Η πολιτική αντιπαράθεση γύρω από τις δημοτικές εκλογές της Πάτρας έχει ξεπεράσει σε ενδιαφέρον κατά πολύ τα όρια του Νομού Αχαΐας. Η υποστήριξη ή όχι της επανεκλογής του νυν δήμαρχου Κ. Πελετίδη μάλιστα έχει γίνει αντικείμενο ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης αρχών μεταξύ τμημάτων της Αριστεράς από όλη την χώρα. Αυτό οφείλεται στο ότι η πολιτική που ακολούθησε στη Δημαρχία της Πάτρας η δημοτική παράταξη «Λαϊκή Συσπείρωση» με επικεφαλής τον Δήμαρχο Κ. Πελετίδη, κατάφερε να φέρει στο προσκήνιο της πολιτικής αντιπαράθεσης γύρω από τα μεγάλα προβλήματα της περιοχής το ταξικό τους περιεχόμενο. Να αναδείξει στο πολιτικό προσκήνιο προτεραιότητες των αναγκών της εργασίας, απέναντι σε προτεραιότητες του επιχειρηματικού κεφαλαίου.
Σήμερα, αυτό που θα κριθεί στις επόμενες δημοτικές εκλογές για τη Δημαρχία της Πάτρας δεν είναι προγράμματα με διαφορετικά τεχνικοοικονομικά χαρακτηριστικά που εξυπηρετούν την μία η την άλλη μερίδα επιχειρηματικών συμφερόντων. Ούτε τα σχέδια κομματικών επιτελείων εν όψει των βουλευτικών εκλογών που αφορούν τον βαθμό συσπείρωσης των κομματικών τους δυνάμεων. Ούτε το αν θα μετατραπεί η δημοτική αρχή σε μοχλό υποστήριξης της ΝΔ στην προσπάθεια να καταλάβει την κυβέρνηση και την διαχείριση του κράτους, ή σε μοχλό στήριξης του ΣΥΡΙΖΑ για να παραμείνει στην κυβέρνηση.
Αυτό που κρίνεται στις δημοτικές εκλογές της Πάτρας είναι η ταξική σκοπιά από την οποία θα αντιμετωπίζονται και θα λύνονται ή δεν θα λύνονται τα προβλήματα των εργαζομένων της Περιοχής. Τα επιχειρηματικά συμφέροντα του κεφαλαίου της περιοχής θα επιθυμούσαν μια δημοτική αρχή που θα επεξεργαζόταν «λύσεις» στα μεγάλα προβλήματα με την μορφή εμπορευμάτων. «Λύσεις» που να μπορούν να παραχθούν από κάποιο επιχειρηματικό κύκλο, με χαμηλό κόστος και να μπορούν να πουληθούν είτε στους δημότες απ’ ευθείας είτε στην δημαρχία με υψηλό κέρδος.
Από την αντίθετη πλευρά βρίσκονται οι ανάγκες των εργαζομένων της Πόλης που απαιτούν λύσεις με την μορφή δικαιώματος των εργαζομένων.
Εδώ λοιπόν έχουμε μια πραγματική ταξική αντιπαράθεση. Η μία πλευρά θέλει το καθαρό νερό να πωλείται με κέρδος, ενώ η άλλη απαιτεί καθαρό νερό ως δικαίωμα. Η μια πλευρά προσβλέπει σε επιχειρήσεις που θα αναλάβουν να πουλήσουν με τη μορφή εμπορεύματος την καθαριότητα της πόλης και να αποκομίσουν κέρδη από αυτήν, ενώ η άλλη βλέπει την καθαριότητα της πόλης ως δικαίωμα. Η μια πλευρά βλέπει τα παράλια της πόλης ως πεδίο επιχειρηματικού κέρδους του τουριστικού κεφαλαίου, ενώ η άλλη ως χώρο ελεύθερης αναψυχής και ξεκούρασης για όλους τους εργαζομένους. Τον πολιτισμό και τον αθλητισμό η μία πλευρά τους θέλει να παράγονται από επιχειρήσεις και να πωλούνται στους εργαζόμενους ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες του καθενός, ενώ η άλλη πλευρά απαιτεί χώρους ελεύθερης πρόσβασης και έκφρασης. Με λίγα λόγια σε όλα τα προβλήματα των εργαζομένων της πόλης στη μια πλευρά έχουμε τις «λύσεις» που προσφέρουν επιχειρηματικό κέρδος και στην άλλη τις λύσεις που προσφέρουν δικαιώματα. Αυτές οι δύο πολιτικές λύσεων συγκρούονται στο Δήμο Πάτρας.
