Ο Δημήτρης Φλυτζανής από το 2011 ως το 2013 διετέλεσε σύμβουλος πληροφορικής του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και των Υγειονομικών Περιφερειών στην 7η Υγειονομική Περιφέρεια Κρήτης. Από το 2013 έως και σήμερα: επικουρικός ΠΕ Πληροφορικής στο Γ.Ν. Βενιζέλειο – Πανάνειο.
Όπως μας δήλωσε ο ίδιος «η συνδικαλιστική μου δραστηριότητα ξεκίνησε όταν διαπίστωσα τις επιπτώσεις της κρίσης των μνημονίων στο χώρο των Δημόσιων Νοσοκομείων και κατ’ επέκταση στη δημόσια υγεία.
Η έλλειψη μόνιμου προσωπικού ήταν και είναι το σημαντικότερο πρόβλημα του ΕΣΥ, καθώς το πάγωμα των προσλήψεων και οι συνταξιοδοτήσεις των τελευταίων χρόνων έχουν κάνει τα νοσοκομεία, τα κέντρα υγείας και τα ΠΕΔΥ να λειτουργούν οριακά. Το επικουρικό προσωπικό καλύπτει ζωτικές ανάγκες σε όλα τα νοσοκομεία και τυχόν απόλυση του θα σημάνει κλείσιμο κρεβατιών στις ΜΕΘ, ακόμη και κλείσιμο τμημάτων, ενώ στην καλύτερη περίπτωση θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο η λειτουργία των Δημόσιων Μονάδων Υγείας με επώδυνες συνέπειες για τους ασθενείς και ακόμη μεγαλύτερη επιβάρυνση για τους ήδη εξουθενωμένους και εξαντλημένους εργαζόμενους.
Η αναγκαιότητα παραμονής του επικουρικού προσωπικού έδωσε το έναυσμα να ξεκινήσει σταδιακά το 2014 ένας αγώνας σε Πανελλαδικό επίπεδο, ο οποίος οργανώθηκε σε μεγάλο βαθμό για το επικουρικό προσωπικό μέσα από τα δύο νοσοκομεία του Ηρακλείου (ΠΑΓΝΗ και Βενιζέλειο). Ο αγώνας αυτός συνεχίζεται ακόμα και σήμερα με στόχο πλέον την παραμονή όλων των συμβασιούχων στο ΕΣΥ που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες.
Ο αγώνας συνεχίζεται και προσβλέπουμε σε Πολιτική Λύση, για την υπεράσπιση της Δημόσιας Υγείας, του δικαιώματος της Εργασίας και του δικαιώματος της Ανθρώπινης Αξιοπρέπειας, όπως άλλωστε αυτό ορίζεται και από το Σύνταγμα μας.
Παράλληλα με τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων διεκδικούμε την κάλυψη όλων των κενών οργανικών θέσεων στις Μονάδες Υγείας, την τροποποίηση των οργανισμών των νοσοκομείων με επαναφορά των περικοπών που έγιναν το 2012 λόγω μνημονίων, την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού, την ένταξη όλων των υγειονομικών στα ΒΑΕ, τον ορισμό του κορωνοϊού ως επαγγελματική ασθένεια».
Ποια είναι κατάσταση που αντιμετωπίζετε σήμερα στη Δομή Υγείας που εργάζεστε;
Ένα σημαντικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Νοσοκομείο είναι ότι το κεντρικό και ταυτόχρονα παλαιότερο κτίριο εγκαινιάστηκε το 1953 και χρήζει πλέον άμεσης ανακαίνισης και ενίσχυσης της στατικότητας του. Το κτίριο φιλοξενεί αυτή τη στιγμή 3 κλινικές covid, οι οποίες δημιουργήθηκαν με συγχώνευση-μεταφορά άλλων κλινικών για την αντιμετώπιση της Πανδημίας, το εμβολιαστικό κέντρο, το γραφείο εξυπηρέτησης του πολίτη, το γραφείο κίνησης – λογιστήριο εσωτερικών ασθενών, τη ΜΕΘ/ΜΑΦ και τις κλινικές: καρδιολογική, ουρολογική, ΩΡΛ και Χειρουργική.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Νοσοκομείο όπως και όλες οι Μονάδες Υγείας του ΕΣΥ είναι οι πολύ μεγάλες ελλείψεις μόνιμου προσωπικού, γεγονός που αναδεικνύεται από τις οφειλόμενες άδειες που προϋπήρχαν και πριν την έναρξη της Πανδημίας. Το υγειονομικό προσωπικό δίνει εδώ και ένα χρόνο τη μάχη με την πανδημία σε συνθήκες σοβαρής υποστελέχωσης, με εξαντλητικά ωράρια, ελάχιστα ρεπό και αναστολή αδειών, μετακινούμενοι συνεχώς για να «μπαλώσουν» κενά.
