Θεωρώ δεδομένο το γεγονός ότι οποιαδήποτε συζήτηση και σχέδια για τον ερχομό ενός παιδιού έχει ως πρώτιστο μέλημα τη φροντίδα, το ευ ζην και μια αρμονική ψυχοσυναισθηματική συγκρότηση του παιδιού.
Οποιαδήποτε πρόταση σχετικά με αυτό το θέμα, η οποία προτάσσει μόνον μια παράμετρο, όποια και εάν είναι αυτή, δεν συμβάλλει σε μια σφαιρική, ολιστική προσέγγιση αλλά μερική και κάποιες φορές ολοκληρωτική.
Δεν μπορούμε να επικαλούμαστε, αποκλειστικά και μόνον, τη Φύση, η οποία δημιούργησε το αρσενικό και το θηλυκό και την αναπαραγωγή μέσω της σεξουαλικής πράξης αυτών των δύο.
Δεν μπορούμε να επικαλούμαστε, αποκλειστικά και μόνον, το «τα παιδιά θέλουν μόνον αγάπη».
Ούτε, τέλος, μπορούμε να επικαλούμαστε, αποκλειστικά και μόνον, τα ατομικά δικαιώματα δηλαδή την επιθυμία κάποιων ανθρώπων – ανεξαρτήτως σεξουαλικής προτίμησης – να γίνουν γονείς.
Α. Η σύλληψη ενός παιδιού γίνεται από δύο ανθρώπους οι οποίοι μπορούν να συλλάβουν παιδί, εάν βεβαίως το επιθυμούν. Και μπορούν να συλλάβουν παιδί διότι η σεξουαλική τους επιλογή εμπεριέχει, εν δυνάμει, την αναπαραγωγή. Δηλαδή, σε ένα ετεροφυλόφιλο ζευγάρι η στειρότητα (οργανικής ή ψυχικής αιτιολογίας) αποτελεί ιατρικό πρόβλημα. Σε ένα ομοφυλόφιλο ζευγάρι
1)Σε ένα ομοφυλόφιλο ζευγάρι ή μεμονωμένο άνθρωπο αποτελεί πραγματικότητα.
2)Ας μην προτρέξει κάποιος να αντιτείνει: «και ένα στείρο ζευγάρι, θα το αφήσετε χωρίς παιδί;!». Θεωρώ αυτονόητο ότι η συζήτηση μας δεν αφορά αυτές τις στενάχωρες καταστάσεις, οι οποίες όμως έχουν, ως γνωστόν, την επιλογή της τεκνοθεσίας.
Ο ερχομός ενός παιδιού στον κόσμο μέσα από την ετερόφυλη διαδικασία στην οποία οδηγήθηκε η Φύση – ως πιο πρόσφορη; ως τυχαίο συμβάν; – δεν συζητιέται εκ μέρους μας ως « Νόμος της Φύσης ». Εάν ήταν έτσι, δηλαδή, εάν η Φύση είχε « απαράβατους Νόμους », δεν θα πηγαίναμε εναντίον της όταν π.χ. μας « στέλνει » μια αρρώστια, μια δυσμορφία κ.ο.κ. Η Φύση δεν έχει πάντα δίκιο. Επίσης, δεν έχει και άδικο. Η Φύση, βασικά, δεν ασχολείται με το δίκιο και το άδικο…κάποιοι άνθρωποι το ξεχνάνε και, είτε την επικαλούνται ως απαράβατο Νόμο είτε την παραβιάζουν μέσα σε μια σύγχρονη Ύβρη.
Ο ερχομός ενός παιδιού στον κόσμο δεν υπακούει σε « Νόμους της Φύσης », έχει, όμως, ψυχικές επιδράσεις, δημιουργεί ψυχικές εικόνες και λειτουργίες.
