Μπορεί ο διάλογος να είναι αληθινός. Μπορεί και όχι. Η αλήθεια του δεν εξαρτάται από αυτό.
-Σας παρακαλώ κύριε, μπορώ να σας απασχολήσω; Σας βλέπω εδώ όλες αυτές τις μέρες που έρχομαι. Δείχνετε άνθρωπος με επιβάλλον κι απ ΄ό,τι καταλαβαίνω είστε παλιός σ’ αυτή τη σύναξη. Λοιπόν, αφού μου δίνετε το ελεύθερο, ήθελα να σας κάνω μια ερώτηση, που απ’ όσο καταλαβαίνω μόνο εσείς θα μπορούσατε να μου απαντήσετε. Αν δεν μπορείτε κι εσείς τότε δεν έχω καμιά άλλη ελπίδα να λύσω την απορία μου. Πασχίζω μέρες τώρα να βρω μια θέση στο ανατολικό παγκάκι.
Προφανώς είναι το πιο περιζήτητο καθώς ποτέ όλο αυτόν τον καιρό δεν το βρήκα ελεύθερο. Προφανώς είναι περιζήτητο επειδή έχει την πιο καλή θέση μέσα στο πάρκο, ήλιο και σκιά εναλλάξ, ώστε ούτε να σε καίει ο ήλιος ούτε να σε κρυώνει η σκιά, είναι μακρύτερα από το θόρυβο της λεωφόρου και από τα αδιάκριτα βλέμματα. Δεν ξέρω τι άλλα μυστικά προσόντα έχει, καθώς δεν μου δόθηκε η εύνοια από την τύχη να το απολαύσω ούτε και λίγα λεπτά της ώρας.
Σχεδόν μου έχει γίνει έμμονη ιδέα. Τις τελευταίες ημέρες έρχομαι πριν χαράξει με μόνο σκοπό να το βρώ άδειο, πλην εις μάτην. Είναι μονίμως κάποιος ή και κάποιοι εκεί που ήρθαν πριν από μένα. Μου πέρασε από το μυαλό ένα βράδυ να μείνω παρά την απαγόρευση της κυκλοφορίας για να καταφέρω την κατάκτησή του. Πλην όμως η υγρασία δεν βοηθάει, όπως καταλαβαίνετε, τα αρθριτικά, και τα παιδιά μου, επίσης, δεν θα επέτρεπαν μια τέτοια αποκοτιά στην ηλικία μου. Δεν έχω μιλήσει σε κανέναν για τον κρυφό μου αυτό πόθο.
Ποιος θα μπορούσε να με καταλάβει; Εσείς όμως, παρά το ότι μου είσθε άγνωστος ζείτε σε αυτό το περιβάλλον και φαντάζομαι θα κατανοήσετε τι μου συμβαίνει. Σας βλέπω που κινείστε με ευχέρεια ιδιοκτήτη μεταξύ των θαμώνων του ωραίου αυτού περιβάλλοντος. Μήπως είστε, ήσασταν θα ήταν καλύτερα να πω καθώς η ηλικία σας παραπέμπει, μετά συγχωρήσεως, σε από χρόνια συνταξιούχο, μήπως ήσασταν λοιπόν στο δήμο;
Έτσι λοιπόν έρχομαι να σας εκμυστηρευτώ τον διακαή μου πόθο για μια θέση στο περιώνυμο παγκάκι, και να σας ρωτήσω τι πρέπει να κάνω, αν ξέρετε, για την ικανοποίησή του.
-Αχ κύριε, το όνομά σας;, α Λεωνίδας, κύριε Λεωνίδα μου λοιπόν, σας παρατηρώ κι εγώ καιρό τώρα, κι αναρωτιόμουν, ή μάλλον κατάλαβα, προς τι και από τι η συμπεριφορά σας τις τελευταίες ημέρες. Ήταν φανερό πως κάτι σας βασάνιζε, και μην το κρύβω, κατάλαβα πως πρόκειται για το πολύφερνο παγκάκι. Θα σας εμπιστευτώ την ιστορία, για να μην βαζανίζεστε και διεκδικείτε άδικα. Εμείς είμαστε παλιοί σε αυτήν την πιάτσα. Πριν φέρουν στη μόδα τα παγκάκια.
