Την τελευταία βδομάδα έλαβε μεγάλη έκταση η πολιτική αντιπαράθεση γύρω για το σχέδιο ΔΗΜΗΤΡΑ του ΜΕΡΑ25. Η ΝΔ ξεκίνησε επίθεση ότι πρόκειται για ένα επικίνδυνο σχέδιο που επαναφέρει τις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2014-15, το ΠΑΣΟΚ σιγοντάρισε, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε ότι δεν έχει σχέση με το παρελθόν του και οι κατηγορίες του Μητσοτάκη είναι προσπάθεια αποπροσανατολισμού. Τι είναι όμως αυτό το σχέδιο ΔΗΜΗΤΡΑ στην πραγματικότητα, γιατί προκάλεσε τέτοια αντιπαράθεση και τι προβλήματα αναδεικνύει στο χώρο της Αριστεράς;
Κατά αρχή τον Ιανουάριο του 2021 το ΜΕΡΑ25 κατέθεσε πρόταση νόμου με την ονομασία ΔΗΜΗΤΡΑ το οποίο όπως ανέφερε είναι : «ένα σύστημα Δημοσιονομικών Συναλλαγών Ιδιωτών-Δημοσίου για παροχή μεταβιβάσιμων ψηφιακών δημοσιονομικών μονάδων (που αποσβένουν μελλοντικούς φόρους ύψους 10% των ετησίων εσόδων της Γενικής κυβέρνησης) σε ευάλωτους πολίτες για αγορές βασικών αγαθών πχ τρόφιμα, ενέργεια, κλπ.». Αυτές οι ψηφιακές μονάδες δεν θα είναι μετατρέψιμες σε ευρώ, ο δε Βαρουφάκης υποστηρίζει ότι με αυτό τον τρόπο θα ανακουφίσει χαμηλά εισοδήματα και θα μειώσει το κόστος συναλλαγών γιατί θα παρακάμπτει τις τράπεζες.
Πρακτικά η κυβέρνηση θα δίνει ένα ποσό σε ψηφιακές μονάδες σε κάποιον πολίτη, ο πολίτης θα το ανταλλάσει πχ με τρόφιμα ίσης αξίας, και το σουπερ μάρκετ που θα παίρνει τις ψηφιακές μονάδες θα τις συμψηφίζει με μελλοντικούς φόρους του. Ουσιαστικά πρόκειται για μια διευρυμένη παραλλαγή των Fuel Pass, Food Pass της ΝΔ, με την διαφορά ότι δεν μετατρέπονται σε χρήμα αλλά σε ισόποση μείωση φόρων.
Δεν πρόκειται για κάποια ριζοσπαστική πρόταση, ούτε έχει σχέση με παράλληλο νόμισμα και την σχετική κινδυνολογία που αναπαράγει η ΝΔ. Μάλιστα από την στιγμή που δεν μετατρέπεται σε ευρώ δεν θεωρείται ούτε καν «οιονεί νόμισμα» σύμφωνα με τα αστικά οικονομικά. Αντίθετα πρόκειται για πρόταση που περισσότερο αποδεικνύει την συστημική κατεύθυνση του ΜΕΡΑ25. Πρώτο διότι δεν αμφισβητεί την πολιτική λιτότητας και δημοσιονομικών πλεονασμάτων της ΕΕ που επιβλήθηκαν στη χωρά με τα μνημόνια, αλλά προτείνει μερική λογιστική παράκαμψη τους. Όταν ο Βαρουφάκης δηλώνει ότι το συνολικό ποσό από το ΔΗΜΗΤΡΑ θα ανέρχεται σε 10% των ετησίων εσόδων του Δημοσίου , πρακτικά σημαίνει ότι περίπου 6 δις ευρώ (3% του ΑΕΠ) από μελλοντικές εισπράξεις του Δημοσίου θα μοιραστούν τα επόμενα 1-2 χρόνια στα χαμηλά εισοδήματα. Αν οι θεσμοί που εποπτεύουν ακόμη την χώρα δεχθούν το σχέδιο, τότε επί της ουσίας αποτελεί έναν νομιμοφανή λογιστικό χειρισμό ώστε τα ετήσια δημοσιονομικά πλεονάσματα ύψους περίπου 2% του ΑΕΠ που απαιτεί πλέον η ΕΕ, να ανταλλαχθούν με μια ΕΦΑΠΑΞ μεταβιβαστική πληρωμή 3% του ΑΕΠ σε χαμηλά εισοδήματα που δεν θα υπολογίζεται στα ελλείματα.
