Από το «Όχι» του λαϊκού κινήματος στη σκληρή φτώχεια και τη μεταμοντέρνα αφήγηση. Τι ηττήθηκε; Ποια είναι η ατομική, συλλογική και κομματική εμπειρία που αποκομίσαμε; Μπορούμε να βγούμε από τα αδιέξοδα και πώς;
Υπάρχουσα κατάσταση
Το πολιτικό – κοινωνικό τοπίο επί του οποίου διεξάγονται οι ζυμώσεις και οι προβληματισμοί εν όψει των εκλογών του 2023 καθορίζεται από τη βιαιότητα της επίθεσης του κεφαλαίου σε αλληλεπίδραση με την στρατηγική ήττα της Αριστεράς και των εργατικών αγώνων.
Οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο οικονομικό, εργασιακό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό επίπεδο, από την κρίση χρέους και τη μνημονιακή εξαρτησιακή διαχείρισή της από όλες τις κυβερνήσεις μέχρι σήμερα, δημιουργούν ένα νέο πλαίσιο.
Σε αδρές γραμμές χαρακτηρίζεται από:
– την αυξανόμενη φτωχοποίηση όλο και μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας μας, με πτώση του βιοτικού επιπέδου και της αγοραστικής δύναμης, αύξηση της ελαστικής εργασίας και επισφάλειας,
– τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, την εκποίηση δημόσιων δομών και περιουσίας, την ιδιωτικοποίηση παραγωγικού πλούτου, την ένταση στην ταξική διάσταση και την απαξίωση της δημόσιας Παιδείας και Υγείας,
– τις δομικές αλλαγές στο εργασιακό πλαίσιο (συλλογικές συμβάσεις, μισθοί, έλεγχος, λειτουργία σωματείων, κ.ά.), με ταυτόχρονες νομοθετικές ρυθμίσεις ελέγχου και καταστολής σε απεργίες και κινητοποιήσεις.
Οι παραπάνω αλλαγές που αναδεικνύουν τη βίαιη επίθεση του κεφαλαίου αλληλεπιδρούν με την ήττα της Αριστεράς και τις συνέπειες της σε όλα τα επίπεδα.
Πριν, όμως, καταλήξουμε στα διδάγματα της περιόδου, ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε, θα πρέπει να διανύσουμε αυτό που οι ψυχαναλυτές θεωρούν αναγκαία στάδια πένθους (Άρνηση, Θυμός, Διαπραγμάτευση, Κατάθλιψη, Αποδοχή) και οι μαρξιστές αυτοκριτική και κριτική, μελέτη και γνώση των υποκειμενικών παραγόντων και των αντικειμενικών συνθηκών, επίγνωση των μεταβολών σε παραγωγικές δυνάμεις και παραγωγικές σχέσεις, με στόχους την υπεράσπιση της ζωής, της εργασίας και της αξιοπρέπειας των λαϊκών στρωμάτων και σκοπό την αλλαγή αυτού του συστήματος εκμετάλευσης.
Η παραμονή της Αριστεράς σε κάποιο από τα παραπάνω τέσσερα στάδια αλλά όχι στο απελευθερωτικό τελευταίο οδηγεί και στην αμηχανία της στην εκφορά ενός ολοκληρωμένου πολιτικού σχεδίου τόσο εδώ όσο και παγκόσμια. Αναδεικνύονται, και υπό αυτή την οπτική, οι ελλείψεις στην ιδεολογική, πολιτική συζήτηση και σύνθεση, οι ανοιχτές, ακόμα, πληγές από τις αλλεπάλληλες διασπάσεις, οι εύλογες φοβίες σε συνθετικές, συλλογικές, ενωτικές διαδικασίες, η δυστοκία στη διαχείριση του τώρα και της διαλεκτικής του σχέσης με το στρατηγικό σκοπό, οι αδυναμίες και τα λάθη στις κομματικές, συνδικαλιστικές και ευρύτερα κοινωνικές διαδικασίες και λειτουργίες που αντί να χειραφετούν προσπαθούν να χειραγωγήσουν.
Οι απαντήσεις, κατά τη γνώμη μας, δεν είναι εύκολες και απαιτούν μία νέα αρχή και μία ειλικρινή επανεκκίνηση που θα θέτει ξανά την αναγκαιότητα μιας απελευθερωτικής, κομμουνιστικής κοινωνίας.