Τα προβλήματα που υπάρχουν σε όλες τις κλινικές δυσχεραίνονται από τις συχνές αλλαγές/μετακινήσεις του νοσηλευτικού προσωπικού, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στη διασπορά του ιού. Δεν είναι λίγα τα περιστατικά ενδονοσοκομειακής διασποράς.
Με τη ενοχοποίηση των υγειονομικών επιχειρείται η συγκάλυψη των ευθυνών διοικήσεων και κυβέρνησης για τα ανεπαρκή μέσα και μέτρα προστασίας, για τις επισφαλείς συνθήκες νοσηλείας (π.χ. τα ράντζα), για τις μετακινήσεις προσωπικού μεταξύ COVID και non-COVID τμημάτων, για τα λειψά υγειονομικά πρωτόκολλα (π.χ. τις μειωμένες ή και ανύπαρκτες μέρες καραντίνας υγειονομικών που έχουν εκτεθεί), για την απουσία προληπτικών μαζικών τακτικά επαναλαμβανόμενων τεστ, για την ελλιπή ενημέρωση και την καθυστέρηση των εμβολιασμών.
Ενώ τα εμβόλια είναι σημαντικό μέσο προφύλαξης και όπλο για την αντιμετώπιση της πανδημίας, η ανεπάρκεια εμβολίων (λόγω του ανταγωνισμού κρατών και εταιριών) επιφέρει αργούς ρυθμούς εμβολιασμών σε εμβολιαστικά κέντρα ελλιπή σε αριθμό και στελέχωση. Ωστόσο, για τη διασπορά εντός των δομών υγείας στοχοποιούνται συχνά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, εγκαλούμενοι είτε για καθυστέρηση εμβολιασμού, είτε για χαλάρωση στην τήρηση των μέτρων.
Όσον αφορά την πίεση που δέχτηκε το νοσοκομείο εξαιτίας τις Πανδημίας, αν και η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε στην Κρήτη είναι καλύτερη από αυτή της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, υπήρξαν περίοδοι που οι κλίνες (απλές και ΜΕΘ) που είχαν δεσμευτεί για τη νοσηλεία κρουσμάτων ήταν ασφυκτικά γεμάτες.
Τέλος πρέπει να αναφερθεί η αναγκαιότητα συγκρότησης υπηρεσιακού συμβούλιου με τα διορισμένα μέλη, λόγω συσσώρευσης πολλών υπηρεσιακών ζητημάτων εργαζομένων, καθιστώντας τους ομήρους της μη λειτουργίας του.
Ποια ήταν κατάσταση της Δομής Υγείας, στην οποία εργάζεστε, πριν την πανδημία COVID-19;
Οι διαφορές εστιάζονται σε 2 σημεία.
Πρώτον, εξαιτίας της πανδημίας προσλήφθηκε επικουρικό προσωπικό κυρίως μέσω ΕΣΠΑ, προκειμένου να μπορέσει το νοσοκομείο να ανταποκριθεί στις πρόσθετες ανάγκες που δημιουργήθηκαν, όπως φαίνεται στις παρακάτω εικόνες. Είναι εμφανής η μείωση του μόνιμου προσωπικού, η οποία συντελείται σταδιακά τα τελευταία χρόνια και η αύξηση του αριθμού των συμβασιούχων, προσωπικό που προσλήφθηκε λόγω covid-19. Αυτή τη στιγμή το ποσοστό του προσωπικού που εργάζεται με ελαστικές σχέσεις εργασίας έχει ξεπεράσει το 30% του συνόλου και αυξάνεται συνεχώς με την πάροδο του χρόνου.
Δεύτερον, το φθινόπωρο του 2020 παραδόθηκε το τρίτο κτίριο του Νοσοκομείου, ένα έργο που υλοποιήθηκε μέσω ΕΣΠΑ και έδωσε μεγάλη ανάσα, καθώς διαφορετικά θα ήταν αδύνατο να λειτουργήσουμε σε ασφαλείς συνθήκες στο πλαίσιο της Πανδημίας.
