Πηγή: Athens Voice
Γιατί η ιστορία μας έχει κοινά στοιχεία με εκείνη των Παλαιστινίων
Στις 9 Μαΐου, ο Γιόσεπ Μπορέλ, ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, έδωσε συνέντευξη σε ισπανικό ραδιοφωνικό σταθμό. Εκεί ανακοίνωσε ότι η Ισπανία και η Ιρλανδία θα προβούν, μέχρι το τέλος του μηνός, σε αναγνώριση ενός παλαιστινιακού κράτους. Όπως είπε, θα είναι «συμβολική πράξη πολιτικού χαρακτήρα», προφανώς για να ασκήσει πίεση στην ΕΕ προς μια ουσιαστική στάση υπέρ της εκεχειρίας στη Γάζα και προς πολιτική λύση του Παλαιστινιακού προβλήματος. (Μια λύση έξω από τις διαπραγματεύσεις ειρήνης, το “peace process”, που υποστηρίζουν οι ΗΠΑ και η ΕΕ, που επί 30 χρόνια έχουν μηδενικό αποτέλεσμα).
Τον Απρίλιο, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Τσαρλ Μισέλ, είχε πει στο Euronews ότι μέλη της ΕΕ που συμφωνούν με την αναγνώριση Παλαιστινιακού κράτους θα πρέπει να προχωρήσουν από κοινού σε μια τέτοια αναγνώριση ώστε «να προκαλέσουν σημαντική πρόοδο» προς μια ειρηνική επίλυση του ζητήματος. Πέραν της Ισπανίας και της Ιρλανδίας, χώρες που αναμένεται να προσχωρήσουν σε αυτή την κίνηση είναι η Σλοβενία, η Μάλτα, η Νορβηγία και το Βέλγιο. Μέχρι στιγμής, δεν έχει ακουστεί το όνομα της Ελλάδος που, νομίζω, έχει ηθική, ιστορική, και στρατηγική υποχρέωση να συμμετάσχει σε αυτή την πολιτική πράξη, και να απαγκιστρωθεί από τον εθνικώς καταστροφικό παπαγαλισμό πολιτικών θέσεων που υφαίνονται στα κέντρα ισχύος της Ευρώπης και των ΗΠΑ.
Γιατί η Ελλάδα πρέπει να αναγνωρίσει το παλαιστινιακό κράτος
H πρωτοβουλία της Ισπανίας οφείλεται στον ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό απωλειών μεταξύ των αμάχων στη Λωρίδα της Γάζας. Επί μήνες έχουμε γίνει μάρτυρες φρικτών εικόνων. Πόλεις που δεν μοιάζουν πια με πόλεις αλλά με ένα νεκροταφείο υλικών, απανωτές σειρές νεκρών στα σάβανά τους, πληθώρα αιμόφυρτων τραυματιών, κυρίως παιδιών. Πώς μπορεί να αδιαφορήσει η συνείδησή μας; Κι εδώ έγκειται η ηθική μας υποχρέωση ως κράτους.
Υπάρχουν και ιστορικοί λόγοι που θα πρέπει να μας ωθούν να συνδράμουμε στην προσπάθεια για ανεξαρτησία του παλαιστινιακού λαού. Στις 17 Μαρτίου, σε τελετή στον Λευκό Οίκο, ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας αναφερόμενος στον πόλεμο της Γάζας είπε: «Όταν ταξιδεύω τον κόσμο, οι ηγέτες με ρωτούν γιατί ο ιρλανδικός λαός δείχνει τόσο βαθιά κατανόηση για τους Παλαιστινίους. Η απάντηση είναι απλή: γιατί βλέπουμε στα μάτια τους την ιστορία μας. Μια ιστορία εκτοπισμού, αρπαγής των περιουσιών μας, αμφισβήτησης και άρνησης της εθνικής μας ταυτότητας. Αναγκαστική μετανάστευση, διακρίσεις εναντίον μας, και τώρα πείνα». Όπως οι Ιρλανδοί, λοιπόν, έχουμε και εμείς παρόμοιους λόγους για ταύτιση με τους Παλαιστίνιους. Ένα δυο παραδείγματα.
