Θα μείνουμε σε απόσταση και θα πετάμε πέτρες; Χαιρόμαστε ή μας λυπούν τα όσα κάνει η κυβέρνηση ή όσα εξήγγειλαν οι υπουργοί της (ουκρανικό, τρόϊκα, συντάξεις, κατώτατο μισθό, 13η σύνταξη, ιδιωτικοποιήσεις και κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ κλπ.); Το δεδομένο των χαμηλών προσδοκιών του κόσμου πόσο πρέπει να το πάρουμε υπόψη;
Είχαμε δίκιο όταν λέγαμε πως δεν υπάρχουν περιθώρια σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης και πως κάθε διεκδίκηση έχει αντικειμενικά αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα; Ποια είναι τα περιθώρια εντός του πλαισίου της ΕΕ; Τι πρέπει να κάνει σήμερα το εργατικό-λαϊκό κίνημα;
Καλό είναι να ξαναθέτουμε τα ερωτήματα κάθε φορά, όχι για να ανταποκριθούμε-υποκύψουμε στη διάθεση και το κλίμα της στιγμής, αλλά για να δοκιμάζουμε τα εργαλεία μας, να ξανασκεφτόμαστε τις προβλέψεις μας και να επανασχεδιάζουμε τις προοπτικές μας. Με αυτή την έννοια, ας ξανασυζητήσουμε. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να κάνει την έκπληξη και να ακολουθήσει μια αριστερή πολιτική;
Αν όμως δεν μπορεί να ακολουθήσει αριστερή πολιτική (και τι σημαίνει για μας αριστερή πολιτική; ποιο είναι το όριο που πρέπει να υπερβεί;) η πολιτική ριζοσπαστικής διαχείρισης δεν είναι μια κατάκτηση; Και αν ναι, πόσο μεγάλη; Σε αυτό το περιβάλλον, και σε συνθήκες ύφεσης των αγώνων, τι ρόλο παίζει η από αριστερά κριτική και κυρίως οι διεκδικήσεις του εργατικού-λαϊκού κινήματος;
Για πρώτη φορά στο λαϊκό κίνημα τίθενται παρόμοια ερωτήματα. Και δεν μπορεί να περιμένει για να τα απαντήσει.
Η νέα κυβέρνηση “της αριστεράς” ή άλλως “η αριστερή κυβέρνηση” είναι πραγματικότητα και πρέπει να κριθεί και να αντιμετωπιστεί ως τέτοια. Δηλαδή, και κατά πόσον είναι αριστερή αλλά και, οπωσδήποτε, ως πραγματικότητα.
Τώρα δεν θα κονταροχτυπηθούμε με το τι θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ αν…, αλλά με το τι κάνει ήδη. Υπάρχει βέβαια μια ποσώς δικαιολογημένη αναμονή των προγραμματικών δηλώσεων, οι οποίες θα δώσουν καθαρότερα το περιεχόμενο και τις ουσιαστικές προθέσεις της κυβερνητικής δράσης. Ωστόσο τα γεγονότα δεν περιμένουν τις δηλώσεις και ήδη τα μέτωπα έχουν ανοίξει. Εμείς, όπως και το εργατικό-λαϊκό κίνημα, λείπουμε προς το παρόν από το κάδρο. Αμήχανοι; Εν αναμονή και εν ετοιμότητι; Περισσότερο το πρώτο, λιγότερο το δεύτερο. Αλλά ας ανασυγκροτηθούμε, και πνευματικά-πολιτικά και πραγματικά-κινηματικά.
Στην πολιτική δεν υπάρχει νεκρός χρόνος. Μπρος στο ενδεχόμενο να αλλάξουν οι συσχετισμοί ή απλώς να αλλάξουν κάποια πράγματα, τα σκυλιά (ΕΕ και λοιποί) αλυχτάνε. Οι εντεταλμένοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν εξαπολύσει ανοίκεια και προσβλητική επίθεση με απειλές στα όρια της ύβρεως εναντίον ολόκληρου του ελληνικού λαού στο ενδεχόμενο να αμφισβητήσει την πλήρη υποταγή του στα συμφέροντα των τοκογλύφων. Η επίθεση αυτή συνιστά, εκτός των άλλων, ωμή και επαίσχυντη παραβίαση της εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας. Είναι η εφαρμογή των προωθούμενων από τις υπογραφείσες συνθήκες μακροχρόνιων πολιτικών που εκχωρούν βήμα-βήμα όλα τα κυριαρχικά δικαιώματα των χωρών μελών της ΕΕ στο διευθυντήριο των γραφειοκρατών.
