12.9 C
Athens
Πέμπτη, 20 Μαρτίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η ελληνική αστική τάξη έχει ανάγκη έναν Κασσελάκη; του Γιώργου Παυλόπολου


 

Το ζήτημα δεν είναι τόσο γιατί ένας ναρκισσευόμενος Έλληνας επιχειρηματίας της Αμερικής ξαφνικά δηλώνει ότι θέλει να ηγηθεί ενός πρώην Αριστερού κόμματος που κατέχει την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης της χώρας. Είναι άγονη η αναζήτηση «ποιος κρύβεται από πίσω» ή αν πρόκειται για έναν «πολιτικό Mr. Ripley» που υποδύεται τον αριστερό για να πάρει την κληρονομιά του κόμματος.

Το θέμα είναι η προβολή του και η στήριξη της εγχώριας αστικής τάξης. Είναι προφανής η προβολή από τα ΜΜΕ, αλλά και η αποδοχή της υποψηφιότητας του στους ανώτερους οικονομικούς κύκλους. Σε πρώτο επίπεδο θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν μια φυσιολογική αντίδραση. Η αστική τάξη με την υποψηφιότητα Κασσελάκη προωθεί περαιτέρω την «αμερικανοποίηση» του ελληνικού πολιτικού συστήματος, μετατοπίζει την πολιτική ατζέντα δεξιά, δημιουργεί έναν πλήρως ελεγχόμενο πόλο εντός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε περίπτωση δε εκλογής του (όχι τόσο πιθανό ενδεχόμενο) η αστική τάξη θα ελέγχει πλήρως και τα τρία μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα.

Συγχρόνως όμως υπάρχει και μια άλλη ανάγνωση, σύμφωνα με την οποία οι αστοί δεν έχουν ιδιαίτερο λόγο να αλλάξει το πολιτικό σκηνικό. Μετά την οικονομική κρίση και την αμφισβήτηση της περιόδου 2010-2015, η αστική τάξη σήμερα έχει ανακτήσει την ιδεολογική της ηγεμονία σε μεγάλο βαθμό, και σε πρωτοφανή επίπεδα από όλα τα χρόνια της μεταπολίτευσης. Στο κοινωνικό πεδίο έχει καταφέρει καίρια κτυπήματα στο οργανωμένο συνδικαλιστικό και λαϊκό κίνημα, ενώ ελέγχει κατ’ ουσία την συντριπτική πλειοψηφία των χώρων τοπικής αυτοδιοίκησης σε μια συμμαχία με τοπικούς βλαχοδήμαρχους, οικονομικούς παράγοντες και τοπικές «μικρομαφίες». Στο δε πολιτικό επίπεδο κυριαρχεί με βασικό πυλώνα την κυβέρνηση της ΝΔ με τον πρωθυπουργό να θεωρεί ότι «Νόμος είναι το συμφέρον του επιχειρηματία».

Η ηγεμονία του Κεφαλαίου επεκτείνεται και στα αμέσως επόμενα μεγαλύτερα κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προσδιορίζεται πλέον στον χώρο της Αριστεράς και η ηγεσία του σε όλες τις εκφάνσεις έχει συμβιβασθεί. Η λεγόμενη «αριστερή τάση» εκπροσωπείται από το «καλό παιδί του ΔΝΤ» τον Τσακαλώτο, ενώ η σχεδόν σίγουρη νέα επικεφαλής, η Αχτσιόγλου είναι ακόμα πιο μετατοπισμένη στα δεξιά από τον Τσίπρα και χωρίς τα «κινηματικά βαρίδια» του τελευταίου. Το τρίτο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, έχει από δεκαετίες αποχαιρετίσει τις όποιες αγωνιστικές περγαμηνές και έχει περισσότερα που το ενώνουν παρά το χωρίζουν με την ΝΔ, σε σημείο που να αποδέχεται το ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας.