Έχει γίνει εμφανής η πρόθεση του Ισραήλ να χρησιμοποιήσει σαν όπλο τη στέρηση τροφίμων για τους αποκλεισμένους στη Γάζα Παλαιστίνιους. Έτσι, μαζί με τους θανάτους, ως αποτέλεσμα των βομβαρδισμών, διαπιστώνουμε και τον αργό θάνατό τους από την πείνα. Ποιος Έλληνας με ιστορική συνείδηση μπορεί να μη φέρνει στο νου την πολιορκία του Μεσολογγίου και των κατοίκων του, που μαζί με τους βομβαρδισμούς των πολιορκητών υπέφεραν πείνα και λιμό;
Επίσης, να θυμηθούμε μια κρίσιμη στιγμή για τον δρόμο προς την εθνική μας ανεξαρτησία: όταν ο Σουλτάνος έχανε τις μάχες με τους Έλληνες και, εις βοήθειά του, αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο με τις στρατιές του ο Ιμπραήμ Πασάς, άρχισε αμέσως να εφαρμόζει την τακτική της καμένης γης για να πατάξει τους επαναστάτες. Έκαιγε χωριά, χωράφια, οικισμούς (για να στερήσει τους Έλληνες πολεμιστές τροφές και καταφύγιο), και σκότωνε τον άμαχο πληθυσμό αδιακρίτως. Οι Έλληνες απευθύνθηκαν για τη σωτηρία τους στις Μεγάλες Δυνάμεις (Γαλλία, Αγγλία, Ρωσία) κι αυτές ανταποκρίθηκαν. Έστειλαν τους στόλους τους στο Ναβαρίνο τερματίζοντας την καταστροφική εκστρατεία του Ιμπραήμ και αλλάζοντας τη φορά των γεγονότων μέσω των οποίων φτάσαμε στην ελληνική ανεξαρτησία. Η Ελλάδα έχει ιστορική υποχρέωση, λοιπόν, να συμβάλει σε μια κίνηση που θα ασκήσει πίεση στις σημερινές δυνάμεις (την ΕΕ εν προκειμένω) για να αποδοθεί εθνική ανεξαρτησία στους Παλαιστίνιους.
Όταν η Ισπανία ανακοίνωσε την πρόθεσή της να αναγνωρίσει ένα παλαιστινιακό κράτος, ισχυρίστηκε ότι υπήρχαν στρατηγικοί λόγοι για μια τέτοια απόφαση. Δεν τους ανέλυσε, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε. Πρώτα, τυχόν εξάπλωση του πολέμου στην περιοχή και παρεμπόδιση του θαλάσσιου εμπορίου (συμβαίνει ήδη στην Ερυθρά Θάλασσα). Κατόπιν, τα αυξημένα μεταναστευτικά ρεύματα που συνεπάγεται η αναστάτωση και εξαθλίωση που φέρνει ένας πόλεμος. Ακόμα και ο φόβος της χρήσης πυρηνικών όπλων (έχει ήδη αναφερθεί από ανθρώπους στο Ισραήλ με σημαντικές θέσεις μέσα και έξω από την κυβέρνηση). Όλα τα παραπάνω στρατηγικής φύσεως θέματα άπτονται και της Ελλάδος. Υπάρχουν, όμως στρατηγικής σημασίας θέματα που αφορούν την Ελλάδα αποκλειστικά.
Τον Μάρτιο του 2022, άρθρο στην ισραηλινή εφημερίδα Χααρέτζ ανέφερε ότι αντιπρόσωπος του κόμματος του Μπένυ Γκαντζ (αντιπρόεδρος του πολεμικού συμβουλίου του Νετανιάχου) στο διοικητικό συμβούλιο του Εθνικού Εβραϊκού Ταμείου είχε κάνει την εξής πρόταση: να διαθέσει αυτός ο οργανισμός πόρους για την αγορά ελληνικών νησιών, με σκοπό να λειτουργήσουν σαν «…καταφύγιο για τον εβραϊκό λαό σε περίπτωση ανάγκης, σαν ένα μέρος για τους Εβραίους εν καιρώ πολέμου.» Η παραπάνω πρόταση απορρίφθηκε. Αλλά αυτό συνέβη πριν από τις 7 Οκτωβρίου 2023, πριν από την εισβολή της Χαμάς που έχει αλλάξει ριζικά το αίσθημα ασφάλειας στη χώρα. Αναρωτιέται κανείς πόσο αποδεκτή θα γινόταν η πρόταση αν είχε γίνει σήμερα. Παρόμοια είχαν αποκαλυφθεί από την ίδια εφημερίδα τον Σεπτέμβριο 2012. Ο υπουργός άμυνας του Ισραήλ είχε ζητήσει από τον Στρατό να εξετάσει την πιθανότητα αγοράς, ή ενοικίασης, ελληνικού νησιού για χρήση από το Ναυτικό. Ο Στρατός αποφάνθηκε ότι δεν συνέφερε οικονομικώς. Τέτοιες βλέψεις θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως θέματα εθνικής ασφάλειας από την Ελλάδα.