Τα ερωτήματα μπροστά στα οποία θέτει την καθεμία και τον καθένα η Φύση είναι:
α. μπορείς μόνος σου;
β. μπορείς να τα έχεις όλα;
Σε αυτό το σημείο, υπογραμμίζουμε ως αυτονόητο και αδιαπραγμάτευτο, ό,τι η συζήτηση για την τεκνοθεσία δεν μπορεί να αφορά τη σεξουαλικότητα και τις σεξουαλικές επιλογές όπως προσπαθούν να το κάνουν οι συντηρητικοί κύκλοι, για να βραχυκυκλώσουν το διάλογο και τη σκέψη. Δόθηκαν αγώνες, πρώτα από τις γυναίκες και τώρα πια και από τους ΛΟΑΤΚΙ+ – αγώνες που δόθηκαν και δίνονται μαζί και με τους άντρες – για να αποσυνδεθεί η σεξουαλικότητα από την αναπαραγωγή, για να γίνει κατανοητό και αποδεκτό το αυτονόητο δηλαδή η ευχαρίστηση του σεξ, σε όποια μορφή ταιριάζει και ευχαριστεί τον κάθε άνθρωπο ( εννοείται ότι εξαιρούνται, και δια νόμου, ο βιασμός και η παιδοφιλία ).
Και πάλι πίσω στα παιδιά…
Υπάρχουν ετερόφυλα ζευγάρια τα οποία αποφασίζουν να μην πραγματώσουν τη δυνατότητα αναπαραγωγής, η οποία υπάρχει αντικειμενικά στη σχέση τους και, έτσι, μένουν χωρίς παιδιά. Αν το μετανιώσουν, το συναισθηματικό βάρος αυτής της απόφασης βαρύνει αυτούς και μόνον αυτούς.
Τα ερωτήματα που μοιράζομαι μαζί σας δεν αφορούν επομένως μόνον την τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια. Αφορούν κυρίως, την πρακτική της παρένθετης μήτρας ( ας αφήσουμε τους ευφημισμούς περί παρένθετης « μητέρας » ), τις εγκληματικά επαναλαμβανόμενες απόπειρες τεχνητής γονιμοποίησης πέραν των επιτρεπόμενων ορίων που έχει θέσει η γυναικολογία, την κλωνοποίηση, την γονιμοποίηση με σπέρμα δότη από μια γυναίκα που θέλει μόνη της παιδί ή από μια λεσβία κ.ο.κ.
« Στεγνά » επιστημονικά και τεχνικά, κάποιες από αυτές τις καταστάσεις, είναι άκρως ενδιαφέροντα πειράματα. Όμως, επειδή δεν είμαστε μηχανές αλλά άνθρωποι, καλό είναι να αναρωτηθούμε και να σκεφτούμε για τις επιπτώσεις στον ψυχισμό των μελλοντικών παιδιών αλλά και στο συλλογικό φαντασιακό.
Αυτές οι πρακτικές δεν αποπνέουν μια παντοδυναμική αίσθηση ;
Αναρωτιέμαι: η ομόφυλη σεξουαλική επιλογή αποκλείει εκ των πραγμάτων την αναπαραγωγή. Η ζωή χωρίς σύντροφο, επίσης. Επόμενα τίθεται ένα όριο. Θα πρέπει επίσης να αναρωτηθούμε για το τι ψυχικό νόημα έχει για ένα ζευγάρι ή μεμονωμένο άνθρωπο το να περάσει « μέσα » από το σώμα αλλά και την ψυχή μιας άλλης γυναίκας. Τι ψυχικό νόημα θα παράξει στο παιδί του αυτή η διαδικασία.
Να αναρωτηθούμε: « Ομοφυλόφιλοι που αναπαράγουν τις ίδιες πατριαρχικές αντιλήψεις για διαιώνιση του είδους τους, του DNA τους, του εαυτού τους. Ο ίδιος γονιδιακός εγωισμός που οδηγεί χιλιάδες ανθρώπους στον κόσμο σε μακροχρόνιες, επώδυνες, δαπανηρές και συχνά αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής ή στην εύρεση παρένθετης μητέρας προκειμένου να αποκτήσουν το «δικό τους» παιδί» (Κορίνα Βασιλοπούλου στην ΕΦΣΥΝ).
Να αναρωτηθούμε επίσης και για το τι σημαίνει στην κοινωνία το «Θέλω άρα μπορώ». Αυτός δεν είναι ο Νόμος του καπιταλισμού; Κανένα όριο, ύβρις απέναντι στη Φύση και τον άνθρωπο, θεοποίηση της τεχνικής, συνεχής πορεία προς το «καινούργιο» ούτως ώστε να παράγονται και να καταναλώνονται περισσότερα. Eίναι πολύ αξιόλογη η ψυχοκοινωνική προσέγγισή, υπό αυτήν την οπτική, από τον Ιταλό ψυχαναλυτή Massimo Recalcati π.χ. στο βιβλίο του «Το σύμπλεγμα του Τηλέμαχου » όπως και σε άλλα βιβλία του, ιδίως σε αυτά που αφορούν τον Πατέρα.