Αν στα παραπάνω συνυπολογίσουμε ότι μοναδικός εκπρόσωπος της Αριστεράς στο Κοινοβούλιο είναι το ΚΚΕ και η ακροδεξιά αθροίζεται στο 11% εντός Βουλής, κανονικά η αστική τάξη δεν θα ήθελε να διαταράξει τα πολιτικά πράγματα. Σίγουρα η υποψηφιότητα ενός που μιλαει τη «γλώσσα των αγορών» συμφέρει να υποστηριχθεί αλλά δεν αποτελεί πρώτη προτεραιότητα.

            Όμως η προβολή και υποστήριξη Κασσελακη δεν είναι αναιτιολόγητη. Υπάρχουν λόγοι από το παρελθόν που ενεργοποιούν αντανακλαστικά. Η αστική τάξη ποτέ δεν έκρυψε το μίσος για την μεταπολίτευση και την είσοδο του λαϊκού παράγοντα στην πολιτική και κοινωνική ζωή. Η ανασφάλεια από την περίοδο 2010-2015 (πχ οι υστερικές αντιδράσεις για το δημοψήφισμα είναι χαρακτηριστικές) οδηγεί σε επιλογές για να μην επαναληφθεί εκείνη η περίοδος και η υποψηφιότητα Κασσελάκη φαντάζει ότι ξορκίζει τoυς «εφιάλτες» που ξυπνούσε το 1981 και 2015. Υπάρχουν όμως λόγοι και από το παρόν που σχηματοπούνται στο αντιφατικό δίπολο Δύναμης και Αδυναμίας. Ο πολύ ευνοϊκός συσχετισμός δύναμης γεννά φαινόμενα αλαζονείας και δημιουργεί την τάση στους αστούς να απαλλαγούν από οτιδήποτε θεωρούν ενοχλητικό. Συγχρόνως όμως είναι και έκφραση αδυναμίας λόγω ενός φόβου για το μέλλον. Γνωρίζουν ότι σε περίπτωση οικονομικής κρίσης η χώρα αποτελεί τον ασθενή κρίκο, ενώ η όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών έχει ως ενδεχόμενο οδυνηρούς συμβιβασμούς.

            Αρκετοί θα επισημάνουν ότι ανάλογα φαινόμενα προκλητικής προώθησης επιχειρηματιών στην κεντρική πολιτική σκηνή είναι συχνά σε διεθνές επίπεδο, αν και είναι απλουστευτικό να θεωρηθούν ότι όλα εντάσσονται σε μια προσέγγιση περί «μεταδημοκρατίας». Το φαινόμενο είναι υπαρκτά, αλλά δεν σημαίνει ότι κάθε περίπτωση είναι ίδια. Πχ η επιβολή ενός στελέχους τράπεζας όπως ο Μακρόν στην Γαλλία, γίνεται σε διαφορετικό, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο. Στην Γαλλία η δεξιά ήταν διασπασμένη και μάλιστα με ισχυρή παρουσία μιας ακροδεξιάς, με στοιχεία ευρωσκεπτικισμού, ενώ στο κοινωνικό πεδίο ο λαϊκός παράγοντας δεν είχε ηττηθεί. Ανάλογοι προβληματισμοί θα μπορούσαν να διατυπωθούν πχ για τους επιχειρηματίες που διεκδικούν πολιτικά αξιώματα στην Λατινική Αμερική ή αλλού.

Στην Ελληνική περίπτωση η προσπάθεια επιβολής του Κασσελάκη μάλλον δείχνει μια μυωπική τακτική. Ο Κασσελάκης δεν μπορεί να εκπροσωπήσει ένα πολωμένο κοινωνικά σώμα, όπου ευρύτατα στρώματα πιέζονται οικονομικάς Είναι προφανές ότι ένα πολιτικό σύστημα που θα εκπροσωπείται κατά τα 2/3 από Μητσοτάκη και Κασσελάκη αφήνει τεράστιο κενό αντιπροσώπευσης για τα λαϊκά στρώματα που φυσικά δεν θα καλύψει η μεταλλαγμένη σοσιαλδημοκρατία του ΠΑΣΟΚ. Αγνοείται ότι στο απίθανο ενδεχόμενο που αναλάβει ο Κασσελάκης τότε θα υπάρξουν ανακατατάξεις στην Αριστερά και θα ενισχυθούν οι δυνάμεις που θα έχουν μια ριζοσπαστική ή ταξική κατεύθυνση; Η δημιουργία ενός εγχώριου παραρτήματος του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ μπορεί σε πρώτο επίπεδο να φαίνεται ότι «αποστειρώνει» την εκπροσώπηση του λαϊκού παράγοντα, αλλά είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι συνιστά μακροπρόθεσμη πολιτική για την Ελλάδα. Επίσης δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι ο Ελληνικός αστισμός θα βάλλει όλα τα λεφτά του σε έναν προκλητικό εκπρόσωπο των αμερικανικών συμφερόντων.