Το σκηνικό δεν είναι πρωτοφανές, ούτε και μη αναμενόμενο. Επαναλαμβάνεται με τα μνημόνια και την τρόικα εδώ και αρκετά χρόνια, αλλά, με τις υποτακτικές κυβερνήσεις, οι ασκούμενοι εκβιασμοί παρέμεναν στα όρια κάποιας ευπρέπειας, καθώς δεν υπήρχε ούτε καν σκέψη για αμφισβήτηση. Και κυρίως δεν δημοσιοποιούνταν.
Με την παρούσα κυβέρνηση έχουμε και σκέψεις και δηλώσεις. Ως που όμως; Και κυρίως με ποιούς; Με τη στήριξη του Ομπάμα και των Αμερικανών; Ή με την ενεργοποίηση του ελληνικού λαού, αλλά και των ευρωπαϊκών;
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει μεν αριστερή αύρα, αλλά υπόκειται στη διαλεκτική πιέσεων και από δεξιά και από αριστερά. Τα ευρωπαϊκά σκυλιά επιτίθενται με σφοδρότητα προκειμένου να αποκτήσουν πλεονέκτημα και να πιέσουν για δεξιά στροφή, χωρίς προσχήματα, εδώ και τώρα. Ή, αν είναι να διατηρηθούν προσχήματα, να μην επιτρέψουν μια πιο φιλολαϊκή στροφή, κατά την ιδέα του Χότζα και της γυναίκας του. Οπότε αν έστω ένα μέτρο αποσπάσει η κυβέρνηση να θεωρηθεί μεγάλη κατάκτηση και να μην διεκδικηθεί πέραν τούτου ουδέν.
Πώς μπορεί να αποτραπεί και να ανατραπεί μια τέτοια έκβαση;
Αν το εργατικό–λαϊκό κίνημα παραμείνει αδιάφορο οι πιέσεις που ασκούνται θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια την κυβέρνηση όλο και πιο δεξιά, μέχρι την πλήρη ενσωμάτωσή της στις απαιτήσεις του συστήματος. Είναι ή δεν είναι προς το συμφέρον του κινήματος η αντίσταση σε μια τέτοια προοπτική; Η απάντηση είναι προφανώς ναι. Είναι προς το συμφέρον του η απαλλαγή απ’ την εξοντωτική λιτότητα, η αποκατάσταση των κοινωνικών παροχών και των εργασιακών κατακτήσεων, η απομάκρυνση του κινδύνου εκποίησης των δομών και του εδάφους της χώρας.
Δεν πρέπει να διαφύγουν των εκτιμήσεών μας και οι σοβαρές θετικές επιπτώσεις που είχε η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στους χειμαζόμενους εξ ίσου με τους Έλληνες άλλους λαούς της Ε.Ε., όπως στην Ισπανία, την Ιταλία, την Πορτογαλία, ακόμα και στην Γαλλία. Έδωσε και σ’ αυτούς μια ελπίδα πως κάτι μπορεί να αλλάξει. Γι αυτό και η αριστερή στήριξη σε κυβερνητικές κινήσεις ρήξης με τους ισχυρούς της Ε.Ε., έστω και δυνητικές, που χτίζουν με σύγχρονους όρους το διεθνισμό απ’ τα κάτω, είναι εξαιρετικά σημαντική. Είναι ένα μήνυμα ευρωπαϊκής ενότητας των λαών για ένα καλύτερο μέλλον, χωρίς λιτότητα και εργασιακό μεσαίωνα. Όπως επίσης δεν πρέπει να αγνοήσουμε και την αντίστροφη κίνηση, την επίδραση δηλαδή που ασκούν τα αντίστοιχα κινήματα που αναπτύσσονται στην Ευρώπη στις επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης. Είναι μια ευκαιρία να γεννηθεί μέσα στη φωτιά των αγώνων ένα νέο αριστερό πανευρωπαϊκό αντικαπιταλιστικό κίνημα.
Δεν θεωρούμε ότι η παρούσα κυβέρνηση θα οδηγήσει τη χώρα στο σοσιαλισμό. Ούτε και πιστεύουμε ότι θα μπορέσει να υλοποιήσει στο σύνολό της τη φιλολαϊκή πολιτική που επαγγέλλεται. Σε κάποιο βαθμό και υπό προϋποθέσεις ίσως μπορέσει να ανακουφίσει κάπως το λαό από την εξαθλίωση. Άλλωστε οι όρκοι πίστης περί παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωζώνη, το ΝΑΤΟ και λοιπές ιμπεριαλιστικές ολοκληρώσεις προσδιορίζουν με ακρίβεια τα πολιτικά της όρια. Αλλά αυτό είναι τόσο στατικό όσο ακούγεται; Δεν θα κρίνεται κάθε μέρα από τις διεκδικήσεις και την πάλη των εργαζομένων;
Το επαναστατικό κίνημα δεν έχει λόγο να εγκλωβιστεί στα διλήμματα αν ο ΣΥΡΙΖΑ εφαρμόζει ή όχι το πρόγραμμά του και τις υποσχέσεις του. Έχει το δικό του πρόγραμμα και με βάση αυτό τοποθετείται και δρα απέναντι στις ενέργειες της κυβέρνησης. Στηρίζει κάθε θετική προσπάθεια, αντιστέκεται σε κάθε αρνητική. Υπερασπίζεται στους δρόμους το δίκιο και τις ελπίδες του, διαμαρτύρεται στους δρόμους για κάθε αρνητικό μέτρο. Στηρίζει τις ρωγμές που επιχειρούνται στο σύστημα, παλεύει να τις κρατήσει, αγωνίζεται να τις διευρύνει.
