Οι, επί χρόνια, σχεδιασμοί υποτίμησης και διάλυσης της δημόσιας εκπαίδευσης και των λειτουργών της και τα σκληρά μέτρα που συνοδεύουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές συνεχίζονται και με τις πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες για την «Ελεύθερη επιλογή από γονέα της σχολικής μονάδας φοίτησης των μαθητών», που συνοδεύεται από τη χρήση κουπονιών (vouchers) εκπαίδευσης!
Η χρήση εύηχων λέξεων που δημιουργούν θετικά αντανακλαστικά, όπως η ελεύθερη επιλογή σχολείου η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, η ελάχιστη βάση εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, η αξιοκρατική επιλογή διευθυντών, υποκρύπτουν ή τουλάχιστον, προσπαθούν, την είσοδο της αγοράς και των ιδιωτών στο ελεύθερο, δημόσιο σχολείο, τον απόλυτα ταξικό διαχωρισμό μαθητών, οικογενειών και σχολείων, την απίστευτη χειραγώγηση και έλεγχο των δημόσιων λειτουργών της εκπαίδευσης που φτάνει μέχρι και την απειλή για τη μόνιμη θέση τους και τη δημιουργία ενός μηχανισμού εξουσίας πειθήνιου στην εφαρμογή αυτών των πολιτικών.
Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, που παρουσίασε πριν λίγες ημέρες η κυβέρνηση Μητσοτάκη στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», αποκαλύπτει τη συντονισμένη επίθεση στη δημόσια αλλά και δημοκρατική λειτουργία της παιδείας στην Ελλάδα.
Μεταξύ άλλων εξαγγέλεται και η ελεύθερη επιλογή σχολικής μονάδας, μέτρο που έχει ήδη εφαρμοστεί σε Αγγλία και ΗΠΑ, εντάσσεται, πλήρως, σε ένα συνολικά διαφορετικό «μοντέλο» εκπαίδευσης, φέρει τη σφραγίδα του νεοφιλελεύθερου οικονομολόγου Μίλτον Φρίντμαν, θεμελιωτή στης Σχολής του Σικάγο[1], ενώ υιοθετήθηκε από την Θάτσερ[2] με καταστροφικά αποτελέσματα.
Το μέσο για να επιτευχθεί η ελεύθερη επιλογή σχολείου είναι συνήθως το εκπαιδευτικό κουπόνι (school voucher), που θα δίνεται στους γονείς κάθε παιδιού και αντιστοιχεί στα έξοδα της φοίτησής του για ένα έτος. Οι γονείς αναζητούν σε διαδικτυακές πλατφόρμες και επιλέγουν το «καλύτερο» σχολείο για το παιδί τους, δημόσιο ή ιδιωτικό, όπου και θα καλύπτουν τη διαφορά με δικά τους χρήματα.
Σε ένα κόσμο αγγελικά πλασμένο, αυτό ως μέτρο θα ακουγόταν θετικό.
Είναι, άραγε, τυχαίο, ότι, όπως αναφέρει η Ο.ΙΕ.Λ.Ε. σε ανακοίνωσή της, η επιχορηγούμενη «έρευνα» που έδωσαν οι δύο φορείς – ΙΟΒΕ και Συνδέσμος Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Σχολείων- στη δημοσιότητα είχε δύο συμπεράσματα-αιτήματα: 1. Την ανάγκη απομάκρυνσης της κρατικής εποπτείας από την ιδιωτική εκπαίδευση και 2) Την …ενίσχυση των ιδιωτικών σχολείων από το κράτος μέσω των κουπονιών (vouchers).
Ποιοι τελικά κερδίζουν και ποιοι χάνουν από αυτό το μέτρο; Πως συνδέεται με τα υπόλοιπα μέτρα και που στοχεύει;
Η υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης και οι ολοένα αυξανόμενες ανάγκες έχουν οδηγήσει πολλές σχολικές μονάδες σε αναζήτηση χορηγών-ιδιωτών, που με το πρόσχημα της «ουδέτερης» στήριξης παρεισφρέουν σε ένα, αμιγώς, δημόσιο χώρο ελεύθερης διακίνησης ιδεών και ανάπτυξης κριτικής σκέψης, για να καλυφθούν ανάγκες εξοπλισμού ή και λειτουργίας. Οι διπλά και τριπλά φορολογούμενοι πολίτες, έχοντας δώσει τον οβολό τους στο κράτος για να τους προσφέρει τη στοιχειώδη δημόσια υγεία και παιδεία θα κληθούν να κάνουν τον κατάσκοπο γονιό για να βρουν το άριστο σχολείο και φυσικά, να βάλουν κι άλλο το χέρι στη τσέπη, αφού σε αυτό τον καμβά το ιδιωτικό, το πρότυπο ή το πειραματικό είναι «καλύτερα» σχολεία από τα, επί τούτου, απαξιωμένα σχολεία κάποιων περιοχών. Τα σχολεία δύο, τριών και περισσοτέρων ταχυτήτων είναι μία στοχευμένη επιλογή ετών, προκειμένου στη συνέχεια να επιλεγούν τα «καλύτερα» και να λειτουργούν, όσο και όπως, μπορούν, τα σχολεία των φτωχών, λαϊκών περιοχών.
Οι κυβερνήσεις, που υιοθετούν αυτά τα μοντέλα, αντί να μετακινήσουν πόρους από τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες στην δημόσια εκπαίδευση και τη στήριξη της με μόνιμο ανθρώπινο δυναμικό, σύγχρονες υποδομές και εξοπλισμό, στοχεύουν στην εκπαίδευση για λίγους και εκλεκτούς. Αντί να το παίζουν, λοιπόν, φιλεύσπλαχνοι δίνοντας ένα κουπόνι ζητιανάς στους γονείς, ας χρηματοδοτήσουν τις ίδιες τις σχολικές μονάδες!