Σε όλα τα προηγούμενα πρέπει να προστεθούν:
– η δεξιά μετακίνηση όλου του πολιτικού φάσματος
– η άνοδος της ρατσιστικής, ξενοφοβικής και ακροδεξιάς ιδεολογίας, και
– η διαφοροποίηση στην ψυχολογία ατόμου και μάζας.
Η ατομική λύση κερδίζει έναντι του συλλογικού αγώνα, η Αριστερά φαντάζει συνολικά αναξιόπιστη σε μία κοινωνία μουδιασμένη και διαρκώς συντηρητικοποιούμενη.
Με βάση την εντροπία το κενό στη φύση καταλαμβάνεται. Το ίδιο συμβαίνει και στην πολιτική. Άρα η ιστορική στιγμή και ο ιστορικός χρόνος είναι καθοριστικής σημασίας για το μετά.
Σε αυτή, λοιπόν, τη συγκυρία, το ζητούμενο κάθε πιθανού σχεδίου εκ μέρους της Αριστεράς είναι η αντιμετώπιση αυτής της διπλής πρόκλησης.
Δηλαδή:
– της ανακοπής της αστικής επίθεσης, ή ακόμα και της ήττας της σε επιμέρους πεδία
– της ανάταξης και αντεπίθεσης του κινήματος.
Πολιτικές προτάσεις
Τα υπάρχοντα σχέδια στο χώρο της Αριστεράς (όπου προφανώς δεν ανήκει ο ΣΥΡΙΖΑ, ως πολιτικός φορέας και όχι ως κοινωνική βάση) απέχουν από τους παραπάνω στόχους σε διαφορετικό βαθμό και για διαφορετικούς λόγους:
Το ΚΚΕ παρά τα πρόσφατα ανοίγματα θέτει ως προϋπόθεση για την κοινή δράση την ένταξη στις γραμμές του. Όποιος διαφωνεί με το πρόγραμμά του (πχ για τον «σοσιαλισμό που γνωρίσαμε») μένει κι εκτός της μαζικής πάλης, όπως την προωθεί το ΚΚΕ, προφανώς με μαχητικότητα, αυταπάρνηση, κ.λ.π. Η κοινωνική και ταξική του γείωση, όπως και η ιστορική εμπειρία του, ενώ θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση σ΄ ένα γενναίο κάλεσμα μετωπικής συμπόρευσης, συρρικνώνονται στο όνομα της διατήρησης δυνάμεων, της ιδεολογικής καθαρότητας και της εκ του αποτελέσματος δικαίωσης.
Η πλειοψηφία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά την συρρίκνωσή της, δίνει μια εναγώνια μάχη διατήρησης του κομματικού της κεκτημένου με την αυτάρκεια ότι «μία είναι η αντικαπιταλιστική γραμμή». Ταυτόχρονα, απορρίπτει την μετωπική πολιτική, που την βαφτίζει υποχώρηση, ενώ καλεί -κι αυτή- σε ένταξη στο υπάρχον σχήμα, ψήφο εμπιστοσύνης δηλαδή στην υπάρχουσα γραμμή. Η πρωτοβουλία του ΣΕΚ καθώς και ανένταχτων μελών της να ανοίξουν το διάλογο για μία ευρύτερη συμπόρευση στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας για μια Ενωτική Κίνηση της Ριζοσπαστικής κι Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς θα έπρεπε να αναδειχθεί ως πολιτική διέξοδος και αφετηρία μεγαλύτερων και πιο ελπιδοφόρων αγώνων. Χαρακτηριστική και αναλυτική ήταν η ομιλία του Κώστα Παπαδάκη στον κινηματογράφο Στούντιο στις 19 Δεκεμβρίου 2022.
ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ επομένως καλούν σε ενότητα πίσω από τις γραμμές τους, μέσα από τις οργανώσεις τους και κάτω από τις σημαίες τους…
Εκ μέρους του ΜΕΡΑ 25, ακόμη και οι 7+1 προτάσεις που αποτελούν την πιο αριστερή εκδοχή του δημόσιου λόγου του, κινούνται πιο δεξιά ακόμη κι από τις θέσεις του προ-κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ. Η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται μεν, αλλά δεν τίθεται θέμα εξόδου, ούτε καν εξόδου από το ευρώ! Το ίδιο και για το ΝΑΤΟ· πουθενά δεν τίθεται πρόταση εξόδου. Η δυνατότητα τους δε να ερμηνευτούν ποικιλοτρόπως αφήνουν ανοικτό κάθε ενδεχόμενο για την υλοποίησή τους. Η μετατόπιση θέσεών του σε πιο αριστερές γραμμές (Η Προγραμματική Συστράτευση της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και των Κινημάτων που οραματιζόμαστε), η ευφυής τακτική και επικοινωνία αρκετές φορές και η συμμετοχή του σε επιμέρους κινήματα κινούνται σε ένα ασαφές ιδεολογικό και πολιτικό πεδίο, τόσο ως προς το συνολικό πρόγραμμα ρήξης και τον στρατηγικό σκοπό όσο και ως προς την οργανωτική του λειτουργία. Η μεταμοντέρνα φρασεολογία δημιουργεί εν τέλει αναξιοπιστία ως προς την κοινωνική γείωση του ΜΕΡΑ 25 και την ταξική του αναφορά. H συμπόρευση στη βάση κοινών στόχων σε κινηματικά πεδία και κοινωνικές διεκδικήσεις είναι αναγκαία και δημιουργεί τις επικοινωνιακές λαϊκές και ταξικές γέφυρες στη βάση των προβλημάτων και της λύσης τους, όμως η εκλογική συνεργασία υπηρετεί τελικά ένα άλλο πολιτικό σχέδιο.
Η εμπειρία του παρελθόντος και η αξιοποίησή της ως εργαλείου επανασύνθεσης
Στην απόφαση για την πορεία κάθε πολιτικού – ιδεολογικού ρεύματος μέχρι τις εκλογές πρέπει να βαρύνει, πέραν της συγκυρίας και των προγραμμάτων και το πρόσφατο (πλούσιο σε πειραματισμούς και ήττες) παρελθόν. Τα μελανά του χρώματα δεν διαμορφώθηκαν τόσο από τον βερμπαλιστικό αναχωρητισμό όσο, κυρίως, από τις αυταπάτες (για τον ριζοσπαστισμό και την συγκρουσιακή δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ) και τις διαψεύσεις, που οδήγησαν τον κόσμο της Αριστεράς μέσω των κυβερνητικών λύσεων είτε στην θαλπωρή των θώκων είτε στον συντηρητισμό και στην απογοήτευση. Η διάψευση του οράματος μίας κυβέρνησης της Αριστεράς που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κοινωνικό μετασχηματισμό, λαϊκή χειραφέτηση και εξέγερση και η αδυναμία των υπόλοιπων τμήματων και ρευμάτων να κινηθούν ως εκφραστές της λαϊκής αγανάκτησης έχει οδηγήσει, μοιραία, σε υποχωρήσεις, επαναφορές σε μήτρες ή και οπορτουνισμούς.
Η πρώτη αιτία της υποχώρησης ήταν ότι τα φιλόδοξα σχέδια βρίσκονταν σε πλήρη αναντιστοιχία με την κατάσταση του κινήματος, της εργατικής τάξης και τους ταξικούς συσχετισμούς. Παρότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς μπορεί, να ανοίξει τον δρόμο για την επαναστατική αλλαγή, υπό ορισμένους αυστηρούς όρους, η πορεία της δεν θα κριθεί από τις βουλευτικές έδρες όσων επαγγέλλονται την Αριστερά ή την ρήξη αλλά από την ταυτόχρονη και διαρκή κοινωνική, εργατική διεκδίκηση και έλεγχο, από τις πολύμορφες κοινωνικές και πολιτισμικές διεργασίες που θα προάγουν την αυτενέργεια στις γειτονιές και τους χώρους εργασίας, από την θεωρητική ανάταση της Αριστεράς, από την υπαγωγή κάθε θεσμικής αλλαγής στη βάσανο του συνολικού πλαισίου σύγκρουσης, ρήξης και επαναδημιουργίας. Αυτή η κοινωνική δυναμική μπορεί να αποτελέσει τη βάση στήριξης και να παρέχει την δύναμη ώθησης μιας μαχόμενης Αριστεράς που θέλει να φτάσει μέχρι το τέλος, υπηρετώντας τις δυνατότητες της εποχής μας για δίκαιη αναδιανομή του πλούτου, κοινωνικό και εργατικό του έλεγχο, αρμονική συνύπαρξη με το περιβάλλον, συνδιαμόρφωση και συμπερίληψη.