Με βάση, λοιπόν, τα παραπάνω, το μήνυμα, συνειδητό και ασυνείδητο που θα σταλεί στο παιδί δεν θα είναι μόνο μήνυμα αγάπης και επιθυμίας – τα οποία όντως μπορεί να υπάρχουν ειλικρινά – αλλά, ταυτόχρονα, και μήνυμα παντοδυναμίας.
« Μπορώ να κάνω τα πάντα επειδή το θέλω. Είμαι, με τη βοήθεια της βιοτεχνολογίας και της ιατρικής, ένας μικρός Θεός ».
Οι γονείς, όμως, είναι ήδη μικροί Θεοί για την ψυχή του παιδιού. Είναι μικροί Θεοί γιατί αυτό απορρέει από την εκ φύσεως σχέση τους. Αυτοί αποφάσισαν τον ερχομό του στον κόσμο, οι γονείς είναι οι μεγάλοι, οι δυνατοί, αυτοί που ξέρουν, αυτοί από τους οποίους θα εξαρτάται για χρόνια κ.ο.κ. Οι γονείς είναι μικροί Θεοί γιατί το παιδί χρειάζεται να τους νιώθει ως μικρούς Θεούς, με την ταυτόχρονη προϋπόθεση: οι γονείς να ξέρουν να είναι μικρού Θεοί μέχρι εκεί που χρειάζεται και, ταυτόχρονα, να επιτρέπουν και να προετοιμάζουν τον προοδευτικό απογαλακτισμό και αυτονόμηση του παιδιού. Αυτό αρκεί. Το παιδί δεν χρειάζεται να έχει έναν « αναδιπλασιασμένο » μικρό- Θεό.
Β. Φοβάμαι…
Ειλικρινά φοβάμαι.
Φοβάμαι δύο ειδών αντιδράσεις.
Η πρώτη αντίδραση είναι μια μανιχαϊστική στάση του τύπου: όποιος αναρωτιέται και εκφράζει αμφιβολίες για την τεκνοθεσία, όποιος αναφέρεται στο σώμα, τη Φύση, τη βιολογία κ.ο.κ. είναι συντηρητικός, σκοταδιστής, ομοφοβικός κ.λπ. Δυστυχώς υπάρχει ένα κομμάτι των υποστηρικτών της τεκνοθεσίας και των υπόλοιπων τρόπων απόκτηση παιδιού, το οποίο δεν ανέχεται την … ετερότητα γνώμης.
Η δεύτερη αντίδραση μπορεί να ακούγεται ως πιο πραγματιστική: « όλα αυτά είναι θεωρίες, ενδεχομένως βάσιμες, αλλά εδώ υπάρχει μια πραγματικότητα, επόμενα απαντήστε στο δια ταύτα ». Αυτή η συλλογιστική θυμίζει τόσο, μα τόσο, πολύ τη συλλογιστική των παραδοσιακών κομμάτων της Αριστεράς: «ότι έγινε έγινε, τώρα να ανασκουμπωθούμε γιατί ο αγώνας συνεχίζεται και ο εχθρός καραδοκεί».
Λυπάμαι, αλλά αυτές οι αντιδράσεις βάζουν ένα φρένο στη σκέψη, στην ανάλυση, στον αναστοχασμό.
Οι άνθρωποι και οι οργανώσεις που ενδιαφερόμαστε για ολιστικές και προοδευτικές λύσεις, δεν μπορεί να συζητάμε ούτε μερικά, ούτε με διαδικασία κατεπείγοντος, ακόμη δε λιγότερο « συντεχνιακά ».
Οφείλουμε να σκεφτούμε ολιστικά, σφαιρικά το πεδίο που αφορά το παιδί, αντί να αφήνουμε το « σώμα » και την οικογένεια στην Ακροδεξιά. Αυτή η συμπλεγματική σχέση της Αριστεράς και της Αναρχίας με το σώμα, όπως επίσης με τη « γη », τις παραδόσεις, την οικογένεια, την πατρίδα μόνον προβλήματα έχει δημιουργήσει και τα αποτελέσματα αυτής της εγκατάλειψης αυτών των πεδίων στην άκρα Δεξιά, τα βιώνουμε τα τελευταία χρόνια.