Για το λόγο αυτό το ενδιαφέρον για την έκβαση των δημοτικών εκλογών της Πάτρας φαίνεται να ξεπερνάει τα όρια της του Νομού Αχαΐας. Η ανησυχία του συνόλου της εγχώριας κεφαλαιοκρατίας φαίνεται στον χώρο και τον χρόνο που ξοδεύεται από τα ΜΜΕ που την υπηρετούν για την αποτροπή μιας επανεκλογής της Λαϊκής Συσπείρωσης και του Κ. Πελετίδη. Η ανησυχία δεν προέρχεται προφανώς από τον φόβο ότι θα ήταν δυνατόν ένας δήμαρχος και μια δημοτική παράταξη να αλλάξουν τα πλαίσια στα οποία μπορεί να πολιτεύεται και να λειτουργεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Το αστικό πολιτικό σύστημα τα έχει καθορίσει με ένα σφιχτό νομικό πλαίσιο λειτουργίας. Αλλά και οι άγραφοι νόμοι της αγοράς σε συνθήκες μάλιστα καπιταλιστικής κρίσης και πλήρους επικράτησης του νεοφιλελευθερισμού είναι σκληροί και δεν αφήνουν περιθώρια αυταπάτης για την ύπαρξη τοπικής αυτοδιοίκησης που θα λειτουργούσε ανατρέποντας τους νόμους αυτούς.
Άλλωστε, σε όλη τη χώρα η κεφαλαιοκρατία έχει καταφέρει με τη βοήθεια του προπαγανδιστικού μηχανισμού των ΜΜΕ που διαθέτει να απομονώσει όλες τις δημοτικές παρατάξεις που προσπαθούν να αντισταθούν στην δημιουργία «λύσεων» επιχειρηματικού κέρδους από τις τοπικές αυτοδιοικήσεις στις άλλες περιοχές της χώρας. Τόσο αυτές που έχουν δημιουργηθεί με πρωτοβουλία του ΚΚΕ (που είναι και οι περισσότερες και πιο δυνατές), όσο και άλλες που έχουν δημιουργηθεί με πρωτοβουλία άλλων οργανώσεων η κομμάτων της Αριστεράς (ο ΣΥΡΙΖΑ δεν λογίζεται φυσικά ως Αριστερά) δεν έχουν καταφέρει να φέρουν στο αυτοδιοικητικό πολιτικό πεδίο τις ανάγκες των εργαζομένων απέναντι στις ανάγκες του κεφαλαίου.
Το αστικό πολιτικό σύστημα έχει καταφέρει η εκλογική αντιπαράθεση για τις αυτοδιοικήσεις να μην έχει ταξικό περιεχόμενο, ούτε καν ταξικό πρόσημο, αλλά να αποτελούν αντιπαράθεση είτε μεταξύ κομμάτων που επιθυμούν να τις μετατρέψουν σε μηχανισμό εκλογικής ενίσχυσης και επικράτησης, είτε σε αντιπαράθεση μεταξύ ομάδων διαφορετικών επιχειρηματικών συμφερόντων. Στην δεύτερη αυτή περίπτωση βλέπουμε υποψηφίους δημάρχους τεχνοκράτες με συνδυασμούς που περιλαμβάνουν πρόσωπα όλων των κομματικών αποχρώσεων , με οικονομοτεχνικά προγράμματα που οι λύσεις των προβλημάτων βρίσκονται στην περιβόητη «ιδιωτική πρωτοβουλία». Λύσεις στις οποίες η δημοτική αρχή αγοράζει μια «λύση» του προβλήματος από μια επιχείρηση μετακυλώντας το κόστος αγοράς σε δημοτικά τέλη. Λειτουργεί δηλαδή σαν ένας διαμεσολαβητής μαζικής πώλησης προϊόντος στους δημότες.
Τα παραπάνω δείχνουν ότι δεν υπάρχει φυσικά κανένας φόβος για το αστικό πολιτικό σύστημα μια παράταξη, ενός δήμαρχου σε μια πόλη να ανατρέψει μια ολόκληρη πολιτική. Ακόμα και αν υποστηριζόταν από το σύνολο της Αριστεράς (πέρα από το ΚΚΕ) είναι αμφίβολο αν θα μπορούσε να εξασφαλιστεί μια συνεχής επανεκλογή της Λαϊκής Συσπείρωσης και του Κ. Πελετίδη ή ενός άλλου σχήματος με τα ίδια χαρακτηριστικά. Γιατί λοιπόν τόση πρεμούρα να φύγει από τη μέση η Λαϊκή Συσπείρωση και ο Πελετίδης;
Εκείνο που φοβίζει στην περίπτωση της Πάτρας είναι ότι φέρνοντας στο προσκήνιο την δυνατότητα μιας πολιτικής που πηγάζει από την προτεραιότητα των αναγκών της εργασίας και μετατρέποντας το πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης στο Δήμο σε αντιπαράθεση ταξική, η υπόθεση μπορεί να ξεφύγει από το πλαίσιο μιας απλής δημοτικής παράταξης. Η πιθανότητα, την δημιουργία και υλοποίηση μιας τέτοιας πολιτικής που θα παράγει δικαιώματα των εργαζομένων, να την αναλάβουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στα πλαίσια μιας δικής τους αυτοτελούς διεκδικητικής οργάνωσης . Αυτό ναι… Είναι απολύτως επικίνδυνο και απευκταίο για το αστικό σύστημα.