Κατά τη γνώμη σας, ποια ήταν τα λάθη στις κεντρικές πολιτικές υγείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας του COVID-19;
Αρχικά υποβαθμίστηκε η στρατηγική σημασία της πανδημίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η αντιμετώπιση του Covid-19 να είναι συγκριτικά χαλαρή, σε αντίθεση με την Κίνα που αντιλήφθηκε σωστά την κατάσταση και πήρε ακραία και αποτελεσματικά μέτρα για τον έλεγχό της.
Από την αρχή της πανδημίας οι κυβερνήσεις των περισσότερων κρατών-μελών της Ε.Ε. υιοθέτησαν το πιο αισιόδοξο σενάριο, προκειμένου να αποφύγουν τα ιδιαίτερα αυστηρά μέτρα που εφαρμόστηκαν σε πολλές χώρες της Άπω Ανατολής, καθώς τα μέτρα αυτά είναι εξαιρετικά δύσκολα στην εφαρμογή τους και προκαλούν λαϊκή δυσαρέσκεια και πολιτική φθορά. Δέχτηκαν ότι το εμβόλιο μπορεί να έρθει σε διάστημα μερικών μηνών, μαζί με πιο αποτελεσματικές θεραπείες και διαχειρίστηκαν την πανδημία, έτσι ώστε να μην ξεπεράσουν οι βαριά ασθενείς τις δυνατότητες του συστήματος υγείας, παρά να την αντιμετωπίσουν πραγματικά.
Επιπρόσθετα η έλλειψη κοινής πολιτικής υγείας έκανε ακόμα δυσκολότερη την αντιμετώπιση του Covid-19. Η αποτελεσματική προστασία της δημόσιας υγείας απαιτεί τεράστια κονδύλια και δυστυχώς δεν υπήρξε η πολιτική βούληση για πολλαπλασιασμό των κονδυλίων του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, ώστε να έχουμε ουσιαστικά βήματα στην κατεύθυνση της επεξεργασίας και εφαρμογής κοινής πολιτικής υγείας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την έλλειψη κοινών κανόνων για την αντιμετώπιση της πανδημίας και το κάθε κράτος-μέλος να εφαρμόζει τη δική του πολιτική, αδιαφορώντας για την κοινή προσπάθεια και τις ενδεχόμενες συνέπειες των επιλογών του για τα άλλα κράτη-μέλη.
Δυστυχώς ούτε στον τουρισμό υπήρξε κοινή πολιτική μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., με αποτέλεσμα να χαθούν οι δυνατότητες ευρωπαϊκής υποστήριξης σε χώρες με μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό και τις υπηρεσίες όπως η Ελλάδα. Παράλληλα έγινε ακόμη πιο δύσκολη η αντιμετώπιση της απειλής για την υγεία μας, αφού δεν υπήρξαν κοινοί κανόνες για τα τεστ, τα ταξίδια, τη λειτουργία των ξενοδοχείων, των χώρων εστίασης κ.λπ.
Επίσης στη χώρα μας δεν αξιοποιήθηκε ο διαθέσιμος χρόνος που κερδήθηκε στο πρώτο κύμα της Πανδημίας για να ληφθούν ουσιαστικά μέτρα αντιμετώπισης της διασποράς του ιού σε χώρους εργασίας, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και στις σχολικές αίθουσες. Οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών, όπως και η δική μας, υποτίμησαν το 2ο κύμα του ιού, μια εξέλιξη που ήταν σχεδόν βέβαιη. Αυτό πιθανόν οφείλεται στη διαπίστωση ότι η πολιτική που ακολουθήθηκε δεν έφερε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα και πως οι αναγκαίες διορθωτικές κινήσεις μπορεί να έχουν μεγάλο οικονομικό και πολιτικό κόστος.
Ένα ακόμη λάθος ήταν η περιορισμένη χρηματοδότηση για την αντιμετώπιση της πανδημίας κατά τη διάρκεια του 2020. Οι ευκολίες και τα κονδύλια που διατέθηκαν οφείλονται σε πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και σε δυνατότητες δανεισμού με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους που εξασφάλισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Έλλειψαν όμως οι δωρεάν οικονομικές ενισχύσεις. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο απέφυγε οποιαδήποτε αύξηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για το 2020, πιθανόν λόγω της υιοθέτησης αισιόδοξων σεναρίων για την πορεία της πανδημίας και των συνεπειών της, τα οποία διαψεύδονται από τις εξελίξεις. Όλο αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα κράτη-μέλη με μεγάλες οικονομικές και δημοσιονομικές δυνατότητες να στηρίξουν δυναμικά την οικονομία τους και τις επιχειρήσεις τους, ενώ χώρες όπως η Ελλάδα να μη μπορούν να ακολουθήσουν.