Δεύτερο το σχέδιο ΔΗΜΗΤΡΑ έμμεσα δηλώνει ότι το ΜΕΡΑ25 δεν έχει στόχο την κρατικοποίηση των τραπεζών και την λειτουργία του τραπεζικού συστήματος προς όφελος της κοινωνίας (με μειωμένες προμήθειες , κλπ). Από τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ που περνανε μέσω τραπεζικού συστήματος αφορά ποσά ύψους 6 δις περίπου. Εξάλλου το πρόγραμμα του ΜΕΡΑ25 δεν μιλάει για κρατικοποίηση τραπεζών αλλά για μετατροπή του Υπερταμείου κ ΤΑΙΠΕΔ σε κρατική τράπεζα. Στην πραγματικότητα ούτε το τελευταίο θα συμβεί γιατί οι ιδιωτικές τράπεζες θα συνεχίσουν να λειτουργούν κανονικά , και προφανώς η ΕΚΤ δεν θα επιτρέψει την δημιουργία κρατικής τράπεζας με κεφάλαια την εκχωρημένη περιουσία του Δημοσίου στην Τρόικα.
Αν συμβαίνουν όλα τα παραπάνω πως εξηγείται η επίθεση της ΝΔ ενάντια σε ένα πλήρως συστημικό σχέδιο; Η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί στο ότι ο Βαρουφάκης το τελευταίο διάστημα συνδύασε το σχέδιο Δήμητρα με πρόπλασμα εναλλακτικού συστήματος πληρωμών σε περίπτωση που η ΕΕ εκβιάσει μια κυβέρνηση που δεν θα ακολουθεί πλήρως τους ισχύοντες μνημονιακούς όρους. Από αυτή την άποψη δεν αποτελεί μόνο μια προεκλογική επιλογή της ΝΔ να προσεταιριστεί μικροαστικά στρώματα μέσω της τρομοκράτησης, αλλά και μια προληπτική επίθεση απέναντι σε οποιοδήποτε αμφισβητήσει την πολιτική που εφαρμόζεται τα τελευταία 12 χρόνια. Στο σημείο αυτό όμως αναδεικνύονται δυο ζητήματα για την Αριστερά. Το μεταβατικό πρόγραμμα και το ευρώ σε μια χώρα που ανήκει σε μια καπιταλιστική ένωση, και έχει εκχωρήσει το νόμισμα της. Δεν υπάρχει άλλο ιστορικό παράδειγμα μιας σοσιαλιστικής μετάβασης με τις δυο προηγούμενες παραμέτρους.
Ο Βαρουφάκης σαν υπουργός Οικονομικών το 2015 βρέθηκε μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο. Άσχετα αν το πίστευε η όχι, επεξεργάστηκε ένα σχέδιο αντιμετώπισης της κατάστασης στο νομισματικό πεδίο σε περίπτωση οριστικής ρήξης μέσω έκδοσης IOU, το οποίο έχει κοινά στοιχεία με έναν μηχανισμό τύπου ΔΗΜΗΤΡΑ. Μέσω των IOU το Ελληνικό Δημόσιο, θα έκανε ψηφιακές χρεοπιστώσεις για τις συναλλαγές του, και θα χρησιμοποιούσε το Ευρώ για τις εξωτερικές συναλλαγές του. Φυσικά σε αυτή την περίπτωση τα IOU δεν θα χρησιμοποιούντο σαν «συναλλαγματικές μελλοντικής πληρωμής» όπως τα IOU που είχε εκδώσει η πολιτεία της Καλιφόρνιας όταν είχε πρόβλημα πληρωμών με την κρίση του 2008. Πρόκειται για λειτουργία παράλληλου νομίσματος , με όλα τα προβλήματα που έχει η ύπαρξη δυο νομισμάτων. Οφείλω δε να επισημάνω ότι υπάρχουν και σοσιαλιστικές χώρες που εφάρμοσαν επί μακρόν πολιτική «παράλληλου νομίσματος» όπως η Κούβα με την κυκλοφορία του CUP (κρατικό νόμισμα) και CUC (μετατρέψιμο σε δολάριο). Δεν έχει τόσο σημασία αν μια σοσιαλιστική απόπειρα θα έχει σε μεταβατικό στάδιο παράλληλο νόμισμα η όχι. Σημασία έχει ότι στην Αριστερά δεν ανοίγει καθόλου σοβαρά μια τέτοια συζήτηση.