Το 2015 βιώσαμε αυτήν την αναντιστοιχία σε τέτοιο βαθμό ώστε ακόμα και η ισχυρή κοινοβουλευτική ομάδα της μετέπειτα ΛΑΕ δεν κατάφερε να βάλει φρένο στο χειρότερο Μνημόνιο από όσα ψηφίστηκαν από το 2010, παρότι η ίδια δεν το ψήφισε. Οι ταξικοί και πολιτικοί συσχετισμοί του 2023 (όπως ενδεικτικά μετριώνται με το ύψος του πραγματικού μισθού και τη δημοκρατία στους χώρους εργασίας) δεν θα ήταν τόσο δραματικοί αν δεν είχε προηγηθεί η ταπεινωτική υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η δεύτερη (συνδεόμενη με την πρώτη) αιτία για την υποχώρηση ήταν η υποτίμηση της δύναμης του κεφαλαίου και των πολυπλόκαμων μηχανισμών άσκησης εξουσίας που διαθέτει ο καπιταλισμός. Η σύγκρουση προϋποθέτει τη μελέτη του αντίπαλου, προκειμένου να υπάρξει προετοιμασία οικονομική, κοινωνική, παραγωγική για κάθε ενδεχόμενο και ικανή κοινωνική βάση στήριξης. Αν υπήρχε στοιχειώδης επίγνωση γι’ αυτούς που βρίσκονται στην απέναντι όχθη, θα ήταν λιγότερο αβάσταχτη η ελαφρότητα των υποσχέσεων.
Η ίδια έλλειψη βάθους και προοπτικής χαρακτηρίζει και τα σημερινά σχέδια εκλογικής συνεργασίας με το ΜΕΡΑ25. Η εκλογική εκπροσώπηση δεν μπορεί να αποτελεί τη ραχοκοκκαλιά των πολιτικών συνεργασιών και τον ιεραρχικά πρώτο στόχο, γιατί μετακινεί το πολιτικό επίδικο της συγκυρίας από την ενωτική ταξική, κοινωνική συμπόρευση και ανάταση στην τακτική και επιβιωτική ανάθεση και ενδεχομένως σε άλλη μία ήττα στις σωρρευμένες ήττες της Αριστεράς.
Απέναντι στην άνευ όρων ιεράρχηση του στόχου της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης πρέπει να γίνει κατανοητό ότι σε ορισμένες εξόχως αρνητικές συγκυρίες, όπως η τρέχουσα, προέχει η συγκέντρωση δυνάμεων και η ανασυγκρότησή τους. O στόχος της συγκέντρωσης και μη έκθεσης δυνάμεων σε ναρκοθετημένες πολιτικές προτάσεις προέχει ακόμη και μιας επιλογής που θα προκρίνει για ψήφο το «μικρότερο κακό», μεταξύ μάλιστα δυνάμεων που αρνήθηκαν το πολιτικό μέτωπο…
Υπάρχει διέξοδος;
Απουσιάζει σήμερα, με άλλα λόγια, ένα μαχητικό ρεύμα διεκδικήσεων στην κοινωνία που να βρίσκεται σε διαλεκτική αλληλεπίδραση με τις πολιτικές ζυμώσεις.
Η ύφεση στη λαϊκή και κοινωνική συμμετοχή, στη συλλογική έκφραση και διεκδίκηση με την ταυτόχρονη κρίση εκπροσώπησης και την αποχή από τη σωματειακή λειτουργία, λειτουργούν ανασταλτικά σε θεωρητικούς σχεδιασμούς ρήξης και θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στον οποιοδήποτε πολιτικό σχεδιασμό. Οι μικρές νίκες της εργατικής τάξης (Cosco, e-food, κ.λπ.) δημιουργούν αισιοδοξία, δείχνουν τον δρόμο και την δυνατότητα νίκης ακόμη και σήμερα, δεν αλλάζουν αυτή την εικόνα.
Το συνολικό πολιτικό σκηνικό φαίνεται μετατοπισμένο στα δεξιά. Μια ακραία νεοφιλελεύθερη ΝΔ, με ακροδεξιούς σχηματισμούς να επανέρχονται στο προσκήνιο, υπηρετεί στο ακέραιο τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης και των ευρωπαϊκών και διεθνών προστατών μας. Ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να αντιπολιτευτεί, καθώς έχει απωλέσει τα αριστερά, ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά του και να αυξήσει το ποσοστό του, καθώς είναι αναξιόπιστος σε μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, μετά την υποχώρηση και την επί της ουσίας συναίνεση στα κομβικά και μεγάλα επίδικα.