Τέλος δεν αναβαθμίστηκαν ούτε ενισχύθηκαν οι υπηρεσίες της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, η οποία θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στην καταπολέμηση της πανδημίας στη χώρα μας και να απέτρεπε σε σημαντικό βαθμό την εκτίναξη της νοσηρότητας και της θνητότητας, παίζοντας κεντρικό ρόλο τόσο στην επιδημιολογική επιτήρηση-ιχνηλάτηση-διενέργεια μαζικών τεστ, στην παρακολούθηση, αντιμετώπιση και αποθεραπεία ασθενών με COVID 19, καθώς και τον έλεγχο της λοιπής νοσηρότητας:
με την κατάρτιση σχεδίου για την ενημέρωση και εκπαίδευση του προσωπικού και κατ’ επέκταση των τοπικών κοινοτήτων σε σχέση με τον ιό, μέτρα προφύλαξης, αποστασιοποίησης και υγιεινής,
με έκτακτη οικονομική ενίσχυση της Π.Φ.Υ, έκτακτες προσλήψεις προσωπικού και ενίσχυση του εξοπλισμού, ώστε να μπορέσει να αναλάβει ενεργό ρόλο στην μάχη,
με εκπόνηση σχεδίου για την άμεση αναδιοργάνωση των υπηρεσιών υγείας με βάση την εκτίμηση του επιπέδου υγείας της κοινότητας,
με αντίστοιχη μέριμνα για την λειτουργία των εξωτερικών ιατρείων και την διαχείριση χρόνιων νοσημάτων,
με διασύνδεση των υπηρεσιών δημόσιας υγείας με στόχο την ενεργό διερεύνηση του πληθυσμού για συμπτώματα, με σκοπό την ιχνηλάτηση, απομόνωση, παρακολούθηση και επανένταξη του.
Κατά τη γνώμη σας, ποια θα έπρεπε να είναι τα χαρακτηριστικά ενός σύγχρονου Ε.Σ.Υ;
Η ανασυγκρότηση του ΕΣΥ αποτελεί αναγκαιότητα, καθώς σήμερα αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ανάγκες και τις σύγχρονες προκλήσεις, λόγω των προβλημάτων υποχρηματοδότησης, υποστελέχωσης και αναποτελεσματικής διοίκησης, καθώς και λόγω της ανορθολογικής κατανομής των υφιστάμενων πόρων, με αποτέλεσμα τη δημιουργία/διεύρυνση των ανισοτήτων και των ανικανοποίητων υγειονομικών αναγκών.
Το ΕΣΥ χαρακτηρίζεται από:
απουσία οργανωμένης Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ),
έλλειψη σύγχρονων μονάδων περίθαλψης (νοσηλεία στο σπίτι, μονάδες ημερήσιας νοσηλείας, κέντρα αποκατάστασης, μονάδες χρονίως πασχόντων),
περιορισμένη χρήση νέων τεχνολογιών,
απουσία μηχανισμών αξιολόγησης, ελέγχου και ποιότητας,
ενδείξεις ύπαρξης σημαντικής παραοικονομίας,
γήρανση και εργασιακή κόπωση του υγειονομικού προσωπικού.
Βασικές οργανωτικές αρχές της ανασυγκρότησης του ΕΣΥ πρέπει να είναι η αποκέντρωση, η δημοκρατία και η αυτοδιοίκηση, αποσκοπώντας στον άριστο συνδυασμό των ανθρώπινων πόρων, της τεχνολογίας και των σύγχρονων μορφών διοίκησης, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ικανοποίηση των αναγκών υγείας και περίθαλψης, καθώς και των προσδοκιών των πολιτών/ασθενών, με ελευθερία, ισότητα και αποδοτικότητα.