Η αλαζονεία και η ανασφάλεια δεν συνιστούν μακροπρόθεσμη στρατηγική. Όσο και αν η αστική τάξη δεν επιθυμεί συμβιβασμούς με τις κατώτερες τάξεις, όσο και αν υιοθετεί το δόγμα «τα δικά μας παιδιά παντού», η πολιτική πάντα σημαίνει κοινωνικές εκπροσωπήσεις και πολιτικά σχέδια. Ακόμα και στην περίπτωση που ο Κασσελάκης δεν ξεφουσκώσει με τον ίδιο τρόπο που τον «φούσκωσαν» είναι δύσκολο να επιτύχει κοινωνικές εκπροσωπήσεις ενώ το «ελληνικό όνειρο» που επαγγέλλεται δεν αποτελεί πολιτικό σχέδιο, αλλά μια μαρκετίστικη προσέγγιση να καλυφθεί η έλλειψη θέσεων πίσω από το σλόγκαν «I have dream» του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.

            Ανεξάρτητα αν σήμερα η Ελληνική αστική τάξη χρειάζεται έναν Κασσελάκη, υπάρχει μια ακόμη διάσταση που αφορά το πόσο χρειάζεται την σοσιαλδημοκρατία. Αν κρίνουμε από το παρελθόν, όταν η αστική τάξη υπολόγιζε την σοσιαλδημοκρατία, επέλεξε να στηρίξει έναν σοβαρό εκπρόσωπο της στο πρόσωπο του Σημίτη. Στο πλαίσιο αυτό η σημερινή υποστήριξη σε μια πολιτική καρικατούρα δείχνει δυο πράγματα. Είτε δεν ασχολούνται σοβαρά με την σοσιαλδημοκρατία είτε η ίδια η αστική τάξη δεν είναι τόσο σοβαρή (είτε και τα δυο μαζί). Ίσως τελικά την υποψηφιότητα Κασσελάκη να την χρειάζεται περισσότερο ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ. Οι μισοί γιατί θεωρούν ότι ο πλήρης συμβιβασμός τους θα βρει επιτέλους ανταπόκριση από τους αστούς και οι άλλοι μισοί για να καλύψουν την έλλειψη μιας Αριστερής πολιτικής πρότασης.

Σε μια κοινωνία που δυστυχώς έχει μειωμένο ενδιαφέρον για την πολιτική και σε ένα συνέδριο που ο πολιτικός απολογισμός και κατεύθυνση υποκαθίστανται από τα πρόσωπο του υποψήφιου αρχηγού, η υποψηφιότητα Κασσελάκη είναι μια κάποια λύση. Δεν περιμένουμε τίποτα ενδιαφέρον σε επίπεδο πολιτικών θέσεων από ένα συνέδριο που η δήθεν ασυμβίβαστη πτέρυγα υπό τον Πολάκη στηρίζει έναν φυτευτό επιχειρηματία που εξυμνούσε τον Μητσοτάκη, η αριστερή τάση θα επιδιώξει κομπρεμί με την Αχτσιόγλου για τις καρέκλες, και η πιο λαϊκή υποψηφιότητα εκφράζεται από τον Τζουμάκα.

           

Ο Γ. Παυλόπουλος είναι οικονομολόγος, πρώην εργαζόμενος στις τράπεζες.

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