Στα ιδία πλαίσια υπάρχει μια υποτίμηση του ρόλου του Ευρώ. Δεν αναφέρομαι στην προσχηματική προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ που στο παρελθόν προσπαθούσε να καλύψει την επικείμενη μετάλλαξη του με την επιχειρηματολογία ότι η αμφισβήτηση του Ευρώ είναι εθνικισμός. Αναφέρομαι σε μια υποτίμηση του κομβικού ρόλου που παίζει το Ευρώ, ότι σήμερα αποτελεί κόκκινη γραμμή για την Ελληνική αστική τάξη, και οποιαδήποτε σοσιαλιστική προοπτική προϋποθέτει ένα εναλλακτικό σχέδιο για το νόμισμα, και να κερδηθούν οι μάζες απέναντι στην τρομοκρατία του αστικού κράτους. Δεν μπορεί καίρια ερωτήματα να προσπερνιούνται μέσα από την επίκληση του αντικαπιταλισμού όπως κάνει η πλειοψηφία της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ούτε της αναγωγής όλων στην Λαϊκή Εξουσία του ΚΚΕ. Είναι λάθος αντίληψη να μην τίθενται θέματα όπως το Ευρώ, η ΕΕ, οι ιδιωτικοποιήσεις, κλπ σαν βασικοί κόμβοι αλλά να παρακάμπτονται μέσα από μια σύγχυση του μεταβατικού προγράμματος με την θεωρία των σταδίων.
Μπορεί το σχέδιο Δήμητρα του ΜΕΡΑ25 να είναι σε πλήρη αντίφαση με την πρόσφατη πρόταση του Βαρυφάκη για υιοθέτηση ψηφιακού νομίσματος από την ΕΚΤ, αλλά αυτό δεν καλύπτει την απουσία μιας συζήτησης για τα «ψηφιακά νομίσματα» από μαρξιστικής πλευράς . Η ΕΚΤ έχει ανακοινώσει την υιοθέτηση ψηφιακού νομίσματος από το 2024 και δύσκολα βρίσκεις μια προσέγγιση από μαρξιστικής πλευράς. Η αστική τάξη ότι «έρθει από Βρυξέλλες» θα το υιοθετήσει , η Αριστερά θα μείνει στο «τι μπρόκολα τι λάχανα»; Καταλαβαίνουμε τι σημαίνει η υιοθέτηση ψηφιακού ευρώ σε περίπτωση ρήξης, με την ΕΚΤ να μπορεί να κατάσχει ολες τις καταθέσεις με ένα κουμπί και να μην υπάρχει Ευρω σε φυσική μορφή για να χρησιμοποιηθεί σαν «νομισματική βαση» ;
Οι ελλείψεις και οι στρεβλές αντιλήψεις που υπάρχουν στο χώρο της Αριστεράς, η μόνιμη «δημιουργική ασάφεια» του ΜΕΡΑ25 που επαγγέλλεται την ΡΗΞΗ χωρίς να την θέλει επί της ουσίας και η πλήρης μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ΠΑΣΟΚ, δεν δικαιώνουν την κυβέρνηση της ΝΔ. Μπορεί η κυβέρνηση να τρομοκρατεί τους συντηρητικούς ψηφοφόρους και τους μικροαστούς, μπορεί να σατιρίζουν τα δεξιά σετ με εκφράσεις όπως «Δημητρούλα μου για σου», αλλά δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη της αποτυχημένης πολιτικής από τα λόγια του ιδίου του Πρωθυπουργού. Σε 3 προεκλογικές συγκεντρώσεις ο Κυριάκος Μητσοτάκης ερωτούσε δημόσια : -«Πείτε μας πόσες ΔΗΜΗΤΡΕΣ θα κάνει το σουβλάκι», νομίζοντας ότι εκφέρει ένα ακαταμάχητο επιχείρημα. Η μετριότητα που έχει τον τίτλο πρωθυπουργός δεν καταλάβαινε ότι η απάντηση είναι απλή.
Το σουβλάκι θα έχει «3 ευρώ ψηφιακά». Το θέμα όμως δεν είναι η Δήμητρα αλλά τα 3 ευρώ. Είναι γνωστός ο δείκτης «Big Mac» σαν μια προσέγγιση μέτρησης της αγοραστικής δύναμης των πολιτών (δηλαδή πόσα Big Mac Burger αγοράζεις με τον μισθό σου). Αν χρησιμοποιήσουμε τον δείκτη «πιτόγυρος» που είναι πιο κοντά στην ελληνική πραγματικότητα έχουμε τα εξής: Το 1999 με δραχμή, ο πιτόγυρος κόστιζε 220 δραχμές και ο βασικός μισθός ήταν 170.000 δρχ, δηλαδή με τον βασικό αγόραζες περίπου 770 πιτόγυρα. Σήμερα με τον βασικό να μην ξεπερνά τα 1.000 ευρώ αγοράζεις 333 πιτόγυρα, δηλαδή για μεγάλο μέρος του πληθυσμού που δεν έχει υψηλά εισοδήματα η ζωή είναι δυο φορές χειρότερη. Αυτά δεν χρειάζεται να είσαι του Harvard για να τα καταλάβεις….
Εργαζόμενος και συνδικαλιστής στις τράπεζες*