Όταν οι άλλοι πήγαιναν στο καφενείο ή τις καφετέριες, εμείς εδώ είχαμε χτίσει το μικρό μας κόσμο. Ερχόμασταν, παίζαμε καμιά ξερή, κανά τάβλι, κυρίως όμως συζητάγαμε και συζητάμε και κάνουμε παρέα. Οπότε ως παλιοί δημιουργήσαμε δικαιώματα πάνω στο έδαφος που έχουμε, ούτως ειπείν, καταλάβει. Όταν ήρθαν οι απαγορεύσεις δεν άλλαξε τίποτα στις δικές μας συνήθειες. Αλλά άρχισαν να συρρέουν εισβολείς, οι οποίοι ανέτρεπαν την ηρεμία του τόπου και τις καταχωρισμένες, ας πούμε, ιδιοκτησίες. Νομίζοντας πως έχουν ίσα δικαιώματα σε γη και παγκάκια άρχισαν να στρογγυλοκάθονται και να διεκδικούν μερίδια. Σας τα λέω γιατί δείχνετε άνθρωπος σοβαρός και επί πλέον σεβαστικός στις ιδιοκτησίες, οπότε και θα με καταλάβετε.
Έτσι ξεκίνησαν κάποιες αναμετρήσεις προκειμένου να εκδιωχθούν οι νέοι διεκδικητές. Επρόκειτο για ζήτημα ύπαρξης. Σιγά-σιγά αποκαταστήσαμε μια τάξη, αλλά ποτέ δεν έλειψαν οι απειλές νέων εισβολών. Κατά κάποιο τρόπο χαράξαμε τα σύνορα και τις κόκκινες γραμμές μας, που λένε εσχάτως και οι πολιτικοί, και βρήκαμε τρόπους να αποκαθιστούμε την τάξη, αυτό που ορίσαμε ως τάξη, αν και ποτέ δεν ξαναβρήκαμε την αρχική ηρεμία.
Βλέπετε οι άνθρωποι νομίζουν πως μπορούν να διεκδικούν ελεύθερα τη γη και τον αέρα, αλλά πείτε μου κύριε, χάρη στην ιδιοκτησία δεν δημιουργήθηκε ο πολιτισμός; Μόνο η ιδιοκτησία έδωσε τα κίνητρα στον άνθρωπο να χτίζει, να κατακτά, να καταπατά και να ευφραίνεται με όσα απέκτησε, να τα κληρονομεί και να ησυχάζει στο τέλος της ζωής του βλέποντας γύρω του τα όσα έχτισε κι απέκτησε με το μόχθο του, ίσως καμιά φορά και με το μόχθο των άλλων, αλλά και πάλι θέλει μόχθο να καρπωθείς τον κόπο των άλλων.
Κι εμείς εδώ την ξέρουμε αυτή τη σοφία, την παλιά σοφία του κόσμου, και την τηρούμε στη γωνιά μας. Μισθώσαμε λοιπόν κι εμείς δυο μετανάστες και τους αφήνουμε φύλακες τις νύχτες. Το πρωί, καθώς δεν μπορεί να εμπιστεύεσαι και να δίνεις δικαιώματα στους μετανάστες, δεν ξέρεις πότε θα στη φέρουν, το πρωί, λοιπόν, έχουμε μοιράσει τις βάρδιες κι αχάραγα, έτσι κι αλλιώς δεν έχουμε ύπνο, έρχονται κάποιοι εναλλάξ.
Αυτό είναι το μυστήριο που προσπαθείτε να εξιχνιάσετε, όπως λέτε. Κι όπως βλέπετε δεν είναι πολύ μυστήριο. Είναι απλώς η τάξη του κόσμου που εφαρμόζουμε καθείς στο δικό του τμήμα, μη στο σπίτι, μη στο γραφείο και τη δουλειά, μη στο παγκάκι.
Και που ’ρχονται τώρα κάποιοι νεαροί και βρίζουν και διεκδικούν, δεν θα σαλεύσουν την τάξη αυτή. Θα μεγαλώσουν και θα μάθουν πως σ’ αυτήν χρωστάνε που υπάρχουν και που φωνάζουν. Βέβαια καλό είναι να τους πειθαρχεί και κανάς βούρδουλας κάπου-κάπου. Για τη γνώση της τάξης όχι τίποτα άλλο!…
Κι αν σας μεταφέρω τώρα εδώ ένα σπάραγμα από τα συμβαίνοντα αυτόν τον περίεργο καιρό, είναι για να σας υπενθυμίζω πως κάθε μέρα δίνεται μια μάχη στα παγκάκια του κόσμου μας. Είτε έτσι, είτε αλλιώς!