Ο σκοπός ενός συστήματος υγείας είναι η αντιμετώπιση των αναγκών υγείας και φροντίδας του πληθυσμού σε όλο το φάσμα της φροντίδας (προστασία – πρόληψη – προαγωγή της υγείας, θεραπεία και αποκατάσταση), αλλά και ιατροκοινωνικής μέριμνας. Εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού, της επικράτησης των χρόνιων και εκφυλιστικών νοσημάτων και της έξαρσης των ψυχικών διαταραχών, της ταχύτητας αλλαγής στη γνώση και στην αποτελεσματικότητα των νέων παρεμβάσεων, αλλά και της αύξησης των κοινωνικών ανισοτήτων, απαιτούνται διαφορετικές πολιτικές υγείας, νέα ιεράρχηση των προτεραιοτήτων και δημιουργία νέων δομών και υπηρεσιών.
Τα νοσοκομεία θα πρέπει να παρέχουν υπηρεσίες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας και να συνεργάζονται σε επίπεδο υγειονομικής περιφέρειας με στόχο:
τη βελτίωση των παρεχόμενων κλινικών υπηρεσιών,
την καλύτερη αξιοποίηση των υποδομών και της τεχνολογίας και την απόκτηση σύγχρονου εξοπλισμού που δε θα ήταν δυνατό να αποκτηθεί από κάθε νοσοκομείο μεμονωμένα,
την αποδοτικότερη αξιοποίηση των πόρων με ταυτόχρονη μείωση των λειτουργικών δαπανών μέσω της χρήσης των νέων τεχνολογιών,
την καλύτερη διαχείριση των περιστατικών με ταυτόχρονη μείωση άσκοπων εισαγωγών που μπορούν να αντιμετωπιστούν στην ΠΦΥ.
Προϋπόθεση όλων αυτών είναι η μεγάλη αύξηση των δαπανών για την υγεία και η ενίσχυση του ΕΣΥ με μόνιμο προσωπικό με ταυτόχρονη αξιοποίηση των νέων Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών, οι οποίες θα συμβάλουν στην:
υλοποίηση, εγκατάσταση και παραγωγική λειτουργία ενός Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Μονάδων Υγείας για όλα τα νοσοκομεία του ΕΣΥ,
ανάπτυξη υπηρεσιών επιχειρηματικής ευφυίας (BI)
αξιοποίηση των δεδομένων Ηλεκτρονικής Υγείας, Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης, Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας
ανάπτυξη πλαισίου διαλειτουργικότητας μεταξύ όλων αυτών των συστημάτων
κοινή Κωδικοποίηση Φαρμάκων και Αναλωσίμων στα Νοσοκομεία του ΕΣΥ,
εγκατάσταση Συστημάτων Διαχείρισης Απεικονιστικών Εξετάσεων (RIS/PACS) και διασύνδεση αυτών με τον Ατομικό Ηλεκτρονικό Φάκελο Υγείας,
διαχείριση του Παγίου Εξοπλισμού, ώστε να γνωρίζει η πολιτεία και οι Μονάδες Υγείας σε τι κατάσταση είναι,
ανάπτυξη αποθετηρίου απεικονιστικών εξετάσεων και διασύνδεση του με την πλατφόρμα Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης
παροχή Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών όπως online κλείσιμο ραντεβού, online αποτελέσματα εξετάσεων και διάθεση αυτών για λήψη δεύτερης ιατρικής γνώμης, διάθεση απεικονιστικών εξετάσεων στο Ιατρικό Προσωπικό κατά τη συνταγογράφηση κλπ.
προώθηση προγραμμάτων πρόληψης και προαγωγής υγείας και ευεξίας στον πληθυσμό και η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών μέσα από ειδικές πλατφόρμες εξ αποστάσεως αξιολόγησης υγείας
ανάπτυξη Κέντρων Τηλεϊατρικής και επείγουσας Ιατρικής εξ αποστάσεως
Ποιος είναι ο ρόλος της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και για ποιους λόγους πιστεύετε πως θα πρέπει να ενισχυθεί ή όχι;
Η πανδημία ανέδειξε τη γύμνια των σύγχρονων συστημάτων υγείας, η οποία οφείλεται στη συστηματική υποχρηματοδότηση, στην εμπορευματοποίηση και στην ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περίθαλψης.
Το νοσοκομειοκεντρικό μοντέλο προσφέρει υπηρεσίες που είναι αναγκαίες και αναντικατάστατες, αλλά υστερεί στην πρωτογενή πρόληψη, στις παρεμβάσεις σε επίπεδο πληθυσμού και στην αντιμετώπιση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων που προσβάλουν την υγεία των πολιτών, δηλαδή την πλήρη σωματική, ψυχική και κοινωνική ευεξία.
