές κλείνει. Επομένως, στο εφιαλτικό τοπίο του σχολείου της αξιολόγησης δεν έχει θέση ο οικονομικά φτωχός και μαθησιακά αδύναμος μαθητής γιατί ρίχνει τους δείκτες του σχολείου. Ότι αυτό το μοντέλο που επιτάσσει η ΕΕ και ο ΟΟΣΑ δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί στην Ελλάδα και ότι υπάρχει Δημόσιο σχολείο για όλους, για φτωχούς, για παιδιά με ειδικές ανάγκες, για μετανάστες και πρόσφυγες, οφείλεται στους αγώνες του εκπαιδευτικού κινήματος που κατάφεραν να αποτρέψουν την εφαρμογή της αξιολόγησης.
Αυτό που περιγράφουμε ήταν το σχέδιο νόμου πριν τη διαβούλευση. Αυτό που κατατέθηκε για διαβούλευση με την ευκαιρία που πρόσφερε η πανδημία και τα κλειστά σχολεία ήταν χειρότερο από το παραπάνω σενάριο, όπως όλα όσα έγιναν και αφορούν τα εργασιακά και τις ατομικές ελευθερίες μέσα στο lockdown.
Οι εκπαιδευτικοί βρέθηκαν μακριά από τους μαθητές και εκείνοι μακριά από το φυσικό τους χώρο που είναι το σχολείο. Η αναμφισβήτητη ανάγκη των παιδιών και των οικογενειών τους για ψυχολογική στήριξη και επαφή, βαφτίστηκε από το υπουργείο Παιδείας εξ αποστάσεως εκπαίδευση καταπατώντας μια από τις βασικές παιδαγωγικές αρχές αυτή της εγγύτητας και της βιωματικής επαφής με τη γνώση. Το δεύτερο βήμα ήταν που έκανε το υπουργείο ήταν η επιβολή της σύγχρονης εξ αποστάσεως διδασκαλίας γεγονός που καταπατά όχι μόνο κάθε παιδαγωγική και ψυχολογική αρχή, λόγω της χρήσης μέσων που είναι σχεδόν απαγορευτικά από παιδιά μικρής ηλικίας για λόγους ψυχικής και σωματικής υγείας αλλά βάζει και σοβαρά θέματα προσωπικών δεδομένων των παιδιών. Επίσης, διαλύει τη σχέση παιδιού-δασκάλου και δασκάλου-τάξης, εκθέτει παιδιά που έχουν ή δεν έχουν, διάφορες δυσκολίες, εκθέτει το ιατρικό απόρρητο παιδιών που έχουν γνωματεύσεις.
Αυτό που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι με όποιο τρόπο διάλεξαν οι εκπαιδευτικοί να επικοινωνήσουν τελικά ένα μεγάλο ποσοστό μαθητών έμεινε έξω από την όποια επικοινωνία γιατί μεγάλος αριθμός οικογενειών δεν είχε τα μέσα ή τη γνώση. Και αυτό είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ότι η ζωντανή εκπαίδευση δεν μπορεί να αντικατασταθεί.
Επειδή κάθε κρίση είναι ταυτόχρονα και ευκαιρία για τον καπιταλισμό να επιβάλλει πιο σκληρούς όρους, αυτή η κρίση ανέδειξε την αναγκαιότητα της τηλεεργασίας. Όταν η κρίση θα φύγει η τηλεεργασία θα μείνει για να χάσουν τη δουλειά του χιλιάδες εργαζόμενοι. Την ίδια ευκαιρία προσπαθεί το υπουργείο Παιδείας να την περάσει και στην εκπαίδευση. Ξαφνικά με τροπολογία σε άλλο νομοσχέδιο και πατώντας στην σύγχρονη εξ αποστάσεως περνά την είσοδο καμερών στα σχολεία για να γίνεται τηλεεκπαίδευση στα παιδιά που αδυνατούν να έρχονται στο σχολείο σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.
Η παραπάνω απόφαση προκάλεσε σφοδρό κύμα αντιδράσεων σε εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές. Η απόφαση είναι παράνομη, αντιπαιδαγωγική, αντικοινωνική και αψυχολόγητη, επειδή:
Παραβιάζει την κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα ελευθερία της διδασκαλίας και της παιδαγωγικής σχέσης δασκάλου-μαθητών, που αποτελεί την πεμπτουσία μιας ζωντανής και δημιουργικής σχολικής ζωής.
Οι κάμερες, που παραβιάζουν τα προσωπικά δεδομένα, θα λειτουργήσουν, ως ένα τρίτο μάτι ελέγχου για εκπαιδευτικούς και μαθητές και πιθανότατα θα χειραγωγήσουν και τις δυο ομάδες: εκπαιδευτικών και μαθητών.
Σε συνθήκες πανδημίας το νομοσχέδιο περιλαμβάνει αύξηση μαθητών στις τάξεις του νηπιαγωγείου και του Δημοτικού και εισαγωγή κατώτερου ορίου συνθήκη που εξαφανίζει κατ αρχάς 1.000 τμήματα (μόνο), Α’ δημοτικού σε όλη την Ελλάδα θίγοντας τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών.
Οι εκπαιδευτικοί οφείλουμε να σταθούμε όρθιοι και να γυρίσουμε στα σχολεία και να παλέψουμε να επιβάλλουμε τις συνθήκες εκείνες που θα τα κάνουν ασφαλή να δεχτούν τους μαθητές μας. Θα παλέψουμε για Δημόσιο Δωρεάν Σχολείο για όλα τα παιδιά.
Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση είχαμε ελπιδοφόρα αγωνιστικά ξεσπάσματα με κορυφαίο την κινητοποίηση της Τετάρτης 13/4, όπου πάνω από 5.000 εκπαιδευτικοί και γονείς με την παρουσία τους θύμισαν «μέρες Αρσένη και Γιαννάκου». Για να φτάσουμε όμως σε αυτό προηγήθηκαν κινητοποιήσεις απ τις μέρες ακόμα της καραντίνας με πρωτοβουλία πάντα του συντονισμού συλλόγων ΠΕ και ΕΛΜΕ, όπου δυνάμεις των Παρεμβάσεων και του ΠΑΜΕ από κοινού και κόντρα στην απραξία των ΔΟΕ, ΟΛΜΕ σχεδίασαν αγωνιστικές κινητοποιήσεις και ανέτρεψαν ακόμα και τη απροθυμία της ΔΟΕ να πάρει απόφαση κατά του νομοσχεδίου.
Αυτή η συνεννόηση στη βάση της δημοκρατίας των πρωτοβάθμιων συλλόγων πρέπει να συνεχιστεί και να ενταθεί και να καταλάβουν την ανάγκη της και κάποιες δυνάμεις που ακόμα και τώρα κάνουν παράλληλα τους δικούς τους (αποτυχημένους) σχεδιασμούς και «ονειρεύονται» συνελεύσεις αγώνα που στην ουσία απλά θέλουν να αμφισβητήσουν την πραγματική κίνηση των συλλόγων ΠΕ και ΕΛΜΕ και την δημοκρατία των πραγματικών συνελεύσεων των σωματείων αυτών.