Αυτή τη φορά είμαστε άμεσα αντιμέτωποι με την ανάγκη επεξεργασίας συγκεκριμένων αιτημάτων-στόχων σε κάθε τομέα. Με τη σχετική κλιμάκωση, ώστε να γίνεται εμφανές ποιό είναι το όριο, ποιό είναι το δυνατό στο παρόν και ποιό απαιτεί υπέρβαση του πλαισίου.
Και με την επαναφορά στο προσκήνιο του αυτονόητου. Πως οι εργαζόμενοι δεν διεκδικούν ανακατανομή του μεριδίου τους της φτώχειας, αλλά μέρος της υπεραξίας που καρπώνονται οι καπιταλιστές.
Πρωτίστως, το κίνημα πρέπει να πάρει την πρωτοβουλία γιατί διαφορετικά θα κάνουμε το “Μουσείο” στις συγκεντρώσεις που θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ στην Κλαυθμώνος.
Η υλοποίηση αυτής της πολιτικής από την επαναστατική αριστερά προϋποθέτει παράλληλα ενέργειες διεύρυνσης του αριστερού μετώπου με νέες συμμαχίες και ενδυνάμωση των υπαρχουσών. Αυτό επιβάλλει:
– ουσιαστική ομογενοποίηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ
– αλλαγή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ώστε να μην χαράζει πολιτική κορυφών αναπαράγοντας τις μικροκομματικές αντιλήψεις των συνιστωσών, αλλά να γίνει ένα πραγματικό μέτωπο των μελών
– συγκρότηση ενός ευρύτερου αριστερού μετώπου, συμμαχία με τις αριστερές ριζοσπαστικές δυνάμεις.
Το ΚΚΕ συνεχίζει να κινείται σε αυτοπροσδιοριζόμενο από το ίδιο πολιτικό πεδίο και χρόνο. Η χρόνια αναμονή της ηγεσίας του μέχρι να ωριμάσει ο λαός, το έχει οδηγήσει σε μια ιδιόμορφη αδράνεια. Ωστόσο τα μέλη και οι οπαδοί του μέσα από την καθημερινότητά τους αντιλαμβάνονται τα παράδοξα και αναζητούν λύσεις. Είναι, και όσο περνάει ο καιρός γίνονται περισσότερο, αντικειμενικά σύμμαχοί μας. Απέναντι σ’ αυτούς το εγχείρημα υπέρβασης του status της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι καθοριστικό. Θέλει μεγάλη επιμονή και υπομονή για να κερδηθεί μια ουσιαστική συμμαχία μαζί τους. Όπως επίσης και με το υπαρκτό ρεύμα της αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ.
Στο επόμενο διάστημα θα κριθούν πολλά ζητήματα με βάθος χρόνου. Το κυριότερο είναι η Αριστερά και ο Κομμουνισμός. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταγραφεί είτε το θέλουμε είτε όχι ως μέρος της Αριστεράς. Η αποτυχία και η ενδεχόμενη πλήρης ενσωμάτωσή του στο σύστημα θα έχουν βαριές επιπτώσεις για όλη την Αριστερά. Η αποτυχία του θα εισπραχθεί από τη λαϊκή συνείδηση ως αποτυχία κάθε Αριστεράς.
Απαιτείται η επαναστατική Αριστερά να δράσει και με όρους κινήματος και με όρους πολιτικής, με ικανότητα, αποφασιστικότητα και ευελιξία, ώστε αφ’ ενός να παλέψει για ένα πρόγραμμα εξόδου απ’ την κρίση με κατεύθυνση το σοσιαλισμό και αφ’ ετέρου να συγκροτήσει το πραγματικό Αριστερό Μέτωπο που δεν συμβιβάζεται, δεν ενσωματώνεται, αλλά μαζί με το λαό θα προχωρήσει σε ιστορικών διαστάσεων αντικαπιταλιστική ανατροπή.
Τάκης Κυπραίος – Θανάσης Σκαμνάκης