Ο πολίτης πρέπει να αποτελεί το επίκεντρο στην ΠΦΥ και οι υπηρεσίες να σχεδιάζονται λαμβάνοντας υπόψη τις προσδοκίες, τις επιθυμίες, τις αξίες και τις ανάγκες του. Ο ρόλος, ιατρικός και κοινωνικός, του οικογενειακού ιατρού είναι καταλυτικός για την πρόληψη και την προαγωγή της υγείας του πληθυσμού. Η δυνατότητα επίσκεψης στο σπίτι και η φροντίδα ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, θα πρέπει να αποτελεί συνήθη πρακτική, ώστε να υπάρχει συστηματική παρακολούθηση και υποστήριξη ατόμων με προχωρημένα χρόνια νοσήματα, πολλαπλή νοσηρότητα, ευπάθεια και αναπηρίες, τα οποία είναι πλήρως εξαρτημένα από το οικογενειακό και συγγενικό τους περιβάλλον.
Η έλλειψη ενός αξιόπιστου και ενδυναμωμένου Δημόσιου Συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για την υγεία και τη ζωή του λαού μας. Μία Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας ενισχυμένη από άποψη σχεδιασμού, πόρων, υλικών και ανθρώπινου δυναμικού, θα μπορέσει να εγγυηθεί την υγεία ως δημόσιο αγαθό, προσβάσιμο σε όλους, ειδικά τους ολοένα και αυξανόμενους φτωχούς, ανέργους και ανασφάλιστους αυτής της χώρας.
Κατά τον κυρίαρχο λόγο βιώνουμε, εδώ και δεκαετίες, το «τέλος των ιδεολογιών» κι
ότι «ο συνδικαλισμός δεν είναι αναγκαίος», με συνέπεια να περιορίζεται νομοθετικά.
Ποιο είναι το νόημα και η σημασία του συνδικαλισμού, στις μέρες μας, και τι πρέπει ν’ αλλάξει, ώστε να προσελκύσει τους νέους εργαζόμενους;
Η οικονομική κρίση βρήκε αποδυναμωμένο το συνδικαλιστικό κίνημα. Οι ανάγκες της σύγχρονης συνδικαλιστικής οργάνωσης και δράσης απαιτούν την παρουσία έμπειρων και καταρτισμένων επαγγελματικών στελεχών που θα ασχολούνται πλήρως με τα έργο των συνδικάτων.
Σε μια περίοδο ύφεσης και εκρηκτικής ανεργίας, στην οποία η πρόσβαση στην εργασία από δικαίωμα μετατρέπεται σε προνόμιο, η αναγκαιότητα να έρθουν πιο κοντά οι νέοι με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και το αντίστροφο είναι μονόδρομος. Τα συνδικάτα είναι ο μοναδικός αμυντικός μηχανισμός στην αγορά εργασίας. Ο μεμονωμένος εργαζόμενος διαθέτει πολύ ισχνή διαπραγματευτική δύναμη για να επηρεάσει τις αποφάσεις που σχετίζονται με την εργασία του. Η ανάγκη για συλλογική δράση είναι πλέον επιτακτική, καθώς όλα όσα κατακτήθηκαν με αγώνες τις προηγούμενες δεκαετίες σταδιακά αφαιρούνται καθώς επιβάλλονται νέα αντεργατικά μέτρα.
Η χώρα έχει περισσότερο από ποτέ άλλοτε την ανάγκη ενός ισχυρού εργατικού συνδικαλισμού, απαλλαγμένου από τις κακοδαιμονίες του παρελθόντος, ώστε να μπορεί να συμμετέχει ως αξιόπιστος συνομιλητής στις εθνικές και ευρωπαϊκές διαδικασίες κοινωνικού διαλόγου και να παρέχει υπηρεσίες, όπως είναι η νομική αντιπροσώπευση και προστασία, η πληροφόρηση, η εκπαίδευση και κατάρτιση.
Προϋπόθεση αποτελεί η αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα, η οποία θα προέλθει μέσω της απόκτησης πλατιών άμεσων δεσμών με τη βάση, με τους εργαζόμενους στους τόπους δουλειάς, στα πρωτοβάθμια σωματεία και κυρίως με την οργάνωση και ενεργοποίηση νέων δυνάμεων που σήμερα είναι μακριά από τα συνδικάτα και την πάλη στη συνδικαλιστική οργάνωση.