Τέλος, η Ελλάδα έχει σύμβαση, ύψους 1,65 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με την πολεμική βιομηχανία του Ισραήλ Elbit Systems, για εγκατάσταση, τροφοδότηση, και διαχείριση κέντρου εκπαιδεύσεως της ελληνικής αεροπορίας στην Ελλάδα. Όταν το Ισραήλ βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση σαν την σημερινή, τέτοιες συμφωνίες αποκτούν ιδιαίτερο χαρακτήρα, όχι μόνο από διπλωματική άποψη (η συναλλαγή, δηλαδή, με χώρα που παραβιάζει διεθνείς νόμους και συμφωνίες τις οποίες η Ελλάδα έχει προσυπογράψει) αλλά και από άποψη εθνικής ασφάλειας. Το Ισραήλ, από ίδρυσης του, είναι μια στρατιωτικοποιημένη χώρα. Κι ενώ στις ΗΠΑ, και σε άλλες χώρες, μιλάμε για το βιομηχανικό-στρατιωτικό σύμπλεγμα, ένα συνδυασμό δηλαδή δυο ξεχωριστών τομέων, στο Ισραήλ οι δύο τομείς είναι συγχωνευμένοι με το κράτος. Όταν το κράτος αποκτά ένα modus operandi πολέμου (σήμερα το Ισραήλ έχει υπουργικό συμβούλιο πολέμου), κάτι ανάλογο συμβαίνει και στον τρόπο λειτουργίας εταιρειών όπως η παραπάνω για να εξυπηρετηθούν οι στόχοι του κράτους. Καθώς, σύμφωνα με αυτή την εμπόλεμη ψυχολογία, οι πάντες θεωρούνται «ύποπτοι», ακόμα και οι σύμμαχοι, συγκεντρώνεται κάθε πληροφορία που ίσως κάποτε στο μέλλον, βοηθήσει. Έτσι τα λογισμικά των εταιρειών όπως η Elbit, που εγκαθίστανται στην Ελλάδα δουλεύουν ταυτοχρόνως και για την Ελλάδα αλλά και για το Ισραήλ…
Ανάμεσα στις τρεις – τέσσερις χώρες (μαζί με τη Ρωσία και την Κίνα) με τις οποίες «παίζουν άμυνα» οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ συμπεριλαμβάνεται το Ισραήλ. Είναι γνωστή η ιστορία του Τζόναθαν Πόλαρντ που περνούσε αμερικανικά μυστικά στο Ισραήλ — κάνοντας τόση ζημιά ώστε καταδικάστηκε σε 30 χρόνια φυλακή. Δεδομένης της στρατιωτικοποίησης του Ισραήλ, στην αρχή του πολέμου, μεταβιβάστηκαν, με 20 πτήσεις, από την Ελλάδα στο Ισραήλ, 5,000 Ισραηλινοί κάτοικοι Ελλάδος, που είχαν επιστρατευθεί: μια ολόκληρη μεραρχία! Δεδομένων των μακροχρόνιων δεσμών των πολιτών της χώρας αυτής με τον στρατό, διερωτάται κανείς αν η χρησιμότητά τους για τον στρατό είναι και εντός και εκτός του πεδίου των μαχών. Ειδικά όταν ξέρουμε ότι το κράτος του Ισραήλ εξασκεί κυρίως συναλλακτική πολιτική. Πριν από το 2010, αυτό που κάνει σήμερα το Ισραήλ με την Ελλάδα (ασκήσεις και άλλες ανταλλαγές με την αεροπορία) το έκανε επί χρόνια με την Τουρκία. Πρόσφατα, η Χααρέτζ αποκάλυψε ότι το Ισραήλ πουλούσε εξοπλισμό για παρακολούθηση στην Ινδονησία με την οποία δεν έχει καν διπλωματικές σχέσεις!
Υπάρχει κάτι ακόμα που αφορά την Ελλάδα και που θα πρέπει να εκτιμήσει ο πρωθυπουργός. To 1947, η Ελλάδα ήταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν είχε ψηφίσει με την πλειοψηφία του ΟΗΕ και δεν είχε αναγνωρίσει το κράτος του Ισραήλ. Η αναγνώριση ήρθε δεκαετίες αργότερα, τον Μάιο του 1990, επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Θα ήταν συμμετρική αρμονία, και ευχής έργο, αν ο γιος, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε το θάρρος να προχωρήσει σήμερα στην αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους μαζί με την Ισπανία, και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό και μόνο μπορεί να συνεισφέρει στις προσπάθειες για ειρήνη στην περιοχή. Γιατί, όπως έχουν πει οι ειδήμονες, δεν υπάρχει στρατιωτική λύση, και η συνεχόμενη κατοχή μόνο σε συνεχόμενη αντίσταση θα καταλήγει.