Γ. Να σκεφτούμε λοιπόν…
Καταρχήν τρείς επισημάνσεις:
1.Τεκνοθεσία, παρένθετες μήτρες και παρακαμπτήριες οδοί για απόκτηση παιδιών υπάρχουν εδώ και αιώνες. Το παιδί που …περίσσευε και που δινόταν στους άκληρους συγγενείς ( είτε γιατί η οικογένεια δεν είχε τα οικονομικά μέσα, είτε γιατί ήταν κορίτσι ), το παιδί που δινόταν σε άκληρους συγγενείς, όχι επειδή περίσσευε αλλά για να χαρούν οι στείροι συγγενείς, τα παιδιά « των λουτροπόλεων » κ.ο.κ. είναι παλιές πρακτικές στην Αγία Ελληνική Οικογένεια αλλά και παντού. Μόνον που αυτά « λυνόντουσαν », όχι δια Νόμου, αλλά δια του Νόμου της οικογενειακής Ομερτά και εις βάρος του ψυχισμού των παιδιών τα οποία ζούσαν φέροντας το άγνωστο σε αυτά μυστικό και υποφέροντας εξ αιτίας του.
Δημοκρατική Πολιτεία δεν είναι αυτή που εξασφαλίζει την απόλυτη αρμονία και τελειότητα, ούτε αυτή που πηγαίνει βάσει εγχειριδίου. Η Δημοκρατική Πολιτεία δεν είναι μια κοινωνία Τελειότητας, δεν είναι ο Παράδεισος. Σε κάποια θέματα, δημοκρατία, σημαίνει να αποφασίσουμε ανάμεσα σε δύο δύσκολες και με προβληματικά στοιχεία λύσεις.
Νομίζω, ότι η « επιθυμία » ανήκει στα θέματα τα οποία είναι δύσκολο να « νομοθετηθούν », εκτός από όταν παραβιάζονται θεμελιώδη δικαιώματα.
Συνεχίζουμε τη σκέψη.
Μορφές απόκτησης παιδιού – εκτός της της υποβοηθούμενης κύησης για ετερόφυλα ζευγάρια και της τεκνοθεσίας – ανοίγουν την πόρτα α. σε μια σκληρή, ταξική αγοραπωλησία – προνόμιο όσων έχουν χρήματα και με αντικείμενο φτωχές και αδύναμες γυναίκες – και β. στην ευγονική, εφόσον έχουν να κάνουν με μια παντοδυναμική αίσθηση. Τότε να επιλέγουμε και το φύλο του παιδιού. Τα χαρακτηριστικά του κ.ο.κ. Ο νομοθέτης και η κοινωνία θα πρέπει να σκεφτούν σε βάθος, και αυτό σε σχέση με όλα τα ζευγάρια και ανθρώπους.
Η Δημοκρατική Πολιτεία διατηρεί το δικαίωμα και την υποχρέωση να « ενημερώνει » για τη θέση της. Τη θέση, δηλαδή, ότι αυτές οι επιλογές περιέχουν συζητήσιμα έως και προβληματικά στοιχεία. Η θέση αυτή δικαιούται και οφείλει να είναι παρούσα και εμφανής στο δημόσιο διάλογο, σαν μια συμβολική επιταγή, την οποία κάποιοι επιλέγουν να υπερβούν. Είναι μια συμβολική επιταγή η οποία δεν μπορεί να επιβληθεί δια νόμου αλλά αφορά την εξέλιξη των συνειδήσεων και της Πράξης σε ένα πολύπλοκο και αδιάκοπα εξελισσόμενο θέμα. Αφορά την επιθυμία να γίνει κάποιος γονιός. Αυτή η επιθυμία υπάρχει, εν δυνάμει, ανεξάρτητα από τη σεξουαλική επιλογή και τον τύπο ερωτικής ζωής.