Η σοσιαλδημοκρατία ακροβατεί, στην πολιτική της εκπροσώπηση μεταξύ τριών κομματικών σχηματισμών, που δεν είναι ομοιογενείς εσωτερικά. Στον ΣΥΡΙΖΑ, που επαναφέρει το αίτημα της άλλης μια φοράς κυβέρνησης ή συγκυβέρνησης της Αριστεράς, κυρίως μέσω αντι-δεξιών αντανακλαστικών και συνεργασιών. Ο πόλος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, που χωρίς να διακηρύττει κάτι ουσιαστικά διαφορετικό, αυξάνει τις δυνάμεις του, καρπώνοντας την υπεραξία της επί σειράς ετών κυβερνητικής και συνδικαλιστικής εξουσίας. Ο χώρος του ΜΕΡΑ25, που πια μη μπορώντας να εκφράσει πραγματικά ή θεωρητικά το λαϊκό και ταξικό αντι-μνημονιακό «Όχι», το οποίο είτε εξοστρακίστηκε, είτε ιδιώτευσε, είτε ενσωματώθηκε, είτε διοχετεύτηκε στην αριστερή πανσπερμία, προσπαθεί να διασωθεί εκλογικά. Ειδικά μετά την αποχώρηση του ενός τρίτου των βουλευτών του το ΜΕΡΑ25, απορροφά άτομα και στελέχη, μέσω μη ισότιμων, στην πράξη, και ανεξάρτητων συνεργασιών, υιοθετώντας πιο αριστερές θέσεις και ευαγγελιζόμενο την ενότητα ενός ευρύτερου μετώπου που θα οδηγούσε σε μία, ως αναφέρει, «πραγματικά προοδευτική κυβέρνηση».
Ωστόσο, ως επωφελή για την εργατική τάξη εμφανίζει την εκλογική του επιτυχία και το ΚΚΕ, το οποίο, όμως, διαθέτει εδραιωμένους δεσμούς με την τάξη και το συνδικαλιστικό της κίνημα. Είναι φανερή, λοιπόν, η αναντιστοιχία ανάμεσα στις κοινωνικές ανάγκες και την πολιτική τους έκφραση.
Στην βάση των παραπάνω ισχυροποιείται η ανάγκη μιας προωθητικής συγκρότησης και συνεργασίας για την οικοδόμηση ενός πολιτικού μετώπου της αντικαπιταλιστικής, αντισυστημικής και ανεξάρτητης Αριστεράς, όπως συζητήθηκε στην επιτυχημένη εκδήλωση στον κινηματογράφο Στούντιο στις 19 Δεκεμβρίου 2022, με στόχους τόσο τους κοινούς αγώνες όσο και την κοινή εκλογική κάθοδο. Η ανταλλαγή απόψεων που ξετυλίχθηκε έθεσε εκ νέου και σε ανώτερο επίπεδο τους άξονες που είχαν τεθεί στην Αριστερή Πρωτοβουλία Διαλόγου και Δράσης, με τη συμμετοχή των οργανώσεων Αναμέτρηση, ΑΡΑΝ, ΛΑΕ, Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο και ΣΕΚ. Το δημοσιευμένο κείμενο Τι μπορεί να κάνει η ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική Αριστερά στις εκλογές; των Χρίστου Τουλιάτου και Κώστα Μάρκου δίνει αρκετά αναλυτικά τις αδρές γραμμές και τα επίπεδα μιας μετωπικής συμπόρευσης που δεν θα αποκλείει κοινωνικά και κινηματικά αλλά θα θέτει όρους εκλογικά.
Ο ειλικρινής διάλογος όπως και η αγωνιστική συμπόρευση δεν σταματούν. Η Αριστερά οφείλει στο ρόλο της την ανάδειξη ενός επικαιροποιημένου, σύγχρονου σχεδίου ανασυγκρότησης, υπεράσπισης και αντεπίθεσης. Κάθε κρίκος, κάθε μονάδα, κάθε ιστορικό ρεύμα, κάθε συλλογικότητα ας επιλέξει τη διαδρομή που είτε θα λειτουργήσει προωθητικά, ως αφετηρία μια μακράς μάχης για την αντεπίθεση του κινήματος και την αντικαπιταλιστική ανατροπή είτε ανασχετικά, μέσα είτε από αναποτελεσματικούς κατακερματισμούς είτε από συγκυριακές ενοποιήσεις.
Το σύνθημα «Λαός ενωμένος ποτέ νικημένος» αντικαθιστώντας το Λαό με την Αριστερά που οραματιζόμαστε, στο πλαίσιο που περιγράψαμε, όπως και η δυναμική μιας τέτοιας μετωπικής έκφρασης και συγκρότησης είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για μια επιτυχημένη συμμετοχή στις εκλογές.