Αυτός όμως είναι και ο σημαντικότερος λόγος που πρέπει να επανεκλεγεί η «Λαϊκή Συσπείρωση» με τον Κ. Πελετίδη δήμαρχο. Ναι… μπόρεσε να κάνει πολλά έργα για το λαό της Πάτρας. Ναι… συμπαραστάθηκε σε όλους τους εργατικούς αγώνες και πήρε και ο ίδιος αγωνιστικές πρωτοβουλίες. Ναι… και ο Πελετίδης και ο συνδυασμός του προέρχονται βασικά από το ΚΚΕ με ότι θετικό ή αρνητικό μπορεί να βλέπει κάποιος στο γεγονός αυτό.
Όμως, αυτό που πρέπει να υπερισχύσει στην δοσμένη χρονική στιγμή είναι ότι η ενισχυμένη επανεκλογή τους θα κρατήσει ζωντανή την δυνατότητα, για την εφαρμογή μιας εργατικής πολιτικής που θα την αναλάβουν οι ίδιοι εργαζόμενοι μέσα από μια οργάνωση που θα τους δίνει την δυνατότητα να μπούν οι ίδιοι σε πολιτική δραστηριότητα.
Αν η υποστήριξη της Λαϊκής Συσπείρωσης μείνει απλά και μόνο στην παροχή ψήφου, τότε η κατάσταση αυτή νομοτελειακά θα ατονεί σταδιακά και θα σβήσει. Η δημοτική αρχή της Πάτρας είναι ένα ξένο σώμα, ένα μόρφωμα στο αστικό σύστημα που είναι αδύνατον να επιζήσει στο ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας του που απαιτεί τοπικές αυτοδιοικήσεις στην υπηρεσία του κεφαλαίου. Η επιβίωσή της βρίσκεται σε μια άλλη προοπτική που την εφαρμογή της εργατικής πολιτικής θα την έχει ο οργανωμένος λαός, που είναι και ο μόνος που μπορεί να ανατρέψει ό,τι χρειάζεται να ανατραπεί για την εφαρμογή της. Στη βάση αυτή, θα πρέπει πρώτα απ όλα η ίδια η παράταξη της Λαϊκής Συσπείρωσης, να πάρει πρωτοβουλία και να ξεπεράσει τα όρια μιας εκλογικής μάχης για «ψήφο στον Πελετίδη» και να προσπαθήσει να φέρει τους εργαζόμενους σε πολιτική δραστηριότητα. Να καλέσει με πρωτοβουλία της μια Πανπατραϊκή συνδιάσκεψη εργαζομένων από όλους τους κλάδους και ανεξάρτητα από κομματικές προτιμήσεις, που να τοποθετεί τα αιτήματα των εργαζομένων που αφορούν την διαβίωση τους και να διεκδικεί την ικανοποίηση τους ως δικαίωμα.
Στο πλαίσιο της Αριστεράς υπάρχει, και μάλλον επικρατεί, μια λογική που προσδοκά από την εκλογική διαδικασία να αναδείξει μετατοπίσεις του λαού προς τα αριστερά. Η λογική αυτή βλέπει σαν υποκείμενο κοινωνικών μετασχηματισμών την Αριστερά ή ακόμα χειρότερα την πολιτική δράση της δικής τους αριστερής οργάνωσης, την οποία και εκλαμβάνουν a priori ως επαναστατική πρωτοπορία. Σε μια τέτοια οπτική εννοείται ότι στην επιφάνεια έρχονται και αποκτούν μεγάλη βαρύτητα οι ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές, οι τάσεις ηγεμονισμού, οι σεχταρισμοί, οι ένθεν κακείθεν κατηγορίες για ασυνέπειες, κλπ.
Αντίθετα, αυτοί που βλέπουν ως πολιτικό υποκείμενο των κοινωνικών μετασχηματισμών να είναι μια μετωπική οργάνωση των εργαζομένων καθοδηγούμενη από ένα πρωτοπόρο κομμάτι, αντιμετωπίζουν την εκλογική διαδικασία ως μια διαδικασία μέσα από την οποία αναζητούν τις δυνατότητες δημιουργίας αυτού του κοινωνικού μετώπου, που θα δράσει ως υποκείμενο των μετασχηματισμών. Σε αυτήν την οπτική γωνία κυρίαρχο ζήτημα αναδείχνεται η κοινή δράση πάνω στις διαδικασίες και τις ενέργειες που απαιτούνται για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Και η επανεκλογή της Λαϊκής Συσπείρωσης και του Κ. Πελετίδη είναι βήμα που δίνει δυνατότητες για να ξεκινήσει μια τέτοια διαδικασία.