Θα πρέπει, επίσης, να είναι σαφές ό,τι τα μελλοντικά παιδιά της των τρόπων ερχομού στη ζωή για τους οποίους συζητάμε, πιθανόν να έχουν ερωτήματα, θυμό, λύπη κ.λπ. σχετικά με την απόφαση των γονιών τους, σχετικά με το ό,τι αυτοί οι γονείς έκαναν μια πιθανόν παντοδυναμική επιλογή με πιθανές επιπτώσεις σε αυτά. Θα είναι, πλέον, έργο των γονιών να αντιμετωπίσουν τα συναισθήματα των παιδιών τους και να απαντήσουν. Όπως, εξάλλου, έχει να απαντήσει και ο ετεροφυλόφιλος γονιός ο οποίος π.χ. έκανε παιδιά χωρίς να το επιθυμεί. Μπορεί να υπάρξει νομοθεσία η οποία να διερευνά και εξασφαλίζει την ύπαρξη « υγιούς » επιθυμίας για παιδί σε ένα ετεροφυλόφιλο γονιό, χωρίς να μπούμε σε μια ευγονική της επιθυμίας ολοκληρωτικού τύπου ;
Δ. Κι « εμείς »…
Ανεξάρτητα, πέρα και παράλληλα με όποια νομοθετική ρύθμιση, ας αναρωτηθούμε για τις ευθύνες της Αριστεράς και της Αναρχίας όταν υιοθετούν αμάσητο – γιατί περί αυτού πρόκειται σε πολλές περιπτώσεις, και όχι μόνον στην παρούσα – οποιοδήποτε αίτημα, στο όνομα του ό,τι προέρχεται από μια ομάδα κοινωνικά, πολιτικά ή πολιτισμικά καταπιεσμένη. Όταν, δηλαδή, η Αριστερά και η Αναρχία συνάδουν στη λογική τού: « οτιδήποτε ζητά ένας καταπιεσμένος είναι αυτόματα και αυτοδίκαια σωστό λόγω της καταπίεσης που έχει υποστεί».
Στην παρούσα κατάσταση της κοινωνίας, δηλαδή τις 2-3 τελευταίες νεοφιλελεύθερες δεκαετίες άκρατου ατομικισμού, καταναλωτισμού και «παροντισμού» (δηλαδή ξεριζώματος από την αίσθηση παρελθόντος και μέλλοντος, ιστορικής συνέχειας και ευθύνης), όπου καλλιεργείται η ψευδαίσθηση της Παντοδυναμίας της Επιθυμίας και της δυνατότητας Υλοποίησής της, η υποστήριξη τέτοιων αιτημάτων μπορεί να φαίνεται λογική καθόσον συνάδει με το παραπάνω ρεύμα των κυρίαρχων αντιλήψεων.
Μπορεί επίσης να φαίνεται και ως προοδευτική έως και επαναστατική αφού μοιάζει να συγκρούεται με το συντηρητισμό και τον πουριτανισμό και καθότι ανταποκρίνεται σε αιτήματα πολιτών που υφίστανται ρατσιστικές συμπεριφορές.
Όμως, όπως προανέφερα, το όποιο αίτημα δεν είναι αυτόματα θετικό και προοδευτικό, επειδή το απευθύνει μία καταπιεζόμενη ομάδα. Πρέπει να εξετάζεται σε μία συνολική λογική. Αντίστοιχα: όποιος δεν συμφωνεί με κάθε αίτημα προερχόμενο από καταπιεζόμενους, δεν είναι αυτόματα αντιδραστικός.
Τέλος: σε τέτοιες συζητήσεις εμφανίζεται, σχεδόν πάντα, το «συντριπτικό» επιχείρημα: μα έτσι συμβαίνει στην Ευρώπη, στη Δύση. Πέραν του αυτονόητου, πως ό,τι συμβαίνει στη Δύση δεν αποτελεί αυτόματα το καλό, το θετικό, την πρόοδο, ας αναρωτηθούμε πάνω στις διαστρεβλώσεις στις οποίες οδηγεί η θεοποίηση της τεχνολογίας, της παραγωγικότητας, του ακραίου ορθολογισμού, του ξεριζώματος από το « ιερό », διαστρεβλώσεις οι οποίες αποτελούν μια ύβρη τόσο του δυτικού τεχνικού πολιτισμού όσο και του καπιταλιστικού « πνεύματος ».
Ο Δημήτρης Οικονομίδης είναι ψυχίατρος – ψυχοθεραπευτής